Πολιτικη & Οικονομια

Κατά των άκρων. Είναι αδιέξοδα και δεν έχει νόημα η διάκρισή τους

Η αντιμετώπιση των άκρων κάθε απόχρωσης απαιτεί ευρύτερη συνεννόηση, ένα εθνικό αντιδικτατορικό μέτωπο που θα τα ωθεί στο περιθώριο.

119851-268022.jpg
Κίμων Χατζημπίρος
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Πινακίδα μονόδρομος

Σχόλιο για τις ιδεολογίες των άκρων, τη διάκρισή τους, το δημοκρατικό κέντρο και την ορθολογική σκέψη

Η σύνεση επιβάλλει μετριοπάθεια στην πολιτική, σε αντίθεση με τον νεανικό ενθουσιασμό και τις παρορμητικές συμπεριφορές. Ωστόσο, οι φυγόκεντρες πολιτικές τάσεις μόνο δεινά μπορούν να φέρουν για τους νέους και το μέλλον.

Τα τελευταία δέκα επτά χρόνια έχουν σημαδευθεί από αλλεπάλληλα και σοβαρά προβλήματα, με αποκορύφωμα την οικονομική χρεωκοπία, την πανδημία και τις απειλές εξ Ανατολών. Όπως συμβαίνει και αλλού, οι αντιξοότητες φέρνουν γκρίνια. Συχνά αναζητείται η διέξοδος σε ακραίες ιδεολογίες, παρόλο που οι προτάσεις τους είναι απολύτως ατελέσφορες. Τα άκρα είναι αδιέξοδα και δεν έχει νόημα η διάκρισή τους σε κακά, καλά ή λιγότερο κακά. Ιδεολογίες πολιτικές, φιλοσοφικές ή θρησκευτικές, όπως ο φασισμός, ο ρατσισμός, ο κομμουνισμός, ο ισλαμισμός κ.λπ. έχουν ως κοινό γνώρισμα τον φανατισμό, γενικώς επιζητούν να επιβληθούν με τη βία και ωθούν σε άγριες κοινωνικές συγκρούσεις.

Είναι ανεύθυνοι όσοι αναθερμαίνουν τους εμφύλιους πολέμους. Ιδιαίτερες είναι οι ευθύνες ακραίων πολιτικών δυνάμεων που εχθρεύονται την κοινοβουλευτική δημοκρατία, περιφρονούν τους θεσμούς και αναζητούν τρόπους για να τους παραβιάζουν. Είναι εκπληκτικό ότι πολλοί άφρονες διανοούμενοι και «άνθρωποι του πολιτισμού», παραβλέποντας τις αλλεπάλληλες ιστορικές διαψεύσεις και ανθρώπινες τραγωδίες, εθελοτυφλούν μπροστά στα φανερά αδιέξοδα και εξακολουθούν να εκφράζουν συμπάθεια ή ενθουσιασμό για κάποια από τα άκρα. Προφανώς, ούτε η βαθυστόχαστη καλλιέργεια ούτε οι καλλιτεχνικές περγαμηνές είναι επαρκείς για να τιθασεύσουν τις αλόγιστες παραδοσιακές ρομαντικές ροπές.

Τη γήρανση ανθρώπων και ιδεών αντισταθμίζουν η κατάχρηση των συμβόλων, η ιδεολογική υπεραπλούστευση, το μπάχαλο, η καταφυγή στη βία και στα όπλα, η εθνικιστική και λαϊκοδημοκρατική δημαγωγία. Συνθήματα από άλλες εποχές επαναλαμβάνονται στερεότυπα, μολονότι η εμπειρία απέδειξε ότι είναι παραπλανητικά. Έτσι, «μαμή της Ιστορίας» δεν είναι η βία αλλά η γνώση και οι τεχνολογικές εφαρμογές. Οι ταξικές διαφορές είναι αδύνατο να ξεπερασθούν με το ταξικό μίσος. Ο λαός στις δημοκρατίες δεν είναι θεσμός αλλά η λαϊκή βούληση διοχετεύεται μέσω των θεσμών. Νόμος δεν είναι το «δίκιο του εργάτη». Η «αστική νομιμότητα» είναι όχι παγίδα αλλά αναγκαία μέθοδος για την κατοχύρωση των εξελισσόμενων ανθρώπινων δικαιωμάτων και την απάλυνση των πραγματικών αδικιών που προκαλούν η φυσική ή η οικονομική ισχύς. Η νομιμότητα προκύπτει από θεσμικές λειτουργίες, όχι από «την παλλαϊκή στήριξη» προς κάποιο δημοφιλές κίνημα. Η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο είναι το αναπόφευκτο αποτέλεσμα του οικονομικού ανταγωνισμού μεταξύ άνισων παραγόντων και η ρύθμισή της με δίκαιους κανόνες μπορεί να προστατεύει τον πιο αδύναμο και να εμποδίζει τις υπερβολές. Η νόμιμη εξουσία πρέπει να κατέχει το μονοπώλιο μιας λελογισμένης βίας, η άσκηση «βίας στη βία της εξουσίας» είναι καταστροφική. Κανείς δεν δικαιολογείται να σηκώνει όπλα εναντίον των θεσμών και τα όπλα από το παρελθόν πρέπει να πεταχτούν οριστικά αντί να κρατιούνται «παρά πόδα». Απερίσκεπτες ριζοσπαστικές δηλώσεις γεννούν συμπάθειες προς αυτούς που επιλέγουν τον «δρόμο της ένοπλης πάλης», καταλήγοντας στην τρομοκρατία και στην πυρπόληση «απεργοσπαστών». Μόνο όποιος κερδίζει τις εκλογές αναλαμβάνει την κυβέρνηση, δηλαδή τμήμα της εξουσίας, η υπόλοιπη εξουσία παραμένει διαμοιρασμένη σε ανεξάρτητους από την κυβέρνηση θεσμούς. Η ορθόδοξη ελληνοχριστιανική παράδοση δεν δικαιούται να εξομοιώνεται με εθνική ιδεολογία και να απαιτεί «τιμές αρχηγού κράτους». Η πατρίδα δεν ταυτίζεται με «το χώμα και το αίμα» ή με την «πολεμική αρετή», ο δε πατριωτισμός δεν συνεπάγεται μίσος για τις πατρίδες των άλλων. Αριστούχοι αλλοδαποί μαθητές έχουν κάθε δικαίωμα να γίνονται σημαιοφόροι. Ο πολιτισμός, αντί για τις κραυγές «Αλβανέ ή Σκοπιανέ, δεν θα γίνεις Έλληνας ποτέ», εξασφαλίζει την ενσωμάτωση όποιου δεχθεί τους θεσμούς της χώρας και ενστερνισθεί την «ημετέρα παιδεία».

Η εμπειρία εκατό χρόνων πολέμων, κρίσεων και απειλών έδειξε ότι οι πραγματικές λύσεις έρχονται μόνο από τις γνήσια δημοκρατικές πολιτικές δυνάμεις, εκείνες που δρουν στο πλαίσιο της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας χωρίς να θέτουν αστερίσκους. Έδειξε την ανάγκη να περιθωριοποιηθούν όσοι δεν υπακούουν στους αστικούς δημοκρατικούς θεσμούς, μηχανεύονται εξωθεσμικούς αγώνες για «την κατάχτηση και κατοχύρωση της λευτεριάς», συγκροτούν «λαϊκά δικαστήρια» και άλλα άνομα όργανα και προετοιμάζουν για την εξουσία τις «πρωτοπορίες» που μετά θα γίνουν νομενκλατούρα. Έδειξε ότι ένα αναγκαίο κριτήριο ένταξης στο δημοκρατικό τόξο είναι η ομαλή παράδοση της κυβέρνησης μετά από ήττα στις εκλογές, πράγμα που κάνουν τα περισσότερα κοινοβουλευτικά κόμματα αλλά κάποια άκρα δεν έχουν δεσμευθεί σε αυτό απερίφραστα. Έδειξε ότι υπάρχουν θύλακες που προσπαθούν να εγκαθιδρύσουν δικτατορίες, στρατιωτικές ή προλεταριακές. Έδειξε ότι το αίμα των εμφύλιων πολέμων δεν ξεχνιέται για πολλές δεκαετίες, όπως και τα αναπόφευκτα σκληρά μέτρα που ακολουθούν τον πόλεμο. Έδειξε ότι η αυταπάτη του «ηθικού πλεονεκτήματος» των ηττημένων καιροφυλακτεί, όπως και η αναθέρμανση του διχασμού με δημαγωγικά συνθήματα του τύπου «ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά». Έδειξε ότι η πολιτική δημοκρατία είναι κυρίαρχος στόχος, δεν ορίζεται υπό προϋποθέσεις, π.χ. σε πλαίσιο «εθνικής ανεξαρτησίας, λαϊκής κυριαρχίας και κοινωνικής απελευθέρωσης», ούτε υποτάσσεται σε προτεραιότητες αγώνων εθνικοαπελευθερωτικών ή αναδιανεμητικών. Έδειξε ότι η εμμονή σε διχαστικές «κάθετες αντιπαλότητες» εντός του δημοκρατικού χώρου ναρκοθετεί τις συγκλίσεις των μετριοπαθών δυνάμεων και ανοίγει τον δρόμο στον πολιτικό εξευτελισμό συνεργασιών με παραλλαγές του ολοκληρωτισμού.

Η απλή κοινή λογική ευδοκιμεί προπάντων γύρω από ένα δημοκρατικό κέντρο και τροφοδοτεί πολιτικές δυνάμεις που καλλιεργούν την μετριοπάθεια. Η ορθολογική σκέψη αντιλαμβάνεται και ερμηνεύει τα αδιέξοδα των κάθε είδους αγανακτισμένων, χωρίς όμως να κάνει εκπτώσεις στην καταδίκη της ιδεολογίας τους. Αναγκαία μεν η μελέτη για την κατανόηση αλλά χρειάζεται να καταλήγει και σε πολιτική παρέμβαση στα γεγονότα. Η αντιμετώπιση των άκρων κάθε απόχρωσης απαιτεί ευρύτερη συνεννόηση, ένα εθνικό αντιδικτατορικό μέτωπο που θα τα ωθεί στο περιθώριο. 

Καμία άβυσσος δεν χωρίζει  τις γνήσια δημοκρατικές δυνάμεις. Εκπροσωπούν ένα συνεχές φάσμα από μεταρρυθμιστικές εκδοχές, που αφορούν την φορολογία, την επιχειρηματικότητα, το κοινωνικό κράτος, την δημόσια ή ιδιωτική εκπαίδευση,  την απονομή δικαιοσύνης κ.λπ., ενώ συμπλέουν σε μεγάλο βαθμό σε θέματα δικαιωμάτων, λειτουργίας  της δημοκρατίας, άμυνας ή εξωτερικών σχέσεων. Ο θεμιτός ανταγωνισμός τους παράγει συμπληρωματικές προτάσεις μιας πορείας προς την οικονομική και κοινωνική πρόοδο. Αλλά και κανένα χάσμα δεν υφίσταται ανάμεσα στα άκρα. Δεν είναι παρά διαφορετικές μορφές του ολοκληρωτισμού. Προσπαθούν να εκμεταλλευθούν ποικίλα αιτήματα κοινωνικά, πατριωτικά, οικονομικά, συντεχνιακά, θρησκευτικά κ.λπ. για να κερδίσουν στους δρόμους αυτό που δεν μπορούν να πετύχουν με την ψήφο, ωθώντας άμυαλους διεκδικητές να κατεβαίνουν συνεχώς σε διαδηλώσεις και διαμαρτυρίες. Απωθημένο η «ρεβάνς» για την επίλυση μόνιμων ανοικτών λογαριασμών. Οι παρελθόντες εμφύλιοι δεν είναι αρκετοί, οι ηττημένοι αρνούνται να αποδεχθούν την ήττα, το ρακένδυτο φάντασμα του «επόμενου γύρου» πλανάται στον ορίζοντα. Ακόμα και αν τα φιλοπόλεμα όνειρα γίνουν πραγματικότητα, οι συγκρουσιακές ορέξεις δεν θα κορεσθούν, πάντα θα αναζητούν τέταρτο, πέμπτο, νιοστό γύρο. «Τουλάχιστον αν αρκούσαν μερικές εκατόμβες», τραγουδά μελαγχολικά ο George Brassens στο «Mourir pour des idées», «για ν’ αλλάξουν όλα επιτέλους, όλα να τακτοποιηθούν…»

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ