Πολιτικη & Οικονομια

Ο ιός της κουτοπονηριάς…

Αναπτύξαμε όλα τα ταλέντα για να προσαρμόσουμε τα μέτρα στις δικές ανάγκες μας ή να επιδείξουμε το πόσο απείθαρχοι μάγκες είμαστε στην παραβίαση τους

4628-666073.jpg
Προκόπης Δούκας
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
athina-koronoios-pandimia-covid-19.jpg
© EUROKINISSI / ΝΕΚΤΑΡΙΑ ΜΠΑΛΩΜΑΤΙΝΗ

Οι ίδιοι άνθρωποι που ζητούσαν περισσότερα μέτρα κατά του κορωνοϊού, αντιδρούσαν στη συνέχεια για την καταπίεση που αυτά προκαλούσαν.

Η εικόνα στο κέντρο της Αθήνας, τις μέρες των Χριστουγέννων, ήταν απογοητευτική: Τουλάχιστον οι μισοί έκαναν τις βόλτες τους με κατεβασμένη τη μάσκα. Προφανώς τους είχαν πει ότι το 6 στο SMS ήταν για «άθληση», με τον καφέ και το τσιγάρο στο χέρι. Και δεν είχαν ούτε καν την ευαισθησία να κάτσουν σε ένα πεζούλι, για να τα απολαύσουν, χωρίς να πλησιάζουν άλλους…

Τον Μάρτιο, ο φόβος του άγνωστου και οι εικόνες από το Μπέργκαμο μας έκαναν να πειθαρχήσουμε. Ο έλεγχος ενός απόλυτου lockdown ήταν σχετικά πιο εύκολη υπόθεση για τις αρχές. Και ο οριζόντιος αποκλεισμός δεν άφηνε πολλά περιθώρια σε αντιρρησίες και παραβάτες. Σε συνδυασμό με την έγκαιρη λήψη των μέτρων, η Ελλάδα έκανε την παγκόσμια έκπληξη. Μια επίδοση η οποία ακόμα κρατάει, ως η καλύτερη επικοινωνιακή επένδυνση (κάτι που δεν αγοράζεται), παρά την πορεία μας στη συνέχεια. 

Και μετά, επαναπαυθήκαμε στις δάφνες μας. Αφήσαμε τον χειρότερο εαυτό μας να φανεί. Και μαζί με αυτόν, αφήσαμε το πιο προβληματικό κομμάτι της κοινωνίας μας, τους θρασύδειλους ψευτο-επαναστάτες της άρνησης, να αλωνίζουν ελεύθερα. Φυσικά κανείς από αυτούς δεν διανοήθηκε να πάει να εκτεθεί στον κορωνοϊό, βοηθώντας για παράδειγμα σε μια ΜΕΘ. 

Έτσι αναπτύξαμε όλα τα ταλέντα για να προσαρμόσουμε τα μέτρα στις δικές ανάγκες μας ή να επιδείξουμε το πόσο απείθαρχοι μάγκες είμαστε στην παραβίαση τους. Είναι πραγματικά εντυπωσιακό πόσοι ελαφρόμυαλοι ένοιωσαν την ανάγκη να συμμετάσχουν σε διαφόρων ειδών συνωστισμούς. Τα σχολεία έκλεισαν, κατά κύριο λόγο, όχι γιατί τα παιδιά είναι μεταδότες, αλλά γιατί οι γονείς έβρισκαν ευκαιρία να κατεβάσουν τη μάσκα και να πιουν καφεδάκι σε πηγαδάκια, διότι τους είχε λείψει η κοινωνικότητα. Ακόμα και υπάλληλοι σε καταστήματα ήταν, σε όλο το διάστημα πριν την έλευση του χειμώνα, με τη μάσκα κατεβασμένη. Και ακόμα είναι. 

Προφανώς και το μίγμα των αποκλεισμών είναι ένα πρωτόγνωρο δύσκολο παζλ, στο οποίο εύκολα χωρούν λάθη ή ακόμα και μικροπολιτικοί τακτικισμοί. Η κριτική όμως στους χειρισμούς πήρε πολλές φορές έναν ανερμάτιστο, σχεδόν σουρεαλιστικό τόνο. Οι ίδιοι άνθρωποι που ζητούσαν περισσότερα μέτρα, αντιδρούσαν στη συνέχεια για την καταπίεση που αυτά προκαλούσαν.

Μια ολόκληρη κοινωνία, χωρίς σχεδόν καμία επιστημονική γνώση, άρχισε να συζητάει «γιατί αυτό κι όχι εκείνο». Γιατί για παράδειγμα ανοίξαμε τον τουρισμό, τα σχολεία ή τα νυχάδικα, αδυνατώντας να διακρίνει ανάμεσα σε αυτό που έχει κόστος, αλλά είναι χρήσιμο και ελεγχόμενο - και σε εκείνο που είναι παντελώς άχρηστο και επιζήμιο. Αμφισβητήσαμε τις μάσκες που κάποτε απαιτούσαμε, μας ξίνισε το εμβόλιο, επικαλούμασταν επί ματαίω το Σύνταγμα, ανασύραμε όποια θεωρία ή δήθεν πληροφορία μας κατέβαινε στο κεφάλι. 

Αποδεδειγμένα ανίκανο πολιτικό προσωπικό άρχισε να ασκεί κριτική για ανικανότητα, ενώ την ίδια ώρα πρότεινε για υπουργό υγείας μια επιστήμονα που προπαγάνδιζε τη Θεία Κοινωνία. Μια τεράστια δυσανεξία στην έννοια της ατομικής ευθύνης, εκδηλωνόταν συνήθως με το «γιατί μας κουνάτε το δάχτυλο», κλασική αφήγηση του ανεύθυνου πολίτη, που τα ρίχνει όλα στο κράτος-πατερούλη.  Και ταυτόχρονα, οι πλέον αντιφελελεύθεροι έγιναν υπέρμαχοι φιλελεύθερων αξιών, «γιατί μας χειρίζονται και μας μαντρώνουν».

Με τη συνήθη έλλειψη παιδείας, εμφανιζόταν ως πανάκεια η αύξηση των κλινών ΜΕΘ, ενώ η εμπειρία της Ιταλίας και της Ισπανίας, αλλά και τα απλά μαθηματικά του γυμνασίου έδειχναν καθαρά ότι αν αφήσεις την μόλυνση να αυξηθεί εκθετικά, δεν σε σώζει κανένα ρεαλιστικό σύστημα υγείας στον κόσμο, όσες κλίνες και να διαθέτει. 

Σε ένα ρεσιτάλ ανοησίας ακούστηκαν οι πιο ανήκουστοι «προβληματισμοί», τόσο από αριστερά, όσο και από δεξιά. Μας έφαγε η αγωνία για το ρεβεγιόν, το μποτιλιάρισμα και η χλεύη για το click away. Αφήστε που είμαστε η μόνη χώρα που δεν μπορεί να συμφωνήσει στην ανάγκη μιας (αυτονόητης) καμπάνιας για να πειστεί ο πληθυσμός να ακολουθήσει τα μέτρα.

Βεβαίως και η πανδημία είναι για πολλούς αφόρητο πλήγμα. Βεβαίως και η ανεργία είναι εφιάλτης. Βεβαίως και η κατάσταση για παιδιά και νέους, που αποκλείονται στο σπίτι είναι τραυματική. Βεβαίως και το ζήτημα της ψυχικής υγείας είναι σημαντικό. Ακόμα σημαντικότερο είναι το ζήτημα της κακοποίησης στο σπίτι, που εντάθηκε λόγω αποκλεισμού. Αλλά το να γίνεται άλλοθι για το πώς πρέπει να βρούμε τρόπους για να ξεσκάσει όποιος δεν έχει προβλέψει ώστε να έχει ισορροπία ή περιεχόμενο ζωής, υπάρχει τεράστια απόσταση. Στη μεγαλύτερη μεταπολεμική κρίση παγκοσμίως, οφείλαμε να έχουμε μια άλλη επικρατούσα οπτική. 

Όπως πολύ σωστά επισήμαναν οι πιο σώφρονες, οι προηγούμενες γενιές έχουν περάσει πολύ χειρότερα, με πολέμους, εξορίες, εμφύλιο και πείνα. Στη χούντα άνθρωποι διώχθηκαν, βασανίστηκαν και σκοτώθηκαν. Μετά από 40 χρόνια ανέμελης ανάπτυξης, μας ήρθαν η οικονομική και η υγειονομική κρίση - και οι σημερινές σφαίρες είναι ο ιός εκεί έξω. Αλλά δεν μας βομβαρδίζουν, δεν αντιμετωπίζουμε επιστιστική κρίση και είμαστε ασφαλείς μέσα στο σπίτι μας. Ας σκεφτούμε για μια στιγμή μόνο, τον κάτοικο της Συρίας που έφυγε από σπίτια-χαλάσματα, για να μεταφέρει στην αγκαλιά του το παιδί του, με τα πόδια, από την Αθήνα στην Ειδομένη.

Ενώ ήταν γνωστό ότι θα έρθει το δεύτερο κύμα, πιαστήκαμε απροετοίμαστοι, όπως οι περισσότερες άλλωστε ανεπτυγμένες χώρες, γιατί δεν μπορέσαμε να διαχειριστούμε την επιβεβλημένη ελάφρυνση των περιορισμών και την καθημερινότητα μας. Όχι όμως γιατί δεν διπλασιάσαμε τα ήδη διπλασιασμένα κρεβάτια στις ΜΕΘ. Αλλά γιατί δεν μπορέσαμε να προετοιμαστούμε, ώστε να επεκτείνουμε χρονικά τα μέτρα με ασφάλεια. Ούτε το δημόσιο, ούτε ο ιδιωτικός τομέας, πλην εξαιρέσεων (όπως τα διάφορα ψηφιακά bypass, που έπρεπε να είχαν γίνει εδώ και χρόνια) μπόρεσαν να ανταποκριθούν στις νέες συνθήκες. Το αποδεικνύει το έμφραγμα στην τηλεφωνική εξυπηρέτηση, στα τηλεπικοινωνιακά δίκτυα, στις ταχυμεταφορές, στο ψηφιακό εμπόριο.

Φυσικά και η κυβέρνηση έχει ευθύνες, όπως είχε και δικαίωμα να πανηγυρίζει στην πρώτη φάση της πανδημίας, την άνοιξη. Πρώτα από όλα γιατί έχει την αποστολή να προβλέψει συμπεριφορές και να μην επικαλείται το φιλότιμο. Κυρίως, γιατί έδωσε το κακό παράδειγμα, είτε με εκδηλώσεις κομματικής πελατοκρατίας, είτε με χειροφιλήματα, είτε με μηνύματα χαλάρωσης, είτε με δημόσιες εμφανίσεις που αμφισβητούσαν τα ίδια της τα μέτρα. 

Ύστερα, γιατί δεν μπόρεσε να απαρνηθεί το DNA του κόμματος, το «Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια». Και ανέχτηκε επί μήνες ένα απαράδεκτο αλισβερίσι ανευθυνότητας με την εκκλησία, φοβούμενη μήπως δυσαρεστήσει το χριστεπώνυμο πλήθος που ψηφίζει Νέα Δημοκρατία. Αντί να επιβάλει αυστηρά μέτρα για την τήρηση των υγιειονομικών μέτρων στις εκκλησίες, μονίμως τα «μάσαγε» με τη μετάληψη από το ίδιο κουταλάκι, ενώ δεν είχε το σθένος να τιμωρήσει πολλαπλά τους ιερωμένους, που ουδόλως τιμούν το δημόσιο λειτούργημα τους, αλλά θέλουν και το μισθό ολόκληρο και το ψευτο-αντάρτικο χορτάτο. 

Η κυβέρνηση φοβήθηκε να εφαρμόσει δοκιμασμένες συνταγές και υστέρησε απίστευτα στην καθιέρωση αυστηρών προστίμων, όπως αυτά για παράδειγμα που ισχύουν για την αδήλωτη εργασία (ένα πολύ λιγότερο σημαντικό παράπτωμα, σε εποχή πανδημίας, που τιμωρείται με 10.500 ευρώ), ώστε να αποθαρρύνει πλήρως τον κάθε ασυνείδητο που έπαιζε με τη δημόσια υγεία. 

Η αστυνόμευση ήταν ως συνήθως ελλιπής, αποδεικνύοντας μία ακόμη φορά ότι τα σώματα ασφαλείας, ενώ μπορούν να είναι αποτελεσματικά σε περιόδους κρίσεων όπως αυτή του Έβρου, όταν πρόκειται για την καθημερινότητα υστερούν δραματικά. Έτσι, πανηγύρια, κρυφά και φανερά πάρτυ, γάμοι, βαφτίσια και άλλες εκδηλώσεις, όπως και πορείες διαμαρτυρίας και μεταπολιτευτικά τοτέμ πολιτικής ιεροτελεστίας λειτούργησαν ως super spreaders της χαμηλής νοημοσύνης, αλλά βεβαίως και του κορωνοϊού. 

Στα λεωφορεία, αστικά και υπεραστικά, σπανίως υπήρχε αστυνόμευση, όταν υπήρχαν επιβάτες που φορούσαν πλημμελώς ή καθόλου τη μάσκα, ενώ ήταν στοιβαγμένοι σαν σαρδέλες. Η κλασική αδυναμία μετακύλισης της ευθύνης (που θέλει τον υπάλληλο ή τον καταστηματάρχη να μην έχει προσωπική συμμετοχή στην εκδίωξη του παραβάτη από τον χώρο του) λειτούργησε ως carte blanche αδιαφορίας για τις συνέπειες. 

Και σα να μην έφταναν όλα αυτά, στην πιο κρίσιμη περιοχή της Αττικής, λόγω πολιτιστικά διαφορετικών και ανεξέλεγκτων πληθυσμών, στο κέντρο της Αθήνας, η κυβέρνηση ενέκρινε το σχέδιο του Μεγάλου Περιπάτου, που μεταξύ άλλων προσπαθούσε να αποθαρρύνει τους Αθηναίους από το να κινηθούν με το μόνο ασφαλές μηχανοκίνητο μέσο μεταφοράς, που ήταν το ΙΧ τους.

Ωστόσο, το να εθελοτυφλεί κανείς επιρρίπτοντας όλη την ευθύνη στην κυβέρνηση, είναι αστείο. Την ώρα που ένα υγιές και ηρωικό κομμάτι της κοινωνίας έδινε τη μάχη στην πρώτη γραμμή, ώστε να λειτουργήσουν όλα, είναι κυριολεκτικά απειροελάχιστοι αυτοί που τηρούσαν κατά γράμμα τις υποχρεώσεις του πολίτη, για την προστασία της υγείας των άλλων. 

Βάζαμε και βγάζαμε τη μάσκα από την τσέπη, την ακουμπούσαμε με τα χέρια μας, την ξαναχρησιμοποιούσαμε, την κάναμε διακοσμητικό σαγωνιού. Παραβιάσαμε με κάθε τρόπο την απαγόρευση του συνωστισμού και την αυστηρότητα των μετακινήσεων, χρησιμοποιώντας τα SMS για οτιδήποτε μας βόλευε. Αρνηθήκαμε να γίνουμε ενεργοί πολίτες, εξοστρακίζοντας όσους (πολλούς είναι η αλήθεια) έγιναν καθημερινοί νταβατζήδες της υγείας μας, απειλώντας να μας κολλήσουν, με την εγκληματική τους ανευθυνότητα. Είμαστε άξιοι της τύχης μας. 
 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ