Πολιτικη & Οικονομια

Πώς νιώθεις;

Eίναι καλοκαίρι αλλά αδυνατείς να φανταστείς τη ζωή σου λίγο μετά

34585-78037.jpg
Δήμητρα Γκρους
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
98678-197523.jpg

Ίσως ζούμε ιστορικές στιγμές και δεν το έχουμε καταλάβει. Ή, ίσως, είναι μία ακόμη πράξη του δράματος που παρουσιάζεται σαν τελευταία και το δράμα θα συνεχίσει ακάθεκτο μέχρι να φτάσει σε επόμενη κορύφωση. Ήδη από τις 6 Ιουνίου πήγαμε στις 30, βρήκαμε και τα λεφτά για τις συντάξεις, ίσως φτάσουμε μέχρι τον Σεπτέμβριο (;). Οι μέρες περνούν με παρατάσεις. Μετά από τόσα χρόνια κρίσης και εθνικών προσπαθειών είμαστε στο ίδιο ακριβώς σημείο και ακόμα πιο πίσω. Η αιώνια επιστροφή του ομοίου.

Πώς νιώθεις;

Ανοίγεις την τηλεόραση στο δελτίο ειδήσεων και ένα είναι το συναίσθημα που κυριαρχεί. Απογοήτευση, στα όρια της κούρασης – ή και της απελπισίας... Γιατί δεν έκλεισαν τη συμφωνία πιο νωρίς; Γιατί δεν το κάνουν τώρα; Γιατί άφησαν την οικονομία να επιστρέψει σε ακόμα μεγαλύτερη ύφεση; Γιατί λένε άλλα από αυτά που λένε οι άλλοι; Γιατί επιλέγουν –και αυτοί– μια πολιτική τακτικισμού και όχι ουσίας; Γιατί ο πρωθυπουργός δεν έριξε τους τόνους αμέσως μετά την εκλογή του, για να ετοιμάσει το έδαφος για όσα θα έρχονταν; Γιατί συνέχισε αυτό το εμφυλιοπολεμικό κλίμα, αντί να γίνει πρωθυπουργός συμφιλίωσης, όλων των Ελλήνων; Γιατί δεν συγκρούεται με αυτούς που (κάνουν πως) δεν καταλαβαίνουν; Κι οι πολίτες αυτής της χώρας γιατί νομίζουν ότι δεν έχουν τίποτα να χάσουν; Γιατί συνεχίζουν να λένε, ακόμα και τώρα, «οι προηγούμενοι ήταν καλύτεροι;»...

Παρηγορείσαι ενθυμούμενος τα λόγια του πρωθυπουργού της προηγούμενης εβδομάδας «προτιμώ να υπάρξει κρίση στον Σύριζα παρά καταστροφή για την Ελλάδα». (Το εννοούσε άραγε; Θα το υποστηρίξει; Γιατί δεν το έχει κάνει ήδη;) Και όχι μόνο, ανακούφιση νιώθεις κάθε φορά που βρίσκεται ένας κοινός τόπος με την πραγματικότητα, όπως όταν ο Παπαδημούλης στην Κεντρική Επιτροπή του κόμματος λέει: «Η χρεοκοπία είναι η πιο αντιλαϊκή επιλογή, που θα πλήξει βάναυσα τη χώρα, ιδιαίτερα τα φτωχά και μεσαία στρώματα… είναι αντίθετη δε, με το πρόγραμμά μας και τη λαϊκή εντολή, (επιπλέον) θα οδηγήσει την Αριστερά 50 χρόνια πίσω». Αλλά και γιατί μιλάει για τους κινδύνους που κρύβουν η «κομματικοποίηση του κράτους και κρατικοποίηση του κόμματος, με διατασική μοιρασιά και ομερτά», ή γιατί σπάει τη σιωπή για «τα 500 εκ. ευρώ για ένα αμφιλεγόμενο εξοπλιστικό πρόγραμμα σε σύγκριση με τα μόλις 200 εκ. ευρώ για την ανθρωπιστική κρίση». Ανακούφιση προκαλεί κάθε σχολιασμός του αυτονόητου από την κυβερνητική πλευρά, όπως η σύγκρουση του Νίκου Φίλη με την Εκκλησία για τα λείψανα, οι δηλώσεις του Μητρόπουλου για την Επιτροπή διαφάνειας για την ΕΡΤ ή κάθε φορά που κάποιος δημοσιογράφος στην «Αυγή» αποδοκιμάζει τα εθνολαϊκιστικά φαινόμενα που έχουν προκύψει λόγω της συγκυβέρνησης με τους ΑΝΕΛ.

Γίνονται ξαφνικά συμπαθείς γιατί στην πραγματικότητα δεν είναι η πολιτική διαφωνία που σε εξοργίζει, αλλά η προπαγάνδα, η υποκρισία ή/και η ανοησία. Για τον ίδιο λόγο θυμώνεις με τους υπουργούς που υποστηρίζουν τη χρεοκοπία και την επιστροφή στη δραχμή, γιατί τη στιγμή που τους ακούς σκέφτεσαι ποιοι θα πληγούν περισσότερο –με τα δεδομένα που έχουμε– εφόσον αυτό συμβεί: οι πιο αδύναμοι, οι πιο φτωχοί, οι μικροσυνταξιούχοι, οι απλοί εργαζόμενοι, οι έντιμοι, οι συνεπείς, όσοι δεν έχουν κομποδέματα και καταθέσεις στο εξωτερικό. Υπουργοί, βουλευτές και συνιστώσες της χρεοκοπίας γίνονται αντιπαθείς και αν φτάσουμε εκεί θα λογοδοτήσουν σε αυτούς που τώρα υποτίθεται πως υπερασπίζονται.

Δεν είναι μόνο αυτοί. Νιώθεις απογοήτευση συνολικά, γιατί έχουμε εγκλωβιστεί σε μια συζήτηση που αφορά στο πόσο θα υποχωρήσουμε στους όρους της συμφωνίας, αλλά δεν μπορούμε να κάνουμε ένα βήμα για να συζητήσουμε σχετικά με το τι είμαστε διατεθειμένοι να κάνουμε, ως κόμματα, ως κοινωνία, ως άτομα, για να αλλάξουν οπισθοδρομικές δομές και αντλήψεις περί του τι είναι δίκαιο, τι είναι νόμιμο, τι ηθικό, ως προς τις αρχές που διέπουν τη ζωή μας, για το πώς θα μπορούσε να λειτουργήσει ένα κράτος δικαίου, με ποιους όρους και θεσμούς.

Αμήχανα παρακολουθείς αυτό το νέο είδος κομματικού πατριωτισμού μαζί με φαινόμενα αυθαιρεσίας και κατάχρησης εξουσιών, και τη χώρα να παραπαίει ανάμεσα στον απόηχο μιας χαμένης ευδαιμονίας και στην εθνική μισαλοδοξία, έτοιμη να γυρίσει την πλάτη στον ευρωπαϊκό της προσανατολισμό. Χωρίς διάθεση αλλαγής, ρίσκου, αυτοκριτικής, ανάληψης σκέψης και ευθυνών, σύγκρουσης με το παλιό και το κατεστημένο. Καμία ελπίδα. Καμία.

Κλείνεις την τηλεόραση και όλα φαίνεται να κυλούν κανονικά, και όχι μόνο, επικρατεί σχετική αμεριμνησία. Σαν να ζούμε μια κανονικότητα. Πάει καιρός τώρα... Κατά τα άλλα είναι καλοκαίρι αλλά αδυνατείς να φανταστείς τη ζωή σου λίγο μετά...

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ