Πολιτικη & Οικονομια

Ψωμί, φρέντο και σουβλάκι

Έτσι όπως πάμε, οι μισοί Έλληνες θα πουλάνε καφέ στους άλλους μισούς

4755-35205.jpg
Ανδρέας Παππάς
ΤΕΥΧΟΣ 496
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
76621-170640.jpg

Ελάχιστοι από τους αναγνώστες της «A.V.» είναι πιθανό να θυμούνται ή να έχουν δει την παλιά ιταλική ηθογραφία/κωμωδία «Ψωμί, έρωτας και φαντασία» («Pane, Amore e Fantasia»), με την πληθωρική Τζίνα Λολομπρίτζιτα. Ήταν τέτοια η επιτυχία που είχε στην εποχή του αυτό το εργάκι, ώστε υπήρξε και συνέχεια, με τον τίτλο «Pane, Amore e Gelosia» – κάπως σαν το «Λατέρνα, φτώχια και γαρίφαλο» και την αμήχανη συνέχειά του «Λατέρνα, φτώχια και φιλότιμο». Κατά τα άλλα, ο λόγος και σήμερα περί κρίσης και εξόδου (;) από αυτήν, και όχι βέβαια περί παλαιού κινηματογράφου και αναμνήσεων από τη δεκαετία του ’50.

Eδώ και μερικά χρόνια ο ρυθμός με τον οποίο κλείνουν μαγαζιά είναι, πράγματι, εντυπωσιακός. Ιδιαίτερα κατά την περίοδο 2010-2012, μεσολαβούσαν μόλις λίγες μέρες από τότε που είχες ξαναπεράσει από ένα σημείο της πόλης και τα καταστήματα με ταμπέλα «Ενοικιάζεται» στο τζάμι είχαν ήδη αυξηθεί. Σε δρόμους του κέντρου της Αθήνας, σε ορισμένα οικοδομικά τετράγωνα, δεν υπήρχαν πια παρά κάποια λίγα μαγαζιά, εδώ κι εκεί, που επιβίωναν. Δεν έχω σαφή εικόνα από την επαρχία ή από προάστια των Αθηνών, όπου τα πράγματα φαίνεται πως ήταν κάπως καλύτερα, αλλά στο εν ευρεία εννοία κέντρο της Αθήνας (και όχι μόνο το ιστορικό) μιλάμε για πραγματική «σφαγή».

Εδώ και μερικούς μήνες, χωρίς βέβαια η βασική εικόνα να έχει αλλάξει, θα τολμούσα να πω ότι, έστω και με πολύ δειλά βήματα ακόμη, η τάση έχει αρχίσει να αντιστρέφεται. Όχι μόνο δεν παρατηρείς νέα λουκέτα και νέα «Ενοικιάζεται», αλλά βλέπεις και μαγαζιά που είχαν κλείσει να λειτουργούν πάλι –ή, έστω, να ανακαινίζονται με σκοπό να λειτουργήσουν– με άλλη μορφή, άλλη διεύθυνση ή άλλο αντικείμενο. Για να μην παρεξηγηθώ ότι υποστηρίζω πως άρχισε η πολυπόθητη ανάκαμψη και ανάπτυξη, επαναλαμβάνω ότι μιλάω απλώς για τάση, και τίποτα περισσότερο.

Ωστόσο, το πιο εντυπωσιακό, κατά τη γνώμη μου, είναι πως σχεδόν όλα τα νέα καταστήματα έχουν σχέση με ένα συγκεκριμένο όργανο του ανθρώπινου σώματος: το στομάχι. Θα είχε πολύ ενδιαφέρον μια κοινωνιολογική ή άλλη μελέτη που θα εξηγούσε γιατί, εν μέσω κρίσης, αυξήθηκαν ειδικά τα σημεία όπου πωλείται καφές και όσα τον συνοδεύουν, τα κάθε είδους ψητοπωλεία και σουβλατζίδικα, και κυρίως οι φούρνοι. Και βέβαια, στις μέρες μας, όταν μιλάμε για φούρνο, δεν εννοούμε ένα μέρος όπου πωλούνται ψωμί, παξιμάδια και βουτήματα και όπου ψήνονται φαγητά στο ταψί. Μιλάμε για ιδιότυπα σουπερμάρκετ, όπου μπορεί κανείς να βρει καφέδες και χυμούς, παγωτά και γλυκά, πίτες και πίτσες, γιαούρτια και ψαγμένα σάντουιτς, μπρέτσελ και κίφελ, μάφιν και καπκέικ.

Με ενδιαφέρον, επίσης, θα περίμενα από κάποια άλλη μελέτη να μας εξηγήσει πώς είναι δυνατόν να μην απέχουμε πολύ από τη στιγμή όπου περίπου οι μισοί Έλληνες θα πουλάνε κάποιου είδους καφέ… στους άλλους μισούς, αλλά και πού οφείλεται αυτή η απίθανη έξαρση της φουρνομανίας και της κοψιδοφαγίας. Πολλά θα μπορούσε να σκεφτεί κανείς, έτσι πρόχειρα και ερασιτεχνικά. Είναι η υπερπροσφορά που έχει αναμφισβήτητα ρίξει τις τιμές (έφαγα τις προάλλες εξαιρετικό χοιρινό καλαμάκι με 1 ευρώ και ήπια χυμό από φρέσκα πορτοκάλια με 0,80!); Πρόκειται για αποτυπωμένες στο DNA μας και στο συλλογικό ασυνείδητο μνήμες της Κατοχής ή άλλων δύσκολων εποχών; Μήπως καμιά κρίση δεν είναι ικανή να πλήξει ιερά και όσια της φυλής όπως ο φραπές ή ο φρέντο; Μήπως στη χώρα μας, κρίση-ξεκρίση, ο άνεργος τριαντάρης, εκτός από ένα πιάτο παστίτσιο ή γεμιστά να τον περιμένει στο σπίτι και ένα κρεβάτι να κοιμηθεί στο πατρικό του, έχει κι ένα χαρτζιλικάκι από τους γονείς του για το φραπεδάκι του και την μπιρίτσα του;

Σε αυτό όμως το τελευταίο (για να αλλάξουμε και λίγο τον τόνο «επί το σοβαρότερον»), το πώς δηλαδή η ύπαρξη προνεωτερικών θυλάκων στην ελληνική κοινωνία έπαιξε ίσως καθοριστικό ρόλο στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίστηκε και αντιμετωπίζεται η κρίση από τους συμπολίτες μας, νομίζω ότι αξίζει τον κόπο να επανέλθω.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ