Πολιτικη & Οικονομια

Μια δίδυμη κρίση στην πόρτα μας

Ορισμένοι λένε ότι οι προσπάθειες για προσφυγή στη Χάγη δεν είναι της στιγμής. Ισχύει ακριβώς το αντίθετο.

81922-183211.jpg
Παντελής Καψής
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Επεισόδια στις Καστανιές του Έβρου
© EUROKINISSI

Τι θα κάνουμε μπροστά σε μια μείζονα τουρκική πρόκληση; Ο Παντελής Καψής γράφει για την τακτική Ερντογάν, την αντίδραση της ελληνικής κυβέρνησης και τη στάση Ε.Ε. και Ρωσίας.

«Τι θα κάνει ο Μητσοτάκης αν ο Ερντογάν στείλει πλοίο να κάνει έρευνες μέσα στην Ελληνική υφαλοκρηπίδα;» Η ερώτηση μου ετέθη από Ευρωπαίο διπλωμάτη. Συζητούσαμε τις προκλήσεις που έχει μπροστά της η κυβέρνηση. Στην πρώτη συμφωνήσαμε αμέσως. Ο κορωνοϊός και οι οικονομικές επιπτώσεις. Η κυβέρνηση ζητά σωστά, δημοσιονομικό χώρο για να στηριχθούν οι κλάδοι που πλήττονται και να ενισχυθεί το υγειονομικό σύστημα. Κάθε μείωση των πλεονασμάτων ωστόσο, όπως και οι μικρότεροι ρυθμοί ανάπτυξης που θα φέρει το πλήγμα στην οικονομία και ιδιαίτερα στον τουρισμό, έχουν αντίκτυπο στην βιωσιμότητα του χρέους. Η Ελλάδα δεν έχει τα περιθώρια που έχουν οι υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης. Οι επιπλέον πόροι που θα χρειαστούν σήμερα θα πρέπει να βρεθούν από κάπου αύριο. Πολλές υποσχέσεις για πρόσθετες φοροαπαλλαγές θα αθετηθούν ή θα μετατεθούν για το μέλλον. Κι αυτό μπορεί να αποδειχθεί η καλή εκδοχή. Ο σίγουρος δρόμος που νομίζαμε ότι είχαμε μπροστά μας έχει γίνει δρόμος στην αβεβαιότητα.

Πάνω που ήμουν έτοιμος όμως να θέσω το μεταναστευτικό ως την δεύτερη μεγάλη πρόκληση, ήρθε η ερώτηση για την υφαλοκρηπίδα. Τι θα κάνουμε μπροστά σε μια μείζονα τουρκική πρόκληση; Προφανώς δεν ήξερα τι να απαντήσω. Αναρωτιέμαι αν η ίδια η κυβέρνηση γνωρίζει πώς θα απαντήσει. Ο κ. Γεραπετρίτης έχει δηλώσει πως η Ελλάδα θα αντιδράσει όπως προβλέπει το διεθνές δίκαιο. Όμως αυτό δεν λέει πολλά. Άλλωστε την τελευταία φορά που πλησιάσαμε σε επεισόδιο επιστρατεύτηκε ο καιρός για να μην υπάρξει αντίδραση. «Φαντάζομαι ότι θα θελήσει να αποφύγει πολεμική αναμέτρηση» είπα, για να εισπράξω ένα «ευτυχώς» από τον συνομιλητή μου. Υποθέτω εννοούσε ότι αυτός θα ήταν ο ασφαλέστερος τρόπος να συρθεί η χώρα σε διαπραγματεύσεις άνευ όρων και εφ όλης της ύλης. Από εκεί και πέρα η συζήτηση έγινε πραγματικά ενδιαφέρουσα. Είχε μόλις ολοκληρώσει έναν γύρο επαφών και η εκτίμησή του ήταν ότι το διπλωματικό μας κατεστημένο είναι εγκλωβισμένο σε μια αντίληψη για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις στην προ- Ερντογάν εποχή. Αυτή την στιγμή για παράδειγμα η Ελλάδα έχει μπει σε μια σκληρή αντιπαράθεση για το μεταναστευτικό τόσο στον Έβρο όσο και στα νησιά. Αν την δει κανείς από μόνη της, η αντίδραση της κυβέρνησης ήταν η μόνη δυνατή μπροστά στον εκβιασμό Ερντογάν. Στην πραγματικότητα ωστόσο, υποστήριξε ο συνομιλητής μου, η Ελλάδα και η Τουρκία έχουν κοινό συμφέρον απέναντι στην Ευρώπη. Και οι δύο χώρες αντιμετωπίζονται ως αποθήκες μεταναστών. Ο Ερντογάν αυτό που ζητά είναι να τον βοηθήσει η Δύση να φτιαχτεί η ασφαλής ζώνη στα σύνορά του για να μεταφέρει τους πρόσφυγες από την χώρα του. Θεωρεί μάλιστα ότι οι σύμμαχοί του τον έχουν προδώσει. Η Ελλάδα, συνέχισε, θα μπορούσε να τον υποστηρίξει, να γίνει ο «πρεσβευτής» αυτής της προσπάθειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν ο όρος που χρησιμοποίησε. Αντέταξα φυσικά ότι ο ίδιος ο Ερντογάν έχει κάνει το άνοιγμα στην Ρωσία το οποίο βρίσκει μπροστά του σήμερα. Ζητά την στήριξη της Δύσης στην οποία την ίδια στιγμή γυρνά την πλάτη.

Στο σημείο αυτό η συζήτηση επεκτάθηκε αναγκαστικά στις ευρύτερες επιδιώξεις του Τούρκου προέδρου στην περιοχή. Για τον συνομιλητή μου η μεγάλη φιλοδοξία του Ερντογάν είναι η ηγεσία του Σουνιτικού Ισλάμ. Τα ανοίγματα που έχει κάνει σε μια σειρά από ισλαμικές χώρες το δείχνουν καθαρά. Όπως φυσικά και η αντιπαλότητά του με την Σαουδική Αραβία, η οποία συνεπάγεται τριβές και στις σχέσεις του με τις ΗΠΑ. Η Ελλάδα προφανώς δεν μπαίνει πουθενά σε μια τέτοια εξίσωση. Ο συνομιλητής μου ωστόσο υποστήριξε ότι στην ελληνική εξωτερική πολιτική δεν έχει ληφθεί υπόψη αυτή η θεμελιακά διαφορετική προσέγγιση του Ερντογάν που συνιστά έναν συνολικό επαναπροσανατολισμό της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας. Το ενδιαφέρον του έχει μετατοπιστεί από το Αιγαίο και τις στενά διμερείς σχέσεις με την Ελλάδα. Κάτι που κατ αυτόν, αφήνει σοβαρά περιθώρια προσέγγισης, με μια σημαντική προϋπόθεση: την επίλυση του Κυπριακού. Το οποίο, από την σκοπιά του Ερντογάν, με τις πρωτοβουλίες για τα πετρέλαια που πήρε η Κυπριακή κυβέρνηση, συνιστά μια προσπάθεια αποκλεισμού της Τουρκίας από την κατ εξοχήν περιοχή ενδιαφέροντος της, την Νότιο Ανατολική Μεσόγειο.

Η συζήτηση μας διακόπηκε στο σημείο αυτό λόγω ανωτέρας βίας. Την θυμήθηκα λίγες ημέρες αργότερα όταν δύο ελληνικές εφημερίδες είχαν στην πρώτη τους σελίδα το ενδεχόμενο θερμού επεισοδίου με την Τουρκία. Η μία το θεωρούσε πιθανό αποτέλεσμα ατυχήματος, η δεύτερη σταθερή επιδίωξη της Τουρκίας. Και για τις δύο η κύρια αφορμή ήταν η σύγκρουση, απόπειρα εμβολισμού κατ άλλους, του σκάφους του ελληνικού λιμενικού από αντίστοιχο της Τουρκίας.

Το περιστατικό έχει ένα ενδιαφέρον. Όποιος διαβάσει προσεκτικά τις σχετικές πληροφορίες από το Λιμενικό σώμα, είχε προηγηθεί η απώθηση των μεταναστών στα τουρκικά χωρικά ύδατα από το ελληνικό σκάφος. Με άλλα λόγια το ελληνικό σκάφος είχε κι αυτό προηγουμένως μπει στα τουρκικά χωρικά ύδατα. Μιλάμε άλλωστε για μια περιοχή όπου οι ακτές των δύο χωρών απέχουν μόλις 2,6 μίλια ο ένας μπαίνει στα χωρικά ύδατα του άλλου πολύ εύκολα. Έτσι πιθανώς εξηγείται η κατά τα άλλα ακατανόητη φράση του Ερντογάν «εμείς θα τους κυνηγάμε».

Η είδηση παρουσιάστηκε ως τουρκική πρόκληση όπως πράγματι ήταν με βάση την γενική εικόνα της αντιπαράθεσης της τελευταίας εβδομάδας. Ιδίως αν ληφθεί υπόψη ότι οι βάρκες με μετανάστες συνοδεύονται κάποιες φορές από τουρκικά περιπολικά. Η ελληνική αντίδραση είναι απάντηση στον εκβιασμό Ερντογάν. Αν προσπαθήσει να δει κανείς την μεγάλη εικόνα ωστόσο, οι δύο χώρες έχουν εγκλωβιστεί σε μια επικίνδυνη αντιπαράθεση η εκτόνωση της οποίας δεν εξαρτάται από αυτές. Όλα θα κριθούν από την διαπραγμάτευση του Ερντογάν με την Μέρκελ και τον Μακρόν. Οι παρενέργειες ωστόσο τις αφορούν άμεσα. Έχει δημιουργηθεί ένα κλίμα τόσο μεγάλης  αντιπαλότητας που  κάθε προσπάθεια προσέγγισης μοιάζει σήμερα ουτοπική. Ιδίως αν προστεθεί και η ακατανόητη προσωπική ενόχληση του Ερντογάν με τον Κυριάκο. Ρώτησα ομολογώ για το θέμα τον διπλωμάτη συνομιλητή μου, ο οποίος μου είπε ότι ο Τούρκος πρωθυπουργός  θεωρεί ότι ο Μητσοτάκης τον γέλασε.  Δεν μπορώ να φανταστώ γιατί. Οι παρεξηγήσεις ωστόσο είναι συνηθισμένο φαινόμενο στις διεθνείς σχέσεις. Ιδίως όταν οι δύο πλευρές είναι εγκλωβισμένες η κάθε μια στο δικό της αφήγημα. Χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια να δει κανείς το πρόβλημα την  οπτική γωνία του άλλου. Ιδίως όταν κάθε διαφορετική εκδοχή αντιμετωπίζεται ως τουρκική ή ελληνική προπαγάνδα.

Πού θα οδηγήσει η σημερινή αντιπαράθεση δεν το γνωρίζουμε. Στις θετικές παράπλευρες συνέπειες της είναι το πολιτικό κεφάλαιο που έχτισε ο Έλληνας πρωθυπουργός. Η αποφασιστική του αντίδραση ικανοποίησε τα πατριωτικά μας αντανακλαστικά. Σίγουρα δεν ξεχνά όμως ότι δύο μόλις εβδομάδες πριν, η κυβέρνηση ήταν στον τοίχο για τον χειρισμό του μεταναστευτικού. Και γνωρίζει ή πρέπει να γνωρίζει πως ότι πέτυχε μπορεί να χαθεί μέσα σε λίγες ώρες. Ο ακραίος εθνικιστικός λόγος στο εσωτερικό μπορεί πολύ εύκολα να γυρίσει μπούμερανγκ στο εξωτερικό. Άλλωστε η έκβαση μιας στρατιωτικής εμπλοκής δεν είναι ποτέ δεδομένη.  Με αυτή την έννοια έχει μεγάλη σημασία να επενδύσει αυτό το κεφάλαιο σε μια πραγματική προσπάθεια εξομάλυνσης των σχέσεων με την Τουρκία. Ακόμα κι αν αποτύχει θα ξέρει ότι εξάντλησε όλες τις δυνατότητες. Ορισμένοι λένε ότι οι προσπάθειες για προσφυγή στη Χάγη δεν είναι της στιγμής. Ισχύει ακριβώς το αντίθετο. Ενδεχομένως να είμαστε στο παρά πέντε.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ