Πολιτικη & Οικονομια

Τριανταπέντε χρόνια πέρασαν κιόλας

Οι ταλιμπάν περισσεύουν σε κοινωνίες όπου το πολιτικο-ιδεολογικό κενό καλύπτεται από ανιστόρητες δοξασίες και θρησκευτικά παραληρήματα

4766-35219.jpg
Νίκος Γεωργιάδης
ΤΕΥΧΟΣ 235
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
90951-204389.jpg

Aν κανείς παρατηρούσε με προσοχή την αναμνηστική φωτογραφία των G20 που συνεδρίασαν στην Ουάσινγκτον, θα έβλεπε τη φιγούρα του Ταγίπ Ερντογάν. Πώς να το κάνουμε; Θέλουμε δε θέλουμε, η Αργεντινή, η Τουρκία, η Νότιος Κορέα και η Ινδονησία είναι σημαντικότερες χώρες για την παγκόσμια οικονομία από την Ελλαδίτσα. Είναι ζήτημα μεγεθών. Το πρόβλημα έγκειται στο εάν και κατά πόσο αυτή η χώρα έχει συνείδηση του μεγέθους της και αν τα καταφέρνει να διαχειριστεί αποτελεσματικά το διαμέτρημά της. Η Σουηδία και η Δανία τα κατάφεραν χωρίς στερητικά σύνδρομα. Το Λουξεμβούργο επίσης.

O «καμένος εγκέφαλος»

Το περασμένο Σάββατο το βράδυ σε ένα μεσοαστικό και πρόσχαρο σπίτι, η εκπαιδευτικός οικοδέσποινα επέμενε στο να συζητήσει ένα σοβαρό ζήτημα. Αν το επάγγελμα του εκπαιδευτικού στην Ελλάδα του 2008 είναι αξιοπρεπές ή όχι. Δεν επέμενε στη γνωστή συνδικαλιστική φρασεολογία, αλλά στην καθημερινή πραγματικότητα της ζωής ενός δημόσιου σχολείου στην Αθήνα.

«Πριν από λίγες ημέρες με κάλεσε ο διευθυντής και μου ανέφερε πως η μητέρα ενός εκ των μαθητών μου αποφάσισε να αλλάξει σχολείο στο παιδί της. Η αιτία είναι ότι εσείς στο μάθημα της Ιστορίας εξηγούσατε στους μαθητές σας πως Χριστιανισμός και Ελληνισμός είναι δύο διαφορετικά πράγματα».

Από την κουβέντα προέκυψε πως ο διευθυντής ούτε υποστήριξε την καθηγήτρια του σχολείου του ούτε και εξήγησε στην πανικόβλητη μητέρα ότι είναι απόλυτα σωστό πως άλλο είναι ο Χριστιανισμός και άλλο ο Ελληνισμός. Ο μαθητής εγκατέλειψε το σχολείο και η η μητέρα με τον «καμένο εγκέφαλο» προφανώς ξαναγύρισε στις ενασχολήσεις της. Η φίλη εκπαιδευτικός θα σκεφθεί δύο φορές όταν στο επόμενο μάθημα Ιστορίας κληθεί, από την επιστημονική της συνείδηση και μόνον, να σχολιάσει για τα διαφορετικά ιστορικά μεγέθη που είναι ο Χριστιανισμός και ο Ελληνισμός.

Τα Χρόνια της Χολέρας

Η θριαμβευτική επανάκαμψη των δεξιών ανακλαστικών δεν ήταν μία σύντομη διαδικασία που άρχισε το 2004 με την έλευση της Νέας Δημοκρατίας στην εξουσία. Ο πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία, η κατάρρευση του συστήματος διακυβέρνησης στον υπαρκτό σοσιαλισμό, το κενό εξουσίας στη μισή Ευρώπη, η άνοδος της «θρησκευτικότητας» στην Αμερική και στην Ανατολική Ευρώπη από τη μία και η ένδεια των διανοουμένων από την άλλη συνέβαλαν στη διαμόρφωση ενός υποστρώματος ήδη από τη δεκαετία του ’90, στη διαμόρφωση συνθηκών που επέτρεψαν σε κάποιον Χριστόδουλο και άλλους πεντήκοντα οπαδούς του να αλώσουν ορισμένα προπύργια. Η Μαριέττα Γιαννάκου απώλεσε τη μάχη και δεν εξελέγη στην Α’ Αθηνών, θύμα της έντονης διαμάχης που ξέσπασε με αφορμή την «Υπόθεση Ρεπούση».

Οι εκλογές του 2007 έδωσαν την ευκαιρία στους τελάληδες της εθνικοφροσύνης και της χριστιανικής μας παιδείας να θεσμοποιηθούν μέσω του κοινοβουλίου. Η ιδιωτική τηλεόραση ήδη από καιρό υπέθαλπτε λόγω τηλεθέασης την υστερία των ακραίων εκπροσώπων της εθνικής υπερηφάνειας των Ελλήνων. Σε δευτερεύοντες τηλεοπτικούς σταθμούς άρχισαν να εμφανίζονται όλο και περισσότερα σκουπίδια, τα οποία προπαγάνδιζαν βιβλία και απόψεις που απευθύνονται αποκλειστικά σε αμαθείς και ευπρόσβλητους από τον «ιό της ελληνοχριστιανικής ρίζας» τηλεθεατές. Η Ιστορία έγινε αρένα εμπόρων των εθνικών καταβολών της ανωτερότητας του Έλληνα, αλλά και στίβος όπου ξεπλένονται πάσης φύσεως περιττώματα, όπως οι «καλοί ναζί», οι «καλοί αντιεβραίοι», οι «καλοί αντιμασόνοι» , οι «καλοί υπερεθνικιστές», οι «καλοί πατέρες του Αγίου Όρους», οι «καλοί αντιτούρκοι, αντιαλβανοί κ.λπ.». Τριάντα πέντε χρόνια μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου σε καθημερινή τηλεοπτική αναμετάδοση διακεκριμένοι φασίστες εκπέμπουν μίσος, αντιεπιστημονικές αλλά ευκολόπεπτες κραυγές, και πωλούν άθλια έντυπα στο όνομα της καθαρότητας του Ελληνισμού. Θυμίζουν τόσο πολύ τις ρατσιστικές παραφυάδες του μπουσισμού στην Αμερική, που με προκάλυμμα την καθαρότητα της ευαγγελιστικής διδασκαλίας μπόλιασαν με μίσος και ρατσισμό τις κοινωνίες της μεσοδυτικής Αμερικής.

Το «καραβάνι που κουράστηκε»

Η μητέρα του νεαρού μαθητή της φίλης εκπαιδευτικού προφανώς έκαψε τον εγκέφαλό της σε πνευματικούς φούρνους της παραεκκλησιαστικής παιδείας, που τόσο ανθεί σε εποχές της «Δεξιάς του Κυρίου» την οποία εφήρμοσε ως ιδεολόγημα η σχολή της «Χρυσοπηγής». Θυμίζει έντονα ένα άλλο πρόσφατο συμβάν σε σχολείο των Δυτικών Προαστίων, όπου μία κοπέλα του Λυκείου εξήγησε σοβαρότατα σε συμμαθήτριά της πως δεν είναι δυνατόν να συνεχιστεί η φιλία τους, διότι δεν δέχεται να γίνει μάρτυρας του Ιεχωβά. Η δράση πάντα προκαλεί αντίδραση και οι ταλιμπάν περισσεύουν σε κοινωνίες όπου το πολιτικο-ιδεολογικό κενό καλύπτεται από ανιστόρητες δοξασίες και θρησκευτικά παραληρήματα.

Στα χρόνια της εξόδου από τις επιπτώσεις του Εμφυλίου και της Χούντας, η μειοψηφική πλειοψηφία της Αριστεράς κατάφερε, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’60, να μπολιάσει την κοινωνία με το αντίδοτο κατά του σκοταδισμού. Ήταν η δίψα για Δημοκρατία που ωθούσε την κοινωνία να αμφισβητεί τα προκαθορισμένα και τα κλισέ. Η Αριστερά κατάφερε να συμπληρώσει τα κενά που ο ανύπαρκτος ελληνικός αστισμός άφησε διαχρονικά να σχηματιστούν από το κίνημα του Βενιζέλου και μετά. Η πτώση της επιρροής της αριστερή σκέψης και το ξεχαρβάλωμα του σοσιαλισμού ως αναφορά, συνέτειναν στην αναβίωση του «δόγματος των τρωκτικών», αποκύημα αυτού του μοναδικού φαινομένου που ακούει στο όνομα «ελληνικός μικροαστισμός», ένα μείγμα ανικανότητας, αμορφωσιάς, δίψας για πλουτισμό, επαρχιακής νοοτροπίας, φθόνου για το καινούργιο, ενοχών για το διαχρονικό ρουφιανιλίκι, μίσους για το κράτος, μίσους για τον άλλο, ενός διαφορετικού και υπέρμετρου ματσισμού, ανέξοδο αντριλίκι δηλαδή. Αυτό το φρούτο άρχισε να κυριαρχεί στη δεκαετία του ’90, για να καταλήξει να εξουσιάζει τομείς στην κοινωνία τα τελευταία χρόνια. Η είσοδος αυτού του μορφώματος στην παιδεία, την παραπαιδεία και την Εκκλησία, με ό,τι αυτό σημαίνει για την πολιτική, συνδυάστηκε με τα σαφή αδιέξοδα που αντιμετωπίζει η ελληνική κοινωνία, αφού η πορεία της προς την Ευρώπη ήταν αποτέλεσμα αποφάσεων που ελήφθησαν από λίγους και όχι ώριμο κοινωνικό αίτημα.

Τριανταπέντε χρόνια μετά το Πολυτεχνείο και με τη γενιά του να έχει εξολοθρευτεί από τη διαχείριση της εξουσίας, μία μητέρα με καμένο εγκέφαλο αλλάζει σχολείο στο παιδί της γιατί δεν αντέχει στην αλήθεια μια απλής σκέψης… ότι Ελληνισμός και Χριστιανισμός δεν είναι ένα και το αυτό. Φανταστείτε τι θα γινόταν αν η φίλη εκπαιδευτικός εκστόμιζε ότι ούτε Ελληνισμός και Ελλάδα είναι ένα και το αυτό. Προφανώς ο καμένος εγκέφαλος θα κατέδιδε την εκπαιδευτικό ως εθνικό προδότη.

Αν κάτι είχε κερδίσει η μικρή Ελλαδίτσα μετά την Καταστροφή του ’22, τις δικτατορίες, τον Εμφύλιο, τις χούντες και το θανατικό, ήταν τουλάχιστον ότι συγκροτήθηκαν πλούσιοι πυρήνες σκέψης, διαφωτισμού και καθοδήγησης που λειτούργησαν καταλυτικά, εντός και εκτός των τειχών, προσφέροντας στην κοινωνία παρενθέσεις ευτυχίας. Πάει πολύς καιρός που αυτό το διαχρονικό καραβάνι έχει σταματήσει, χωρίς εφόδια και διάθεση, και περιμένει καρτερικά να περάσει η περίοδος του ανέμου της ερήμου. Με αυτό τον τρόπο το καραβάνι δεν θα πάει πουθενά, ούτε θα φτάσει κάπου ώστε να δικαιολογεί την ύπαρξή του. Καμήλες και οδοιπόροι πρέπει να συνεχίσουν να προχωρούν.


Jenny Holzer / Alexander Kosolapov

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ