Πολιτικη & Οικονομια

Edito 322

Την προηγούμενη βδομάδα, ο Γιώργος Παπανδρέου δραματοποίησε με λάθος τρόπο το δίλημμα που έβαζε όλη η αντιπολίτευση γι’ αυτές τις εκλογές.

14241-108382.jpg
Φώτης Γεωργελές
ΤΕΥΧΟΣ 322
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
9819-22325.jpg

Την προηγούμενη βδομάδα, ο Γιώργος Παπανδρέου δραματοποίησε με λάθος τρόπο το δίλημμα που έβαζε όλη η αντιπολίτευση γι’ αυτές τις εκλογές. Κι όμως, μια λάθος κίνηση ήταν αρκετή για να αναδείξει την εκ του ασφαλούς δημαγωγία ολόκληρης της αντιπολίτευσης. Την ίδια στιγμή που τελείωνε η διακαναλική συνέντευξη του πρωθυπουργού, οι υποψήφιοι της αντιπολίτευσης έμπλεοι ιερής αγανάκτησης δήλωναν «δηλαδή αν ο λαός επιλέξει εμάς είναι αιτία χρεοκοπίας της χώρας;». Οι δημοσιογράφοι αναρωτιόντουσαν «δεν έχει η αντιπολίτευση καλούς και ικανούς υποψήφιους που μπορεί ο λαός να ψηφίσει χωρίς αυτό να σημαίνει κίνδυνο για την πορεία της χώρας;». Και τα κόμματα της αντιπολίτευσης εξέδιδαν οργισμένες ανακοινώσεις, γιατί ο πρωθυπουργός επιβάλλει «εκβιαστικά διλήμματα». Δηλαδή, ξαφνικά όλοι θυμήθηκαν ποιο είναι το ζητούμενο των μεθαυριανών εκλογών: Η ανάδειξη δημάρχων και περιφερειαρχών.

Όμως τι παραπάνω είπε ο Γ.Π. απ’ όσα όλη η αντιπολίτευση έλεγε μέχρι τώρα; Αυτοί δεν ήταν που έλεγαν ότι θα μετατρέψουν τις εκλογές σε δημοψήφισμα εναντίον του μνημονίου; Αυτοί δεν έλεγαν ότι στις 7 Νοεμβρίου θα απορριφθεί το μνημόνιο; Αυτοί δεν έλεγαν ότι θα ανακηρύξουν τους δήμους και τις περιφέρειες «ελεύθερες ζώνες», ότι θα διώξουν με τις κλωτσιές την τρόικα; Αυτό είπε και ο Παπανδρέου. Εάν το αποτέλεσμα των εκλογών κρίνει λοιπόν την πορεία του σταθεροποιητικού προγράμματος, αν κρίνει τη χρεοκοπία ή όχι της χώρας, αν σημαίνει την αθέτηση της συμφωνίας που έκανε η χώρα με την ευρωπαϊκή κοινότητα, τότε ο λαός με εκλογές πρέπει να αποφασίσει για την πορεία της χώρας. Αν θα συνεχίσει αυτή την πορεία ή θα επιλέξει κάτι άλλο. Αυταπόδεικτο, my dear Watson.

Κι όμως, ξαφνικά, αυτοί που είχαν εύκολες λύσεις, αυτοί που σε 18 μήνες θα μηδένιζαν το έλλειμμα, τώρα δεν έθεταν ζήτημα πρόωρων εκλογών. Αυτοί που θεωρούσαν τη χώρα «υπό γερμανική κατοχή», αυτοί που μιλούσαν για «εξόντωση της κοινωνίας», για «λοχίες ξένων δυνάμεων» που επιβάλλουν τις θελήσεις τους, για ηρωική αντίσταση μέχρι να διώξουν τους εκπροσώπους της τρόικας και τους «ντόπιους δοσίλογους», ξαφνικά ανακάλυψαν στην προοπτική των εκλογών «εκβιαστικά διλήμματα». Η τσάμπα μαγκιά του καφενείου, βέβαια, είναι πάντα προτιμότερη από το να αντιμετωπίζεις την πραγματικότητα.

Τι συνέβαινε στην πραγματικότητα; Όλη η αντιπολίτευση είχε υιοθετήσει μια ευφυή πλην δημαγωγική και παραπλανητική τακτική απέναντι στις εκλογές. Κρύφτηκε πίσω από το μνημόνιο. Αντί να παρουσιάσει τις δικές της επιλογές, τα δικά της πρόσωπα και να κριθεί γι’ αυτά, ονόμασε τις εκλογές «αντίσταση απέναντι στο μνημόνιο». Ελπίζοντας ότι έτσι θα συσσωρεύσει κάθε αντίδραση, κάθε κούραση, κάθε διαφωνία, κάθε ψήφο σε οποιονδήποτε, θα την προσθέσει και όλο μαζί θα αποτελέσει ήττα της κυβέρνησης και νίκη της αντιπολίτευσης. Αριστεροί πολιτικοί δήλωναν ευθαρσώς ότι στο δεύτερο γύρο κριτήριο για την ψήφο θα είναι η «αντιμνημονιακή πολιτική». Επανίδρυαν το καραμανλικό «γαλάζιο σφυροδρέπανο», οικειοποιούμενοι κάθε ψήφο διαμαρτυρίας, κάθε ψήφο αντίθεσης στο χρεοκοπημένο πολιτικό σύστημα.

Το αξιοπερίεργο είναι ότι σ’ αυτές τις εκλογές το κόμμα που ανταποκρίθηκε καλύτερα στο λαϊκό αίσθημα ήταν το Πασόκ. Το Πασόκ ήταν που υπονόησε ότι, μετά τη χρεοκοπία, το πολιτικό προσωπικό πρέπει να αλλάξει. Και γι’ αυτό οι κύριες επιλογές του για τις μεγαλύτερες αναμετρήσεις ήταν δύο πρόσωπα εκτός κόμματος, εκτός κομματικής λογικής. Δύο πρόσωπα από την κοινωνία των πολιτών, με δράση στα αυτοδιοικητικά και κοινωνικά θέματα, ο Μπουτάρης και ο Καμίνης. Δύο πρόσωπα, επιπλέον, στην επιλογή των οποίων συμφώνησε, δεν τα επέβαλε. Ήταν υποψηφιότητες ενός ευρέος φάσματος πολιτικών δυνάμεων οι οποίες εμφανίστηκαν ως αντίθεση στο παγιωμένο και κουρασμένο κομματικό σύστημα. Των Οικολόγων, της Δημοκρατικής Αριστεράς, των Φιλελεύθερων, των ανεξάρτητων αυτοδιοικητικών Πρωτοβουλιών.

Όμως παρόλα αυτά, αυτή του την επιλογή, την πραγματικά νέα και ανανεωτική για το πολιτικό παιχνίδι, το Πασόκ δεν μπόρεσε να την κάνει ισχυρό δίλημμα αυτών των εκλογών. Συμπεριφέρθηκε σαν να μην την πίστευε. Διακινδύνευσε χωρίς να την υποστηρίξει. Το Πασόκ θα μπορούσε να τις πάρει αυτές τις εκλογές, η φθορά μετά από 25 χρόνια κυριαρχίας της ΝΔ στους μεγάλους δήμους ήταν μεγάλη. Αν, εκμεταλλευόμενο τη δημοσκοπική του υπεροχή, κατέβαζε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη δύο στελέχη υψηλής αναγνωρισιμότητας, τον Χρυσοχοΐδη και τον Βενιζέλο λόγου χάριν, θα κέρδιζε κατά πάσα πιθανότητα. Διακινδύνευσε σε μια άλλη προοπτική που άνοιγε το παιχνίδι και σε άλλες δυνάμεις, και καλά έκανε. Όμως η επιλογή αυτή, για το Πασόκ ως μηχανισμό, για το Πασόκ ως μέρος του προβλήματος και όχι της λύσης, ήταν υπερβολικά ρηξικέλευθη. Πρότεινε, αλλά δεν υποστήριξε την επιλογή του. Ο Καμίνης και ο Μπουτάρης κατεβαίνουν στις εκλογές λες και είναι υποψηφιότητες του Φώτη Κουβέλη. Αφού δεν μπόρεσε, έχασε τη μάχη της ιδεολογικής κυριαρχίας τουλάχιστον, χωρίς να τη δώσει. Δεν κατάφερε να επιβάλει το σωστό δίλημμα, ποια πρόσωπα θέλουμε για την ανανέωση του πολιτικού σκηνικού, για να σηματοδοτήσουμε την αλλαγή πολιτικής συμπεριφοράς. Η αντιπολίτευση επέβαλε τα δικά της διλήμματα για τις εκλογές ανενόχλητη και το Πασόκ στο παραπέντε μοιραία υποτάχτηκε σ’ αυτά.

Είναι σωστό να αποκαλύπτεις τη δημαγωγία και να θέτεις τους πολίτες προ των ευθυνών τους. Είναι όμως λάθος να μην μπορείς να υποστηρίξεις τις επιλογές σου, να μην μπορείς να θέσεις τα σωστά διλήμματα στο εκλογικό σώμα, να αναγκάζεσαι να παίζεις στο γήπεδο που σου καθορίζουν οι άλλοι.

Η τηλεοπτική δραματουργία, οι άγονες αντιπαραθέσεις, οι διαχωρισμοί σε «μέτωπα», δεν είναι αυτό που χρειάζεται η κοινωνία σήμερα. Όσο επικίνδυνη είναι η αντίθεση ανάμεσα σε «αντιστασιακούς» και «φερέφωνα των ξένων δυνάμεων», τόσο καταπιεστική είναι και η επιβολή της αντίθεσης ανάμεσα σε «υπεύθυνους» και «ανεύθυνους». Αυτή την εποχή οι πολίτες χρειαζόμαστε ηρεμία, χρειαζόμαστε χρόνο, χρειαζόμαστε το δικαίωμα του λάθους. Η ελληνική κοινωνία ενηλικιώνεται με ταχύρρυθμα μαθήματα, σε ένα χρόνο διανύουμε την πορεία που άλλοι διήνυσαν σε 30 χρόνια. Τα απόλυτα, τα επιτακτικά διλήμματα δεν είναι ο καλύτερος τρόπος για να το επιτύχουμε αυτό.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ