Πολιτικη & Οικονομια

Sidik Yarisi

Ο διάλογος μεταξύ Πολιτικής και Πολιτών για την Ευρώπη είναι από ανύπαρκτος έως εξουθενωτικά ανεπαρκής

4766-35219.jpg
Νίκος Γεωργιάδης
ΤΕΥΧΟΣ 480
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
66838-148781.jpg

Ο Νίκος Γεωργιάδης γράφει για την Μαριλένα Κοππά.

Παρακολουθούσα με θέρμη τηλεοπτικού «χούλιγκαν» τους πρωταγωνιστές της εκπομπής. Το «enfant gâté» της ελληνικής δημοσιογραφίας ήταν παρόν. Το πρόσωπο της ημέρας, η κυρία Μαριλένα Κοππά, χαμογελούσε ευτυχής. Άλλωστε από το πρωί της περασμένης Δευτέρας είχε μαζέψει όλο το χαρτί, την τράπουλα ολόκληρη δηλαδή. Ο εκπομπάρχης, όστις είχε ακυρώσει την προγραμματισμένη συνέντευξή του με τον Σταύρο Θεοδωράκη για λόγους γοήτρου εκατέρωθεν φαντάζομαι, επιχειρεί να συντονίσει ένα διάλογο μεταξύ δημοσιογράφων που φιλοδοξούν να μετεξελιχθούν σε πολιτικούς, πανεπιστημιακούς που επέλεξαν την πολιτική αντί των εδράνων, προφανώς διότι το αντάλλαγμα είναι γοητευτικότερο, δημοσιογράφους που αισθάνονται ότι διαδραματίζουν ρόλο αρχαγγέλου με τη σπάθα που φρουρεί το Καθαρτήριο του Δάντη και ορισμένων πολιτών που για λόγους που αφορούν την ψυχιατρική ελπίζουν σε λίγα λεπτά δημοσιότητας και διαδραματίζουν ρόλο λαϊκού κράχτη.

Στην Ελλάδα του 2014 και εν μέσω προεκλογικής εκστρατείας για τις ευρωεκλογές, συζητούμε μετ’ επιτάσεως πότε και πώς ο δημοσιογράφος Στέλιος Κούλογλου αναφέρθηκε στο «Μακεδονικόν Ζήτημα», αν συμπίπτει ή όχι η δήλωσή του με τα 120 χρόνια από το θάνατο του μακεδονομάχου Παύλου Μελά, αν η επιλογή ή η απόρριψη της ρομά Σαμπιχά Σουλεϊμάν συνιστούσε ηθικό και πολιτικό εκτροχιασμό του ΣΥΡΙΖΑ και του αντιπάλου του, της Νέας Δημοκρατίας, αν οι τουρκογενείς της Θράκης ομιλούν ή δεν πρέπει να ομιλούν την τουρκική, διότι μέχρι εκεί φτάνει η άγνοια, αν το «Ποτάμι» είναι διαπλεκόμενο ή όχι και πόσο, αν η κυρία Μαρία Σπυράκη όφειλε ή όχι να αποκαλύψει το εναέριο «τράφικ» μεταξύ Ελευσίνας και Ιταλίας με κιβώτια ευρωνομισμάτων τότε τις δίσεκτες εποχές του 2011-2012, αν ο κ. Μπίστης οφείλει ή όχι να εντρυφά στο «Hot Doc», αν ο Σαμαράς πρόδωσε τον Μητσοτάκη το 1993.

Ενδεχομένως αυτές οι ευρωεκλογές να καταγράψουν για πρώτη φορά στη μεταπολεμική ιστορία της ευρωπαϊκής ηπείρου, και μάλιστα με σχετική ακρίβεια, τα όρια μέσα στα οποία κινείται η ευρωπαϊκή ιδέα μεταξύ προοδευτικών και συντηρητικών, μεταξύ δημοκρατικών και αντιδημοκρατικών δυνάμεων (ακροδεξιά), μεταξύ εθνικιστών και διεθνιστών και τελικά μεταξύ αντιευρωπαίων και ευρωπαϊστών.

Για πρώτη φορά από τη Συνθήκη της Ρώμης αναμένεται να καταγραφεί η ισχυρότατη επιρροή του υστερικού αντιευρωπαϊσμού της Μεγάλης Βρετανίας, που εμφανίζεται μέχρι στιγμής να αποτελεί την κυρίαρχη τάση στη βρετανική κοινωνία, και τον εσωστρεφή και φοβικό ακροδεξιό αντιευρωπαϊσμό του γαλλικού υπερσυντηρητισμού της Μαρί Λεπέν, που αυτή τη στιγμή εμφανίζεται ως πρώτη πολιτική δύναμη στη γαλλική κοινωνία στις ευρωεκλογές. Σε αυτό το εκρηκτικό κοκτέιλ θα πρέπει να προστεθεί ο ελάχιστα διαφοροποιούμενος ως προς τη βασική οικονομικού και πολιτικού περιεχομένου επιχειρηματολογία από τις αντιευρωπαϊκές κραυγές της ακροδεξιάς, αριστερός αντιερωπαϊσμός, που επικεντρώνει τα πυρά του στο «γερμανικό φόβητρο» με το υπεραπλουστευμένο δίλημμα «Αριστερά ή Μέρκελ».

Σε αυτή την ιστορική συγκυρία όπου η Δύση αναμετράται με τη Ρωσία επί ουκρανικού εδάφους, με τον αραβικό κόσμο επί αιγυπτιακού, συριακού και ιρακινού εδάφους, με το Ισλάμ επί τουρκικού και ιρανικού εδάφους, αλλά και με τον εαυτό της ως προς τις οικονομικές προοπτικές της στο πολυπολικό παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον, σε αυτή τη συγκυρία ο διάλογος μεταξύ Πολιτικής και Πολιτών για την Ευρώπη είναι από ανύπαρκτος έως εξουθενωτικά ανεπαρκής. Στη δε Ελλάδα δεν διεξάγεται καν.

Ο Έλληνας πολίτης, που εξοικειώθηκε στο παρελθόν με την εικόνα μίας Ευρώπης-χρηματοδότη και στη συνέχεια κατά τη διάρκεια της κρίσης με την εικόνα μιας Ευρώπης-δανειστή, αδυνατεί να σκεφθεί και να συντονίσει τη δική του ελλαδική προοπτική στο ευρωπαϊκό σύστημα, διότι απλά έμαθε και συνεχίζει να βιώνει αυτή την Ευρώπη όχι σαν κάτι δικό του αλλά σαν μια μορφή διαχρονικής και επιβεβλημένης… «χορηγίας» εκ μέρους των Ευρωπαίων που στο κάτω-κάτω είναι και υποχρεωμένοι να διαφυλάσσουν ως κόρη οφθαλμού «το λίκνον της Δημοκρατίας».

Έτσι η ελληνική κοινωνία τις τελευταίες εβδομάδες ανακαλύπτει τους σκυλοκαβγάδες Λαζόπουλου-Θεοδωράκη και Χατζηνικολάου-Θεοδωράκη (για την επίμαχη εκπομπή) ή το σίριαλ της υποψηφιότητας Λαζόπουλου με το ευρωψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ. Ανακαλύπτει επίσης το διαχρονικό ζήτημα του Μειονοτικού στη Θράκη μέσω τηλεοπτικού περιεχομένου πολιτικών παραφυάδων. Αγνοεί η ελληνική κοινωνία και τη μειονότητα στη Θράκη και τις παραμέτρους της ζωής των συμπολιτών μας στην Ξάνθη και την Κομοτηνή, αγνοεί επί της ουσίας το Μακεδονικό, αγνοεί το γράμμα και τον τύπο της Συνθήκης της Λωζάνης, το ευρωπαϊκό κεκτημένο για τα ανθρώπινα δικαιώματα κ.λπ.

Επί της αγνοίας αυτής βασίζεται και η τηλεπαραγωγή των σκυλοκαβγάδων επί των μειονοτικών και εθνικών λεγομένων ζητημάτων. Η άγνοια, και μάλιστα η συλλογική, προκαλεί και άγνοια κινδύνου. Η άγνοια κινδύνου επιτρέπει τη φλυαρία, την αμετροέπεια, την υπερβολή, αλλά και την αντίληψη ότι ο κάθε δημοσιογράφος, διπλωμάτης ή πολιτικός διαθέτει το δικαίωμα να διαχειρίζεται την πολιτική και διπλωματική πραγματικότητα της χώρας κατά το δοκούν ή (κυρίως) ανάλογα με τα τρέχοντα ψηφοθηρικά συμφέροντα των πολιτικών σχηματισμών.

Σε αυτά τα πλαίσια της χαλαρότητας εξηγούνται και φαινόμενα όπως το σουλάτσο Παπανδρέου στο πνευματικό πάρτι της Κοππά με πραγματικό αμφιτρύωνα τον Φώτη Κουβέλη. Όχι γιατί ο Παπανδρέου υπονομεύει τον Βενιζέλο και μόνον. Κάτι τέτοιο θα ήταν ασήμαντο, άλλωστε. Αλλά διότι ο Παπανδρέου ασφυκτιά επειδή τον αγνοούν. Η κίνησή του παραπέμπει σε κλασική αντίδραση ενός καταθλιπτικού πρώην πρωταγωνιστή ζεν πρεμιέ στον οποίο η κρίση απελπισίας μετουσιώνεται σε μανιακό ναρκισσισμό. Τόσο απλά.

Οι πολιτικοί ταγοί οδηγούν τον Έλληνα πολίτη στην ευρωκάλπη προκειμένου ο δόλιος να αποφανθεί όχι επί του ευρωπαϊκού μέλλοντός του, από το οποίο θα εξαρτηθεί η οικονομική και κοινωνική του υπόσταση, αλλά επί της στενά ελλαδίτικης πολιτικής αρένας. Στα τουρκικά υπάρχει μια φράση με ενδεικτικό πολιτικό περιεχόμενο. «Sidik yarisi». Επί λέξει σημαίνει «ποιος κατουρά πιο μακριά», αλλά στην καθημερινή συζήτηση σημαίνει «ανταγωνισμός για το τίποτε». Sidik Yarisi, λοιπόν, για τους ζεν πρεμιέ της ευρωεκλογικής καμπάνιας και τα «μέντιουμ» της πολιτικής ζωής του τόπου.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ