Πολιτικη & Οικονομια

Μεταρρυθμίσεις χωρίς σχέδιο;

Εμπιστοσύνη στους θεσμούς αντί του «χαρισματικού» ηγέτη

89182-200292.jpg
Παναγιώτης Καρκατσούλης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
ypoyrgiko-simvoulio.jpg
© EUROKINISSI / Γραφείο Τύπου του Πρωθυπουργού / ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΜΗΤΣΟΣ

Ο Παναγιώτης Καρκατσούλης γράφει γι' αυτά που λείπουν από την κυβέρνηση στον δρόμο για τις μεταρρυθμίσεις.

Στο παρελθόν δίμηνο του εγκλεισμού και της απομόνωσης έπρεπε να ληφθούν αποφάσεις από την κυβέρνηση και τις παραγωγικές δυνάμεις της χώρας, με ένα και μόνον στόχο: Να περιοριστεί η διάδοση του κορωνοϊού στην κοινότητα, στην κοινωνία. Οι πολίτες απομονώθηκαν στο σπίτι τους, παρέχοντας χρόνο στο σύστημα δημόσιας υγείας για τις  αναγκαίες τροποποιήσεις και διευθετήσεις που χρειαζόταν για να ανταποκριθεί στην πίεση.

Στο μεταξύ, η κυβέρνηση ανέλαβε να παρουσιάσει ένα σχέδιο για την οικονομία, η οποία υπέστη αιφνίδιο σοκ μετά το lockdown. Εδώ αποκαλύφθηκαν οι πραγματικές δυνατότητες της κυβέρνησης: Στην ΕΕ περιορίστηκε σε ρόλο κομπάρσου, μετά τη σκιαμαχία για το ευρω-ομόλογο, αντί να πρωτοστατήσει στη διαμόρφωση γενναίων μέτρων. Όπου δε ανέλαβε πρωτοβουλίες η ίδια, αυτές παραπέμπουν περισσότερο στις χειρότερες στιγμές της συντηρητικής παράταξης παρά σε λύσεις σε οξυμμένα προβλήματα (βλ. voucher).

Εκεί που η κυβέρνηση φάνηκε να διαθέτει ένα σχέδιο ήταν η οργάνωση της επικοινωνίας της. Αυτή έλαβε, όμως, πολύ γρήγορα, χαρακτηριστικά προπαγάνδας. Τετριμμένα ή από καιρού ισχύοντα μέτρα πολιτικής αναβαθμίστηκαν σε «επαναστατικά» με ενορχηστρωτή τον ίδιο τον «χαρισματικό» πρωθυπουργό, ο οποίος, με περίσσεια ζέση, πρωτοστάτησε από τα σοβαρά μέχρι τα φαιδρά.

Η επιστροφή στην κανονικότητα που διατυμπανίζεται από την κυβέρνηση κάθε άλλο παρά το τέλος μιας ευτυχούς κατάληξης μπορεί να σημαίνει, εάν μ’ αυτή εννοείται η συνέχιση της παλαιοδεξιάς πελατειακής, ρουσφετολογικής και αναξιοκρατικής διακυβέρνησης.

Η μόνη κανονικότητα υπέρ της οποίας θα μπορούσαμε να συνταχθούμε είναι η κανονικότητα των μεταρρυθμίσεων. Αυτή, όμως, ούτε υπάρχει ούτε εξαγγέλεται.

Προς τεκμηρίωση του ισχυρισμού μας ότι όχι μόνο δεν υπάρχει μεταρρυθμιστικό σχέδιο αλλά και ό,τι σχετικό έχει εξαγγελθεί από την κυβέρνηση παραμένει ευχολόγιο, θα αναφέρουμε δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα.

Το πρώτο αφορά σε μια μείζονα αλλαγή στο σύστημα υγείας: Την οργάνωση της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, η ανυπαρξία της οποίας, κατά την περίοδο της καραντίνας, έδειξε την πρόδηλη αναγκαιότητά της. Μια αξιόπιστη πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας δεν θα μπορέσει, όμως, ποτέ να υπάρξει, εάν το σύνολο των μέτρων και δράσεων που την απαρτίζουν δεν μεταφερθεί εις ολόκληρον στους Δήμους και τις Περιφέρειες. Εις ολόκληρον, σημαίνει τόσο μεταφορά των αρμοδιοτήτων και διαδικασιών λήψης απόφασης όσο και των πόρων (ανθρώπινων και υλικών). Τέτοια απόφαση, όμως, δεν έχει ληφθεί μέχρι σήμερα. Μάλιστα, προηγούμενες αδιέξοδες και ανερμάτιστες πολιτικές, τόσο της ΝΔ όσο  και του ΣΥΡΙΖΑ, δημιούργησαν περισσότερες περιπλοκές απ’ όσες υπήρχαν κατά την περίοδο δημιουργίας του ΕΣΥ. Η πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας έχει απαξιωθεί πλήρως και η συγκυριακή ενδυνάμωση ορισμένων κέντρων υγείας, λόγω της πανδημίας, δεν αρκεί για την αναβάθμισή της.

Το επόμενο παράδειγμα μεταρρύθμισης που επείγει αλλά δεν έχει δρομολογηθεί αφορά την πολιτική προστασία. Ο νόμος της κυβέρνησης που ψηφίστηκε πριν από λίγους μήνες (ν.4622/20), παρά τις ενστάσεις της αντιπολίτευσης τόσο γιατα θέματα ουσίας όσο και για την διαδικασίαμετάβασης από το υφιστάμενο στο νέο καθεστώς του «εθνικού μηχανισμού πολιτικής προστασίας», δεν μπόρεσε να εφαρμοστεί. Με πρόσφατη εγκύκλιο του αρμόδιου υφυπουργού Πολιτικής Προστασίας, οι υπηρεσίες των Δήμων και των Περιφερειών εντέλλονται να προχωρήσουν στην προετοιμασία των τοπικώνσχεδίων δράσης,ενόψει της αντιπυρικής περιόδου, με βάση τα ισχύοντα στον προηγούμενο νόμο!

Μια αποτελεσματική και αποδοτική πολιτική προστασία δεν μπορεί, όμως, να δημιουργηθεί εάν δεν υπάρχει εμπιστοσύνη στις τοπικές κοινωνίες ότι μπορούν να αναλάβουν τις τύχες τους σε κρίσιμεςστιγμές, όπως είναι οι κρίσεις και οι επιδημίες. Κι αυτή η εμπιστοσύνη που σημαίνει, ταυτόχρονα, απεξάρτηση από την μέγγενη του πελατειασμού και της ρουσφετοπραξίας, δεν υπάρχει. Είναι χαρακτηριστικό ότι η κυβέρνησηεπέμενε, μέχρι τέλους, στον διορισμό εγκάθετων ως υπεύθυνων πολιτικής προστασίας σε κάθε Περιφέρεια, ενώ κατά τα λοιπά, όμνυε στην αποκέντρωση του συστήματος.

Από τα δύο παραδείγματα της υγείας και της πολιτικής προστασίας,προκύπτει ότι ο βασικός λόγος που η κυβέρνηση αδυνατεί να προχωρήσει τις κρίσιμες μεταρρυθμίσεις είναι η έλλειψη εμπιστοσύνηςπου δείχνει στους Έλληνες πολίτες ότι μπορούννα προχωρήσουν και να πετύχουν κάτι χωρίς τη  δική της επίβλεψη και επίνευση. Δυσκολεύεται να πιστέψει ότι η απελευθέρωση των τοπικών δυνάμεων μπορεί να οδηγήσει σ’ έναν υγιή συναγωνισμό  των τοπικών κοινωνιών και σε μια ποικιλομορφία λύσεων που ενισχύει την ανθεκτικότητά τους απέναντι στις κρίσεις. Ένα δίκτυο αλληλεπιδρώντων ενεργών πολιτών, πόλεων και καινοτομιών δεν επιφυλάσσει, όμως, μια ηγεμονική θέση ούτε στο «Μαξίμου» ούτε στον «χαρισματικό» Ηγέτη. Οι αποφάσεις προκύπτουν μετά από διαβούλευση, εκτίμηση των ισχυρών και αδύνατων σημείων κάθε εναλλακτικής πρότασης και διασφάλιση της ισότητας τωνευκαιριών, ιδίως για τους πιο αδύναμους.

Αυτά τα στοιχεία είναι, σε κάθε πρίπτωση, απαραίτητα τόσο για την δρομολόγηση όσο και για την ευόδωση των μεταρρυθμίσεων. Κι αυτά, ακριβώς, λείπουν από την πολιτική της σημερινής κυβέρνησης της ΝΔ.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ