Θεματα

Είμαστε ό,τι τρώμε ή όχι;

Ποιο(ς) θα είναι το επόμενό σας γεύμα;

eleni_helioti_1.jpg
Ελένη Χελιώτη
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
geysi.jpg

Η γεύση είναι η κοινωνική αίσθηση. Μας αρέσει να τη μοιραζόμαστε με άλλους (ποικιλοτρόπως). Ένα γεύμα είναι πολύ συχνά ένα κομμάτι της ημέρας μας που έχει έντονο το επικοινωνιακό και το κοινωνικό στοιχείο, ειδικά για εμάς τους μεσογειακούς. Όσο σημαντικές είναι οι γεύσεις, τόσο είναι και οι συνθήκες υπό τις οποίες θα τις βιώσουμε. 

Βρίσκομαι αυτή τη στιγμή μόνη μου σε ένα μικρό, γραφικό καφέ της Λισσαβόνας και γεύομαι για πρώτη φορά ένα Pasteis de Nata, και ξέρετε κάτι; Θα ’θελα πολύ να το μοιραστώ με κάποιον. Θα μπορούσα ενδεχομένως να σας το περιγράψω, αλλά πόση αξία θα είχε και πως περιγράφεις μια γεύση; Με παρομοιώσεις κυρίως...Πιθανόν να ξεκινούσα με τη φράση «είναι σαν...». Θα παίρνατε μια ιδέα βέβαια, αλλά μέχρι εκεί.

Η γεύση στην Ελληνική κοινωνία έχει τις ρίζες της πολύ βαθιά. Σχεδόν όλες μας οι γιορτές, θρησκευτικές και μη, είναι συνυφασμένες με κάτι φαγώσιμο, είτε αλμυρό, είτε γλυκό. Χριστούγεννα: κουραμπιέδες, μελομακάρονα, δίπλες. Πάσχα: αρνί, κοντοσούβλι, κοκορέτσι, αυγά, τσουρέκι. Τσικνοπέμπτη: τα Όσκαρ τηςκρεατοφαγίας παγκοσμίως. Καθαρά Δευτέρα: θαλασσινά, ταραμοσαλάτα. Νηστεία: μουστοκούλουρα, λαδερά, κοκ. Ακόμα και στη στέρηση γεννάμε γευστικές πανδαισίες, αψηφώντας ουσιαστικά τον ίδιο το σκοπό της. Γιατί; Γιατί είμαστε καλοπερασάκηδες.

Η Ελληνίδα μάνα και η γιαγιά πρώτα θα σε ρωτήσει εάν έχεις φάει και μετά εάν πήρες ζακέτα. Είναι οριακά τρομακτικό πόσες από τις ανεξίτηλες αναμνήσεις μου είτε εμπερίεχουν είτε βασίζονται σε γεύματα. Η κουζίνα είναι μια παγκόσμια γλώσσα που δεν χρειάζεται μετάφραση. Πιο εύκολα μιλάμε με αυτή, παρά με τη μητρική μας. Όπως τα πάντα σε αυτή τη ζωή όμως, το τι είναι γευστικά αρεστό ή και απολαυστικό για τον καθένα είναι υποκειμενικό. Και εκεί ξεκινάνε τα παράσιτα. Εκεί χάνουμε το σήμα και αρχίζουμε να επαναλαμβάνουμε «μ’ ακούς;».

Μεταξύ των ανθρώπων η γεύση είναι η πιο παρεμβατική αίσθηση, και υπάρχουν μόνο 2 σχέσεις που βιώνουν αυτή τη διάστασή της: η μητρική, και η ερωτική. Καμία άλλη δεν επιτρέπεται να σπάσει αυτό το φράγμα. Αν το καλοσκεφτούμε όμως, και η σχέση μας με το φαγητό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ενίοτε ερωτική: κλείνουμε τα μάτια, αναστενάζουμε βαθιά και γλείφουμε τα χείλη μας και τα δάχτυλά μας με μία οργασμική διάθεση όταν γευτούμε κάτι ιδιαιτέρως απολαυστικό. Γιατί;

Για εμάς τους Έλληνες το πάθος κρύβεται και περιφέρεται στην κουλτούρα· ομολογουμένως αναδύεται ενίοτε με όλους τους λάθος τρόπους, κανείς όμως δεν μπορεί να μας κατηγορήσει για αναισθησία. Η οποία είναι ένα κόνσεπτ άγνωστο σε εμάς, ίσως και ακατανόητο. Νοιώθουμε βαθιά ακόμα και την πιο απαράδεκτη έκφανση της συμπεριφοράς μας. Ας επιστρέψουμε όμως στη γεύση.

Μου είπε η μητέρα μου κάποτε, «τα γλυκά σε βλέπουν και λιγώνονται», όχι γιατί είμαι τόσο γλυκούλα, αλλά για τον τρόπο με τον οποίο τα κοιτάω πριν τα φάω. Οι περισσότεροι άνθρωποι που με ξέρουν καλά γνωρίζουν πόσο γκρινιάζω όταν πεινάω, και πόσο υπερβολικοί είναι οι μορφασμοί μου όταν αυτό που τρώω με ευχαριστεί. Παρ’ όλα αυτά παραμένω ιδιαιτέρως επιλεκτική και (πολλοί θα πουν) παράξενη. Είμαι άλλωστε μια Ελληνίδα που δεν τρώει ψάρι. Ωραία, Ελένη, που θες να καταλήξεις;

Η γεύση έχει μια μοναδικότητα την οποία καλούμαστε να εκμεταλλευτούμε στο έπακρον: είναι η αίσθηση στην οποία έχουμε το μεγαλύτερο ποσοστό επιλογής. Πολύ συχνά δεν μπορέσαμε να αποφύγουμε τι ακούσαμε, τι είδαμε, το αγγίξαμε κατά λάθος, και τι μυρίσαμε, ειδικά σε μία πόλη 5.000.000 ανθρώπων, ειδικά σε μια πυκνοκατοικημένη περιοχή ή πολυκατοικία όπου οι τοίχοι φαίνεται να είναι διακοσμητικοί. Οι αισθητικές προσλαμβάνουσες είναι στην καθημερινότητά μας σε μεγάλο βαθμό υποβαλλόμενες από εξωτερικούς παράγοντες που δεν ελέγχουμε. Το τι γευόμαστε όμως εξαρτάται σχεδόν εξολοκλήρου από εμάς. Ποιο(ς) θα είναι λοιπόν το επόμενό σας γεύμα;

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ