Πολιτικη & Οικονομια

Απόλογος για το 1821

Η πανδημία περιορίζει και εμποδίζει τις πανηγυρικές μαζικές εκδηλώσεις για τα 200 χρόνια από την Επανάσταση. Δεν εμποδίζει όμως τον κριτικό αναστοχασμό του γεγονότος

Κώστας Καρακώτιας
Κώστας Καρακώτιας
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Εύζωνες της Προεδρικής Φρουράς μπροστά από την υπαίθρια έκθεση προσωπογραφιών ηρώων της επανάστασης του 1821 στην περίφραξη του Εθνικού Κήπου
© ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΒΛΑΧΟΣ

Η δημιουργία του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους και ο εορτασμός των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση εν μέσω της πανδημίας του κορωνοϊού

Η Επανάσταση του 1821 κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είναι το ιδρυτικό γεγονός του σύγχρονου ελληνικού κράτους. Είναι το συμβάν που κατέστησε δυνατή την ανάδυση από τα ερέβη της ιστορίας του νεοελληνικού έθνους και τη συγκρότησή του σε κράτος και κοινωνία.

Η εκδήλωσή της όμως και η δεκαετής, περίπου, διάρκειά της είχε τα αναγκαία προαπαιτούμενα. Τέτοια ήταν η προηγηθείσα συγκρότηση κοινωνικών και οικονομικών δυνάμεων στον ελληνικό πληθυσμό που επιζητούσαν πλέον την εθνική τους αυτονομία, η ύπαρξη στις υπόδουλες περιοχές, με διάφορες μορφές, πότε ανυπότακτων και πότε ενσωματωμένων στο οθωμανικό σύστημα οργάνωσης, αρκετών συγκροτημένων ένοπλων ομάδων, των γνωστών αρματολών και κλεφτών, η ανάπτυξη του ρομαντικού φιλελληνικού κινήματος και βέβαια η δημιουργία επαναστατικών οργανώσεων στα κέντρα του παροικιακού ελληνισμού και στις τότε ευρωπαϊκές μητροπόλεις. Οι οργανώσεις αυτές, οι «μυστικές εταιρείες» σύμφωνα με το λεξιλόγιο της εποχής, λειτουργούσαν και δρούσαν συνωμοτικά γιατί οι αστυνομίες της ευρωπαϊκής απολυταρχίας, μετά την κυριαρχία της «Ιεράς Συμμαχίας» κυρίως, καιροφυλαχτούσαν και καταδίωκαν τις επαναστατικές φιλελεύθερες ιδέες και πράξεις. Η μεγαλύτερη οργάνωση και η πλέον καθοριστική βέβαια ήταν η «Φιλική Εταιρεία», ενώ υπήρχαν και άλλες όπως το «Ελληνόγλωσσο Ξενοδοχείο» στο Παρίσι και η «Φιλόμουσος Εταιρεία» στην Αθήνα αρχικά και στη Βιέννη αργότερα. Παράλληλα, αλλά και μέσω αυτών των διαδικασιών, άρχισε και η ιδεολογική συγκρότηση του επαναστατικού εθνικού αιτήματος. Εκτός από τις διάφορες απλοϊκές λαϊκές δοξασίες, καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωσή του είχαν η Γαλλική Επανάσταση και οι ιδέες του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού. Τις πολλαπλές αποκρυσταλλώσεις αυτών των εμβληματικών και αλληλένδετων γεγονότων «μετακένωσε» στον υπόδουλο ελληνισμό ένα μικρό αλλά υπολογίσιμο στρώμα διανοουμένων, με μεταφράσεις, με πρωτότυπα έργα, με εκδόσεις εντύπων, με τη διδασκαλία και τη δημιουργία σχολών σε διάφορες πόλεις. Το πολιτισμικό και πολιτικοκοινωνικό αυτό κίνημα ονομάστηκε νεοελληνικός διαφωτισμός και συνετέλεσε ιδιαίτερα στην εθνική αυτοσυνειδησία και στην αφύπνιση των Ελλήνων. Η πιο ριζοσπαστική πλευρά του δε, εκτός από την εναντίωση στη ζοφερή οθωμανική κυριαρχία, επεξέτεινε την κριτική της και στις παραδοσιακές εξουσιαστικές κοινωνικές δομές στο εσωτερικό της υπόδουλης ελληνικής κοινωνίας. Χαρακτηριστικό κείμενο αυτής της οπτικής και από τα πλέον εμβληματικά του νεοελληνικού διαφωτισμού είναι η «Ελληνική Νομαρχία, ήτοι λόγος περί ελευθερίας» που κυκλοφόρησε το 1806 στην Ιταλία από ανώνυμο συγγραφέα. Πρόκειται για μια εξαιρετικά βίαιη κριτική της τότε ελληνικής πραγματικότητας, έντονα αντικληρικαλιστική και επιθετική προς τις κοινωνικές κατηγορίες που εκμεταλλεύονταν τον υπόδουλο λαό και αντιδρούσαν στον φωτισμό και στην απελευθέρωσή του. Όλα αυτά βέβαια δεν ήταν εύκολα. Στο εσωτερικό της οθωμανικής αυτοκρατορίας η επαναστατική δράση καταστελλόταν βιαιότατα και η επίσημη εκκλησία αντιδρούσε έντονα στην εισαγωγή και την αναπαραγωγή των νεωτερικών ιδεών. Σταδιακά όμως οι προτεραιότητες, όπως ήταν φυσικό, αναπροσαρμόστηκαν. Προκρίθηκε η κατάκτηση της εθνικής ανεξαρτησίας και η κοινωνική αναδιάταξη θα ακολουθούσε. Και αυτό έγινε.

H πολλαπλή έκρηξη της Επανάστασης το 1821 και η αναγκαστικά θετική στάση, κάποια στιγμή, των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής είχαν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους. Η διαδρομή όμως ήταν δύσκολη και αιματηρή. Τον ενθουσιασμό των πρώτων νικών διαδέχθηκε η πίκρα των ηττών και των σφαγών, ο ηρωισμός συμβάδισε με οξύτατες εμφύλιες συρράξεις και η αυταπάρνηση με αθλιότατες συμπεριφορές. Η δολοφονία του Οδυσσέα Ανδρούτσου, για παράδειγμα, ήταν μία από αυτές, όπως και η φυλάκιση του Κολοκοτρώνη, όταν μάλιστα ο Ιμπραήμ προήλαυνε και κατέστελλε την επανάσταση στην Πελοπόννησο. Εκτός όμως από αυτές τις ακραίες πρακτικές, υπήρχαν και άλλες που δείχνουν και τη διαχρονική συνέχεια των ελληνικών ηθών. Όπως περιγράφει ο ιστορικός Μιχαήλ Σακελλαρίου στο βιβλίο του «Η απόβαση του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο» (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2012 ), οι καπετάνιοι των ένοπλων σωμάτων, όταν η κυβέρνηση έστελνε χρήματα για μισθοδοσία, δανείζονταν ο ένας πολεμιστές από τον άλλο, για να εμφανίζουν πιο πολλούς και να εισπράττουν περισσότερα. Όμως όλες αυτές οι σύμφυτες με κάθε μεγάλο ιστορικό γεγονός καταστάσεις και συμπεριφορές δεν μειώνουν την αξία της Επανάστασης. Το κράτος που κυοφόρησε και τελικά δημιούργησε, παρά τις μεταπτώσεις της ιστορίας που βίωσε, συγκρότησε σύγχρονους θεσμούς, εντάχθηκε εξ αρχής στην ευρωπαϊκή πολιτική και οικονομική στρατηγική, επέκτεινε τα σύνορά του και ενσωμάτωσε το μεγαλύτερο μέρος των ελληνικών πληθυσμών της ευρύτερης περιοχής.

Ήδη σήμερα, η Ελλάδα, 200 χρόνια από το 1821, παρά την παρατεταμένη κρίση που διέρχεται είναι παρούσα ανάμεσα στα πιο αναπτυγμένα κράτη του κόσμου. Προφανώς και πρέπει να αναδειχθεί και να γιορταστεί αυτή η επέτειος. Όμως η δυστοπική πραγματικότητα της πανδημίας περιορίζει και εμποδίζει τις πανηγυρικές μαζικές εκδηλώσεις. Δεν εμποδίζει όμως τον κριτικό αναστοχασμό του θαυμαστού αυτού γεγονότος. Τη μελέτη και την έρευνά του δηλαδή, την ανάδειξη των επιτευγμάτων αλλά και των λαθών του, την απομυθοποίηση κάποιων πλευρών του, την ερμηνεία των εσωτερικών του συγκρούσεων, την ένταξή του στη διαχρονία της ευρωπαϊκής ιστορίας. Και βέβαια την επανάγνωση των πεπραγμένων ή μη της ελληνικής κοινωνίας μέχρι τώρα, των πολλών ενδημικών της παθογενειών και της πολιτισμικής της συχνά αμφισημίας. Το ζητούμενο δε της επετείου δεν πρέπει να είναι η εκ νέου κατασκευή μιας ενιαίας εθνικής αφήγησης, αλλά η εκφορά των υπαρκτών πολλών και διαφορετικών λόγων για το 1821, χωρίς καταγγελίες και εξοβελισμούς. Ο ελεύθερος κριτικός έλεγχος του ιστορικού παρελθόντος είναι προϋπόθεση για την αιτούμενη ανοικτή και αναπτυγμένη κοινωνία του παρόντος και του μέλλοντος.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ