Health & Fitness

Η ευλογία των δρόμων

Η στήλη για το τρέξιμο στην πόλη

aggeliki-kosmopoulou_1.jpg
Αγγελική Κοσμοπούλου
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
51852-105914.jpg

Από τα μέσα του καλοκαιριού, δεν ένιωθα καλά. Λίγο η κούραση που αθροίστηκε, λίγο οι καθυστερήσεις σε πράγματα που περίμενα, λίγο οι ματαιώσεις κι οι ανατροπές, κάπως τα’χασα. Κανονική ροή ζωής, θα έλεγε κανείς, ιδιαίτερα σ΄αυτές τις εποχές –κι έτσι είναι. Όχι, δεν είμαι διόλου άψητη στα δύσκολα -ας μην τα απαριθμήσω Κυριακάτικα. Μα είναι φορές που όλα αντέχονται, που τα σκαμπανεβάσματα δεν σε καταβάλλουν, κι άλλες που σε σπρώχνουν δια μιας στην ηττοπάθεια και στην αμφιβολία, σε καθηλώνουν.

Κάπως έτσι ήταν, λοιπόν, οι μέρες μου. Ο καιρός περνούσε κάνοντας τα καθημερινά, συνεχίζοντας τα τρέχοντα με μια αίσθηση ματαιότητας. Σαν να μην ήταν ευθεία η γραμμή προς τις επιθυμίες, σαν να’χαν ξεθωριάσει πλάνα και στοχεύσεις, σαν να μην ήταν ανοιχτός ο δρόμος του νου.

Όταν αυτό συμβαίνει –δεν είναι δα κι η πρώτη φορά- ξέρω πως για να το ξεπεράσω δε φτάνουν τα λόγια κι οι παραινέσεις των οικείων. Δεν αρκούν τα «θα περάσει», τα «θα τα καταφέρεις», τα «είσαι δυνατή». Δεν γράφουν μέσα μου, δεν αγγίζουν το κουκούτσι μου. Καλοπροαίρετα όσο κι αν είναι, μένουν λόγια που χτυπούν στο κέλυφος που χτίζει η ανασφάλεια. Χρειάζεται καιρός για να σβήσουν οι πληγές, να αθροίσουν λίγο-λίγο οι καλές στιγμές, να αρχίσω να αναδύομαι. Χρειάζομαι παραδείγματα του «γίνεται», του «μπορώ», του «αντέχω». Παραδείγματα του «το πέρασα ξανά» και του «ξαναγίνεται». Κι ένα απ’τα καλά της δρομικής εμπειρίας μου είναι πως έχω πια αρκετά τέτοια δικά μου, κατακτημένα με χιλιόμετρα.

Ο μαραθώνιος είναι απ’ τη φύση του ένα τέτοιο παράδειγμα. Υπέρβαση εξ ορισμού. Διαδρομή στο έδαφος, με βήματα και σωματικό κάματο, αντικρυσμένη εντός. Γύρω του υφαίνονται οι ιστορίες της ζωής μας, με υλικά την υπομονή και τη χαρά, την προσδοκία και την απογοήτευση. Κάποιες απ’ αυτές ξεπερνούν τη στιγμή και γίνονται δικά μας παραδείγματα, ικανά να φωτίσουν τα σκοτάδια μας.

Στα δύσκολα των ημερών, θυμήθηκα μια τέτοια ιστορία αρκετών χρόνων. Καλοκαίρι του 2005, ετοιμαζόμασταν με τον Κωστή για τον πρώτο μας υπερμαραθώνιο, τα 52 χιλιόμετρα του γύρου της Πάρου. Απόγευμα στο Ζάππειο, σε χώρο οικείο, τρέχαμε μαλακά στο χώμα και κουβεντιάζαμε για τον αγώνα. Τακτικές, στρατηγική, αγωνίες για το πώς θα έβγαινε η άγνωστη διαδρομή, πώς θα΄ταν το τρέξιμο τη νύχτα, αν θα τα καταφέρναμε. Ένας άγνωστος δρομέας έτρεχε ώρα δίπλα μας, σε παράλληλη πορεία. Κάποια στιγμή, στο χαιρετισμό μας, στις συνήθεις ερωτήσεις που ανταλλάσσουν οι δρομείς, μάθαμε πως ετοιμαζόταν κι εκείνος για τον ίδιο αγώνα, κι εκείνος για πρώτη φορά. Κάναμε λίγα χιλιόμετρα μαζί. Μετά τα «πόσα χρόνια τρέχεις» και τα «τι χρόνους κάνεις», ο φίλος δρομέας στράφηκε στον Κωστή και, με θαυμασμό για το άψογο στυλ του, του απηύθυνε ένα: «φαίνεσαι πολύ δυνατός». Αμέσως μετά γύρισε σ΄εμένα, με ένα: «εσύ, δεν ξέρω αν θα τα καταφέρεις». Θύμωσα. Απευθυνόταν στο κορίτσι που έβλεπε, με σκαρί γυναικείο, μακριά από τις νόρμες του δρομέα, μα δεν με ήξερε. Αποφάσισα να μη μιλήσω, αλλά η φράση του γράφτηκε εντός μου. Με απασχόλησε.

Λίγες μέρες αργότερα, στην Πάρο, τον είδα στην αφετηρία, μέσα στο πολύχρωμο πλήθος. Ένα απλό «γεια» κι ετοιμασίες για τον αγώνα. Αντηλιακά για τα πρώτα φωτεινά χιλιόμετρα, φακός κεφαλής για τη συνέχεια, οι χαλαρωτικές ανταλλαγές ευχών με τους γύρω. Φύγαμε μαλακά ως τη μέση της διαδρομής, ήσυχα όπως επιβάλλει η τακτική που πάντα ακολουθώ. Και μετά τη μέση της διαδρομής, τον είδα. Μπήκε στην παρέα μας κι ακολούθησε, συμβουλεύοντας να ρίξουμε το ρυθμό μας «γιατί δε θα τερματίσουμε». Έτρεξα δίπλα του ένα πεντάρι περίπου. Η παρουσία του, η κινδυνολογία του με αποπροσανατόλιζαν. Στο 30 αποφάσισα να φύγω μπροστά. Τα πόδια μου ήταν ξεκούραστα, το φεγγάρι ψηλά, οι μουσικές μου διαλεγμένες για το καλοκαίρι. Ήθελα να φύγω, μόνη, να προχωρήσω. Κυκλάδες, έναστρος ουρανός, μυρωδιές διακοπών κι απόλυτη ησυχία. Έτρεξα μόνη στο σκοτάδι είκοσι ολόκληρα χιλιόμετρα, ακολουθώντας μια άγνωστη δύναμη που με οδηγούσε μαγικά στον τερματισμό. Εμπιστεύτηκα τη στιγμή και τη δύναμή μου ως το τέλος, με μόνο οδηγό μια δική μου αίσθηση. Στο 52, με τις φωνές των φίλων να με συνοδεύουν, πέρασα τον τερματισμό και στράφηκα κατευθείαν στη θάλασσα. Βούτηξα ως τη μέση με τα ρούχα, απολαμβάνοντας μια μοναδική αίσθηση ελευθερίας. Βγαίνοντας, άφησα πίσω μου κάθε αμφιβολία, καλωσορίζοντας μια νέα κατάκτηση. Τα μαλλιά μου έσταζαν όταν είδα τον φίλο του Ζαππείου να περπατάει αργά, διαλυμένος, προς τον τερματισμό. Ήξερα πια. Και ξέροντας, σ΄αυτό γυρίζω στα σκοτάδια. Στην ευλογία των δρόμων.



Γιατί τρέχω...

Αυτή την εβδομάδα μας απαντά ο Δημοσθένης Ευαγγελίδης, μαραθωνοδρόμος. Τρέχει για πάνω από 30 χρόνια, με πολλές διακρίσεις σε εθνικό επίπεδο και συμμετοχές σε διεθνείς αγώνες. Είναι Ορθοπαιδικός Χειρουργός και ζει στην Αγγλία.

image«Γιατί τρέχεις;. Αυτή είναι μια ερώτηση που πάντα με αιφνιδιάζει. Όταν είσαι τόσα χρόνια στο δρόμο, ξεχνάς από που ξεκίνησες…

Είναι πολύ δύσκολο να βρεις τις κατάλληλες εκφράσεις για να περιγράψεις γιατί τρέχεις. Υπάρχουν πολλοί καλοί λόγοι, αν προσπαθήσεις να το εκλογικεύσεις, αλλά νομίζω ότι – για τους πολλούς από μας – το τρέξιμο είναι μια μυστικιστική εμπειρία, που υπερβαίνει κατά πολύ τη ματαιοδοξία της νίκης ή τα στερεότυπα του τύπου «νους υγιής…». Είναι η στιγμή της ημέρα που ερχόμαστε σε στενή επαφή με το σώμα και τις σκέψεις μας. Με τα όριά μας. Η μαγική διαδικασία κατά την οποία οι ατέλειωτοι κύκλοι στις ίδιες μικρές διαδρομές σε ταξιδεύουν στην αυτογνωσία και τη φιλία. Ο επίπονος δρόμος που σε ανταμείβει με μοναδικές εμπειρίες, τόσο απλές όσο το τρέξιμο στη βροχή και τόσο μεγαλειώδεις όσο ο τερματισμός σε ένα μαραθώνιο.

Όλοι μας έχουμε κακές μέρες, όπου το τελευταίο που θέλουμε είναι να βγούμε στο δρόμο. Δεν θυμάμαι όμως ποτέ να γύρισα πιο δυστυχισμένος απ’ ό,τι έφυγα. Λες και η άσφαλτος, το χώμα και το ταρτάν έχουν πάντα ένα δώρο για σένα…»

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ