Πολιτικη & Οικονομια

Σχόλια επί των θέσεων του ΣΥΡΙΖΑ για το εκπαιδευτικό σύστημα

H A.V. ανοίγει τον διάλογο για την Παιδεία

59961-131318.JPG
Ιωακείμ Γρυσπολάκης
34’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
81435-164348.jpg

Προ ολίγων ημερών υπέπεσε στην αντίληψή μου το κείμενο των θέσεων του ΣΥΡΙΖΑ για την Παιδεία, αναρτημένο στην ιστοσελίδα του προς διαβούλευση. Η επί 41 χρόνια θητεία μου σε πανεπιστήμια της Β. Αμερικής και της Ελλάδας μου επιτρέπουν να σχολιάσω τις θέσεις αυτές και να καταθέσω τις απόψεις μου, συμβάλλοντας στο δημόσιο διάλογο. Εξ άλλου έχω την τύχη (ή την ατυχία, ανάλογα με την σκοπιά από την οποία βλέπουμε τις καταστάσεις) να έχω συμμετάσχει στη διαδικασία σύνταξης τριών νόμων για τα ΑΕΙ: νόμος 2083/1992, νόμος 3549/2007 και νόμος 4009/2011, αφού τρεις υπουργοί παιδείας (Γ. Σουφλιάς, Μ. Γιαννάκου και Α. Διαμαντοπούλου) μου έκαναν την τιμή να ζητήσουν την συμβολή μου.

Επειδή το θέμα της διάρθρωσης και λειτουργίας των εκπαιδευτικών και των ερευνητικών ιδρυμάτων είναι εθνικό και υπερκομματικό, προτείνω τη δημιουργία επιτροπής διαλόγου για τα θέματα παιδείας, η οποία θα συσταθεί με πρωτοβουλία της Βουλής των Ελλήνων, μετά από συμφωνία τόσο της Κυβέρνησης όσο και της Αντιπολίτευσης (αξιωματικής και ήσσονος). Στόχος θα είναι η σύγκληση και η κοινή πορεία για την αναδιάρθρωση και βελτίωση του εκπαιδευτικού συστήματος και την οικονομική, πολιτιστική και μορφωτική αναβάθμιση της ελληνικής κοινωνίας. Εξ άλλου θετικά βήματα, που έγιναν δεν είναι δυνατόν να αίρονται και να θυσιάζονται στο βωμό της εξυπηρέτησης συντεχνιακών συμφερόντων.

Όσον αφορά στις συνεχείς εμβαλωματικές αλλαγές, που σχεδόν όλοι οι υπουργοί επιδιώκουν, μάλλον ζημιώνουν το εκπαιδευτικό σύστημα, παρά το ωφελούν. Θεωρώ σημαντικές και καίριες τις αλλαγές, στις οποίες προέβησαν υπουργοί, όπως ο Γ. Σουφλιάς, η Μ. Γιαννάκου, η Α. Διαμαντοπούλου και αρνητικές εκείνες του Δ. Φατούρου. Θεωρώ κεφαλαιώδεις τις μεταρρυθμίσεις της Α. Διαμαντοπούλου, η οποία καθιέρωσε τα πρότυπα πειραματικά σχολεία, προέβη στην χωροταξική αναδιάρθρωση της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, καθιέρωσε την τράπεζα θεμάτων και, κυρίως, θεσμοθέτησε το πλέον σύγχρονο και ακαδημαϊκά ορθό πλαίσιο διάρθρωσης και λειτουργίας των ΑΕΙ. Παράδειγμα προς αποφυγήν, αντιθέτως, θεωρώ την κατάργηση (και ιδιαίτερα το υποτιμητικό για έναν πρώην πρύτανη παρασκήνιο που προηγήθηκε) των σημαντικότερων και πλέον μεταρρυθμιστικών διατάξεων του ν. 2083/92 από τον υπουργό παιδείας Δ. Φατούρο το Δεκέμβριο 1993.

Στη συνέχεια, έχω απομονώσει αυτούσιες τις είκοσι – κατά την εκτίμησή μου φυσικά – σημαντικότερες ενότητες από το κείμενο των είκοσι σελίδων με τις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ (με μαύρα γράμματα) και παραθέτω τις απόψεις μου (με κόκκινα πλάγια γράμματα), προσπαθώντας κάθε φορά να τις τεκμηριώσω.

Πριν, όμως, προχωρήσω στον λεπτομερή σχολιασμό των θέσεων, οφείλω να προβώ στις ακόλουθες γενικές παρατηρήσεις, δεδομένου ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι μεν σήμερα στην αξιωματική αντιπολίτευση, όμως ενδέχεται τον Μάρτιο 2015 ή το αργότερο τον Ιούνιο 2016 να αναλάβει κυβερνητικές ευθύνες και να κληθεί να υλοποιήσει τις θέσεις του. Τότε, κατά την τεκμηριωμένη εκτίμησή μου, θα βρεθεί μπροστά από την αμείλικτη πραγματικότητα να απεμπολήσει τις αντιφατικές θέσεις του και να διαπιστώσει ότι για λόγους οικονομικούς, εκπαιδευτικούς, ακαδημαϊκούς και κοινωνικούς είναι αδύνατη έως άκρως επικίνδυνη η υλοποίηση πολλών εξ αυτών. Συγκεκριμένα, αναφέρω τα ακόλουθα:

1. Οι θέσεις του για την κατάργηση των ιδιωτικών νηπιαγωγείων και την ένταξη όλων των ηλικιών από 4 έως 6 ετών στο δημόσιο και δωρεάν νηπιαγωγείο θα έχει ένα κόστος τεράστιο και δυσανάλογο με τις δυνατότητες οιασδήποτε ευημερούσας χώρας. Μόνον το κόστος για τις κτηριακές εγκαταστάσεις, τον εξοπλισμό και την πρόσληψη νηπιαγωγών, μαγείρων και φυλάκων, που θα απαιτήσει η υλοποίηση του μέτρου αυτού, θα αποδειχθεί μη εφικτό και, επομένως, μη υλοποιήσιμο.

2. Η υπόσχεση για δωρεάν σίτιση και στέγαση φοιτητών και σπουδαστών, αλλά και σίτιση των μαθητών δημοτικών σχολείων υπερβαίνει τα 2 δις ευρώ ετησίως.

3. Η υποχρέωση όλων των μαθητών να παρακολουθούν και απολύονται από ένα Γενικό Λύκειο στερεί από πολλούς μαθητές τη δυνατότητα στα 15 χρόνια τους να ακολουθήσουν την μαθητεία σε μία επαγγελματική σχολή για να μάθουν ένα επάγγελμα.

4. Η επαναφορά των Πανεπιστημίων και των ΤΕΙ στην προγενέστερη του 2011 κατάσταση θα είναι ένα αναχρονιστικό, δημαγωγικό και καταστροφικό έργο για την ίδια την κοινωνία, αφού θα φέρει και πάλι τις συντεχνίες των μετρίων στο προσκήνιο και σε πρωταγωνιστικό ρόλο.

5. Η θέση για είσοδο όλων στα πανεπιστήμια και στα ΤΕΙ μεταφράζεται σε τουλάχιστον διπλασιασμό των ιδρυμάτων, δηλαδή των εγκαταστάσεων, των εξοπλισμών, των διδασκόντων και των υπαλλήλων, αλλά και μεγάλη υποβάθμιση των σπουδών, όπως αναλύεται στα ειδικότερα σχόλια κατωτέρω.

6. Η αποκήρυξη της Δια Βίου Μάθησης αποτελεί συντηρητισμό και άγνοια των παγκοσμίων σταθερών. Με αυτό εννοώ ότι η εξέλιξη της επιστήμης και της τεχνολογίας απαιτούν κάθε πολίτης να μετεκπαιδεύεται συστηματικά τουλάχιστον κάθε 7 χρόνια, προκειμένου να εξελίσσεται και να μπορεί να συμμετέχει ενεργά, ως χρήσιμος πολίτης, στην αγορά εργασίας και στην παραγωγική διαδικασία.


 Θέσεις και αντίλογος

1.1. Τα νεοφιλελεύθερα διλήμματα «ποιοτική εκπαίδευση για λίγους ή μαζική εκπαίδευση χαμηλού επιπέδου», «αριστεία ή δημοκρατία», στηρίζονται σε μια υπαρκτή σήμερα κατάσταση, αλλά, σε τελευταία ανάλυση, είναι προσχηματικά, αναπαράγοντας διαχρονικά επιχειρήματα των συντηρητικών κοινωνικών δυνάμεων.

Ο Αριστοτέλης είπε: «δεν υπάρχει μεγαλύτερη αδικία από το να νέμονται και κατέχουν είτε ίσοι άνισα είτε άνισοι ίσα». Η καθιέρωση των Προτύπων Σχολείων, στα οποία σπουδάζουν οι ικανότεροι και πλέον αφοσιωμένοι και επιμελείς μαθητές, επιλέγονται μετά από εξετάσεις και η συνέχιση της παραμονής τους σε αυτά εξαρτάται από τις επιδόσεις τους, αποτελεί εφαρμογή κοινωνικής δικαιοσύνης και επιβράβευσης της επιμέλειας και της πνευματικής ικανότητας. Υπήρχαν, υπάρχουν και πάντα θα υπάρχουν άνθρωποι με διαφορετικά ενδιαφέροντα και διαφορετικές ανησυχίες, αξίωμα επί του οποίου στηρίζεται η λειτουργία μιας οργανωμένης και δίκαιης κοινωνίας.

Αποτελεί ανθρώπινο χαρακτηριστικό ή διαφορετικότητα στις επιλογές, στους στόχους και στην καθημερινή ζωή. Κατά συνέπεια, δεν μπορείς να απαιτείς από όλους να έχουν προσήλωση στην μάθηση, να είναι πολύ καλοί στα μαθηματικά και στην φυσική και στην λογοτεχνία ή ακόμη να έχουν την ίδια έφεση στην μάθηση ξένων γλωσσών. Κατά συνέπεια, μαζική εκπαίδευση και υψηλού επιπέδου εκπαίδευση δεν μπορούν να συμβαδίσουν.

Επομένως, μία γενική εκπαίδευση καλού ποιοτικού επιπέδου για όλους είναι το διακύβευμα, αλλά η ανωτάτη εκπαίδευση και η επίτευξη της αριστείας θα είναι πάντα για ένα ποσοστό του πληθυσμού. Όπως θα δούμε παρακάτω, το πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας είναι ότι παρέχει πολύ μαζική ανωτάτη εκπαίδευση σε μεγάλο ποσοστό των νέων, με αποτέλεσμα η τεράστια πλειονότητα των πτυχιούχων να είναι μέτριοι και ελάχιστοι να είναι από πολύ καλοί έως άριστοι. Σημειώνω εδώ ότι ένα όχι ευκαταφρόνητο ποσοστό των εισερχομένων στα Πανεπιστήμια και στα ΤΕΙ ουδέποτε αποφοιτά, διότι δεν έχει την ικανότητα και τις βάσεις να παρακολουθήσει ανώτατες σπουδές. Αυτή η δήλωση είναι το απαύγασμα μιας εμπειρίας 41 ετών από την θητεία μου σε τέσσερα πανεπιστήμια της Β. Αμερικής και δύο της Ελλάδας.

Επιπλέον, θα δούμε στα επόμενα ότι η Ελλάδα διαθέτει επταπλάσιους μηχανικούς, δεκαπλάσιους γιατρούς και δικηγόρους από αυτούς που χρειάζεται η κοινωνία για να λειτουργήσει. Αποτέλεσμα αυτού (α) είναι να μην μπορούν να απασχοληθούν όλοι στο επάγγελμα που συνδέεται με τις σπουδές τους και (β) οι πλεονάζοντες κάτοχοι πτυχίων πανεπιστημίων να λείπουν από τεχνικά επαγγέλματα, απαραίτητα για την λειτουργία μιας κοινωνίας.

2.1. Οι εκπαιδευτικές επιλογές της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, όπως και αυτές των μνημονιακών κυβερνήσεων, εντάσσονται πλήρως στο πλαίσιο της κυρίαρχης νεοφιλελεύθερης ευρωπαϊκής στρατηγικής για την εκπαίδευση. Η στρατηγική αυτή αποτυπώνεται στις οδηγίες του ΟΟΣΑ, του ΠΟΕ, της GATS και των ευρωπαϊκών συνθηκών της Μπολόνια, της Πράγας κλπ. Η συμμόρφωση με τις οδηγίες αυτές οδηγεί στη συρρίκνωση και διάλυση της δημόσιας εκπαίδευσης και στην άκρατη ιδιωτικοποίηση όλων των εκπαιδευτικών δομών. Ένα πλήρως ιδιωτικοποιημένο εκπαιδευτικό σύστημα καλείται να αποτελέσει μια ενιαία αγορά εκπαιδευτικών 'υπηρεσιών', της οποίας τα 'προϊόντα', πλήρως τυποποιημένα και πιστοποιημένα, θα μπορούν να ανταλλάσσονται μέσω του γενικού ισοδυνάμου, δηλαδή του χρήματος. Με όπλο τον κατακερματισμό των πτυχίων και των γνωστικών αντικειμένων, η αγορά καλείται να παράγει αποφοίτους πολλών ταχυτήτων, αποφοίτους ευέλικτους, και άρα περισσότερο ή λιγότερο αναλώσιμους.

Οι εκπαιδευτικές επιλογές όλων των κυβερνήσεων μέχρι σήμερα υπηρέτησαν μία κρατικίστικη πολιτική και μία ισοπεδωτική τακτική. Όσες προσπάθειες προς την θετική κατεύθυνση έγιναν κατά καιρούς από ορισμένους υπουργούς παιδείας αποβλήθηκαν από τις συντεχνίες των μετρίων, των κομμάτων – συμπεριλαμβανομένης και πρωτοστατούσας της Αριστεράς – και των συνδικαλιστών. Επιλεκτικά αναφέρω την προσπάθεια του Γ. Σουφλιά (ν. 2983/92) να επιβάλει τους δύο κύκλους σπουδών, την αξιολόγηση και την μείωση της φοιτητικής συμμετοχής στα εκλεκτορικά σώματα για ανάδειξη πρυτάνεων, κοσμητόρων και προέδρων, της Μ. Γιαννάκου για την αξιολόγηση, την επιβολή των 13 εβδομάδων μαθημάτων ανά εξάμηνο και την μείωση της φοιτητικής συμμετοχής στα όργανα, και, τέλος, της Α. Διαμαντοπούλου για την θεσμοθέτηση του πλέον σύγχρονου θεσμικού πλαισίου στα ΑΕΙ και την επαναφορά των προτύπων πειραματικών σχολείων.

Η συμμετοχή της χώρας μας σε παγκόσμιους οργανισμούς, όπως είναι ο ΟΟΣΑ, η GATS, η Ευρωπαϊκή Ένωση, η ΟΝΕ (ευρωζώνη), το ΔΝΤ (IMF) και η Παγκόσμια Τράπεζα, πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Η αποξένωση από αυτούς τους οργανισμούς και η απομόνωση της χώρας μας θα μας δώσει ως βορά στις διαθέσεις των αγορών αλλά και γειτόνων μας, που επιβουλεύονται την ακεραιότητα της χώρας. Η Ελλάδα κρατήθηκε στα πόδια της, εξασθενημένη και πληγωμένη μεν, αλλά όχι εξαθλιωμένη και άτακτα χρεοκοπημένη, λόγω της συμμετοχής μας στους οργανισμούς αυτούς. Κατά συνέπεια, πρέπει να θεωρείται μάλλον εθνική αυτοκτονία η διαχώριση της θέσης μας από τις θέσεις των οργανισμών αυτών.

2.2. Ένα εκπαιδευτικό σύστημα που σχεδιάζεται για τις ανάγκες της αγοράς απαιτεί την κυριαρχία του επιχειρηματικού προτύπου τόσο στο Δημόσιο Σχολείο όσο και στην Ανώτατη Εκπαίδευση και Έρευνα. Διαστρεβλώνει τον μορφωτικό ρόλο της εκπαίδευσης αντικαθιστώντας τη γνώση με απλή κατάρτιση σε δεξιότητες ενώ την ευελιξία εξασφαλίζει η διαρκής μαθητεία και η λεγόμενη "δια βίου μάθηση". Τελικά παρέχεται στρεβλή και αποσπασματική εξειδίκευση υπό τους ψευδεπίγραφους όρους «κοινωνία της γνώσης» και «κοινωνία της πληροφορίας».

Το εκπαιδευτικό σύστημα έχει ως στόχο την ευημερία των πολιτών, η οποία επιτυγχάνεται με την εξασφάλιση οικονομικών πόρων για την χρηματοδότηση της υγείας, της παιδείας, του πολιτισμού, της ασφάλειας και της εργασίας. Νομοτελειακά, λοιπόν, το εκπαιδευτικό σύστημα θα πρέπει να έχει ως έναν εκ των στόχων του και την σύνδεση της γνώσης, της επιστήμης και της έρευνας με την οικονομική και επιχειρηματική δραστηριότητα, με την μετατροπή των ερευνητικών επιτευγμάτων σε καινοτόμα προϊόντα, με την τροφοδότηση των επιχειρήσεων με νέες μεθόδους παραγωγής βελτιωμένων προϊόντων και υπηρεσιών, με την βελτίωση των όρων συμμετοχής των πολιτών στην πολιτισμική διαδικασία και με την βελτίωση των συνθηκών εργασίας και την προστασία του περιβάλλοντος με στόχο την αειφόρο ανάπτυξη. Θα πρέπει να αποδεχθούμε, ως αξιώματα, όρους, όπως η αγορά εργασίας, η επιχειρηματικότητα και η επιβράβευση της αριστείας. Σε αντίθετη περίπτωση, θα πρέπει να κληθούμε να απαντήσουμε στο φλέγον ερώτημα: που θα βρεθούν οι πόροι για να τροφοδοτήσουν ένα κοινωνικό κράτος αν όχι από τον συνεχή εκσυγχρονισμό των επιχειρήσεων, που απασχολούν τους εργαζομένους, ώστε να παράγεται πλούτος;

Τέλος, αναφερόμενος στη «δια βίου μάθηση», θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι η ραγδαία και συνεχής εξέλιξη της επιστήμης και της τεχνολογίας επιβάλει την συνεχή ενημέρωση, παρακολούθηση σεμιναρίων και σύντομων κύκλων μαθημάτων για όλους τους εργαζομένους, ανεξαρτήτως μορφωτικού επιπέδου, προκειμένου να παραμείνουν στην αγορά εργασίας. Επομένως, η Δια Βίου Μάθηση είναι εκ των ων ουκ άνευ στην προσπάθεια διατήρησης της ανεργίας σε χαμηλά επίπεδα και στην επίτευξη του στόχου της αύξησης της παραγωγικότητας της χώρας. Αυτή δε δεν μπορεί παρά να προσφέρεται από εκείνους τους φορείς, που κατέχουν την γνώση και την επιστήμη και διεξάγουν έρευνα, δηλαδή τα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ με την συνδρομή στελεχών επιχειρήσεων.

2.3. Αποφασιστικό μέσον για την ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης και την εμπορευματοποίηση της γνώσης είναι η απόσυρση των κρατών μελών της ΕΕ από την υποχρέωση να τη χρηματοδοτούν, μετακυλύωντας τις δαπάνες στους πολίτες μέσω της επιβολής διδάκτρων.

Το θέμα της επιβολής διδάκτρων είναι σημαντικό. Συμφωνώ ότι στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση η σπουδή θα πρέπει να παρέχεται δωρεάν. Αυτό δεν αποκλείει την λειτουργία ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων, στα οποία θα καταβάλλονται δίδακτρα. Όσον αφορά στα Δημόσια Πανεπιστήμια, είναι προφανές ότι η φοίτηση πρέπει να είναι δωρεάν στο προπτυχιακό επίπεδο. Οι μεταπτυχιακές σπουδές, όμως, δεν μπορεί να παρέχονται δωρεάν, αφού δεν είναι μέρος της εκπαίδευσης για απόκτηση πτυχίου, αλλά για απόκτηση Διπλώματος Ειδίκευσης, το οποίο θα οδηγήσει σε απόκτηση επαγγελματικών προσόντων.

3.1. Με πρόσχημα το χρέος, οι δαπάνες για την εκπαίδευση έφτασαν σε οριακά επίπεδα: στο 2,51 % επί του ΑΕΠ που αντιστοιχεί στο 50% των δαπανών του 2009. Σχολεία, ΑΕΙ και Ερευνητικά Κέντρα πρακτικά αδυνατούν να λειτουργήσουν.

Το ΔΙΚΤΥΟ για την Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και στην Ευρώπη έχει καταθέσει στα όργανα της Ε.Ε. πρόταση από τον Μάρτιο 2013 για την εξαίρεση της δαπάνης για την παιδεία, ως ποσοστού του ΑΕΠ, από το έλλειμμα και την αύξησή του στο ευρωπαϊκό όριο του 5%. Είναι φυσικό η εκπαίδευση να είναι κοινωνικό αγαθό, θέτοντας όμως κριτήρια επίδοσης και επιμέλειας, αλλά και αναγκών της κοινωνίας για συγκεκριμένες επαγγελματικές ομάδες, όπως είναι οι μηχανικοί, οι γιατροί, οι νομικοί κ.λπ.

4..1. Στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια εκπαίδευση καταργήθηκαν ή συγχωνεύθηκαν από το 2011 πάνω από 1.200 σχολεία και 102 επαγγελματικές σχολές, περίπου το 10% των σχολικών μονάδων. Το ποσοστό αυτό συνεχώς αυξάνει. Βασικές υποστηρικτικές δομές και εκπαιδευτικές υπηρεσίες συρρικνώθηκαν ή καταργήθηκαν. Μόνο στη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση και από τον Ιούνιο του 2010, το διδακτικό προσωπικό έχει μειωθεί κατά 30%. Η τάση επιτείνεται με την ανήκουστη άρνηση να γίνουν οι απολύτως αναγκαίοι νέοι διορισμοί.

Το 2009 λειτουργούσαν εκατοντάδες σχολείων είτε με περισσότερους διδάσκοντες από τους μαθητές είτε με ελάχιστους μαθητές, την στιγμή μάλιστα που σε κοντινή απόσταση λειτουργούσε άλλο σχολείο. Επιπλέον, σε εκατοντάδες σχολείων υπήρχε έλλειψη διδασκόντων, τη στιγμή που σε παραπλήσια σχολεία υπήρχαν διδάσκοντες χωρίς τον απαιτούμενο από τον νόμο αριθμό ωρών διδασκαλίας εβδομαδιαίως. Επιπλέον, τον Οκτώβριο 2009 βρέθηκαν περίπου 18.000 εκπαιδευτικοί εκτός σχολείων, ενώ η Ελλάδα διέθετε περίπου διπλάσιους εκπαιδευτικούς, ανάλογα με το πλήθος των μαθητών, από όσους διέθετε η Φινλανδία ή η Γαλλία.

Ακόμη και μετά την συγχώνευση σχολείων το 2011, βρέθηκαν 1.200 εκπαιδευτικοί στην Τεχνική Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, με φόρτο εργασίας από 1-3 ώρες εβδομαδιαίως. Η συνένωση, λοιπόν, ήταν αναγκαία, προκειμένου να δημιουργηθούν σχολεία με κρίσιμο πλήθος μαθητών και διδασκόντων καθώς και με διδάσκοντες που θα είχαν πλήρη φόρτο εργασίας.

Επιπλέον, είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι, ενώ το 2009 υπήρχαν χιλιάδες διδασκόντων που είτε απείχαν από τα καθήκοντά τους είτε υποαπασχολούντο, προσλαμβάνονταν κατ’ έτος περίπου 20.000 αναπληρωτές και ωρομίσθιοι διδάσκοντες, επιβαρύνοντας τον κρατικό προϋπολογισμό, παραβλέποντας την αεργία χιλιάδων δημοσίων υπαλλήλων και αφαιρώντας από τις παραγωγικές δυνάμεις χιλιάδες νέων ανθρώπων.

5.1. Στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση το νέο θεσμικό πλαίσιο (Ν.4009/11, Ν.4076/12 κλπ) και το σχέδιο "Αθηνά" οδηγούν στη συρρίκνωση και αλλοίωση των ακαδημαϊκών χαρακτηριστικών της Ανώτατης Εκπαίδευσης. Συνεχίζοντας την προηγούμενη διαλυτική πολιτική, οι μνημονιακές κυβερνήσεις επιχειρούν την πλήρη απορρύθμιση και την ιδιωτικοποίηση της Έρευνας. Με δηλωθέντες πόρους περίπου στο 0,5% του συνεχώς μειούμενου ΑΕΠ και με βάση συνεχείς περικοπές τόσο στους προϋπολογισμούς των ερευνητικών κέντρων όσο και στη χρηματοδότηση της έρευνας, η πολιτική αυτή οδηγεί σε ολοσχερή διάλυση της ερευνητικής δραστηριότητας στη χώρα. Τα ΑΕΙ, τα ερευνητικά κέντρα καθώς και σημαντικές δημόσιες ερευνητικές και τεχνολογικές υποδομές απαξιώνονται ενώ το διδακτικό και το ερευνητικό δυναμικό δεν ανανεώνεται. Η πολιτική αυτή παρουσιάζεται ως προσπάθεια σύνδεσης της έρευνας με την επιχειρηματικότητα και σκοπό την «ανάπτυξη»!

Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, αλλά και αυτά της Ε.Ε., ο αριθμός των 40 ΑΕΙ, που λειτουργούσαν στη χώρα έως το 2013 και των 38, που λειτουργούν σήμερα, είναι υπερβολικός. Ιδιαίτερα, αν θυμηθούμε ότι αυτά λειτουργούν διάσπαρτα σε 69 πόλεις. Ο νόμος 4009/2011 είναι ένας νόμος, που συντάχθηκε μετά από επίπονη μελέτη, που έλαβε υπ’ όψιν τα διεθνή δεδομένα, με την συνδρομή πολλών υπουργών παιδείας, πρυτάνεων ξένων πανεπιστημίων και ερευνητών, και αφού έλαβε υπ’ όψιν μελέτες από όλους τους διεθνείς οργανισμούς στους οποίους συμμετέχει η χώρα μας.

Το Σχέδιο Αθηνά ήταν δειλό και αναποτελεσματικό, αφού δεν κατήργησε θνήσκοντα τμήματα, κατήργησε δύο «πανεπιστήμια», χωρίς να καταργήσει τα τμήματά τους και, τέλος, ίδρυσε τρία νέα τμήματα. Οι μονοψήφιοι αριθμοί εισαχθέντων σε ορισμένα τμήματα ΤΕΙ, αλλά και τα μικρά ποσοστά αποφοίτησης μαρτυρούν την αποτυχία του Σχεδίου ΑΘΗΝΑ, αλλά και την απερισκεψία με την οποία έγινε η αύξηση των εισακτέων στα ΑΕΙ κατά 21,43% (70.305 για το 2014 έναντι 57.895 το 2013). Μόλις προ ολίγων ημερών πληροφορηθήκαμε με έκπληξη ότι το Υπουργείο Παιδείας, αντί της χωροταξικής αναδιάταξης και συγχώνευσης των εκπαιδευτικών και ερευνητικών ιδρυμάτων, σχεδιάζει την ίδρυση νέου ερευνητικού κέντρου με έδρα την Κομοτηνή και ινστιτούτα διάσπαρτα σε όλη τη Θράκη (Κομοτηνή, Ξάνθη, Αλεξανδρούπολη και Ορεστιάδα).

Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία του Global Competitiveness Report 2013-14, η Ελλάδα κατατάσσεται στην 91η θέση μεταξύ 148 χωρών, όσον αφορά στην ανταγωνιστικότητα, παραμένοντας στην τελευταία θέση μεταξύ των Ευρωπαϊκών χωρών, ενώ η Τουρκία στην 44η θέση και η Πορτογαλία στην 51η θέση. Ειδικά στον τομέα της Έρευνας και της Καινοτομίας, η Ελλάδα κατατάσσεται στην 5η θέση στην διαθεσιμότητα επιστημόνων και μηχανικών, αλλά στην 117η θέση στην καινοτομικές δυνατότητες και στην 119η θέση στην διασύνδεση και συνεργασία μεταξύ πανεπιστημίων και παραγωγικών επιχειρήσεων.

Η έρευνα στην Ελλάδα χρηματοδοτείται κατά 96% από δημόσιους πόρους (εθνικούς και ευρωπαϊκούς) και μόλις κατά 4% από ιδιωτικές επιχειρήσεις. Στις χώρες, όπως οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, η Γερμανία, η Φινλανδία, η Σουηδία, η Γαλλία κ.λπ. το ποσοστά είναι, αντιστοίχως, 60% και 40%. Αυτό είναι υγιές, αφού η έρευνα θα πρέπει κατά κανόνα (όχι πάντα φυσικά, αφού επιβάλλεται η διεξαγωγή βασικής έρευνας) να έχει ως έναυσμα ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζει μία παραγωγική μονάδα ή επιχείρηση και το οποίο διαπιστώνεται είτε από την ίδια την επιχείρηση είτε από κάποιον ερευνητή. Θα ήταν, λοιπόν, ευκταίο να φτάσουμε κάποτε στο επίπεδο της συγχρηματοδότησης της έρευνας και από επιχειρήσεις, προκειμένου να εκσυγχρονίζουν την παραγωγή τους, να βελτιώνουν την ποιότητα των προϊόντων τους και να εισάγουν στην αγορά νέα καινοτόμα προϊόντα. Αυτό θα έλυνε εν πολλοίς και το πρόβλημα ανεργίας των νέων επιστημόνων και το πρόβλημα του ισοζυγίου πληρωμών και τρεχουσών συναλλαγών της χώρας μας. Ορθώς λοιπόν, η Πολιτεία επιβάλει πλέον στα ΑΕΙ και στα Ερευνητικά Κέντρα να αναπτύσσουν σχέσεις με τις επιχειρήσεις, δηλαδή να προσανατολίζουν ορισμένα Μεταπτυχιακά Προγράμματα Σπουδών με την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών, δηλαδή με την ανάπτυξη.

6.1. Εν ονόματι της δημοσιονομικής προσαρμογής και υπό τους όρους των μνημονίων, στην Τεχνική- Επαγγελματική Εκπαίδευση καταργήθηκαν, εν μία νυκτί, οι ειδικότητες υγείας-πρόνοιας, γραφικών τεχνών και αισθητικής-κομμωτικής με αποτέλεσμα 20.000 μαθητές να μην μπορούν να ολοκληρώσουν τη φοίτησή τους στη δημόσια εκπαίδευση και να μετατραπούν σε πελατεία των κάθε είδους ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων.

Η κατάργηση ήταν ατυχής και στηλιτεύτηκε δημοσίως από πλήθος ατόμων (μεταξύ των οποίων και ο υπογράφων). Αντί να διευρύνουν τον τομέα της Μεταλυκειακής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης (μονοετούς ή διετούς), καταργώντας τμήματα των Πανεπιστημίων και των ΤΕΙ, αλλά και μεταφέροντας τμήματα των ΤΕΙ στην πρώτη (π.χ. ξυλουργούς, οδοντοτεχνίτες, βρεφονηπιοκόμους, ανθοκόμους), κατήργησαν τμήματα που όφειλαν να διατηρήσουν (δείτε σχετικά άρθρα στα www.todiktio.eu και www.athensvoice.gr).

Όσον αφορά στα ιδιωτικά ΙΕΚ, αυτά πάντα θα υπάρχουν και θα είναι συμπληρωματικά των δημοσίων, αφού η αγορά εργασίας καθορίζει την ζήτηση.

6.2. Επιπλέον, λόγω της παντελούς έλλειψης φοιτητικής μέριμνας, φοιτητές προερχόμενοι από φτωχά κοινωνικά στρώματα αδυνατούν να συνεχίσουν τις σπουδές τους.

Η έλλειψη υπάρχει, αλλά δεν είναι παντελής. Ο κατάλογος των σιτιζομένων φοιτητών και σπουδαστών είναι μεγάλος σε πολλά πανεπιστήμια, αλλά θα πρέπει να συσχετισθεί πρωτευόντως με τις οικονομικές δυνατότητές του και δευτερευόντως με την συνέπεια του φοιτητή στις σπουδές του. Οι υποσχέσεις της κας Θ. Φωτίου από το βήμα της Βουλής, κατά τη διάρκεια της συζήτησης για παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στην Κυβέρνηση, για σίτιση και στέγαση όλων ανεξαιρέτως των φοιτητών και σπουδαστών και σίτιση όλων των μαθητών είναι όχι μόνον ανεδαφικές, αλλά και άκρως δημαγωγικές, αφού το συνολικό ετήσιο κόστος ανέρχεται σε περίπου 2,5 δις ευρώ. Βέβαια, στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ αναφέρει δωρεάν σίτιση μόνον για τους μαθητές του Δημοτικού, γεγονός που κατεβάζει το ετήσιο συνολικό κόστος στα 2 δις ευρώ.

6.3. 1992 εκπαιδευτικοί τέθηκαν σε καθεστώς διαθεσιμότητας.

Αν εννοείτε τους αναπληρωτές εκπαιδευτικούς στην Αβάθμια και Ββάθμια Εκπαίδευση, τότε είναι λανθασμένη η έκφραση. Τελείωσε η σύμβασή τους και δεν ανανεώθηκε. Γνωρίζω όμως ότι τον Σεπτέμβριο προσελήφθησαν και πάλι αναπληρωτές διδάσκοντες.

6.4. Η διαθεσιμότητα 1.349 διοικητικών υπαλλήλων των ΑΕΙ αποτέλεσε ένα ακόμη συντριπτικό χτύπημα στη δημόσια Τριτοβάθμια Εκπαίδευση με πολύ αρνητικά αποτελέσματα σε φοιτητές, διδάσκοντες αλλά και σε ολόκληρη την κοινωνία: η φοιτητική μέριμνα, η σίτιση, η φύλαξη, οι βιβλιοθήκες, οι γραμματείες Τμημάτων και Σχολών, τα κέντρα δικτύων και τα εργαστήρια πλήττονται ανεπανόρθωτα. Παράλληλα συνεχίζεται η μείωση του διδακτικού προσωπικού σε Πανεπιστήμια και ΤΕΙ. Δεν προκηρύσσονται νέες θέσεις και έχουν εξαφανισθεί οι συμβασιούχοι διδάσκοντες, με προφανείς δυσμενείς συνέπειες στο εκπαιδευτικό έργο των Ιδρυμάτων.

Οι παρατηρήσεις και επισημάνσεις αυτές είναι ακριβείς και συμφωνώ με τη θέση σας. Βέβαια, θα πρέπει να παρατηρήσω, γνωρίζοντας τον χάρτη των πανεπιστημίων πολύ καλά, ότι υπήρχαν ακαδημαϊκές μονάδες με καθηγητές, που δεν είχαν εκπαιδευτικό έργο ή υποαπασχολούντο, λόγω πληθώρας μελών ΔΕΠ. Την ίδια στιγμή υπήρχαν μονάδες που είχαν ελλιπή αριθμό διδασκόντων, αλλά και τμήματα, τα οποία απασχολούσαν διδάσκοντες όλων των βαθμίδων, χωρίς να έχουν κρίσιμη μάζα φοιτητών ή σπουδαστών.

7.1. Ήδη η συνταγματική επιταγή για δημόσια και δωρεάν Ανώτατη Εκπαίδευση είχε υπονομευθεί με τη θεσμοθέτηση διδάκτρων στις μεταπτυχιακές σπουδές και τις "διευκολύνσεις" στα κολέγια ενώ, σε αυτό το έδαφος, προετοιμάζεται η επιβολή διδάκτρων και στις προπτυχιακές σπουδές.

Δίδακτρα επεβλήθησαν αποκλειστικά και μόνον σε Μεταπτυχιακά Προγράμματα Σπουδών (ΜΠΣ), τα οποία έχουν στενά επαγγελματικό προσανατολισμό. Ο λόγος είναι ο ακόλουθος: Ας πάρουμε ως παράδειγμα ένα ΜΠΣ σε διοίκηση επιχειρήσεων ή σε μηχανική πετρελαίων. Επειδή οι απόφοιτοι θα εργαστούν σε παραγωγικές επιχειρήσεις, επιβάλλεται κάποια μαθήματα ή κάποιες σειρές διαλέξεων στο πλαίσιο κάποιων μαθημάτων να γίνουν από επαγγελματικά στελέχη επιχειρήσεων. Οι τελευταίοι πρέπει να αμειφθούν, να φιλοξενηθούν και να πληρωθούν τα έξοδα ταξιδίου. Από τη στιγμή, που οι κάτοχοι του Μεταπτυχιακού Διπλώματος Ειδίκευσης (ΜΔΕ) θα απασχοληθούν σε επιχειρήσεις και θα έχουν έναν ικανοποιητικό μισθό είναι σαφές ότι θα πρέπει να πληρώσουν δίδακτρα. Εάν φυσικά κάποιοι αδυνατούν, υπάρχει και η δυνατότητα απονομής υποτροφίας από κάποια επιχείρηση ή από ίδρυμα υποτροφιών.

Το Σύνταγμα της Ελλάδας είναι αναχρονιστικό και το μόνο που με το άρθρο 16 απαγορεύει την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων. Ειρήσθω εν παρόδω, κερδοσκοπικά ιδιωτικά πανεπιστήμια δεν υπάρχουν ούτε καν στις ΗΠΑ. Υπάρχουν τα πολιτειακά και τα ιδιωτικά μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια, που βασίζονται σε ιδρύματα, δωρεές και την έρευνα, ενώ τα δίδακτρα δεν αποτελούν ποσοστό των προϋπολογισμών τους άνω του 30%. Αποτέλεσμα της μη λειτουργίας ιδιωτικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα είναι η φυγή δεκάδων χιλιάδων νέων τόσο σε πολύ καλά όσο και σε αμφιβόλου ποιότητας πανεπιστήμια του εξωτερικού, αλλά και η λειτουργία αμφιβόλου ποιότητας κολλεγίων, που υπόσχονται παροχή πανεπιστημιακής διδασκαλίας και τίτλο.

Όσον αφορά στην προσπάθεια επιβολής διδάκτρων στις προπτυχιακές σπουδές, αυτό είναι άκρως ανακριβές.

8.1. Πρόσφατοι νόμοι καταργούν επί της ουσίας το άρθρο 16 του Συντάγματος. Πρόκειται για :

α) τους εφαρμοστικούς νόμους των μνημονίων στην Παιδεία (ν. 3848/2010 και ν.4009/2011,ν. 4076/2012,ν. 4024/2011 για μισθολόγιο-βαθμολόγιο και ν. 3879/10 δια βίου μάθηση, ν.4142/13 για ΑΔΙΠΠΔΕ),

Το παραπάνω είναι απολύτως ανακριβές και ψευδές. Οι νόμοι αυτοί είναι επεξεργασμένοι από το 2009 και 2010, πολύ πριν αρχίσει η σκέψη για σύνταξη και ψήφιση από την Βουλή δανειακής σύμβασης και νόμων μεταρρύθμισης του δημοσίου τομέα και μείωσης του ελλείμματος. Είναι νόμοι που αποβλέπουν στην μεταρρύθμιση των κανόνων λειτουργίας των πανεπιστημίων και των ΤΕΙ και προσπαθούν να επιβάλουν την ακαδημαϊκή δεοντολογία και την παγκόσμια πρακτική λειτουργίας τους.

Όσον αφορά στους ν. 4076/2012 και 4142/2013 αυτοί προβαίνουν σε τροπολογίες του ν. 4009/2011 με πολλές εκ των οποίων διαφωνώ και το είχα διατυπώσει εγκαίρως. Δεν αποτελούν πάντως «μνημονιακές επιταγές», όπως ισχυρίζεστε.

8.2. β) το ν. 3869/2011 για το ΤΑΙΠΕΔ,

γ)τους προϋπολογισμούς και το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016 (ν.4093/2012 και επικαιροποιημένο ν. 4127/2013),

δ)το ν.4093/2012 και το ν. 4172/13 για τις διαθεσιμότητες-απολύσεις και τις υποχρεωτικές μεταθέσεις- μετατάξεις,

ε) τον ν4152/2013 παρ. Θ για την αύξηση του ωραρίου στους καθηγητές δευτεροβάθμιας,

στ) το ν. 4186/2013 για το Λύκειο, το εξεταστικό, την ΤΕΕ-Κατάρτιση και τη μαθητεία,

Θα πρέπει να εξηγήσει ο ΣΥΡΙΖΑ τους λόγους για τους οποίους οι εν λόγω νόμοι καταργούν το άρθρο 16 του Συντάγματος. Το θεωρώ άκρως ατεκμηρίωτο και ανακριβές. Θα τολμούσα να αποκαλέσω τη θέση αυτή δημαγωγική.

8.3. ζ) το σχέδιο Αθηνά για την Ανώτατη εκπαίδευση.

η) την τελευταία 'τροπολογία' Αρβανιτόπουλου.

Το Σχέδιο Αθηνά ήταν στο πλαίσιο εφαρμογής του άρθρου 8 του ν. 4009/20111 και, δυστυχώς, εντελώς ανεπαρκές. Στο υπ’ αριθμόν 5 άρθρο του παρόντος σημειώματος αναπτύσσω τους λόγους της ανεπάρκειας και τους λόγους για τους οποίους θα έπρεπε να μειωθούν δραστικά τα ΑΕΙ και τα τμήματα στα απολύτως απαραίτητα. Επιπλέον, παραθέτω ότι έχουμε σχεδιάσει μία κοινωνία, στην οποία σχεδόν 1 στους 30 πολίτες θα έχει εκπαιδευτεί ως μηχανικός, όταν στις προηγμένες χώρες η αναλογία είναι σχεδόν 1 ανά 400 κατοίκους. Κάτι ανάλογο συμβαίνει με τους νομικούς, τους γιατρούς και τους θετικούς επιστήμονες. Έχει κατ’ επανάληψη τεκμηριωθεί η αναγκαιότητα του να τεθεί η ποιότητα υπεράνω της ποσότητας. Η Ελλάδα δεν μπορεί να συντηρεί (τόσο οικονομικά όσο και με ικανό και επαρκές στελεχικό δυναμικό) 22 πανεπιστήμια και 14 ΤΕΙ με 500 Τμήματα σε 69 πόλεις, όπως δεν μπορεί να εντάσσει στην Ανωτάτη Εκπαίδευση τμήματα χωρίς υπαρκτό γνωστικό αντικείμενο, αλλά και τμήματα που θα έπρεπε να εντάσσονται στην επαγγελματική διετή κατάρτιση. Ο μόνος ρόλος που ορισμένα τμήματα επιτελούν είναι να εκμαυλίζουν τις τοπικές κοινωνίες και να απενεργοποιούν ολόκληρες γενιές νέων ανθρώπων, απονέμοντάς τους άχρηστα και άνευ περιεχομένου πτυχία.

Συγκεκριμένα, Με το Σχέδιο ΑΘΗΝΑ καταργήθηκαν, απορροφήθηκαν ή συγχωνεύτηκαν 130 τμήματα. Εξ αυτών

(Ι) τα 50 είναι (α) τμήματα-σφραγίδες (που είχαν δηλαδή ιδρυθεί μόνον στα χαρτιά χωρίς προσωπικό ή φοιτητές και ουδέποτε λειτούργησαν), (β) Κέντρα Ξένων Γλωσσών & Φυσικής Αγωγής (ΤΕΙ) και (γ) Γενικά Τμήματα (Πανεπιστημίων και ΤΕΙ). Τα τμήματα της κατηγορίας (γ) είχαν ήδη καταργηθεί με τον νόμο 4009/2011 με ένταξη στις υπόλοιπες Σχολές, ενώ όλα αυτά δεν είχαν προπτυχιακούς φοιτητές.

(ΙΙ) τα 20 τμήματα από τα 25, τα οποία είχαν εξαιρεθεί από το μηχανογραφικό το 2011 και τα οποία επανέφεραν οι κ.κ. Αρβανιτόπουλος και Μπαμπινιώτης το 2012. Εξ αυτών, τα 20 καταργήθηκαν ενώ τα 5 συνέχισαν να λειτουργούν.

(ΙΙΙ) τα 26 που καταργούνται σταδιακά (‘’εντάσσονται στην μεταβατικότητα’’ όπως λέει το υπουργείο) από το 2017-2018.

Για τη σύγκριση πρέπει επίσης να λάβουμε υπ’ όψιν το ευρύτερο συμμάζεμα που θα επέρχονταν με την οργάνωση που προέβλεπε ο 4009/2011 σε Σχολές με Προγράμματα Σπουδών αντί για Τμήματα. Το συμμάζεμα αυτό θα ήταν ιδιαίτερα εμφανές ιδιαίτερα για όσα Τμήματα είναι μόνα τους διάσπαρτα σε κωμοπόλεις. Πριν το σχέδιο ΑΘΗΝΑ υπήρχαν 12 τέτοια Τμήματα ΤΕΙ και 11 Τμήματα Πανεπιστημίων, που θα μετατρέπονταν σε Προγράμματα Σπουδών και θα εντάσσονταν στην πλησιέστερη και συγγενέστερη Σχολή του ιδρύματος τους.

Με το τελικό σχέδιο ΑΘΗΝΑ 20 τμήματα παραμένουν και πάλι διάσπαρτα και απομονωμένα σε κάποια κωμόπολη της περιφέρειας, ενώ δημιουργήθηκαν 2 νέα τμήματα στην Κοζάνη και στην Λαμία.

Με το τελικό σχέδιο ΑΘΗΝΑ, ματαιώθηκε, επίσης, η συγχώνευση του ΤΕΙ Ιονίων Νήσων στο ΤΕΙ Δυτικής Ελλάδας (μαζί με το ΤΕΙ Πάτρας και Μεσολογγίου), και η συγχώνευση των ΤΕΙ Θεσσαλονίκης και Σερρών στο ΤΕΙ Κεντρικής Μακεδονίας καθώς και το ομόσπονδο ίδρυμα πανεπιστημίων του λεκανοπεδίου Αττικής «Αδαμάντιος Κοραής», το οποίο είχε εξαγγελθεί.

Ο Υπουργός Παιδείας γνωρίζει την ύπαρξη στα συρτάρια του υπουργείου τεκμηριωμένων προτάσεων και μελετών για το θέμα αυτό.

9.1. Η εκπαίδευση και έρευνα που συντελείται στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα και στα Δημόσια Ερευνητικά Κέντρα αποτελεί βασικό μοχλό ανάπτυξης της χώρας, ιδιαίτερα σε συνθήκες κρίσης. Η αύξηση των δαπανών για την εκπαίδευση και την έρευνα δεν μπορεί παρά να αποτελεί αναγκαιότητα ακόμα και σε περιόδους οικονομικής ένδειας.

Το ΔΙΚΤΥΟ για την Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και στην Ευρώπη έχει καταθέσει στα όργανα της Ε.Ε. πρόταση από τον Μάρτιο 2013 για την εξαίρεση της δαπάνης, ως ποσοστού του ΑΕΠ στο 5%, από το έλλειμμα. Η προσπάθεια βρίσκεται σε εξέλιξη. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει παρά να υιοθετήσει την πρόταση και τις ενέργειες του ΔΙΚΤΥΟΥ προς αυτή την κατεύθυνση και να ζητήσει από την πρόεδρο Άννα Διαμαντοπούλου την συνδρομή της στην βελτίωση του προγράμματός του.

10.1. Διάρθρωση του Εκπαιδευτικού Συστήματος.

Πρώτο Επίπεδο: Δίχρονη προσχολική αγωγή και δωδεκάχρονη γενική εκπαίδευση με αναβάθμιση του λυκείου ως αυτόνομης μορφωτικής βαθμίδας και με καθιέρωση του Ενιαίου Λυκείου Θεωρίας και Πράξης.

Δεύτερο Επίπεδο: Μεταλυκειακή Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση με αναβάθμιση της σημερινής τεχνολογικής εκπαίδευσης.

Τρίτο Επίπεδο: Ενιαίος χώρος Ανώτατης Εκπαίδευσης και Έρευνας με αναβάθμιση των ΤΕΙ και με Δημόσια Ερευνητικά Κέντρα.

Συμφωνώ απολύτως για την αυτονόμηση του Λυκείου από την εισαγωγή στα ΑΕΙ. Αυτό θα υλοποιηθεί μόνον όταν η Πολιτεία θεσμοθετήσει την εισαγωγή στα ΑΕΙ με κριτήρια και σε αριθμούς, που θα καθορίζουν τα ίδια τα ΑΕΙ.

Βάσει της έκθεσης του ΟΟΣΑ για την εκπαίδευση (Education at a Glance 2012, OECD Indicators), έχουμε τα ακόλουθα στοιχεία:

-το ποσοστό κατόχων πτυχίου Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης στην Ελλάδα στις ηλικίες 25-34 ανέρχεται σε 32%, στη Γερμανία σε 27% και στο σύνολο των 37 χωρών του ΟΟΣΑ σε 40%. Όμως, αυτά τα ποσοστά είναι με στοιχεία του 2010. Το ποσοστό αυτό θα έχει δραστικά ανέβει στην Ελλάδα το 2018, δεδομένου ότι τότε θα έχουν ενσωματωθεί σε αυτές τις ηλικίες και οι αποφοιτήσαντες από τις δεκάδες τμημάτων που ιδρύθηκαν στο διάστημα 1998-2005.

-Στην επαγγελματική μεταλυκειακή εκπαίδευση και κατάρτιση, αλλά όχι τριτοβάθμια (πανεπιστήμια και ΤΕΙ), οι χώρες της Κεντρικής Ευρώπης κατέχουν την υψηλότερη θέση ανάμεσα στις χώρες του ΟΟΣΑ με ποσοστό που έχει παρακολουθήσει (έχει λάβει πτυχίο) να ανέρχεται σε 50% για το φάσμα ηλικιών 25-64.

-Το ποσοστό που έχει παρακολουθήσει (έχει λάβει πτυχίο) εν γένει μεταλυκειακή εκπαίδευση (της τριτοβάθμιας συμπεριλαμβανομένης) σε ηλικίες 25-34 ανέρχεται σε 81% στην Ελλάδα, ενώ στον ΟΟΣΑ ο μέσος όρος είναι 83%. Στις ηλικίες 25-64 τα ποσοστά είναι αντίστοιχα <70% στην Ελλάδα και 74% στον ΟΟΣΑ. Σημειωτέον, ότι οι χώρες του Νότου της ΕΕ (PIGS) σημειώνουν συντελεστή αύξησης αυτού του ποσοστού 30% από ηλικίες 55-64 σε ηλικίες 25-34, τη στιγμή που στη Γερμανία το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 5% και στις ΗΠΑ σε -2%.

-Το υψηλότερο ποσοστό του πληθυσμού, που το υψηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης είναι η ΓΕΝΙΚΗ Λυκειακή και Μεταλυκειακή Εκπαίδευση, αλλά όχι Τριτοβάθμια, ανάμεσα στις χώρες του ΟΟΣΑ κατέχει πρώτη η Ελλάδα και στη συνέχεια ο Καναδάς, το Ισραήλ, η Ιρλανδία (chart A1.3)

-Όσον αφορά, όμως, στην ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΉ Λυκειακή και Μεταλυκειακή Εκπαίδευση, αλλά όχι Τριτοβάθμια, ανάμεσα στις 37 χώρες του ΟΟΣΑ η Ελλάδα είναι στη 31η θέση (chart A1.4).

Στον πληθυσμό που έχει τουλάχιστον αποφοιτήριο Λυκείου, ενώ στις ηλικίες 45-54 τα ποσοστά σε ΟΟΣΑ και Ελλάδα είναι, αντιστοίχως, 72% και 62%, στις ηλικίες 25-34 τα ποσοστά ανέρχονται σε 82% και 79%, αντιστοίχως.

-Στον πληθυσμό που έχει πτυχίο Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης τα ποσοστά στον ΟΟΣΑ και στην Ελλάδα είναι, αντιστοίχως, 31% και 25% στις ηλικίες 25-64, ενώ τα ποσοστά αυτά αυξάνονται σε 38% και 31% σε ηλικίες 25-34. Αυτό σημαίνει ότι, παρά το γεγονός ότι το ποσοστό των εισερχομένων στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση στην Ελλάδα είναι περίπου διπλάσιο του μέσου όρου του ΟΟΣΑ, οι αποφοιτούντες είναι λίγοι, λόγω του χαλαρού και μη αξιοκρατικού νομικού πλαισίου που υπήρχε έως το 2011.

-Εντυπωσιακά είναι τα ευρήματα όσον αφορά στη διαφορά μεταξύ των ποσοστών του πληθυσμού που έχει παρακολουθήσει ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΉ ή ΓΕΝΙΚΗ μη τριτοβάθμια εκπαίδευση στις 37 χώρες του ΟΟΣΑ (απόφοιτοι Λυκείου και κάποιου ΚΕΚ ή σχολής που δεν ανήκει στην κατηγορία των ΑΕΙ). Η Ελλάδα είναι πρώτη στην Γενική Εκπαίδευση με 25,5% με δεύτερη την Ισπανία με 14,2%, προτελευταία την Γερμανία με 2,9% και τελευταία την Πορτογαλία με 2,3%. Αντιθέτως, στην Επαγγελματική Εκπαίδευση πρώτη είναι η Γερμανία με ποσοστό 56,2%, δεύτερη η Φινλανδία με 38,7%, τρίτη η Δανία με 34,9%, τέταρτη η Ιταλία με 30,9%, ενώ η Ελλάδα είναι στην 36η θέση με 15% με τελευταία την Ισπανία με 8%.

-Στα ποσοστά αποφοίτησης ατόμων που παρακολούθησαν προγράμματα προ-επαγγελματικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης ο μέσος όρος στον ΟΟΣΑ είναι 46%, στην Αυστρία 76%, στην Ιταλία 60%, στην Γερμανία 47% και στην Ελλάδα μόλις 28%.

Θλιβερή διαπίστωση αποτελεί ότι η Ελλάδα δεν έχει παραδώσει στοιχεία από το 2008 για ποσοστά αποφοίτησης σε όλες τις βαθμίδες της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης.

-Τέλος, ενδεικτικό είναι το στοιχείο ότι το ποσοστό των 15χρονων που επιθυμούν να σταδιοδρομήσουν ως μηχανικοί στην Ελλάδα είναι στο 13% και στον ΟΟΣΑ στο 11%, ενώ τα αντίστοιχα ποσοστά αυτών που θέλουν να σταδιοδρομήσουν σε επαγγέλματα υγείας είναι, αντιστοίχως, 11% και 9%.

11.1. Δίχρονο Νηπιαγωγείο για όλα τα νήπια από 4 έως 6 ετών και υπαγωγή όλων των τύπων βρεφονηπιακών σταθμών υπό την εποπτεία του Υπουργείου Παιδείας.

-Δωδεκάχρονη υποχρεωτική γενική εκπαίδευση (Δημοτικό, Γυμνάσιο, Λύκειο), που θα παρέχεται ως δημόσιο αγαθό σε κάθε παιδί και νέο ή νέα που ζει στη χώρα, χωρίς διακρίσεις και αποκλεισμούς.

-Αναβάθμιση του Λυκείου ως ενιαίας αυτόνομης και υποχρεωτικής μορφωτικής βαθμίδας υπό τη λειτουργία του ως Ενιαίου Λυκείου Θεωρίας και Πράξης,

Οι θέσεις για την κατάργηση των ιδιωτικών νηπιαγωγείων και την ένταξη όλων των ηλικιών από 4 έως 6 ετών στο δημόσιο και δωρεάν νηπιαγωγείο θα έχει ένα κόστος τεράστιο και δυσανάλογο με τις δυνατότητες οιασδήποτε ευημερούσας χώρας. Μόνον το κόστος για τις κτηριακές εγκαταστάσεις, τον εξοπλισμό και την πρόσληψη νηπιαγωγών, μαγείρων και φυλάκων, που θα απαιτήσει η υλοποίηση του μέτρου αυτού, θα αποδειχθεί μη εφικτό και, επομένως, μη υλοποιήσιμο.

Η καθιέρωση όμως του Ενιαίου Λυκείου δεν είναι σωστή. Υπάρχουν νέα παιδιά, τα οποία έχουν έφεση στην μάθηση, ενώ άλλα όχι. Οι τελευταίοι δεν είναι υποχρεωμένοι να παρακολουθούν τα ίδια προγράμματα με τους πρώτους. Πρέπει να αναβαθμιστούν τα Τεχνικά Λύκεια, να θεωρηθούν εξ ίσου σημαντικά όσο και τα Γενικά και να ενθαρρύνονται τα παιδιά των 15 ετών, που έχουν κλίση και έφεση στις τέχνες να μαθητεύουν στις τεχνικές σχολές.

11.2. Αναβάθμιση της σημερινής πολυδιασπασμένης τεχνικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης με συγκρότηση ενός δημόσιου και δωρεάν, επαρκούς και αποτελεσματικού, συστήματος μεταλυκειακής τεχνικής επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης.

Συμφωνώ, όπως διαφαίνεται από τις ανωτέρω διατυπωμένες θέσεις μου. Όμως, αυτή θέση πρέπει να εξειδικευθεί και συγκεκριμενοποιηθεί, παρουσιάζοντας τους στόχους για την εκπαίδευση και των ανάπτυξη ενός κόμματος, που προσβλέπει στην κατάκτηση της εξουσίας.

11.3. Αποδέσμευση της απόκτησης του απολυτηρίου Λυκείου από την είσοδο στα πανεπιστήμια και ελεύθερη πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση.

Η ελεύθερη πρόσβαση στα πανεπιστήμια είναι ανέφικτη, αδύνατη και επικίνδυνη για τη δομή και διάρθρωση της κοινωνίας. Δεν μπορεί μία κοινωνία να αντέξει ούτε καν την σημερινή κατάσταση με δεκαπλάσιους δικηγόρους, ενδεκαπλάσιους γιατρούς και επταπλάσιους μηχανικούς, από αυτούς που έχει κατά μέσον όρο η Ευρώπη. Εκτός αυτού, μία Ελλάδα των 11 εκατομμυρίων κατοίκων δεν μπορεί να συντηρήσει 500 τμήματα 38 ΑΕΙ (22 Πανεπιστήμια και 16 ΤΕΙ).

Σήμερα με 88.000 εισακτέους στα Πανεπιστήμια και στα ΤΕΙ το σύστημα έχει παραλύσει. Πόσο μάλλον όταν, σύμφωνα με τις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ, η είσοδος θα είναι ελεύθερη για όλους. Σύμφωνα με τα στοιχεία τόσο της Ε.Ε. όσο και του ΟΟΣΑ, οι εισακτέοι στα ΑΕΙ θα πρέπει να μειωθούν δραστικά και να αυξηθούν οι εισακτέοι στην Μεταλυκειακή Επαγγελματική Εκπαίδευση.

12.1. Δημιουργία μεταλυκειακού έτους ειδίκευσης που θα εκπαιδεύει σε ειδικότητες οι οποίες θα οδηγούν σε κατοχυρωμένα επαγγελματικά δικαιώματα και θα αποτελεί το πρόπλασμα για τη μετάβαση, αφού ολοκληρωθεί η δημιουργία του Ενιαίου Λυκείου Θεωρίας και Πράξης, στη λειτουργία της δημόσιας μεταλυκειακής τεχνικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης.

Το μεταλυκειακό έτος ειδίκευσης είναι περιττό, αφού η Μεταλυκειακή Εκπαίδευση θα πρέπει να αποτελείται από (α) τα Μεταλυκειακά Κέντρα Επαγγελματικής Εκπαίδευσης (2ετούς φοίτησης), (β) τα ΤΕΙ, με 3ετή φοίτηση, στα οποία θα υπάγονται οι σχολές εφαρμογής των επιστημών στην τεχνολογία, και (γ) τα Πανεπιστήμια, στα οποία θεραπεύονται οι επιστήμες.

13.1. Η πρόταση για ελεύθερη πρόσβαση στη Τριτοβάθμια Εκπαίδευση:

-Καταργεί τον σημερινό χαρακτήρα του λυκείου ως μηχανισμού «προγύμνασης» για την πρόσβασή στη Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.

-Αναβαθμίζει τον μορφωτικό ρόλο του λυκείου, απελευθερώνοντας το από τις εισαγωγικές εξετάσεις,

-Απαλλάσσει την οικογένεια από δαπάνες για φροντιστήρια.

-Δημιουργεί προϋποθέσεις για να αγαπήσουν οι νέοι τη γνώση χωρίς τον ανταγωνισμό των εξετάσεων, να χαρούν τα χρόνια της εφηβείας τους, αλλά και να αξιοποιήσουν δημιουργικά τον ελεύθερο χρόνο τους, ανακαλύπτοντας κλίσεις και δεξιότητες.

-Ενισχύει και εμβαθύνει στις βασικές γνώσεις που πρέπει να προσφέρει το πανεπιστήμιο, ώστε να διαμορφώνονται πραγματικά ολοκληρωμένοι επιστήμονες και όχι ανασφαλείς υπέρ εξειδικευμένοι πτυχιούχοι.

Η πρόσβαση στα Πανεπιστήμια δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι ελεύθερη, όπως περιγράφω ανωτέρω. Ο αριθμός των εισακτέων πρέπει να είναι περιορισμένος σε κάθε Σχολή, σύμφωνος με τις ανάγκες της χώρας και τις δυνατότητες παροχής καλού επιπέδου εκπαίδευσης των σχολών.

Συμφωνώ απολύτως με τις διαπιστώσεις. Όσον αφορά στην τελευταία πρόταση για την εξειδίκευση, αυτή παρέχεται μετά το προπτυχιακό στάδιο με το Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Ειδίκευσης (Master of Arts, Master of Sciences, Master of Engineering), το οποίο είναι πλέον καθιερωμένο σε όλη την Ευρώπη και την Αμερική. Το σύνθημα, που κυριαρχεί τα πολλά τελευταία χρόνια στην Αριστερά «όλα τα δικαιώματα στο πτυχίο» είναι αναχρονιστικό, συντηρητικό και εκτός πραγματικότητας. Ως παράδειγμα αναφέρω τα Μεταπτυχιακά Διπλώματα Ειδίκευσης, που προσφέρουν πολλά πανεπιστήμια της χώρας, όπως αυτό που προσφέρει η Σχολή Μηχανικών Ορυκτών Πόρων του Πολυτεχνείου Κρήτης σε «Μηχανική Υδρογονανθράκων», στο οποίο φοιτούν είκοσι πτυχιούχο (από τους 90 υποψηφίους), μηχανικοί, γεωλόγοι, φυσικοί, οι οποίοι ουδέποτε ασχολήθηκαν με το εν λόγω θέμα, ούτε ήταν ποτέ δυνατόν αυτές οι γνώσεις να συμπεριληφθούν στα προγράμματα σπουδών που παρακολούθησαν.

14.1. Καθιερώνουμε ένα επαρκές, αξιόπιστο και σύγχρονο δίκτυο δημόσιας μεταλυκειακής τεχνικής– επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης ως βασικό συστατικό στοιχείο της δημόσιας εκπαίδευσης. Στο δίκτυο αυτό θα ενταχθούν τα σημερινά ΙΕΚ.

Το δίκτυο αυτό:

-θα καλύπτει επαρκώς τις ανάγκες των αποφοίτων του Ενιαίου Λυκείου που δεν επιθυμούν να συνεχίσουν στα ΑΕΙ,

-θα παρέχει το σύνολο των τεχνολογικών ειδικοτήτων που χρειάζεται η ελληνική κοινωνία,

-θα απονέμει πτυχία με αναγνωρισμένα επαγγελματικά δικαιώματα.

-Η φοίτηση θα διαρκεί από 1-3 έτη, ανάλογα με την ειδικότητα, ενώ οι σπουδαστές θα έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης στα ΑΕΙ.

Η πρόταση είναι πολύ ασαφής και συγκεχυμένη. Όπως περιγράφεται ανωτέρω, η Μεταλυκειακή Εκπαίδευση έχει τρία διακριτά πεδία: (α) τα Μεταλυκειακά Κέντρα Επαγγελματικής Εκπαίδευσης (2ετούς φοίτησης), (β) τα ΤΕΙ, με 3ετή φοίτηση, στα οποία θα υπάγονται οι σχολές εφαρμογής των επιστημών στην τεχνολογία, και (γ) τα Πανεπιστήμια, στα οποία θεραπεύονται οι επιστήμες.

Στα πρώτα θα πρέπει να μεταφερθούν πολλά από τα τμήματα (γνωστικά αντικείμενα) των ΤΕΙ, τα οποία αφορούν σε επαγγέλματα, όπως αυτά του ξυλουργού, του οδοντοτεχνίτη, του ανθοκόμου και πολλά ακόμη.

Οι στόχοι, που περιγράφονται είναι ορθοί. Όμως, σε καμμία περίπτωση δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως προθάλαμος των ΑΕΙ. Αυτή θα μπορεί να γίνει μόνον επιλεκτικά και για εκείνους που έχουν τη δυνατότητα και επάρκεια και μόνον μετά από κατατακτήριες εξετάσεις, σύμφωνα με τους οργανισμούς και τους κανόνες που έχουν θεσπίσει τα ίδια τα πανεπιστήμια.

15.1. Υπό αυτές τις αρχές, θα καταργήσουμε τον κατακερματισμό των πτυχίων και τις μορφές εξειδίκευσης που εισάγει σε προπτυχιακό επίπεδο το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο (κυρίως ο ν.4009/11 και το σχέδιο "Αθηνά") και θα καταστήσουμε ενιαίο το περιεχόμενο σπουδών και πτυχίων στο πλαίσιο που καθορίζουν οι βασικές επιστημονικές πειθαρχίες.

Σε κανένα σημείο του ο νόμος 4009/2011 δεν εισάγει σε προπτυχιακό επίπεδο τον κατακερματισμό των πτυχίων και μορφές εξειδίκευσης. Αντιθέτως, οι μορφές εξειδίκευσης γίνονται στο Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Ειδίκευσης και φυσικά στο Διδακτορικό Δίπλωμα.

Όσον αφορά στο «ενιαίο το περιεχόμενο σπουδών και πτυχίων στο πλαίσιο που καθορίζουν οι βασικές επιστημονικές πειθαρχίες», αυτό είναι γενικόλογο, ατεκμηρίωτο, ασαφές και άνευ περιεχομένου. Οι σπουδές ουδέποτε ήσαν και δεν θα μπορούσαν να είναι ενιαίες στο περιεχόμενο σπουδών. Κάθε τμήμα θεραπεύει ένα γνωστικό αντικείμενο. Θα πρέπει βέβαια να παρατηρήσουμε, όπως το έχω πράξει κατ’ επανάληψη σε κείμενά μου από το 2010 έως σήμερα, ότι υπάρχουν δεκάδες τμήματα, τα οποία δεν θεραπεύουν συγκεκριμένο γνωστικό αντικείμενο, αλλά ιδρύθηκαν εντελώς πρόχειρα στο χρονικό διάστημα 1998-2004 στο πλαίσιο της λεγόμενης «διεύρυνσης της Ανωτάτης Εκπαίδευσης». Τα τμήματα αυτά έχουν καταγραφεί κατ’ επανάληψη, έχουν αξιολογηθεί ως μη βιώσιμα και, δυστυχώς, το Σχέδιο Αθηνά δεν τα άγγιξε για να μην πάρει το πολιτικό κόστος ο τότε υπουργός παιδείας. Ο νέος αναπτυξιακός σχεδιασμός της χώρας θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει την άμεση υλοποίηση ενός νέου Σχεδίου Αθηνά για την αναδιάταξη της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης.

15.2. Το Τμήμα οφείλει να παραμείνει η βασική ακαδημαϊκή και διοικητική μονάδα που συγκροτεί κι οργανώνει το αντίστοιχο επιστημονικό πεδίο στο σύνολό του, οδηγώντας σε ενιαίο πτυχίο και όχι σε δύο διακριτούς κύκλους σπουδών, όπως επιτάσσει η Σύνοδος της Μπολόνιας. Η εφαρμογή των επιταγών αυτής της Συνόδου έχει ήδη επιφέρει καταστροφικά αποτελέσματα μέσα από την πρόωρη εξειδίκευση και την αντίστοιχη συρρίκνωση των προπτυχιακών σπουδών. Οι επιταγές αυτές έχουν ήδη απορριφθεί από σημαντικά πανεπιστήμια της Ευρώπης. Τα αδιάσπαστα ελληνικά πτυχία οφείλουν να καταστούν ισότιμα με τα δύο πτυχία (Bachelor + Master) του ευρωπαϊκού χώρου.

Εντελώς λανθασμένη και αναχρονιστική είναι αυτή η θέση του ΣΥΡΙΖΑ. Ο νόμος 4009/2011 καθιστούσε την Σχολή, δηλαδή τη διοικητική και ακαδημαϊκή δομή, που συμπεριελάμβανε όλα τα συναφή τμήματα του πανεπιστημίου, ως την βασική ακαδημαϊκή και διοικητική μονάδα, προκειμένου να δίδεται η δυνατότητα των διατμηματικών και διεπιστημονικών σπουδών στο πλαίσιο της Σχολής. Δυστυχώς, προσκολλημένος στο παρελθόν, ο υπουργός παιδείας κ. Αρβανιτόπουλος επανέφερε το τμήμα ως την βασική ακαδημαϊκή και διοικητική μονάδα. Στο σημείο αυτό επισημαίνω ότι στα πανεπιστήμια της Β. Αμερικής και σε πολλά της Ευρώπης δίδεται η δυνατότητα στον φοιτητή, στο πλαίσιο των σπουδών του εντός μιας Σχολής, να επιλέγουν ένα κύριο και ένα δευτερεύον γνωστικό αντικείμενο (major and minor subject).

Το μοντέλο των τριών σταδίων Προπτυχιακές Σπουδές, Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Ειδίκευσης και Διδακτορικό Δίπλωμα είναι πλέον διεθνώς καθιερωμένο. Άρχισε από τα πανεπιστήμια της Βορείου Αμερικής και εξαπλώθηκε πλέον σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, της Λατινικής Αμερικής, της Ωκεανίας και τις πλείστες χώρες της Ασίας. Η επαναφορά σε αναχρονιστικά μοντέλα μόνον απομόνωση και αποξένωση των πανεπιστημίων μας θα επιφέρει από το διεθνές γίγνεσθαι. Θα αποτελούσε, δηλαδή, οπισθοδρόμηση για τα ελληνικά πανεπιστήμια η κατάργηση της υπόδειξης της Συνόδου της Μπολώνια για διαχωρισμό των σπουδών στα τρία στάδια, που αναφέρονται ανωτέρω.

Και μία τελευταία σημείωση: Δεν συμφωνώ με την μείωση των ετών σπουδών από 4, 5 ή 6 σε 3 για την απόκτηση του προπτυχιακού τίτλου, δηλαδή του πτυχίου ή διπλώματος. Αυτό έγινε σαφές από πολλούς πρυτάνεις και αντιπρυτάνεις τον Ιανουάριο 2000 κατά τη διάρκεια συνάντηση αντιπροσωπείας της Συνόδου Πρυτάνεων με την αντίστοιχη της Γερμανίας. Θα αναφέρω δύο παραδείγματα χωρών, που από το 2000 καθιέρωσαν τις τριετείς προπτυχιακές σπουδές για απονομή πτυχίου.

(Α) Γερμανία. Μετά από 6 χρόνια εφαρμογής του μέτρου, τα εννέα πολυτεχνεία σχημάτισαν την ένωση TU9 και αποφάσισαν ότι δεν θα απονέμουν τον τίτλο του μηχανικού με την απονομή του πτυχίου στα 3 χρόνια. Για να αποκτήσει κάποιος τον τίτλο του μηχανικού θα πρέπει να παρακολουθήσει επιπλέον 3 χρόνια για την απόκτηση του Μεταπτυχιακού Διπλώματος Ειδίκευσης (Master of Engineering). Όμως, οι ελλείψεις σε βασικές επιστήμες, που θα δημιουργηθούν με την μείωση των 5 ετών σπουδών σε 3, δεν μπορούν να αναπληρωθούν στο επίπεδο του ΜΔΕ.

(Β) Ιταλία. Μετά από αρκετά χρόνια εφαρμογής του μέτρου, οι επιχειρήσεις άρχισαν να αναζητούν για πρόσληψη αποφοίτους πενταετών κύκλων σπουδών, διότι είδαν την ανεπάρκεια των γνώσεων των μηχανικών τριετούς κύκλου σπουδών.

 16.1. Τα ΤΕΙ από τη ίδρυση τους και ιδιαίτερα μετά το σχέδιο "Αθηνά" αποτέλεσαν πεδίο άσκησης αντιδραστικής πολιτικής στην Ανώτατη Εκπαίδευση. Η ασαφής και επισφαλής θέση τους στον ακαδημαϊκό χάρτη δεν άλλαξε με την ονομαστική «ανωτατοποίησή» τους, αλλά, αντίθετα, αυτά αντιμετωπίστηκαν ως δούρειος ίππος της υποβάθμισης και ιδιωτικοποίησης της Ανώτατης Εκπαίδευσης συνολικά. Ο άκριτος διαχωρισμός επιστήμης και εφαρμογής που αποτέλεσε το πρόσχημα συγκρότησής τους ουδέποτε εξυπηρέτησε ούτε πραγματικές κοινωνικές ανάγκες ούτε ανάγκες της παραγωγής και αναπαραγωγής της επιστήμης. Η ύπαρξη δύο κατηγοριών πτυχιούχων (από ΑΕΙ και ΤΕΙ) στο ίδιο επαγγελματικό πεδίο λειτούργησε μόνο προς όφελος της αγοράς, δημιουργώντας όρους ανταγωνισμού χωρίς πραγματικό υπόβαθρο και συνακόλουθα συνθήκες επισφαλούς εργασίας.

Αυτή η παράγραφος δεν αντέχει κριτικής. Αποτελεί την επιτομή της δημαγωγίας και της συνδικαλιστικής πρακτικής και απέχει παρασάγγας από την επιστημονική τεκμηρίωση μιας πρότασης.

Το Σχέδιο Αθηνά ουδεμία σχέση έχει με την ουσία της διαβάθμισης της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης και δεν απηχεί το μήνυμα που θεσμοθέτησε ο νόμος 4009/2011.

Όσον αφορά στο διαχωρισμό επιστήμης και εφαρμογής, αυτός είναι από αιώνων υπαρκτός και καθιερωμένος. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο έχουν καθιερωθεί οι ορολογίες «Βασικές Επιστήμες», «Εφαρμοσμένες Επιστήμες» και «Τεχνικές», οι οποίες εφαρμόζουν τις επιστημονικές γνώσεις.

Το δυστύχημα στη χώρα μας είναι ότι το 2001 υπήρξε νομοθετική ρύθμιση, που έφερε τα ΤΕΙ στην Ανωτάτη Εκπαίδευση, προσπαθώντας να τα εξισώσει με τα πανεπιστήμια. Ο διακριτός ρόλος τους από εκείνον των πανεπιστημίων θα πρέπει να διατηρηθεί. Η πλήρης εξίσωσή τους με τα πανεπιστήμια θα δημιουργήσει ένα κενό, το οποίο θα πρέπει άμεσα να καλυφθεί με την εκ νέου ίδρυση νέων ΤΕΙ.

17.1. Σε ό,τι αφορά στην Ανώτατη Εκπαίδευση, απαιτείται άμεσα ένας νέος Νόμος-Πλαίσιο σύμφωνος με το άρθρο 16 του Συντάγματος που θα καθορίζει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις διδασκόντων και διδασκομένων, όπως και τις διαδικασίες πρόσληψης και εξέλιξης εντός του διδακτικού φορέα.

Ο νόμος – πλαίσιο 4009/2011 είναι σύμφωνος με το άρθρο 16 του Συντάγματος, σύμφωνα και με την απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, στο οποίο είχαν προσφύγει πολλοί πρυτάνεις με την νομική στήριξη και την προσπάθεια τεκμηρίωσης περί της αντισυνταγματικότητάς του από τον νυν ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ κ. Χρυσόγονο.

Ο νόμος 4009/2011 καθορίζει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις διδασκόντων και διδασκομένων, τις διαδικασίες πρόσληψης και εξέλιξης των διδασκόντων και αφήνει κάθε Ίδρυμα ελεύθερο να αποφασίσει και καθορίσει, μέσω του οργανισμού του, τις ιδιαιτερότητές του, στο πλαίσιο των κείμενων διατάξεων και νόμων. Η εν λόγω δυνατότητα και απαίτηση του νόμου ενισχύει την αυτοδιοίκηση και ιδιαιτερότητα κάθε ιδρύματος.

Σε αυτό το σημείο τονίζω ότι με την ίδρυση των Συμβουλίων των Ιδρυμάτων πολλές από τις αρμοδιότητες του υπουργού παιδείας έχουν πλέον μεταφερθεί στα Συμβούλια. Ως παράδειγμα αναφέρω το διορισμό πρυτάνεων και κοσμητόρων, μετά την εκλογή τους, την έγκριση προϋπολογισμού και απολογισμού, τις τροποποιήσεις προϋπολογισμών.

17.2. Ο νόμος πλαίσιο θα κατοχυρώνει εκ νέου το πανεπιστημιακό άσυλο ενώ η σύνταξή του θα είναι αποτέλεσμα ενός ουσιαστικού διαλόγου με όλους τους εκπαιδευτικούς και ερευνητικούς φορείς.

Η θέσπιση του πανεπιστημιακού ασύλου έγινε σε εποχές μετάβασης από τη Δικτατορία των συνταγματαρχών στη Δημοκρατία και προστάτευε την ελεύθερη διδασκαλία και την έρευνα. Η χρήση όμως του «ασύλου» από τις συντεχνίες, ομάδες και κόμματα έγιναν με τέτοιο τρόπο, ώστε το πανεπιστήμιο να μετατραπεί σε χώρο άσκησης βίας εναντίον της πραγματικής διακίνησης των ιδεών από συντεχνίες.

Η ελεύθερη διακίνηση ιδεών και το δικαίωμα του συνέρχεσθαι είναι συνταγματικές επιταγές και κατοχυρώνονται από το Σύνταγμα. Η αποδοχή, επομένως, της άποψης, ότι το άσυλο κατοχυρώνει την ελεύθερη διακίνηση ιδεών και το δικαίωμα του συνέρχεσθαι, συνεπάγεται, εμμέσως μεν πλην σαφώς, ότι αυτά τα δικαιώματα δεν εφαρμόζονται στην Ελληνική Επικράτεια, αλλά μόνον στους πανεπιστημιακούς χώρους. Επομένως, ορθώς το άσυλο καταργήθηκε με τον νόμο 4009/2011, αφού η κατάχρηση και η παρερμηνεία του είχε ως αποτέλεσμα οι πανεπιστημιακοί χώροι να έχουν μετατραπεί σε χώρους ανομίας. Αρκεί να θυμηθούμε ότι στους πανεπιστημιακούς χώρους εύρισκαν καταφύγιο διακινητές λαθραίων και ναρκωτικών, είχαν δημιουργηθεί εστίες ανομίας και οι καταλήψεις των χώρων από ομάδες αναρχικών και αντιεξουσιαστών ήταν καθημερινή πρακτική.

Τέλος, η σύνταξη του νόμου 4009/2011 ήταν αποτέλεσμα ενός εξαντλητικού διαλόγου, που άρχισε στις 22 Οκτωβρίου 2010 με την υποβολή προσχεδίου του νόμου από την υπουργό παιδείας στην Σύνοδο Πρυτάνεων στο Ρέθυμνο και στην αντίστοιχη Σύνοδο Προέδρων ΤΕΙ, προκειμένου αυτό να τεθεί σε διάλογο σε κάθε πανεπιστήμιο και ΤΕΙ και να υποβληθούν στη συνέχεια προτάσεις στο υπουργείο.

Στη συνέχεια, (α) υπήρξε συνάντηση πρυτάνεων Πανεπιστημίων, προέδρων ΤΕΙ, κοινωνικών εταίρων και υπουργών παιδείας άλλων χωρών, υπό την αιγίδα του πρωθυπουργού και της υπουργού παιδείας στους Δελφούς, κατά τη διάρκεια της οποίας κατατέθηκαν οι εμπειρίες άλλων χωρών, (β) συγκροτήθηκε επιτροπή από επιφανή μέλη της διεθνούς ακαδημαϊκής κοινότητας, η οποία κατέθεσε τις εμπειρίες των μελών της, (γ) υπήρχε μία διαρκής επιτροπή, η οποία επεξεργαζόταν σε καθημερινή βάση το προσχέδιο, και (δ) είχε συγκροτηθεί νομοπαρασκευαστική επιτροπή, η οποία μελετούσε την συνταγματικότητα των διαφόρων προτάσεων που κατατίθεντο. Ο διάλογος, επίσης, με την ΠΟΣΔΕΠ ήταν συνεχής και εποικοδομητικός, ενώ καθ’ όλη δε τη διάρκεια της προετοιμασίας του νομοσχεδίου λειτουργούσε η διακομματική επιτροπή παιδείας, στην οποία συμμετείχαν βουλευτές – εκπρόσωποι κομμάτων. Σε αυτήν δυστυχώς αρνήθηκαν να συμμετάσχουν ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ.

18.1. -Κατάργηση των μνημονιακών νόμων που αφορούν την παιδεία. Θέσπιση μεταβατικού δημοκρατικού θεσμικού πλαίσιου λειτουργίας όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης.

-Επαναπρόσληψη όλων όσοι τέθηκαν σε διαθεσιμότητα ή απολύθηκαν. Κανείς εκπαιδευτικός, διοικητικός υπάλληλος ή σχολικός φύλακας δεν περισσεύει.

-Κατάργηση της «εργασιακής εφεδρείας» και των ευέλικτων μορφών εργασίας στην εκπαίδευση. Τήρηση της νομιμότητας στη λειτουργία των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων, διασφάλιση των εργασιακών δικαιωμάτων των ιδιωτικών εκπαιδευτικών και των εργαζόμενων σε αυτά.

Η πρώτη διακήρυξη είναι συνθηματολογική και άνευ περιεχομένου. Η επιτροπή παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να την εξειδικεύσει και συγκεκριμενοποιήσει, αλλά και να απαντήσει το ερώτημα: τι είναι δημοκρατικό πλαίσιο; Μήπως αυτό που οι συνδικαλιστές της Αριστεράς διακηρύσσουν όλα αυτά τα χρόνια; Ότι δηλαδή οι φοιτητές, ως πλειονότητα στην πανεπιστημιακή κοινότητα, πρέπει να έχει τον πρώτο λόγο στην εκπόνηση των προγραμμάτων σπουδών, στην εκλογή οργάνων και στη διοίκηση;.

Όσον αφορά στα θέματα επαναπρόσληψης, αυτά εντάσσονται στο πλαίσιο άσκησης γενικότερης πολιτικής από την εκάστοτε κυβέρνηση και αφορούν στο σκέλος δαπανών του κρατικού προϋπολογισμού. Κατά συνέπεια, είναι θέμα συζήτησης σε άλλο επίπεδο και όχι στο επίπεδο της διάρθρωσης του Εκπαιδευτικού Συστήματος, ενώ θα πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν και η νομιμότητα αρχικής πρόσληψης και μονιμοποίησης ορισμένων υπαλλήλων.

Τέλος, το θέμα της ευέλικτης μορφής εργασίας, τουλάχιστον στα ΑΕΙ είναι εκ των ων ουκ άνευ, όσον αφορά στους διδάσκοντες και στους ερευνητές. Οι μορφές εργασίας, όπως είναι οι επισκέπτες καθηγητές (visiting professors), οι εντεταλμένοι διδάσκοντες (instructors) και οι έχοντες σύμβαση έργου διδασκαλίας ή έρευνας για ορισμένο χρονικό διάστημα, θα συνεχίσουν να υπάρχουν, αφού οι προσωρινές ανάγκες για διδασκαλία σε ένα συγκεκριμένο Πρόγραμμα Σπουδών (ΠΠΣ ή ΜΠΣ), λόγω εκπαιδευτικής αδείας ενός καθηγητή, ή η απασχόληση σε συγκεκριμένο ερευνητικό πρόγραμμα δεν μπορεί να είναι παρά μόνον ορισμένου χρόνου.

18.2. Πάγωμα των καταργήσεων– συγχωνεύσεων στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση και επαναλειτουργία σχολικών μονάδων που καταργήθηκαν (νηπιαγωγεία- δημοτικά-γυμνάσια-λύκεια) βάσει αντικειμενικών κριτηρίων.

Σε προηγούμενο σχόλιο έχω ήδη αναφερθεί στους λόγους που υποχρέωσαν την τότε υπουργό παιδείας να προβεί στις απαραίτητες συγχωνεύσεις σχολικών μονάδων. Η επαναφορά μιας φαύλης προγενέστερης κατάστασης σχολείων με περισσότερους διδάσκοντες από τους μαθητές, όπου χιλιάδες διδασκόντων είτε απείχαν από τα καθήκοντά τους είτε υποαπασχολούντο μόνον τραγικές συνέπειες θα έχει στην εκπαίδευση και στους φορολογουμένους.

18.3. Διασφάλιση της χρηματοδότησης για τις πιεστικές ανάγκες της εκπαίδευσης. Αναπροσαρμογή των κονδυλίων του ΕΣΠΑ και ουσιαστική αξιοποίηση τους.

-Δέσμευση για σταδιακή αύξηση των κονδυλίων για την παιδεία και την έρευνα από τον κρατικό προϋπολογισμό ανάλογα με την οικονομική κατάσταση της χώρας.

Στο πρώτο θέμα, πρέπει να γνωρίζουμε ότι τα κονδύλια του ΕΣΠΑ 2007-2013 δεν μπορούν να αλλάξουν χρήση. Ήδη οι νομικές δεσμεύσεις έχουν ολοκληρωθεί από τις 31-12-2013 και οι απορροφήσεις θα ολοκληρωθούν με την ολοκλήρωση των έργων στις 31-12-2015. Το δε νέο ΕΣΠΑ 2014-2020 έχει ήδη εγκριθεί στο ύψος των 24,5 δις ευρώ και αναμένεται η κατάρτιση και έγκριση των επιμέρους δράσεων, που θα πρέπει να ολοκληρωθεί εντός του 2015.

Όσον αφορά στο δεύτερο, δεν διακρίνω δέσμευση εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ για αύξηση του προϋπολογισμού για την Παιδεία, αφού την συναρτά από την εκάστοτε οικονομική κατάσταση της χώρας. Θα περίμενα από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης την υιοθέτηση της πρότασης του ΔΙΚΤΥΟΥ για την Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και στην Ευρώπη για αύξηση του ποσοστού του ΑΕΠ στον μέσο ευρωπαϊκό όρο και απεξάρτηση από το εκάστοτε έλλειμμα. Ακόμη και αυτό όμως, προκειμένου να έχει θετικά αποτελέσματα, θα πρέπει να συναρτηθεί με έναν γενναίο Καλλικράτη (ή ένα δεύτερο Σχέδιο Αθηνά) με την κατάργηση και συγχώνευση Πανεπιστημίων και ΤΕΙ, αλλά και τμημάτων και σχολών εντός του ίδιου του ΑΕΙ.

 19.1. -Αλλαγές στις διοικητικές δομές του Υπουργείου Παιδείας και στην Κεντρική Διοίκηση που θα ανταποκρίνονται στης ανάγκες της εκπαίδευσης.

-Τερματισμός του πελατειακού συστήματος της απόσπασης των εκπαιδευτικών για την παροχή διοικητικού έργου και ταυτόχρονη ενίσχυση του απαραίτητου αριθμού μόνιμων διοικητικών υπαλλήλων.

-Επανένταξη στο διδακτικό έργου του σχολείου μεγάλου μέρους του εκπαιδευτικού προσωπικού που απασχολείται στην κεντρική διοίκηση.

-Κατάργηση των αναθέσεων έργων σε ιδιώτες. Επανεξέταση όλων των συμβάσεων των εταιριών «Τεχνικών Συμβούλων»( outsourcing).

-Υπαγωγή στο Υπουργείο Παιδείας όλων των σχολών που προσφέρουν Τεχνική-Επαγγελματική εκπαίδευση και εποπτεύονται από άλλα υπουργεία.

-Υπαγωγή όλων των τύπων βρεφονηπιακών σταθμών στην εποπτεία του Υπουργείου Παιδείας

-Έλεγχος και τήρηση της νομιμότητας στην ίδρυση και λειτουργία των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων.

Απολύτως σωστές προθέσεις, που πρέπει να γίνουν πράξη, πλην μίας. Τα ΑΕΙ έχουν ως πρακτική πλέον την ανάθεση της καθαριότητας και της φύλαξης, ακόμη και της συντήρησης, σε ιδιωτικές εταιρείες. Αυτό έχει επιφέρει μία σημαντική μείωση του κόστους συντήρησης, καθαριότητας και φύλαξης των εγκαταστάσεων, ενώ η κείμενη νομοθεσία επέτρεπε σε φύλακες και καθαρίστριες, με διάφορα προσχήματα, να μετατρέπονται σε διοικητικούς υπαλλήλους και να μένουν κενές οι θέσεις φυλάκων και καθαριστριών. Εξ άλλου, για το αυτοδιοίκητο των πανεπιστημίων και των ΤΕΙ, για τα οποία ο ΣΥΡΙΖΑ κόπτεται, δεν αφήνει περιθώρια στην εκάστοτε κυβέρνηση να παρεμβαίνει στα θέματα αυτά.

20.1. -Ανασυγκρότηση φοιτητικής μέριμνας. Σίτιση και στέγαση με την απαραίτητη αποκέντρωση των υπηρεσιών και πόρων στα Πανεπιστήμια και ΤΕΙ.

-Θεσμοθέτηση μαθητικής μέριμνας: οργάνωση σχολικών συσσιτίων, δεκατιανού για όλους τους μαθητές και γεύματος στα ολοήμερα δημοτικά, δημιουργία κοινωνικών κυλικείων.

-Δωρεάν προληπτικός υγειονομικός έλεγχος των παιδιών που δεν έχουν υγειονομική περίθαλψη και πλήρης ιατροφαρμακευτική κάλυψη μαθητών και φοιτητών.

-Δημιουργία φοιτητικών εστιών με μικρές παρεμβάσεις σε σχολάζουσες περιουσίες

-Κάλυψη των αναγκών και της αυξημένης ζήτησης για δημόσιους παιδικούς σταθμούς με άμεσα προγράμματα επεμβάσεων σε υφιστάμενα κτίρια σε συνεργασία με δήμους ώστε να λειτουργήσουν ταχύτατα ως δημόσιοι παιδικοί σταθμοί.

-Αναβάθμιση του μαθήματος των Ξένων Γλωσσών και Πληροφορικής στην Δημόσια Εκπαίδευση και δυνατότητα απόκτησης πιστοποίησης εντός της υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Κάλυψη των εκπαιδευτικών αναγκών των μαθητών εντός του Δημόσιου σχολείου (μουσική, καλλιτεχνικές δραστηριότητες, αθλητισμός, ηλεκτρονικοί υπολογιστές).

Τα σχολεία (δημοτικά, γυμνάσια και λύκεια) μπορούν να μετατραπούν σε πολιτιστικούς χώρους κάθε γειτονιάς και να λειτουργούν ως κέντρα δημιουργικής απασχόλησης, πολιτισμού, ενισχυτικής διδασκαλίας κλπ. Οι πολιτιστικές παρεμβάσεις που οργανώνουν τα ίδια τα σχολεία είναι πολύτιμες και οφείλουν να ενισχυθούν.

Προφανώς η οικονομική διάσταση και αυτών των μέτρων υπόκειται σε λεπτομερή κοστολόγηση και ιεράρχηση ενώ η πλήρης ικανοποίηση τους συναρτάται με την οικονομική κατάσταση της χώρας.

Σωστές είναι οι προθέσεις και οι ευχές που διατυπώνονται. Όμως το κόστος υλοποίησης θα είναι τεράστιο. Μόνον η σίτιση όλων των μαθητών (δημοτικών, γυμνασίων και λυκείων) ανέρχεται σε περίπου 1,3 δις ευρώ, ενώ η σίτιση και στέγαση των ενεργών φοιτητών ανέρχεται σε περίπου 1,2 δις ευρώ ετησίως. Αυτό δεν συμβαίνει σε καμμία χώρα της Ευρώπης και της Αμερικής.

Οι υπόλοιπες δράσεις, που αναφέρονται στο κείμενο, δείχνουν καλές προθέσεις, που ουδείς υπουργός παιδείας έχει μέχρι σήμερα αρνηθεί. Οι πλείστες μάλιστα από αυτές ήδη εφαρμόζονται σε όλη την Επικράτεια.

Τέλος, ένα κόμμα στα πρόθυρα της εξουσίας δεν επιτρέπεται να συμπεριλαμβάνει στο πρόγραμμά του τη φράση «η οικονομική διάσταση και αυτών των μέτρων υπόκειται σε λεπτομερή κοστολόγηση και ιεράρχηση ενώ η πλήρης ικανοποίηση τους συναρτάται με την οικονομική κατάσταση της χώρας», προβάλλοντας την προχειρότητα με την οποία συντάχθηκε το εν λόγω πρόγραμμα.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ