Πολιτικη & Οικονομια

Είδωλα Κρατών: τα έξω και τα μέσα

39325-88593.jpg
Βασίλης Καπετανγιάννης
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
65894-132866.jpg

H εικόνα μιας χώρας διαμορφώνεται πρωτίστως στο εσωτερικό της και αποτελεί δημόσιο αγαθό. Κοινότοπο μεν ου μην αλλά εξόχως αληθινό, αν μη τι άλλο διότι αντανακλά την εθνική της ταυτότητα σε όλες τις συνιστώσες –πολιτική, κοινωνική, οικονομική, πολιτιστική και ιδεολογική–, καθώς την αυτοπεποίθηση, τον αυτοσεβασμό, τα επιτεύγματα, το αξιακό της σύστημα, τους στόχους και τις φιλοδοξίες ολόκληρης της χώρας. Όσο πιο δύσκολη είναι η οικοδόμηση μιας θετικής εικόνας, διότι συνεπάγεται επιτεύγματα, συνθέσεις, συστηματικότητα, συνέργειες δημοσίων και ιδιωτικών φορέων, στρατηγική, θεσμικό πλαίσιο και πόρους σε βάθος χρόνου, ήτοι μια κατ’ εξοχήν πολιτική διαδικασία, τόσο εύκολη είναι η καταβαράθρωσή της.

Παρά τη βελτίωση της παραδοσιακής εικόνας της χώρας μετά την εξαιρετική διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα το 2004, που, δυστυχώς, δεν έτυχε της δέουσας αξιοποίησης,  ολοκληρωτική ήταν η κατάρρευσή της την τελευταία τετραετία, λόγω της βαθύτατης οικονομικής κρίσης και των πιθανών επιπτώσεών της στην ευρωζώνη και γενικότερα στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, καθώς και της εμφανούς αποτυχίας του πολιτικού συστήματος και του κράτους. Η χώρα βρέθηκε συχνότατα και ασυνήθιστα για την ιστορία της στο επίκεντρο μιας καταιγιστικής αρνητικής δημοσιότητας σε όλα τα ξένα ΜΜΕ, σε βαθμό που να σχηματιστεί εντός ολίγου χρονικού διαστήματος ένα άκρως αρνητικό brand το οποίο, όπως επισημάνθηκε εγκαίρως από πολλούς, ήταν αδύνατο να ανατραπεί χωρίς την παραγωγή θετικών αποτελεσμάτων στο εσωτερικό, ώστε να ανακτηθεί κάποια διεθνής αξιοπιστία και να αρχίσει να οικοδομείται μια νέα εικόνα, μιας «νέας» χώρας.

Από άποψη καταγραφής και απόδοσης των γεγονότων που συνέβησαν το διάστημα αυτό στη χώρα μας, δεν θα είχε κανείς να καταμαρτυρήσει κάποια στάση εσκεμμένης μεροληψίας από τα διεθνή ΜΜΕ, μολονότι δεν έλειψαν τα στερεότυπα, ο κιτρινισμός και η υπερβολή. Το διαπιστώνουν δημοσιευμένες μελέτες του Γραφείου Τύπου και Επικοινωνίας της Ουάσιγκτον καθώς και άλλες μελέτες άλλων φορέων και ατόμων. Μας έμαθαν καλύτερα κυρίως τις σκοτεινές μας πλευρές και εξεπλάγησαν από την απροθυμία πραγματοποίησης των αναγκαίων αλλαγών και μεταρρυθμίσεων, τις σφοδρές αντιστάσεις καθώς και την άρνηση να επιδοθούμε ως σύνολο σε στοιχειώσεις ασκήσεις αυτογνωσίας και επαφής με την πραγματικότητα.

Δε συνέβη, βέβαια, το ίδιο με την έκφραση γνώμης. Το εφιαλτικό σενάριο της άτακτης χρεοκοπίας και του Grexit τροφοδοτήθηκε ενσυνείδητα και σταθερά από εσμό γνωστών καταστροφολόγων, αντι-ευρωπαϊστών ή και ορισμένων αναλυτών προσκολλημένων έμμονα σε οικονομικές θεωρίες εκ των οποίων οι απορρέουσες οικονομικές και νομισματικές πολιτικές ελάχιστη σχέση είχαν με το ελληνικό πρόβλημα. Οι ημεδαποί οπαδοί τους συμπλήρωναν τα «κενά» με τον απαραίτητα εγχώρια εδώδιμα ενώ οι «επαναστατικές» ασκήσεις του αντιμνημονιακού συνονθυλεύματος, συχνά βίαιες, συμπλήρωναν τη θλιβερή εικόνα. Ευτυχώς διαψεύστηκαν.

Ωστόσο, η καινοφανής δημοσιονομική προσαρμογή της χώρας, όσο κοινωνικά άνιση και άδικη κι αν ήταν, όσο κι αν η απαιτούμενη μεταρρύθμιση του κράτους, Λυδία λίθος για την ανάταξη, προχωρεί απρόθυμα με ρυθμούς χελώνας προστατεύοντας τα συντεχνιακά οχυρά, πέτυχε τη συμβολική έξοδο στις αγορές, σημείο ίσως καμπής για την πορεία της χώρας, δημιουργώντας μια θετική εικόνα, όρο εκ των ουκ άνευ τόσο για τον τουρισμό όσο και για τις επενδύσεις. Ήρθε μάλιστα να συμπέσει με την πολύ επιτυχή, κατά τα φαινόμενα, άσκηση της προεδρίας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, γεγονός που συμβάλλει ακόμα περισσότερο στη σταδιακή βελτίωση της διεθνούς εικόνας της χώρας.

Ελάχιστοι, βέβαια, γνωρίζουν ότι η διεθνής επικοινωνιακή πολιτική για την προεδρία αποτελεί έργο ταπεινών δημοσίων υπαλλήλων. Πρόκειται για μία από εκείνες τις λιγοστές περιπτώσεις θυλάκων αριστείας και απόλυτης αφοσίωσης στην παραγωγή υψηλής ποιότητας ζηλευτού έργου στο άθλιο ελληνικό Δημόσιο, που κρατούν τη χώρα ζωντανή και αξιοπρεπή. Ομάδες από έμπειρους και διακεκριμένους υπαλλήλους Συμβούλων και Γραμματέων Επικοινωνίας αποτελούμενες από παλιότερα στελέχη αλλά και σχετικά νεότερα, στην πλειοψηφία τους αποφοίτων της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης, που υπηρετούν στην άγνωστη Γ.Γ. Ενημέρωσης και Επικοινωνίας.

Οι ομάδες αυτές συνέβαλαν αποφασιστικά στο σχεδιασμό της επικοινωνιακής πολιτικής της προεδρίας –το εντυπωσιακό έμβλημα (logo) σχεδίασε η γνωστή πλέον Beetroot–, δημιούργησαν μια εξαιρετική ιστοσελίδα σε 4 γλώσσες, σε στενή συνεργασία με το ΥΠΕΞ και με την τεχνική υποστήριξη του Πολυτεχνείου, έχουν πραγματικά επιτελέσει και επιτελούν καθημερινά έναν άθλο με ισχνότατο προϋπολογισμό. Διαχειρίζονται το στατικό και δυναμικό περιεχόμενο της ιστοσελίδας, τις ανακοινώσεις Τύπου, τις ειδήσεις και τις διάφορες δράσεις και συναντήσεις της προεδρίας όλων των υπουργείων. Διαχειρίζονται επίσης με εκπληκτική επιτυχία τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ξεπερνώντας όχι μόνο κάθε λογική προσδοκία για μια μικρή χώρα αλλά και όλες τις προηγούμενες προεδρίες. Επί παραδείγματι, το Twitter τους καταγράφει 11.500 οπαδούς, η επισκεψιμότητα της ιστοσελίδας έχει ξεπεράσει τις 250.000 ενώ των σελίδων τις 850.000, το εβδομαδιαίο ηλεκτρονικό Δελτίο της προεδρίας έχει πάνω από 3.500 συνδρομητές ενώ τα βίντεο στο YouTube ξεπέρασαν σε επισκεψιμότητα τα 22.000 λεπτά. Οι εξετάσεις στην λεγόμενη ψηφιακή διπλωματία βαθμολογούνται αντικειμενικά με άριστα, στη βάση συγκρίσιμων στοιχείων με άλλες προεδρίες. Άλλες ομάδες λειτουργούν τα Κέντρα Τύπου στο Ζάππειο για όλες τις τυπικές και άτυπες συναντήσεις με άριστες επιδόσεις και με την έξωθεν καλή μαρτυρία. Με λίγα λόγια, δεν θα είχε κανείς τίποτα να ζηλέψει, το αντίθετο μάλιστα, από μια αντίστοιχη ομάδα στον ιδιωτικό τομέα, από άποψη κόστους, ποιότητας έργου και αποτελεσματικότητας.

Θα περίμενε κανείς, με βάση και τις κυβερνητικές εξαγγελίες για τον εκσυγχρονισμό της Δημόσιας Διοίκησης, οι εξ ορισμού εξωστρεφείς αυτές υπηρεσίες, στελεχωμένες με άτομα που διακρίνονται από ευρύτατη γλωσσομάθεια και υψηλή ειδίκευση και εμπειρία στον τομέα της διεθνούς επικοινωνίας, απολύτως ενήμερα των συνεχώς αναπτυσσόμενων τεχνικών επικοινωνίας και της σύγχρονης τεχνολογίας να ενισχυθούν, τόσο στον προσανατολισμό τους όσο και στο περιεχόμενο της δουλειάς τους. Να ενθαρρυνθεί δηλαδή η αφοσίωση, η εργατικότητα και η απόδοση προς παράδειγμα όλων. Πού να ελλοχεύει άραγε, το «πριμ των δουλευταράδων» κατά τον κ. Κ. Μητσοτάκη; Το ηθικό εννοώ όχι το χρηματικό. Αντ’ αυτού όξος και χολή.

Φευ! Οι πολιτικοί προϊστάμενοι της Υπηρεσίας αυτής περί άλλων τυρβάζουν. Τo σχέδιο του νέου Οργανισμού που έχει δει το φως της δημοσιότητας και που πρόκειται να λάβει τη μορφή Προεδρικού Διατάγματος, σκοπίμως συγχέει την εσωτερική πολιτική ενημέρωση με την εξωτερική προβολή της χώρας, διασκορπίζει τα εξειδικευμένα μέλη του προσωπικού σε άσχετες διευθύνσεις και άλλα υπουργεία. Δημιουργεί συνάμα οργανόγραμμα με θέσεις διευθυντών και τμηματαρχών τις οποίες μπορούν να καταλαμβάνουν ακόμη και άτομα της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (άρθρα 18 και 19), προφανώς για να ικανοποιηθούν οι διάφορες κομματικές συντεχνίες που πάντα λυμαίνονταν την υπηρεσία αυτή. Προσπαθεί μάλιστα να συγκεντρώσει όλη την εσωτερική πολιτική επικοινωνίας στο πλαίσιο μιας ανύπαρκτης, επί του παρόντος, Εθνικής Επικοινωνιακής Στρατηγικής. Ενώ, η πολιτική εξωτερικής προβολής της χώρας θα έπρεπε να ανατεθεί στο ΥΠΕΞ με τη μεταφορά του προσωπικού εκεί, για λόγους μεγαλύτερης αποτελεσματικότητας και συντονισμού στη δημόσια διπλωματία, όπως συμβαίνει με τα περισσότερα προηγμένα κράτη, με την παράλληλη δημιουργία συντονιστικού οργάνου από δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς. Όσες χώρες κατάφεραν να ενοποιήσουν τις διαδικασίες προβολής τους στο εξωτερικό, θεσμικά και λειτουργικά, δημιουργώντας ένα πειστικό εθνικό έμβλημα-ταυτότητα (Nation Brand) που στεγάζει όλες τις επί μέρους εξωτερικές δράσεις των διάφορων φορέων, είχαν και έχουν τα καλύτερα αποτελέσματα.

Περαιτέρω, ο ίδιος Οργανισμός προβλέπει 96 θέσεις δημοσιογράφων. Πάλι καλά. Στο παρελθόν ανέρχονταν σε 180 περίπου, με ένα σταθερό «πυρήνα» και με τις αυξομειώσεις στο περιθώριο, ανάλογα με τα κομματικά συμφέροντα των κυβερνώντων. Ουδείς γνώριζε δημοσίως πόσοι εξ αυτών προσέρχονταν να εργαστούν, για πόσο και με τι αμοιβές. (Παλαιός κατάλογος μισθοδοσίας στα μέσα της δεκαετίας του ’90 καταχωρεί διευθυντή γνωστής ημερήσιας οικονομικής εφημερίδας με μισθό 600.000 δραχμών το μήνα για ανύπαρκτη παρουσία). Εις εκ των πολλών. Ο πονηρός συντάκτης του Οργανισμού τηρεί αιδήμονα σιγή στο θέμα της αποκλειστικής απασχόλησης των δημοσιογράφων αυτών επιτρέποντας προφανώς την εργασία και σε άλλους φορείς, ιδιωτικούς ή μη. Άλλη μια ελληνική «ιδιαιτερότητα», διότι στα σοβαρά κράτη όσοι δημοσιογράφοι επιλέγουν να υπηρετήσουν κυβερνήσεις από διάφορες θέσεις παύουν να ασκούν το δημοσιογραφικό επάγγελμα για το διάστημα αυτό, διότι κρατικοδίαιτοι δημοσιογράφοι αποτελούν εξ ορισμού εξόφθαλμα εκτρωματική εκδοχή της δημοσιογραφικής ιδιότητας. Η νοσηρή αυτή κατάσταση φαίνεται να διαιωνίζεται.

Στα σοβαρά επίσης κράτη οι θέσεις των γενικών γραμματέων και ορισμένων υφυπουργείων σε κρίσιμους τομείς της κρατικής δραστηριότητας, που συνεπάγονται ένα μίνιμουμ συναίνεσης και συνεννόησης μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων ώστε να υπηρετείται καλύτερα το δημόσιο συμφέρον, στελεχώνονται από μόνιμους υπαλλήλους Μ’ αυτόν τον τρόπο εμποδίζονται ή ελαττώνονται οι πελατειακές πρακτικές και διασφαλίζεται η θεσμική συνέχεια και μνήμη του κράτους, η αυτοδιοίκηση της διοίκησης στο πλαίσιο των νόμων, η προετοιμασία, μελέτη και αποτελεσματική εφαρμογή των εναλλακτικών επιλογών δημόσιας πολιτικής στον κάθε τομέα. Στα καθ’ ημάς οι θέσεις αυτές αποτελούν εφαλτήρια πολιτικής ανάδειξης, με αποτέλεσμα την κομματικοκρατία και τη συναλλαγή με ευθύνη και των ίδιων των υπαλλήλων. It takes two to tango. Πάντα. Κατά τα άλλα, οι συνδικαλιστές φροντίζουν πάντα να βρίσκονται σε «εγρήγορση» και αντιμνημονιακή «αγωνιστική ετοιμότητα» και να αναθεματίζουν την αξιολόγηση, όσο ατελής κι αν είναι αυτή.

Οι εκλογές, άλλωστε, έρχονται, με άφθονα κλαρίνα, τσιφτετέλια, νταούλια και βιολιά και μπόλικους αθλητικούς μυς, μπορεί και «τσαντίρια».

Έρμη, έρημη χώρα.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ