Πολιτικη & Οικονομια

Μήπως γιορτάζεις κι εσύ Δεκαπενταύγουστο;

Η χώρα μας κοιλάδα κλαυθμού

maria-mavrikaki.jpg
Μαρία Μαυρικάκη
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Πυροσβεστικό καναντέρ που πετά πάνω από εκκλησία
Στιγμιότυπο από πυρκαγιά στον Αμάραντο Σκοπέλου, 2018 © Eurokinissi/Λευτέρης Πούλιος

Η Μαρία Μαυρικάκη γράφει για τον φετινό Δεκαπενταύγουστο που είναι διαφορετικό από κάθε άλλη χρονιά.

Αν έχεις όνομα που παραπέμπει στην Παναγιά, είτε κοινό και χιλιοειπωμένο είτε πειραγμένο είτε ευρηματικό, σίγουρα θα με καταλαβαίνεις. Αναφέρομαι στις ευχές που λαμβάνουμε κάθε χρόνο και γεμίζουμε χαρά. Αναρτήσεις, κείμενα από αντιγραφή-επικόλληση, sms, τηλεφωνήματα, ομαδικές αναφορές γραμμένες στο χρονολόγιο με έντονα χρώματα σε φόντο φωσφορίζον, διακοσμημένες με καρδούλες, μπαλόνια και λοιπά σύμβολα χαρωπής διάθεσης των μέχρι τούδε ανέμελων αδειούχων. Αγαπητέ συνονόματε, πάντα μού προκαλούσε μια μικρή εσωτερική αναστάτωση η απανωτή αφισοκόλληση στον τοίχο μου, η αμφίβολη αισθητική των gif, τα αδηφάγα παρακαλώ που καταπιάνονταν σε δευτερόλεπτα τα ευχαριστώ μου. Τα καημένα δεν προλάβαιναν καν να συγκρουστούν με τα ευχαριστώ των υπολοίπων, που δέχονταν την ομαδική ευχή. Χάνονταν, καλυμμένα από τα πιο πρόσφατα ή τα πιο σχετικά, ανάλογα με τις ρυθμίσεις μου. Στο μεταξύ, ο χρήστης Χ με είχε προσθέσει σε μια δημοσίευση μαζί με 32 ακόμη, που μέχρι να διαβάσω, ειδοποιούν ότι ο χρήστης Ψ είναι μαζί με μένα και 96 ακόμη. Εκεί τσιμπιόμουν, αφού μόνη μου ήμουν.

Φέτος, όλα αυτά φαντάζουν πολυτέλεια. Η θερινή διάθεση έχει ατονήσει και οι ώρες των διακοπών δεν προσφέρονται πλέον για χαλαρά μηνύματα. Ο Αύγουστος μας έκανε ποδαρικό σαρωτικό, χτύπησε σημείο ζέσεως από την πρώτη μέρα. Το κόχλασμα συνεχίστηκε και τις επόμενες, καθόλου ήσυχες μέρες του Αυγούστου, ώσπου κατέληξε σε κόλαση. Όποιος δεν έχει βρεθεί σε τέτοιο σκηνικό, αδύνατον να αισθανθεί. Πάνω στη σύγχυση με κυρίεψαν γλυκανάλατες αναπολήσεις από δεκαπενταύγουστους των παιδικών χρόνων, μπάνιο με το πουλμαν στο Καβούρι, το βράδυ τα έξω φώτα αναμμένα, «σας φέραμε έναν δίσκο με πάστες», ναι, δίσκος το έλεγαν το κουτί, λικεράκι, «τύλιξέ μου το γλυκό, θα το πάρω μαζί». Οι αναμνήσεις τυλίγονται σε πυκνή αιθάλη, σπίτια και δέντρα στέκουν καρβουνιασμένα, οι οικείοι ήχοι της εστίας και του δάσους παύουν, ακούγεται μόνο η φρενίτιδα της φωτιάς.

Ξαναβουτώ στο παρελθόν, αναπολώντας τα πρώτα νιάτα και τη γιορτή συνδυασμένη με καράβια, πανηγύρια και νησιά, να μας βρίσκει σε «έρημες» παραλίες, όπου συνωστίζονταν ένα σωρό γνώριμο από το άστυ. Τα δροσιστικά μελτέμια μετατρέπονται σε άγριους ανέμους που καλπάζουν ανεμπόδιστοι πάνω μας. Οι εικόνες της καταστροφής μαστιγώνουν τη συνείδησή μας. Άλλοι από εμάς παθαίνουν αφωνία κι άλλοι βγάζουν το θυμό και την πίκρα τους σε ρουκέτες. Ο άφθονος ελεύθερος χρόνος δεν προσφέρεται πλέον για ευχές και σύσφιξη σχέσεων. Τη θέση τους παίρνουν πρωτοβουλίες αλληλεγγύης, κραυγές διαμαρτυρίας, διδακτισμοί, προβληματισμοί και θρήνοι. Στο μεταξύ κυλούν στην οθόνη οι τρομακτικές ειδήσεις, καταγράφοντας τη μικρότητά μας απέναντι στην παρενοχλημένη φύση. Η ομολογία του πεπερασμένου μας καθίσταται αυτονόητη.Πρότυπη δουλειά στην πυροπροστασία, νέα προσέγγιση με επίκεντρο την πρόληψη. Από την έπαρση στην ύβρη, ένα τσιγάρο δρόμος. Η νέμεση περιμένει στη στροφή. Ο άλλοτε άδειος Δεκαπενταύγουστος γιομίζει αποκαΐδια. Greece battles wildfires, όλη η κατάσταση μέσα σε τρεις λέξεις που ταξίδεψαν παντού. Η χώρα μας κοιλάδα κλαυθμού. Κι εμείς, οι τυχεροί, συνονόματε, που δεν πεθάναμε από κόβινντ, δεν δολοφονηθήκαμε από σύντροφο-τέρας, δεν υπομείναμε από τη λαίλαπα και τον όλεθρο παρά μόνο δύσπνοια και στάχτες στο μπαλκόνι μας. Εμείς, οι τυχεροί, έχουμε τη δυνατότητα να ευγνωμονούμε τους ήρωες, να συμπονούμε τους λαβωμένους και να συνεχίζουμε αναλογιζόμενοι αίτια και συνέπειες, μέχρι να επαναπροσδιορίσουμε τη στάση μας. Οι ευχές έπονται.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ