Πολιτικη & Οικονομια

Ενστάσεις και εντός ΣΥΡΙΖΑ για το αδίκημα του βιασμού

Αντιδράσεις για τη διάταξη στον νέο ποινικό κώδικα

62224-137655.jpg
Newsroom
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
kavvadia
Αννέτα Καββαδία © INTIME NEWS/ΧΑΛΚΙΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚΟΣ

Αννλετα Καββαδία και Μαρία Θελερίτη ζήτησαν διευκρινίσεις από τον υπουργό Δικαιοσύνης για τον ορισμό του βιασμού και τις ποινές που θεσπίζονται.

Αντιδράσεις και στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ προκαλεί διάταξη στον νέο ποινικό κώδικα που αφορά στον βιασμό.

Την έντονη αντίδρασή τους στο άρθρο 336 του νέου Ποινικού Κώδικα σχετικά με τον ορισμό του βιασμού εξέφρασαν ήδη πραγματοποιώντας συγκέντρωση διαμαρτυρίας έξω από τη Βουλή φεμινιστικές οργανώσεις. Ταυτόχρονα και η Διεθνής Αμνηστία χαρακτηρίζει απαράδεκτο το άρθρο 336 του νέου ΠΚ, που εμπεριέχει τον ορισμό του βιασμού.

Στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, η Αννέτα Καββαδία και η Μαρία Θελερίτη στη σκιά των ανακοινώσεων οργανώσεων που μιλούν για διάκριση των βιασμών με τον νέο Κώδικα σε κακουργηματικού και πλημμεληματικού χαρακτήρα, ζήτησαν διευκρινίσεις από τον υπουργό Δικαιοσύνης για τον ορισμό του βιασμού και τις ποινές που θεσπίζονται.

«Υπάρχει ένα μεγάλο “αλλά”. Το θύμα βιασμού είναι θύμα βιασμού σε κάθε περίπτωση, είτε πρόκειται για τετελεσμένη πράξη βίας, είτε πρόκειται για την απειλή παράνομης πράξης. Με αυτό καταλαβαίνω όταν λέμε “απειλή παράνομης πράξης”, την ψυχολογική βία που ασκείται. Άλλωστε το αναγνωρίζει αυτό και ο νέος ποινικός κώδικας. Επομένως το ερώτημα το οποίο τίθεται είναι γιατί υπάρχει αυτή η διαφοροποίηση, γιατί υπάρχει αυτή η κλιμάκωση μεταξύ κακουργήματος και πλημμελήματος», σημείωσε χαρακτηριστικά η κ. Καββαδία.

Η ίδια βουλευτής, πρόσθεσε ότι «σε κάθε περίπτωση, η απουσία συναίνεσης συνιστά βιασμό και σ' αυτό φαντάζομαι δε διαφωνεί κανείς και καμία από μας. Ο βιασμός, δηλαδή, ο οποίος δεν μπορεί να αποδειχθεί δεν είναι βιασμός;».

Από την πλευρά της η Μαρία Θελερίτη στάθηκε στη διεύρυνση του τι νοείται βιασμός μέσω της κύρωσης της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης, που ορίζει το δεσμευτικό νομικό πλαίσιο για την πρόληψη όλων των μορφών βίας κατά των γυναικών και την προστασία των θυμάτων έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας. Παράλληλα υπογράμμισε ότι αυτή η διάσταση της διεύρυνσης θα έπρεπε να αποτυπώνεται και στον νέο Ποινικό Κώδικα. «Ο βιασμός ακόμα και όταν δεν μπορεί να αποδειχθεί δεν παύει να είναι βιασμός», τόνισε.  

Ο υπουργός Δικαιοσύνης Μιχάλης Καλογήρου υποστήριξε ότι οι διατάξεις του νέου Ποινικού Κώδικα διασφαλίζουν πλήρως τα δικαιώματα του θύματος.

Συγκεκριμένα, επισήμανε ότι πέρα από το αδίκημα σε βαθμό κακουργήματος για βιασμό  μέσω σωματικής βίας ή σωματικής απειλής και το αδίκημα σε βαθμό πλημμελήματος, προβλέπεται έκτιση ποινής 3 ετών, εξηγώντας ότι αφορά τις περιπτώσεις που ο δράστης όταν δεν καταργεί δια της βίας τη βούληση του θύματος περιορίζει την ελευθερία επιλογής του, όπως για παράδειγμα ο εκβιασμός για την αποφυγή δημοσιοποίησης ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων.

Τι λένε κύκλοι του υπουργείου Δικαιοσύνης

Μ ε αφορμή τις αντιδράσεις σχετικά με τις διατάξεις του υπό ψήφιση Ποινικού Κώδικα, που αφορούν το έγκλημα του βιασμού και άλλα εγκλήματα που στρέφονται κατά της γενετήσιας ελευθερίας, από κύκλους του υπουργείου Δικαιοσύνης έγινε γνωστό ότι οι προβλεπόμενες ποινές που επιβάλλονται είναι σε κάθε περίπτωση εκτιτέες.

Συγκεριμένα, διευκρινίζεται ότι τιμωρούνται ως κακουργήματα, με ποινή κάθειρξης, δηλαδή με ποινή από 5 έως 15 έτη, οι περιπτώσεις που:

α) Ασκείται σωματική βία κατά του θύματος (άρθρο 336 παρ. 1). Ως σωματική βία θεωρείται και η περιαγωγή του θύματος σε κατάσταση αναισθησίας ή ανικανότητας για αντίσταση με υπνωτικά ή ναρκωτικά ή άλλα ανάλογα μέσα,

β) Ασκείται ψυχολογική βία κατά του θύματος, μέσω της έκφρασης απειλής σοβαρού και άμεσου κινδύνου για τη ζωή ή τη σωματική ακεραιότητα (άρθρο 336 παρ. 1).

Παράλληλα, όταν στο θύμα ασκείται ψυχολογική βία χαμηλότερης έντασης, όταν δηλαδή απειλείται με άλλη παράνομη πράξη ή παράλειψη και εξαναγκάζεται έτσι σε γενετήσια πράξη με τον δράστη, τότε επιβάλλεται ποινή από 3 έως 5 έτη.

Ακόμη, η απειλή οποιασδήποτε παράνομης πράξης δεν περιγράφεται στο έγκλημα ως το αποκλειστικό στοιχείο που πρέπει να αναζητείται για την επιβολή τιμωρίας στο δράστη.

Έτσι, η νομολογία, περιπτωσιολογικά, αναζητούσε όχι οποιαδήποτε απειλή, αλλά επιπρόσθετα το στοιχείο του να είναι «άμεση» και «σπουδαία», καθώς και το στοιχείο του να στρέφεται κατά «ουσιώδους δικαιώματος» του δράστη, περιορίζοντας έτσι το πεδίο με εφαρμογής του εγκλήματος.

Σύμφωνα με τους ίδιους κύκλους, κατά το σχέδιο νέου Ποινικού Κώδικα δεν απαιτείται η αναζήτηση τόσων αξιολογικών και δυσαπόδεικτων στοιχείων, αλλά αρκεί μόνη η απειλή παράνομης πράξης για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος.

Επίσης, τιμωρείται ως κακούργημα, με ποινή κάθειρξης έως 10 ετών, η περίπτωση που το θύμα «παγώνει», όταν αντιμετωπίζει το δράστη του εγκλήματος, εξαιτίας παροδικής εξ αυτού του λόγου ανικανότητάς του να αντισταθεί (άρθρο 338 παρ. 1).

Ακόμη, τιμωρείται με φυλάκιση από 2 έως 5 έτη και χρηματική ποινή η περίπτωση εκείνη που κάποιος υποχρεώνεται σε επιχείρηση ή ανοχή γενετήσιας πράξης, με κατάχρηση σχέσης εργασιακής εξάρτησης οποιασδήποτε φύσης, δηλαδή σε κάθε εργασιακό χώρο (άρθρο 343 περ. α). Σήμερα η περίπτωση αυτή τιμωρείται με φυλάκιση από 1 έτος έως 5 έτη και δεν αφορά παρά τις περιπτώσεις εξαναγκασμού από δημόσιο υπάλληλο προσώπου που εξαρτάται από αυτόν υπηρεσιακά.

Για όλες τις επίμαχες πράξεις προβλέπεται ότι αν έχουν τελεστεί με ιδιαίτερη σκληρότητα ή κατά θύματος που δεν μπορούσε να προστατεύσει τον εαυτό του, επιβάλλεται βαρύτερη ποινή (άρθρο 79 παρ. 5).

Σε κάθε περίπτωση, σημειώνουν, με το νέο σύστημα ποινών οι επιβαλλόμενες άνω των 3 ετών ποινές είναι σε κάθε περίπτωση εκτιτέες, ενώ με το προϊσχύσαν καθεστώς στις περιπτώσεις αυτές μπορούσε να χορηγηθεί αναστολή εκτέλεσης της ποινής ή μετατροπή της σε χρηματική ποινή.

Πάντως, επισημαίνουν οι ίδιοι κύκλοι του υπουργείου Δικαιοσύνης, η προστασία αυτών των αγαθών και η επιδιωκόμενη επιβολή του σεβασμού τους, σαφώς, είναι αυξημένη.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ