Πολιτικη & Οικονομια

Η μόνη λύση διεξόδου

...που είναι και κοινωνικά δίκαιη

93870-210734.jpg
Δημήτρης Ιωάννου
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
99686-199252.jpg

Οι αντιτιθέμενες προτάσεις της ΕΕ και της κυβέρνησης για την αντιμετώπιση της κρίσης είναι και οι δύο δυνητικά καταστροφικές. Με την υπερβολική επιπλέον φορολογία που προβλέπουν δεν θα πετύχουν τους δημοσιονομικούς στόχους που θέτουν, αλλά θα βυθίσουν την ελληνική οικονομία σε βαθιά ύφεση, πολύ κάτω από τα σημερινά επίπεδα εισοδήματος, ύφεση της οποίας οι επιπτώσεις θα είναι μακροχρόνιες και εξαιρετικά άδικες κοινωνικά διότι θα τις υποστούν, και πάλι, κυρίως οι εργαζόμενοι και οι άνεργοι του ιδιωτικού τομέα. Φυσικά δεν υφίσταται δυνατότητα για κάποια τρίτη εναλλακτική λύση σαν αυτήντην ιδέα της οποίας καλλιέργησε επί μακρόν η πολιτική δημοκοπία και υποτίθεται ότι θα συνίστατο στο ότι οι τοκογλύφοι-δανειστές θα μας παρείχαν αφειδώς χρηματοδότηση, χωρίς εμείς να αναλαμβάνουμε την υποχρέωση επίτευξης δημοσιονομικών στόχων, ενώ παραλλήλως θα μας χάριζαν και ένα σημαντικό τμήμα του χρέους. Μία τέτοια ιδέα δεν έχει καμία λογική για τους δανειστές –γιατί απλά σημαίνει ότι θα έχαναν πολύ περισσότερα χρήματα από όσα κινδυνεύουν να χάσουν σήμερα–, ενώ εκ παραλλήλου και μόνο η παρουσίασή της θα πυροδοτούσε λαϊκές εξεγέρσεις στις χώρες τους εναντίον της Ελλάδας.

Στο παρόν αδιέξοδο υπάρχει μόνο μία δραστική λύση διαφυγής, η οποία είναι μεν ριζοσπαστική αλλά ταυτοχρόνως είναι και αποτελεσματική, διότι αντί της επιπλέον φορολόγησης, στην οποία στηρίζονται και οι δύο αντιπαρατιθέμενες προτάσεις απειλώντας να εξοντώσουν πλήρως την ελληνική οικονομία, αυτή ρίχνει το βάρος της εξοικονόμησης κυρίως στο σκέλος των δαπανών.

Το ελληνικό Δημόσιο καταβάλλει ετησίως 18 δισεκατομμύρια ευρώ για μισθούς και συντάξεις δημοσίων υπαλλήλων. Μέχρι στιγμής, στη διάρκεια των πρώτων έξι μηνών του χρόνου έχει ήδη καταβάλει τα μισά. Τον υπόλοιπο χρόνο οι μισθοί και οι συντάξεις πρέπει να καταβληθούν μειωμένα κατά 30%. Έτσι θα εξοικονομηθούν 2,7 δισεκατομμύρια ευρώ, τα οποία σε μεγάλο βαθμό θα καλύψουν το δημοσιονομικό κενό. Το 2016, επίσης, οι μισθοί και οι συντάξεις θα πρέπει να καταβληθούν, μειωμένοι σε όλη τη διάρκεια του χρόνου κατά 15%, σε σχέση με το σημερινό τους επίπεδο. Έτσι θα εξασφαλισθούν άλλα 2,7 δισεκατομμύρια ευρώ για τη δημοσιονομική χρήση του επομένου έτους. Εάν υπάρχει επιπλέον δημοσιονομικό κενό, αυτό θα πρέπει να καλυφθεί με μία λελογισμένη (και όχι παρανοϊκή σαν τις προτεινόμενες) αύξηση του ΦΠΑ, η οποία εκτός από εισπρακτικούς στόχους, θα έχει και αναπτυξιακούς, διότι θα συνδυασθεί με μέτρα «δημοσιονομικής υποτίμησης» που αποσκοπούν στην τόνωση της απασχόλησης (εδώ).

Είναι ευνόητο ότι ένα τέτοιο οικονομικό μέτρο θα προκαλέσει οξείες διαμαρτυρίες που θα επισημαίνουν ότι μία τόσο απότομη, απροειδοποίητη και δραστική μείωση των αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων και των συνταξιούχων του Δημοσίου θα δημιουργήσει σημαντικά προβλήματα όχι μόνο στους οικογενειακούς τους προϋπολογισμούς, αλλά και στην ευρύτερη οικονομία, λόγω της συνεπαγόμενης αδυναμίας τους να εξηπηρετήσουν δάνεια, να πληρώσουν φόρους κ.λπ. Οι διαμαρτυρίες αυτές, όμως, θα ήταν βάσιμες μόνο αν δεν τις συνέκρινε κανείς με τις υπαλλακτικές περιπτώσεις, που θα ήταν να εφαρμοσθεί στην οικονομία ένα από τα δύο εναλλακτικά σχέδια που έχουν προταθεί, ή ακόμη χειρότερα, να μην εφαρμοσθεί κανένα, να μην υπάρξει συμφωνία με τους εταίρους και η χώρα να βρεθεί χωρίς περαιτέρω χρηματοδότηση. Και στις δύο αυτές περιπτώσεις οι συνέπειες θα είναι πολύ χειρότερες, όχι μόνο για την ευρύτερη οικονομία αλλά και για τους ίδιους τους αμειβόμενους από το Δημόσιο. Αντί για 30% μείωση, υπάρχει η πιθανότητα να βρεθούν για μακρές περιόδους χωρίς καθόλου μισθό. Με αυτήν την έννοια, η προσφυγή στην προτεινόμενη λύση ισοδυναμεί με τη δυνατότητα να σωθούν πρώτα οι ίδιοι, πριν σώσουν και την υπόλοιπη ελληνική κοινωνία.

Άλλωστε, η λύση αυτή είναι και κοινωνικά δίκαιη. Ενώ το βάρος της κρίσης το έχουν επωμιστεί σε συντριπτικά μεγαλύτερο βαθμό οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα, είτε οι άνεργοι, είτε εκείνοι που εργάζονται χωρίς να αμείβονται, είτε εκείνοι που δεν γνωρίζουν αν θα έχουν και αύριο δουλειά και ζουν στην αγωνία, οι αμειβόμενοι του Δημοσίου δεν αντιμετώπισαν το φάσμα της απόλυσης (εκτός ελαχίστων περιπτώσεων) και πληρώνονται πάντα στην ώρα τους. Οι δε μειώσεις που έχουν υποστεί, και τις οποίες φέρουν βαρέως, είναι ουσιαστικά «διορθώσεις» για τις ανευ λόγου και αιτίας, και ουδαμώς αντιστοιχούσες στην παραγωγικότητά τους αλλά και στην παραγωγικότητα της εθνικής οικονομίας, αυξήσεις που πέτυχαν στη διάρκεια της περιόδου 2002-2009.

Θα μπορούσε κάποιος να επισημάνει, πάντως, εδώ ότι ο τρόπος με τον οποίον καθορίζονται οι αμοιβές στο δημόσιο τομέα αντιστοιχεί σε έναν κυκεώνα, ηθικά άδικο και λειτουργικά αναποτελεσματικό, που θα πρέπει κάποτε να διορθωθεί. (Το ζητούν και οι δανειστές). Η απάντηση σε αυτό, όμως, είναι πως τώρα δεν υπάρχει δυνατότητα για κάτι παρόμοιο, που πρέπει να αφεθεί για ευθετότερο χρόνο. Οι μειώσεις σήμερα πρέπει να είναι πραγματικά οριζόντιες, σε ποσοστό 30% φέτος και 15% του χρόνου. Αλλά να είναι και προσωρινές, με την έννοια ότι το 2017 οι μισθοί και οι συντάξεις θα προβλέπεται να επανέλθουν, κατ’ αρχήν, στα σημερινά τους επίπεδα και στη συνέχεια να αναπροσαρμοσθούν με βάση τις ανάγκες μίας σύγχρονης κοινωνίας.

Βεβαίως, είναι σαφές ότι μία τέτοια ρύθμιση θα δεχθεί τις γνωστές «επιθέσεις συνταγματικότητας» και θα καταρριφθεί σε Συμβούλια Επικρατείας κ.λπ. Αυτό μπορεί να αντιμετωπισθεί στην ώρα του, φθάνει προηγουμένως να έχει εφαρμοσθεί για να σωθεί η χώρα. Θα πρέπει όμως να αντιμετωπισθεί και με ένα λαϊκό κίνημα διαμαρτυρίας, που θα απαξιώνει και θα καταγγέλλει παρόμοιες πράξεις παρασιτισμού και ανευθυνότητας.

Τέλος είναι προφανές πως μία παρόμοια ενέργεια προϋποθέτει την έστω και σιωπηρή παραδοχή, εκ μέρους των «αντιμνημονιακών δυνάμεων», ότι οι μέχρι σήμερα ισχυρισμοί τους δεν ήταν τίποτε άλλο παρά καθαρή δημαγωγία. Αυτό όμως δεν είναι δύσκολο πια, γιατί πρόκειται για κάτι που στην πράξη έχει ήδη συντελεσθεί και σχεδόν όλοι, εκτός ίσως από ορισμένους ψυχικά διαταραγμένους, έχουν αντιληφθεί τι πραγματικά συμβαίνει στη χώρα.

Η κάλυψη του δημοσιονομικού κενού από την πλευρά των δαπανών, με μείωση των αμοιβών και συντάξεων που καταβάλλει το Δημόσιο κατά 30% για το υπόλοιπο 2015 και για 15% (σε σχέση με τις τρέχουσες αμοιβές τους) για το 2016, είναι η μόνη λύση σωτηρίας της χώρας. Όχι μόνο θα επιτρέψει την κάλυψη του δημοσιονομικού κενού και την επίτευξη χρηματοδοτικής συμφωνίας με τους εταίρους, αλλά θα καταστήσει και το πρόγραμμα σωτηρίας της χώρας πραγματικά «ιδιοκτησία» της ελληνικής κυβέρνησης, δίνοντάς της την πρωτοβουλία στις περαιτέρω εξελίξεις και διαπραγματεύσεις, ακόμη και για θέματα όπως η διευθέτηση του χρέους. 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ