Πολιτικη & Οικονομια

Και αυτοί στον κόσμο τους

Είναι καιρός να παραδεχτούμε ότι απέναντί μας έχουμε πολίτες που πράγματι πιστεύουν ότι ο κόσμος είναι πολύ διαφορετικός από αυτόν που εμείς πιστεύουμε ότι είναι

81922-183211.jpg
Παντελής Καψής
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
ΑΘΗΝΑ - ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΕΤΕΙΟ ΤΗΣ ΕΞΕΓΕΡΣΗΣ ΤΟΥ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ
© EUROKINISSI/ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ

Η πανδημία του κορωνοϊού στην Ελλάδα, η αναγκαιότητα του lockdown, οι πορείες διαμαρτυρίας παρά τις απαγορεύσεις, η στάση της κυβέρνησης και οι αντιδράσεις

Στην Ουάσιγκτον, χιλιάδες οπαδοί του Τραμπ συγκεντρώθηκαν διαμαρτυρόμενοι γι’ αυτό το οποίο θεωρούν απόλυτα σίγουρο. Ότι δηλαδή ο υποψήφιός τους νίκησε στις εκλογές και οι Δημοκρατικοί θέλουν να του κλέψουν τη νίκη. Καμιά ανάλυση, κανένα στοιχείο δεν πρόκειται να τους πείσει για το αντίθετο. Στην Αθήνα πάλι ο αριθμός των συγκεντρωμένων ήταν μικρότερος. Ήταν και αυτοί ωστόσο, όπως και χιλιάδες ομοϊδεάτες τους, απόλυτα βέβαιοι ότι η κυβέρνηση προσπαθεί με αυταρχικό τρόπο να περιορίσει το δικαίωμα στη διαμαρτυρία χρησιμοποιώντας ως πρόσχημα την πανδημία. Ο αριθμός των νεκρών και τα χιλιάδες κρούσματα κάθε μέρα δεν κλονίζουν τις πεποιθήσεις τους. 

Είναι καιρός για όλους μας, όλα τα κόμματα και όλους τους πολίτες που ενδιαφερόμαστε για το κοινό μας αύριο, να ζήσουμε την «στιγμή Τσακαλώτου». Να παραδεχτούμε δηλαδή ότι απέναντί μας δεν έχουμε «πολιτικούς απατεώνες» αλλά πολίτες που πράγματι πιστεύουν ότι ο κόσμος είναι πολύ διαφορετικός από αυτόν που εμείς πιστεύουμε ότι είναι. Ότι μπορεί λογικοί και με ισχυρό ηθικό υπόβαθρο άτομα να έχουν ριζικά διαφορετικές απόψεις από εμάς. Ναι σίγουρα κάποιοι κοροϊδεύουν, ενισχύουν αυτή την αναντιστοιχία ανάμεσα στο τι είναι και στο τι πιστεύουμε ότι είναι, για το δικό τους μικροπολιτικό όφελος. Όμως αυτό δεν ισχύει για την πλειονότητα.

Εκεί που εμείς θεωρούμε απόλυτα αναγκαίο τον σεβασμό του λοκντάουν για να περιοριστούν οι θάνατοι, αυτοί ειλικρινά πιστεύουν ότι βρίσκεται σε εξέλιξη σχέδιο δημοκρατικής εκτροπής. Εμείς, όποιοι κι αν είμαστε «εμείς», μπορεί να θεωρούμε ότι η Ελλάδα είναι μια δημοκρατική χώρα, αυτοί όμως ακούνε το σύνθημα «η χούντα δεν έπεσε το 1973» χωρίς να σοκάρονται. Δεν έχουν κανένα πρόβλημα να πουν ότι ο Μητσοτάκης με τον Χρυσοχοΐδη στήνουν ένα καθεστώς αστυνομοκρατίας. Εμείς μπορεί να πιστεύουμε ότι είναι αναγκαίες οι μεταρρυθμίσεις για να γίνει η οικονομία πιο ανταγωνιστική, αυτοί τις θεωρούν ένα ακόμα δώρο στο κεφάλαιο, μια συντονισμένη προσπάθεια για την λεηλασία των λαϊκών εισοδημάτων. Σαν να ζούμε σε διαφορετικούς κόσμους. Φυσικά, η λίστα των αντιθέτων μπορεί να είναι πολύ μεγάλη. Το ότι στη ζωή δεν είναι ποτέ τα πράγματα μαύρο-άσπρο έχει μικρή σημασία. Οι πολιτικές αντιλήψεις που διαμορφώνονται είναι διαμετρικά αντίθετες, τόσο που στην πράξη ουσιαστικός διάλογος είναι αδύνατον να γίνει.

Εύκολες ερμηνείες προσφέρονται με τον σωρό. Είναι ψεκασμένοι και υποκριτές, κρύβουν την ιδιοτέλειά τους πίσω από ιδεοληπτικές κενολογίες που δεν στέκονται σε λογική ανάλυση θα πουν οι μεν. Πληρωμένα μίντια και παπαγαλάκια της λίστας Πέτσα θα απαντήσουν οι δε, εξίσου πεπεισμένοι ότι έχουν να κάνουν με υποκριτές. Σε ένα άλλο επίπεδο, φυσικά, και οι δυο πλευρές θα μιλήσουν για διαφορετικά «αφηγήματα» αναγνωρίζοντας ουσιαστικά ότι γύρω από τα ίδια πραγματικά περιστατικά μπορεί να υπάρξουν, να κατασκευαστούν αν προτιμάτε, διαμετρικά αντίθετες ερμηνείες που να θεωρούνται εξ ίσου «πραγματικές» από τους υποστηριχτές τους.

Δεν είναι όλα τα αφηγήματα βέβαια ισότιμα. Είναι άλλο να πιστεύεις ότι η κυβέρνηση δεν έκανε ό,τι έπρεπε για να αντιμετωπίσει την πανδημία και τελείως διαφορετικό να υποστηρίζεις ότι ο κορωνοϊός δεν υπάρχει. Μια σχετικά πρόσφατη έρευνα ωστόσο, που δημοσιεύτηκε από το «think tank» της Rand, διαπίστωσε ότι σήμερα τα πραγματικά δεδομένα παίζουν όλο και μικρότερο ρόλο στον δημόσιο διάλογο. Το φαινόμενο το ονόμασε «παρακμή της αλήθειας». Ως ένα βαθμό έτσι ήταν πάντα. Αν κάτι έχει αλλάξει είναι ότι διευρύνεται συνεχώς αυτό το κενό ανάμεσα στις εκδοχές της πραγματικότητας, ανάμεσα σ’ εμάς και τους άλλους. Είμαι σίγουρος ότι δεν είμαι ο μόνος που σοκαρίστηκε από το γεγονός ότι ακόμα και μέσα σε μια τέτοια πανδημία, με δεκάδες νεκρούς να ανακοινώνονται κάθε μέρα, δεν μπορούμε να ομονοήσουμε ούτε στα βασικά. Αντίθετα, τη χρησιμοποιούμε σαν ένα επιπλέον πολεμοφόδιο στην κομματική πάλη.

Στις ΗΠΑ ο Μπάιντεν εκλέχτηκε με την υπόσχεση να ενώσει τη χώρα. Τα λόγια του πολλοί, όχι μόνο αντίπαλοι αλλά και μέσα στο Δημοκρατικό κόμμα, τα αντιμετώπισαν σαν την «αφελή φλυαρία ενός πολιτικού που ξεπεράστηκε από την εποχή του». Εκεί μιλάνε πια για πολίτες οι οποίοι στην κυριολεξία κατοικούν σε δύο διαφορετικούς κόσμους. Στις εκλογές οι Δημοκρατικοί κερδίζουν σχεδόν το 90% από τις 100 μεγαλύτερες εκλογικές περιφέρειες, ενώ ο Τραμπ κέρδισε περισσότερες από 2.600 από τις υπόλοιπες 3.000 μικρότερες. Θυμίζει την εκτίμηση των κοινωνιολόγων ότι το στοιχείο που σου επιτρέπει να προβλέψεις καλύτερα το εισόδημα ή το προσδόκιμο ζωής ενός ατόμου είναι ο ταχυδρομικός του κώδικας.

Στην Ελλάδα δεν έχουμε φτάσει ακόμα σε τέτοιο βαθμό χωροταξικής πόλωσης. Οι γεωγραφικές ιδιαιτερότητες αντανακλούν περισσότερο ιστορικούς διαχωρισμούς. Η κοινωνική πόλωση ωστόσο είναι εξίσου έντονη και δεν είναι μόνο απότοκος της κρίσης. Οι ενδείξεις υπήρχαν και πριν, ορισμένες φορές μάλιστα εκδηλώθηκαν με εκρηκτικό τρόπο. Η περίπτωση Γρηγορόπουλου και το κάψιμο της Αθήνας ήταν μια ηχηρή προειδοποίηση. Όπως στις ΗΠΑ, έτσι και σε μας δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι με τα σημερινά δεδομένα η πόλωση μπορεί να ξεπεραστεί. Τα κοινωνικά δίκτυα διαμορφώνουν πρωτόγνωρες συνθήκες τις οποίες ακόμα προσπαθούμε να κατανοήσουμε. Ολόκληρες κοινότητες είναι εγκλωβισμένες σε μια εικονική και αυτοτροφοδοτούμενη πραγματικότητα. Αυτό που πραγματικά εντυπωσιάζει όμως είναι ότι πόσο λίγο γνωρίζουμε την άλλη πλευρά, πόσο λίγο προσπαθούμε να καταλάβουμε ο ένας τον άλλον. Ορισμένοι δεν νιώθουν καθόλου αυτή την ανάγκη, αντιθέτως υπάρχουν χάρη στην αντιπαλότητα, χρειάζονται τον εχθρό. Το ίδιο όμως δεν μπορεί να ισχύει για όσους υποστηρίζουν ότι πρέπει να ξεπεράσουμε τεχνητά διλήμματα, ότι είναι κρίσιμο να ανακτήσουμε την κοινωνική συνοχή. Πολιτικά όμως είμαστε όλοι εγκλωβισμένοι σε έναν λόγο που αποκλείει την άλλη πλευρά. Τα «τρωκτικά» και οι «κατσαρίδες» ήταν σίγουρα εκδήλωση ενός χυδαίου μη αποδεκτού πολιτικού λόγου, αντανακλούν ωστόσο μια ευρύτερη περιφρόνηση προς την άλλη πλευρά, ευρύτατα διαδεδομένη τόσο στα δεξιά όσο και στα αριστερά. Ένας αλληλοτροφοδοτούμενος φανατισμός όπου οι ακρότητες των μεν δικαιώνουν τις ακρότητες των δε. Τα μίντια πάλι, με λίγες εξαιρέσεις, ακολουθούν και αυτά την πόλωση, κυρίως όμως έχουν εγκαταλείψει τον πρωταρχικό τους ρόλο, να ακούνε και να αναδεικνύουν τα ρεύματα στην κοινωνία. Ποτέ δεν ήταν δυνατά σε αυτό τον τομέα, η οικονομική κρίση τα αποτελείωσε. Αν κάποτε μπορούσαν να αποτελέσουν την εκκλησία του Δήμου όπου διαμορφώνεται η συναίνεση, όλο και περισσότερο είναι αντηχεία της πολιτικής κακοφωνίας. Όσο για την παιδεία έχει προ πολλού αποστεωθεί, έχει εγκαταλείψει τον ρόλο της στα φροντιστήρια. Είναι αστείο και να συζητάμε ότι μπορεί να ανταποκριθεί στις προκλήσεις της εποχής. Οι λίγες ακαδημαϊκές έρευνες τέλος, όσες γίνονται, δεν βγαίνουν έξω από τα όρια της ακαδημαϊκής κοινότητας. Σαν να έχουμε εγκαταλείψει το όπλο του ορθού λόγου και της επιστήμης, των στοιχείων που αποτέλεσαν τη βάση αλληλοκατανόησης και προόδου για τις σύγχρονες κοινωνίες. Το πληρώνουμε και θα το πληρώσουμε πιο ακριβά στο μέλλον.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ