Πολιτικη & Οικονομια

Φαξ προς Bασιλάκη

Ο Γιάννης Φ. Ιωαννίδης γράφει για τα βίαια περιστατικά στη γειτονιά μας

115041-643605.jpg
Γιάννης Φ. Ιωαννίδης
ΤΕΥΧΟΣ 310
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
7878-17923.jpg

Δεν τον ήξερα τον άνθρωπο. Μου υπέδειξαν από το γραφείο του υπουργού να στείλω στον υπασπιστή του το φαξ, με το οποίο ζητούσαμε διακριτική αστυνομική παρουσία εκτός της αίθουσας σε εκδήλωση που προγραμματίζαμε για το νέο νόμο περί ελληνικής ιθαγένειας.Μια μεταρρύθμιση την οποία η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου είχε τεκμηριωμένα προτείνει, επιδιώκοντας το δημόσιο διάλογο για τον ανακαθορισμό της έννοιας του πολίτη στη Δημοκρατία. Είχαμε φόβους –που επαληθεύτηκαν– ότι θα γίνει εισβολή φασιστοειδών στην Παλιά Βουλή.

Από την άλλη άκρη της γραμμής μια ήρεμη, ευγενής και επιφυλακτική αντίδραση. Υπηρεσιακός ακουγόταν, παρά την κοινή μας καταγωγή, μου έδωσε αριθμό φαξ του γραφείου του αλλά μου συνέστησε να επικοινωνήσω με την αρμόδια υπηρεσία. Βρήκα το έγγραφο τυχαία χτες. Κάτι απροσδιόριστο με ωθεί να μιλήσω σήμερα, με αφορμή το θάνατο ενός αγνώστου. Φταίει ίσως που στο κάτω μέρος του χαρτιού έγραφα τα τηλέφωνα επικοινωνίας –σταθερό, κινητό–, δεν τα χρειάστηκε τότε, δεν τον ξαναπήρα κι εγώ, δεν χρειάστηκε. Και μετά τη δολοφονία του, δεν χρειάζεται οριστικά.

Προσπαθώ να σκεφθώ ψύχραιμα. Κάποια από όσα ζούμε έχουν ίσως ξανασυμβεί κι εδώ κι αλλού, άρα αυτό το «σε τι κόσμο ζούμε» κ.λπ. πιθανόν να μην ισχύει. Αλλά και πάλι, αυτή η αίσθηση ματαίωσης εξ αφορμής, κάθε λίγο και λιγάκι, ενός βίαιου περιστατικού επιμένει να με κυριεύει.

Εξάλλου τα συμβάντα συμβαίνουν δίπλα στο σπίτι ή στο γραφείο μου, σε μέρη που περπατώ, καμιά φορά σε γνωστούς μου. Το βράδυ που σκότωσαν τον Γρηγορόπουλο. Το βράδυ που η Κούνεβα αντιμετώπισε το αδιανόητο. Το βράδυ που γάζωσαν έναν αστυνομικό. Τα απογεύματα αργά, στις πλατείες κάτω από την Πατησίων, όταν οι «αγανακτισμένοι» επιτίθενται στους άθλιους των Αθηνών.

Το εμπρηστικό μεσημέρι στη Σταδίου, που, έχοντας καταληφθεί σαν κοριτσάκι από μια ακατάσχετη μελαγχολία, περιπλανήθηκα για ώρες μεταξύ Εξαρχείων και «ιστορικού» κέντρου, όταν αντίκρισα μια σκηνή που χαράχτηκε έκτοτε στο μυαλό μου: Μια εξαθλιωμένη γυναίκα, μάλλον άστεγη, σίγουρα πρεζόνι, πλησίασε έναν κάδο σκουπιδιών. Απεργίας ένεκα, με βουνά σακούλες γύρω, ο κάδος ήταν ξέχειλος και ανοιχτός, αναδίδοντας μια αφόρητη δυσωδία. Η γυναίκα προσπάθησε κάτι να ψάξει, σηκώθηκε στις μύτες των παπουτσιών, εντέλει υποχώρησε από την αηδία με αργές κινήσεις, ζωγραφίζοντας με την παλάμη της ένα μικρό εκκρεμές στον αέρα. Ούτε στα σκουπίδια λοιπόν δεν βρίσκεται αποκούμπι – όπως το κατάλαβε στο πετσί της και η οικογένεια του μικρού Αφγανού.

Προσπαθώ να διακρίνω την αδιόρατη σύνδεση αυτών των, φαινομενικά άσχετων, «μεμονωμένων» περιστατικών. Να κατανοήσω τους λόγους που δημιουργούν μια αμφιβολία για σχέδια και επιδιώξεις. Πασχίσαμε ορισμένοι για χρόνια να φέρουμε στο προσκήνιο ζητήματα δικαιωμάτων και είχαμε συνηθίσει να πιστεύουμε ότι ο λόγος μπορεί να φέρει αποτελέσματα. Και γι’αυτό υπερασπιστήκαμε με πάθος τη σοβαρότητα των λόγων, απέναντι στον ευτελισμό του νοήματος των λέξεων. Στο μέτρο των δυνατοτήτων μας, κάτι καταφέραμε, προσπαθώντας να μην αφήσουμε χέρσο το μερτικό που μας αναλογούσε από μια κληρονομιά αγώνων – κι αυτό είναι δύσκολο σε μια πεζή εποχή διάλυσης και κατακερματισμού.

Όμως το Δημοκρατικό Κράτος Δικαίου είναι πλαίσιο, συνθήκη, όριο ζωής και συμπεριφοράς, βιωμένος κανόνας του παιχνιδιού. Δεν πρόκειται βέβαια για κάποια σημαία ευκαιρίας, ούτε για κάποιο απολίτικο νομικό κατασκεύασμα, αλλά για μια βαθιά πολιτική επιδίωξη, που εξακολουθεί να εμπνέει και να συνενώνει δυνάμεις. Τα δικαιώματα των μεταναστών, των κρατουμένων, οι θρησκευτικές ελευθερίες, η καταπολέμηση της αστυνομικής αυθαιρεσίας, το δοκιμαζόμενο κοινωνικό κράτος, είναι ζητήματα δημοκρατίας και δεν θα πάψουμε να μιλάμε γι’ αυτά.

Κινδυνεύει, ωστόσο, να εκλείψει το κοινωνικό εκείνο κλίμα που επιτρέπει το σχετικό διάλογο. Στον καιρό του μνημονίου, ανάμεσα σε σκάνδαλα και διάχυτη βία, είναι βεβαίως δυσχερές να προτάσσει κανείς ζητήματα Κράτους Δικαίου και Δημοκρατίας. Εντούτοις η υπεράσπιση των δικαιωμάτων είναι, αν μη τι άλλο, μια υπενθύμιση ότι δεν ζούμε –ακόμα– σε κατάσταση πολιορκίας και αναστολής κάποιων άρθρων του Συντάγματος.

Πολύ θα επιθυμούσα, για να επανέλθω στην αρχική μου αφορμή, να στείλω με φαξ στον υπασπιστή του υπουργού Προστασίας του Πολίτη, το τεκμηριωμένο κείμενο που δημοσιεύσαμε πρόσφατα για τις παράνομες αστυνομικές προσαγωγές στις διαδηλώσεις. Η επικοινωνία αυτή δεν είναι πλέον δυνατή, λόγω θανάτου. Ας πούμε λοιπόν πως «η ζωή συνεχίζεται». Παρά τις απώλειες, πραγματικές και συμβολικές. Εξάλλου η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει. Απλώς, η χώρα στην οποία μεγαλώσαμε δίνει σιγά σιγά τη θέση της σε μια άλλη, όπου τα ως χτες αυτονόητα –στις αρχές, στις μεθόδους, στους στόχους– γίνονται κάθε μέρα και πιο περίπλοκα.

Στις δημοτικές εκλογές που έρχονται θα συμμετέχουν για πρώτη φορά μετανάστες. Έως τότε, και όσο πλησιάζουμε προς την ημέρα της ψήφου, το κέντρο της πόλης θα καθαρίζεται εντατικά με επιχειρήσεις σε κτίρια και δρόμους, όπου βρίσκουν καταφύγιο άστεγοι, ναρκομανείς και «λαθραίοι». Διαδηλώσεις θα αστυνομεύονται, κεκτημένα, δίκαια και άδικα, θα καταργούνται, οι κρατούμενοι μπορεί να στασιάσουν. Στο βουητό της πόλης θα μπερδεύονται, έτσι κι αλλιώς, φωνές για τα δικαιώματα. Να τις ακούσουμε.

Αθήνα, 4 Ιουλίου 2010

izakros@gmail.com

*Ο Γιάννης Φ. Ιωαννίδης, είναι δικηγόρος, ΓΓ Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ