Health & Fitness

Τα κόκκινα παπούτσια

Τους τελευταίους δύο μήνες έχω μπει σε αμέτρητα σάιτ ψάχνοντας το ιδανικό παπούτσι για τον Όλυμπο

81922-183211.jpg
Παντελής Καψής
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
350316-726719.jpg

Όταν ήμουν μαθητής στο Λύκειο είχα περί πολλού τα ποδοσφαιρικά μου παπούτσια. Τα είχα ανακαλύψει σε κάποια τρύπα στην οδό Ζωοδόχου πηγής, ελληνικά, φτιαγμένα με μεράκι, ωστόσο, δεν έμοιαζαν να υστερούν από τα ξένα. Ήταν άλλωστε στη μισή τιμή, πλεονέκτημα κρίσιμο δεδομένου ότι θα ήταν αδύνατον να πείσω τους γονείς μου να μου δώσουν τα λεφτά για τα ακριβότερα εισαγόμενα. Ακόμα και σήμερα θυμάμαι λεπτομέρειες, τη σόλα με τάπες από καουτσούκ για να μη γλιστράμε στα χωμάτινα γήπεδα που παίζαμε, το ενισχυμένο δέρμα για προστασία, και τις διακοσμητικές άσπρες λωρίδες, σχεδόν αντιγραφή από φημισμένες μάρκες του εξωτερικού.

Έκτοτε η αγορά παπουτσιού ήταν μια απόλυτα τυπική διαδικασία που δεν μου έπαιρνε περισσότερο από 5 λεπτά. Μέχρι που χρειάστηκε τώρα να αγοράσω ένα καινούργιο ζευγάρι παπούτσια για τρέξιμο στο βουνό. Τους τελευταίους δύο μήνες έχω μπει σε αμέτρητα σάιτ και έχω διαβάσει κριτικές ων ουκ έστιν αριθμός, ψάχνοντας το ιδανικό παπούτσι για τον Όλυμπο.

Μου αρέσει και να χαζεύω βέβαια, όλοι κρύβουμε έναν καταναλωτή μέσα μας. Με τις ως σήμερα αγορές μου, ωστόσο, είχα καεί επανειλημμένα. Το πρώτο παπούτσι βουνού, για παράδειγμα, το είχα αγοράσει εξ όψεως. Ήταν πολύ καλό για μαλακά μονοπάτια, όταν βγήκα σε πιο δύσκολο τερέν όμως μετρούσα μία-μία τις πέτρες με τις ευαίσθητες πατούσες μου. Γιατί, να το πω κι αυτό, το ξυπόλητο δεν το έχω καθόλου. Ακόμα και τα πιο λεία βοτσαλάκια στην άμμο είναι για μένα βασανιστήριο. Ρώτησα λοιπόν έναν πιο έμπειρο δρομέα για το «καλύτερο» παπούτσι βουνού, μου είπε την αγαπημένη του μάρκα και το συγκεκριμένο μοντέλο, κι ένα πρωί το βρήκα στις εκπτώσεις και το αγόρασα. Στην αρχή όλα καλά. Όταν άρχισα να πηγαίνω σε μεγαλύτερους αγώνες έβγαλε το πρόβλημά του: η φόρμα ήταν στενή και μετά από ορισμένα χιλιόμετρα καθώς πρήζονται και απλώνουν τα πόδια, το τρέξιμο γινόταν μαρτύριο. Την επόμενη χρονιά λοιπόν ξανά στο ψάξιμο. Αυτή τη φορά πήγα σε ένα ειδικευμένο μαγαζί, κουβέντιασα με τον ιδιοκτήτη και κατέληξα σε ένα μοντέλο που με άφησε ικανοποιημένο. Ήταν, ωστόσο, αρκετά ακριβό και μου φάνηκε ότι έδειξε σημάδια φθοράς αρκετά γρήγορα.

Να 'μαι λοιπόν τρίτη χρονιά στο ψάξιμο, αυτή τη φορά από το ίντερνετ και με λίγο πιο σαφή κριτήρια αγοράς. Πρώτον, φαρδιά φόρμα μπροστά. Δεύτερον, σκληρό εξωτερικό πάτο να προστατεύει από τις πέτρες με ειδική ενίσχυση που στα αγγλικά, όπως έμαθα περιπλανώμενος στο ίντερνετ, λέγεται «rock plate». Τρίτον, μαλακό εσωτερικό πάτο καθότι έχουμε και το βάρος μας και μια κάποια ηλικία, θέλουμε τη σχετική απορρόφηση των κραδασμών. Στα αγγλικά «cushioning». Λιγότερο με απασχόλησε το κράτημα, να μη γλιστράνε δηλαδή, όχι γιατί δεν είναι σημαντικό αλλά επειδή θεώρησα ότι στο δικό μου επίπεδο οι διαφορές δεν είναι μεγάλες κι έτσι κι αλλιώς δεν τις πολυκαταλαβαίνω.

Με αυτά τα δεδομένα κατέληξα σε ένα μοντέλο σε μεσαία τιμή της αγοράς το οποίο μου φάνηκε ότι πληροί επαρκώς και τα τρία κριτήρια. Μοιάζει μια απόλυτα λογική απόφαση στην οποία κατέληξα μετά από αναλυτική μελέτη. Οφείλω, ωστόσο, να ομολογήσω τα κάτωθι:

Πρώτον, επέλεξα μια μάρκα που μου αρέσει και την οποία είχα απωθημένο από χρόνια. Θύμα της διαφήμισης ή, αν προτιμάτε, της φήμης της εταιρείας. Βοήθησε βέβαια ότι τον προηγούμενο χρόνο μού την είχαν συστήσει και στο ειδικευμένο κατάστημα που είχα πάει, χωρίς να βρω όμως στο νούμερό μου.

Δεύτερον, στην επιλογή μου έπαιξε δυνατά και μια δεύτερη μάρκα, την οποία εκτιμώ εξίσου και έχει καλύτερη παράδοση στο βουνό. Το ότι προτίμησα την άλλη μάρκα οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο ότι είχε πολλά μοντέλα, το καθένα με λίγο διαφορετικά χαρακτηριστικά, με αποτέλεσμα να πάθω αυτό που τα οικονομικά της συμπεριφοράς ονομάζουν «decision paralysis». Να μην μπορείς να αποφασίσεις δηλαδή όταν έχεις μπροστά σου πολλές επιλογές. Έτσι δεν είμαι βέβαιος ότι η επιλογή μου ήταν αναγκαστικά και η καλύτερη.

Τρίτον, αγόρασα τα παπούτσια από το ίντερνετ και από σάιτ του εξωτερικού. Ο πρώτος λόγος είναι η τιμή. Βρήκα μια πολύ καλή προσφορά στο συγκεκριμένο παπούτσι, γεγονός που επίσης επηρέασε την επιλογή μου. Υπολογίζω ότι συμπεριλαμβανομένων των μεταφορικών, γλίτωσα πάνω από 30 ευρώ. Αντιθέτως στην Ελλάδα συνήθως οι προσφορές είτε είναι πολύ μικρότερες είτε αφορούν νούμερα που έχουν ξεμείνει και δεν αφορούν τον μέσο καταναλωτή. Βέβαια από την στιγμή που αποφάσισα ποιο παπούτσι θέλω, η επιλογή του ίντερνετ είχε και ένα επιπλέον πλεονέκτημα που οι ψυχολόγοι ονομάζουν «instant gratification»: με ένα πάτημα του κουμπιού τα παπούτσια γίνονται δικά σου. Ναι, ξέρω, είναι παιδική συμπεριφορά αλλά ποιος είπε ότι το τρέξιμο δεν είναι και μια μορφή παλιμπαιδισμού;

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ