Πολιτικη & Οικονομια

Νέο εμβόλιο για κοντόμνημους και ανέμελους

«Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι και μας φέρνουν ταυτόχρονα σε μια περίεργη εξοικείωση με το θάνατο...»

89714-201619.JPG
Νίκος Καραχάλιος
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
pandemic-emvolio.jpg

Η αριθμητική της πανδημίας και ο λαός που χωρίς μνήμη είναι επιρρεπής είτε στο να επαναλάβει τα λάθη του παρελθόντος

 

Κάθε ιστορία έχει ένα ηθικό δίδαγμα.

Κάθε δράμα έχει ένα τίμημα και θα έπρεπε να έχει μία εποικοδομητική ανάμνηση.

Τι θα μας μείνει από την Πανδημία;

Θα διδαχθούμε κάτι ή θα την ξεχάσουμε σαν ένα κακό όνειρο διαρκείας και θα συνεχίσουμε σα να μην συνέβη τίποτε;

Ακόμη και στο ποδόσφαιρο -του οποίου οι περισσότεροι αρνητικοί πρωταγωνιστές δεν φημίζονται για την καλλιέργειά τους (παράγοντες και χούλιγκανς)- μετά από μία βαριά ήττα χρησιμοποιούν τη δήλωση κλισέ: «θα μελετήσουμε το βίντεο για να αναλύσουμε τα λάθη μας, και να μην τα επαναλάβουμε στο επόμενο παιχνίδι».

Εμείς ως κοινωνία τί μάθημα θα πάρουμε; θα έχουμε να θυμόμαστε κάτι;

Δυστυχώς φοβάμαι από πολύ λίγα έως τίποτε. Είμαστε «κοντόμνημοι» (short memory) [καταφεύγω στο νεολογισμό για να μην με μαλώσει ο κ. Μπαμπινιώτης].

Δεν χτίζουμε επάνω στις επιτυχές -τις οποίες ξέρουμε βέβαια να απολαμβάνουμε (μετρ στους πανηγυρισμούς), ούτε διδασκόμαστε από τις αποτυχίες, -τις οποίες γνωρίζουμε πως να δαιμονοποιούμε (μετρ στην αποσπασματική/επιλεκτική απώλεια μνήμης).

Παρατηρείστε τι κυριαρχεί κάθε βράδυ στα δελτία ειδήσεων: οι αριθμοί.

Για την ακρίβεια 3 αριθμοί. Είναι «οι αριθμοί του θανάτου»: θλιβεροί, αποκαρδιωτικοί, μακάβριοι.

Ο πρώτος είναι εδώ και καιρό διψήφιος ή τριψήφιος και αναφέρεται στους νεκρούς που αφήνει πίσω του ο κορωνοϊός.

Ο δεύτερος είναι επίσης σταθερά τριψήφιος. Αφορά τους διασωληνωμένους, όσους συνανθρώπους μας χαροπαλεύουν στις ΜΕΘ.

Ο τρίτος είναι σταθερά τριψήφιος ή τετραψήφιος. Όλοι αυτοί ανήκουν σε μια ομάδα που δεν είναι ποδοσφαιρική. Είναι η ομάδα «υψηλού κινδύνου». Είναι «τα κρούσματα». Η χρήση του πληθυντικού και το ουδέτερο γένος δημιουργούν από μόνα τους μια απόσταση, από τους υποψήφιους «φευγάτους».

Τώρα τελευταία, πρόσθεσαν στη ζωή μας και άλλους αριθμούς, πιο θετικούς. Αυτούς ας τους ονομάσουμε «αριθμούς της ελπίδας»:

  • 2: οι δόσεις των εμβολίων της Pfizer.
  • 95%: το ποσοστό «επιτυχίας» του εμβολίου.
  • 70%: το ποσοστό των ατόμων που πρέπει να εμβολιαστούν για να επιτευχθεί η περιβόητη ανοσία της αγέλης (μάλλον… ο Dr. Fauci μιλάει για 90%).
  • 11.000: τα κέντρα εμβολιασμού στη χώρα μας.
  • 150.000 ο αριθμός των πρώτων εμβολίων που θα παραδοθούν.
  • 2.000.000  εμβόλια το μήνα, όσα μας υποσχέθηκαν (αλλά μάλλον δεν θα τα παραλάβουμε on time).
  • Αλλά, και 40% (κατά μέσο) όρο το ποσοστό όσων εκφράζουν μεγάλες ή μικρές  επιφυλάξεις για το αν θα εμβολιαστούν.

Προσθέστε στους παραπάνω τους αντίστοιχους αριθμούς που αφορούν άλλες χώρες, για να γίνονται οι απαραίτητες συγκρίσεις και προσθαφαιρέσεις και το ήδη κουρασμένο από τα προβλήματα μυαλό σας έχει πλέον μπλοκάρει εντελώς.

Η Αριθμητική της πανδημίας προκαλεί από μόνη της μία άλλη αριθμοδημία infodemic (ή πληροφοριοδημία). Κάνει όμως και κάτι άλλο, ύπουλο, αδιόρατο και επικίνδυνο σαν τον ιό: προκαλεί κόπωση, σύγχυση, άρνηση και τέλος αποστασιοποίηση. Τι άλλο χειρότερο; Εξοικείωση.

Διάβαζα με προσοχή το άρθρο στην Athens Voice της έγκριτης Ψυχιάτρου Μαρίνας Λαλιώτη (by the way, αγωνιστικούς χαιρετισμούς στον παλιό μου εκλογικό «αντίπαλο», τον Κώστα).

Αντιγράφω: «ακόμα και όταν η ίδια η νόσος τεθεί υπό έλεγχο, οι πληγές που έχει ανοίξει συλλογικά, θα παραμείνουν ενεργές. Για πολύ κόσμο, η πανδημία ίσως να αποτελέσει στο τέλος της ημέρας απλώς μια ενοχλητική παρένθεση. Υπάρχουν ωστόσο σημαντικά μεγάλες ομάδες συνανθρώπων  μας, που θα εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν ιδιαίτερα αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης διαταραχής μετατραυματικού στρες, με συμπτώματα που θα έχουν το «πρόσωπο» της κατάθλιψης, των συναισθημάτων ενοχής, του άγχους, της απόσυρσης ή θα εκδηλώνονται με συνεχείς εφιάλτες και επίμονα flash backs».

Την ίδια ώρα η συνεχιζόμενη έκθεση στην απειλή και η διαρκής «εξοικείωση» με τον θάνατο και τον αδυσώπητο φόβο, την κάνει πιο μεταδοτική, επικίνδυνη, τρομακτική».

«Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι και μας φέρνουν ταυτόχρονα σε μια περίεργη εξοικείωση με το θάνατο, έναν θάνατο παγερό, μοναχικό, ασυντρόφευτο».

Γιατί στέκομαι σε αυτό το σημείο;

Γιατί τα 30 σχεδόν χρόνια μου στην κοινωνική έρευνα και τα δημόσια πράγματα, με έχουν διδάξει πως ένα από τα πιο σημαντικά μειονεκτήματα του λαού μας είναι η ασθενική μνήμη. Είμαστε «κοντόμνημοι». Και επειδή είμαστε και λαός «επιβιωτής», πολύ φοβάμαι πως μόλις περάσει αυτό το 2ο ή το επερχόμενο 3ο κύμα, θα σπεύσουμε να σπρώξουμε στο βάθος και του μυαλού και της ψυχής μας την τραγωδία και τον πόνο. Θα το κάνουμε με προχειρότητα, χωρίς  να έχουμε τελικά επεξεργαστεί τί μας συνέβη, ούτε γιατί μας συνέβη.

Θα βολευτούμε για άλλη μια φορά με την  βραχύβια ευφορία που δημιουργεί το θεραπευτικό ελληνικό καλοκαίρι και θα φροντίσουμε να «ξεχαστούμε». Αυτό δεν είναι απαραιτήτως κακό. Για λίγο. Δεν πρέπει όμως να  «ξεχάσουμε» για πάντα…

Γιατί;

Όσο και αν ακούγεται σκληρό, αν ξεχάσουμε, δεν θ’ αλλάξουμε. Όπως ξεχάσαμε τη Μάνδρα, το Μάτι, και  άλλες παλαιότερες και ίσως πιο πολύνεκρες τραγωδίες, θα ξεχάσουμε και την Πανδημία.

Η Βάσω Κιντή γράφει για «μια χρονιά που δεν θέλω να ξεχάσω». Συμφωνώ απόλυτα μαζί της και προσθέτω στο «θέλω» το «πρέπει». Ούτε τις άριες στα μπαλκόνια, ούτε τα φέρετρα του Μπέργκαμο. Αλλά και ούτε τους γιατρούς και τους νοσηλευτές που «ύψωσαν τον άνθρωπο πάνω από τον εαυτό τους». (καντ)

Γιατί λαός χωρίς μνήμη είναι ανιστόρητος και επιρρεπής είτε στο να επαναλάβει τα λάθη του παρελθόντος, είτε να μην αναγνώσει εγκαίρως τις απειλές που διαμορφώνονται από το μέλλον.

Γιατί επιμένω ό,τι δεν μας κάνει καλό να ξεχνάμε;  

Γιατί το δυστοπικό 2020 διάβασα πως «στην Αράχωβα η πληρότητα των ξενοδοχείων και των σαλέ υπερβαίνει το 88%»!

Η ειδησεογραφία των ημερών μάλιστα μας ενημερώνει για τη δυσαρέσκεια που προκαλεί στα κακομαθημένα αστόπαιδα η απαγόρευση μετακίνησης από νομό σε νομό χωρίς εύλογη αιτία (π.χ. επαγγελματική υποχρέωση).

«Μα καλά; Θα μας ανακόψει ο Χαρδαλιάς το Δρόμο προς την Αράχωβα;», αναρωτιούνται οι ανέμελοι χαροκόποι με τα πολυτελή αυτοκίνητα.

«Πώς θα κάνουμε εμείς Πρωτοχρονιά στα χιόνια;».

«Θα αφήσουμε τα σαλέ μας κλειστά;».

«Τα θηριώδη SUV μας στα γκαράζ;».

Πόσο καλό θα έκαναν ο Νίκος Χαρδαλιάς και ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης αν περνάγανε για όλους αυτούς τους βραχυμνήμονες μια ειδική διάταξη: όσοι επιμένετε να ξεφαντώνετε και να γλεντάτε σε βάρος της κοινής λογικής και του κοινωνικού συνόλου να κάνετε στο «δρόμο για τα γλέντια» μια μικρή παράκαμψη και να συναντήσετε «το Δρόμο της Ιστορίας». Δεν θα σας πάρει πολύ.  10 λεπτάκια μόνο, πριν τη στάση για τα παϊδάκια, για να μάθετε τί πάθανε 53  ελληνόπουλα.

Πού θα σταματήσετε;

Στο Δίστομο.

Οι περισσότεροι δεν κατανοούν τί σημαίνει «μαρτυρικό χωριό». Επίσης δεν αντιλαμβάνονται γιατί επιμένουμε στις πολεμικές αποζημιώσεις. Δεν είναι απλά ένα οικονομικό «αντάλλαγμα» που ζητάμε από τους Γερμανούς -ίσως καθυστερημένα- τώρα που διερχόμαστε κρίση και έχουμε ανάγκες. Είναι απαραίτητη συμβολική υπενθύμιση ανυπολόγιστης αξίας. Οι αριθμοί σε αποστασιοποιούν από τα γεγονότα. Τα «παγώνουν». Ίσως και εμένα -που ενοχλώ κάποιους- ως κήνσορας, μέχρι που ήρθε ένα παγωμένο απόγευμα του Δεκέμβρη του 2010, όταν επισκέφθηκα για πρώτη φορά το μνημείο των πεσόντων ηρώων της Σφαγής του Διστόμου. Μέχρι τότε αποτελούσε μια «ακόμη θηριωδία των κατακτητών». Μία μαύρη σελίδα στην ιστορία που κηλιδώνει έκτοτε τις σχέσεις των δύο λαών. Αποτελούσε «απλά» «μια ακόμη θηριωδία των Γερμανών κατακτητών».

Αυτό έγραφε ιστορικό κλισέ στο μυαλό μου. Όμως, κοιτάζοντας πιο προσεκτικά τις μαρμάρινες επιτύμβιες στήλες με τα 228 ονόματα συνειδητοποίησα ότι 53 ήταν παιδιά κάτω των 16 ετών. Δεν θα ξεχάσω πως ανάμεσά τους ήταν έμβρυα εγκύων γυναικών, πολύ μικρά, δίχρονα,  τρίχρονα… Και δυστυχώς ποτέ το όνομα της Ζωής Σταθά. Ήταν 3 μηνών μωρό όταν  πήραν τη ζωή της Ζωής. «Την Ευφροσύνη Αναστ. Σταθά την σκότωσαν με τα 4 παιδιά της. Το μεγαλύτερό της παιδί ήταν 7 ετών, το μικρότερο 3 μηνών, το βρήκαν σφαγμένο με τα εντόσθια τυλιγμένα στο λαιμό του και τον αποκομμένο μαστό της μητέρας του στο στόμα. Εφόνευσαν και τον γέροντα πατέρα της Ευφροσύνης. Τα παιδιά ελέγοντο Γιάννης, Ελένη, Θωμάς και το μικρό Ζωή. (Από  τη μαρτυρία της Έλλης Αδοσίδου, 20 Ιουνίου 1944 στο βιβλίο του Τάκη Λάππα «Η Σφαγή του Διστόμου»).

Ας κάνουν λοιπόν μια δεκάλεπτη παράκαμψη εδώ οι ανέμελοι μεγαλοαστοί Αθηναίοι με τα πολυτελή SUV, που ανεβαίνουν για το χιονοδρομικό και τις χασαποταβέρνες στον Παρνασσό στις γιορτές για να «ξεχαστούν». Και μερικοί αριθμοί για να μην ξεχάσουν: στρίβουν αριστερά στον κόμβο για Δίστομο 160 χλμ από την Αθήνα και μόλις 15 χλμ πριν από την Αράχωβα. Και τότε η κενή, υλιστική ζωή τους, ίσως αποκτήσει νόημα μέσα από την ανάμνηση της Ζωής.

Αν δεν τους το επιβάλλει η «Αστυνομία της Μνήμης» (Γιόκο Ογκάουα, εκδ. Πατάκη) ας πάρουν μια αυτοδιδακτική πρωτοβουλία αυτοβελτίωσης (δεν θα τη βρουν στα self-help books που διαβάζουν για να γίνουν καλύτεροι managers).

Η αριθμητική της εξοικείωσης με το θάνατο δεν μας κάνει καλό. Γι’ αυτό κάνω μια δεύτερη πρόταση, που δεν θα αρέσει καθόλου στους καναλάρχες και τους διευθυντές ειδήσεων των καναλιών: να αναφέρουν τα μικρά ονόματα και  τις ηλικίες των συνανθρώπων μας που φεύγουν κάθε ημέρα. Είναι άνθρωποι δεν είναι απρόσωποι αριθμοί.

Η προσωποποίηση του δράματος το κρατάει άσβηστο και στην ατομική και στην συλλογική  ιστορική, την Εθνική Μνήμη όταν πίσω από τους ψυχρούς  αριθμούς αναδειχθούν οι ανθρώπινες ιστορίες.

 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ