Πολιτικη & Οικονομια

Όταν θα τελειώσει η ζωή απ’ τα μπαλκόνια

Όλοι μας προσπαθούμε να φανταστούμε έστω και αμυδρά πώς θα είναι το πιο κοντινό μέλλον

59189009_2154225567959075_3788618135297327104_n.jpg
Κώστας Κυριακόπουλος
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
balkoni-menoyme-spiti-koronoios.jpg
© EUROKINISSI

Τα μπαλκόνια, λοιπόν, έχουν την τιμητική τους. Έχουν γίνει οι άμβωνες από όπου διακηρύσσει κανείς την ύπαρξή του, βλέπει τις ζωές των άλλων.

Όσο για τον ίδιο, μπαίνει στη ζωή, μπαίνει στην καινούργια όμορφη μέρα όπως στο θέατρο, πεντακάθαρος απ΄την κορφή ως τα νύχια, χωρίς ίχνος σκόνη, με τα πόδια και την καρδιά σε ετοιμότητα.
Georges Simenon, Πεντιγκρή, (εκδ. Άγρα)

Είναι μεσημέρι με έναν ήλιο να πείθει ότι ο κόσμος θα συνεχίσει να υπάρχει. Η γυναίκα με τις παντόφλες εκτός από τα πόδια της σέρνει και  ένα μικρό σκυλί. Το έχει βγάλει έξω για την «ανάγκη» του. Η γυναίκα περπατά στον άδειο δρόμο της πόλης. Το σκυλί μύριζε σαν τρελό αριστερά δεξιά στο απέναντι άχτιστο οικόπεδο. Η γυναίκα έσκυψε και με το ελεύθερο χέρι της άρχισε να μαζεύει μαργαρίτες. Αν κάποιος της φώναζε ότι είναι κατουρημένες από άλλα σκυλιά θα της χάλαγε τη μαγεία. Έβαλε τις μαργαρίτες στη μία τσέπη και από την άλλη έβγαλε το κινητό. Δεν τηλεφώνησε, φωτογράφισε το σκυλί. Ίσως για να κρατήσει ατόφια την εικόνα του μέσα στο παράξενο αυτό σκηνικό του συγκεκριμένου δρόμου. Σκηνικό που συναντούσε μόνο πολύ αργά τα βράδια, όταν είχαν σωπάσει τα πάντα και είχαν σβήσει τα περισσότερα φώτα εκτός από αυτά στις κολόνες. Είναι η πόλη, είναι οι δρόμοι που μοιάζουν με ακίνητες εικόνες, κλεμμένες από ασπρόμαυρες καρτ ποστάλ. Έχει κάτι από σοσιαλιστικό ρεαλισμό σε έρημο αστικό τοπίο.

Αν δεν ήταν σοβαρά τα πράγματα, θα είχε πλάκα καθώς είναι γνωστή η ούτως ή άλλως προβληματική σχέση  με την πραγματικότητα, με αυτό που βλέπουμε μπροστά στα μάτια μας. Από τα καιρικά φαινόμενα μέχρι και την πολιτική σκηνή,  μάς αρέσει να αλλάζουμε τις σημασίες της πραγματικότητας, να της δίνουμε άλλα ονόματα, να τη βαφτίζουμε με ωραίες λέξεις έτσι ώστε να παραπέμπει σε κάτι άλλο από αυτό που στην πραγματικότητα είναι. 

Η αλήθεια είναι ότι δεν πρόκειται για διαχειρίσιμη κατάσταση. Για τον απλό λόγο ότι έρχεται η κανονική πραγματικότητα και μοιράζει ανώμαλες προσγειώσεις, ενίοτε και… ηχηρά χαστούκια. Και είναι στο χέρι του καθενός να καταλάβει ή να συνεχίζει να πρωταγωνιστεί στο ιδιωτικό του θέατρο σκιών. Αν και μία θεωρία για τις… θεωρίες συνωμοσίας λέει ότι οι άνθρωποι που αρέσκονται σε αυτές είναι αυτοί που αναζητούν διάφορους τρόπος να πείσουν πρώτα τους ίδιους τούς εαυτούς τους ότι ξέρουν την απόλυτη αλήθεια. Χωρίς πλάκα, πάντως,είναι ολίγον τρομακτικό πόσοι και ποιοι καθημερινά ασπάζονται  όλες αυτές τις αστείες ιστορίες. Τις οποίες υπερασπίζονται με πάθος νεόκοπου ιακωβίνου μετά από γερή κρασοκατάνυξη. Από κοντά και ο πανίσχυρος και επικίνδυνα ανόητος Τραμπ με τις δηλώσεις περί ενέσεων με απολυμαντικό στις ευπαθείς ομάδες.

Και ενώ το βαρύ πέπλο του μαζικού φόβου σκεπάζει τα πάντα, όλοι μας προσπαθούμε να φανταστούμε έστω και αμυδρά πώς θα είναι το πιο κοντινό μέλλον, πίσω από το αχνό τοπίο της επόμενης μέρας. Η οικονομία, η αγορά, οι δουλειές που χάθηκαν, οι σχέσεις με τους γύρω μας. Ποτέ μέχρι τώρα δεν θα μπορούσε να φανταστεί ένας κανονικός άνθρωπος ότι πιο κοντινή του προοπτική εξαντλείται στο μπαλκόνι, άντε και πίσω από την τραβηγμένη κουρτίνα του απέναντι. Τα μπαλκόνια, λοιπόν, έχουν την τιμητική τους. Έχουν γίνει  οι άμβωνες από όπου διακηρύσσει κανείς την ύπαρξή του, βλέπει τις ζωές των άλλων, στα μπαλκόνια ή στον δρόμο, είναι το παρατητήριο του κάστρου της ζωής σε καραντίνα, η πολεμίστρα από όπου παραφυλάς για ενημέρωση με διαστάσεις κανονικές, ανθρώπινες όχι από οθόνη, με ανθρώπους που κουνούν τα χέρια και α πόδια, σε όσο χώρο με πραγματικές και όχι εικονικές διαστάσεις τους επιτρέπει η κανονική ζωή. Είναι το σημείο που σε συνδέει με την κανονική ζωή, όση από αυτή έχει μείνει εκεί έξω. 

Αυτό το απότομο φρενάρισμα, το χειρόφρενο, στην «ανοδική κινητικότητα των ανθρώπων» που λέει και ο Γιάννης Βούλγαρης στο «Ελλάδα: μια χώρα παραδόξως νεωτερική», δεν έχει καταφέρει να σταματήσει και την πολωτική λαϊκίστικη οχλαγωγία σε μια συγκυρία τόσο κρίσιμη. Μέσα από τη σιωπή των ημερών και πίσω από τις κουρτίνες δεν βλέπεις μόνο τον γείτονα που κρυφοκοιτάζει πίσω από την κουρτίνα ή εκείνο τον τύπο με τα μακριά μούσια σαν τζίβες, το σκισμένο σακίδιο στην πλάτη και την κυρτωμένη πλάτη που ψάχνει στα σκουπίδια, δίχως γάντια, δίχως μάσκα. Άλλωστε για αυτόν ο κόσμος δεν έχει μολυνθεί περισσότερο από όσο πριν. 

Βλέπεις και τις δύο διαφορετικές Ελλάδες. Αυτήν που κάνει τη δουλειά κάτω από αυτές τις συνθήκες. Την κάνει χωρίς να εξαντλεί τον ρόλο της βλέποντας απλώς  «τα τρένα να περνούν». Και μια άλλη που ακόμα και τώρα δεν της περνά από το μυαλό ότι δεν τα ξέρει όλα. Που της είναι αδύνατη η συγκατοίκηση με τη μετριοπάθεια αλλά νιώθει ευτυχία στα σοκάκια της οπαδικής διχόνοιας. Νιώθει στον φυσικό της χώρο.Προφανώς έχει τους δικούς της λόγους και νομίζει ότι έχει κάτι να κερδίσει.. 

Ούτε και ισχύει αυτή η γλυκανάλατη επωδός ότι τελειώνοντας, με το καλό, όλη αυτή η ιστορία «θα βγούμε καλύτεροι άνθρωποι». Ότι θα μάθουμε να εκτιμούμε τα απλά, μικρά και ανθρώπινα. Ότι θα επιθυμήσουμε το βλέμμα των ανθρώπων, μια ζεστή αγκαλιά, ένα φιλί. Και άλλα τέτοια όμορφα και σοροπιαστά. Είναι σαν τον νόμο της φυσικής που ισχύει στο απότομο φρενάρισμα. Το αντικείμενο που σταματά απότομα έχει την τάση να επιστρέφει ακαριαία στην προηγούμενη θέση του. νόμος είναι αυτός και γι’ αυτό όταν περάσει ο καιρός των μπαλκονιών θα ξεχάσουμε πάρα πολύ γρήγορα, ακαριαία, τη θέα του κόσμου πίσω από τις κουρτίνες… 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ