Πολιτικη & Οικονομια

Άλλο αντι-ΣΥΡΙΖΑ, άλλο προοδευτικός

Την επόμενη φορά δεν θα συζητάμε ποιοι θα ευνοηθούν αλλά ποιοι θα πληρώσουν τον λογαριασμό

81922-183211.jpg
Παντελής Καψής
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
391240_1_1.jpg
© INTIME NEWS

Η αντίθεση στην καταστροφική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να μας οδηγεί σε έναν συντηρητικό μονόδρομο.

Στους χθεσινούς Φαϊνάνσιαλ Τάιμς δημοσιεύτηκε ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον άρθρο με προκλητικό τίτλο: «οι δουλειές δεν αποτελούν πλέον διέξοδο από την φτώχεια στο Ηνωμένο Βασίλειο». Δεν το υπέγραφε μάλιστα κάποιος συνεργάτης σοσιαλιστής, αμετανόητος οπαδός του κράτους πρόνοιας, αλλά η ίδια η Συντακτική Επιτροπή της εφημερίδας.

Σιγά την είδηση, θα πείτε. Στην Ελλάδα της μερικής απασχόλησης και των 250 ευρώ, δεκάδες χιλιάδες είναι οι εργαζόμενοι φτωχοί. Και όπως γνωρίζουμε το ίδιο συμβαίνει και σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ακόμα και αυτές που δεν έπληξε η κρίση. Στην Αγγλία, τα τελευταία χρόνια προστέθηκαν 500.000 στην κατηγορία εργαζόμενοι φτωχοί.

Ομολογώ ανακάλεσα το άρθρο διαβάζοντας την απάντηση που έδωσαν ορισμένοι από τους «64» στους κ. Τσακαλώτο και Σταθάκη, στο οποίο υποστήριζαν, ανάμεσα σ άλλα, ότι προοδευτική πολιτική σημαίνει να αναγνωρίσεις ότι «προηγείται η ανάπτυξη και έπεται η αναδιανομή». Αυτό φυσικά δεν ισχύει ούτε σαν λογική συνεπαγωγή, ούτε σαν πολιτική προτεραιότητα αλλά ούτε και σαν οικονομική ανάγκη. Αντιθέτως θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι τα δύο πρέπει να συμβαδίζουν.

Πριν από λίγες εβδομάδες δημοσιεύτηκε μια μελέτη για την κινητή τηλεφωνία όπου διαπιστώθηκε ότι η Ελλάδα ήταν μια από τις ακριβότερες χώρες στην Ευρώπη. Σύμφωνα με παλαιότερη έρευνα μάλιστα, στην μεταφορά δεδομένων, η Ελλάδα ήταν η 7η ακριβότερη μεταξύ 230 χωρών στον κόσμο! Είναι ένα μόνο παράδειγμα γι’ αυτό που όλοι οι διεθνείς οργανισμοί διαπιστώνουν. Ότι δηλαδή στην Ελλάδα ενώ μεταρρυθμίστηκε η αγορά εργασίας και είχαμε δραματικές μειώσεις μισθών, δεν έγιναν ανάλογες μεταρρυθμίσεις στις αγορές προϊόντων. Το αποτέλεσμα είναι η επιβίωση ολιγοπωλιακών συνθηκών και η διατήρηση των τιμών, ακόμα και δέκα χρόνια μετά την κρίση, σε υψηλότερα επίπεδα. Μπορούμε μάλιστα να φανταστούμε ότι αν πάμε και σε άλλους τομείς, τον τραπεζικό για παράδειγμα, το ολιγοπωλιακό κόστος για την οικονομία θα είναι πολύ μεγαλύτερο.

Δεν χρειάζεται να είναι κανείς οικονομολόγος για να καταλάβει ότι η ύπαρξη ολιγοπωλίων σε συνδυασμό με την γραφειοκρατία αποτελούν δύο από τους ισχυρότερους παράγοντες που αποτρέπουν νέες επενδύσεις. Αν συνυπολογίσει κανείς την απουσία, στην πράξη, νομικής προστασίας, τότε μόνο πολύ πεισματάρηδες ή απατεώνες θα ρίσκαραν να έρθουν στην Ελλάδα. Οι παλαιότεροι θα θυμούνται ασφαλώς τις περιπέτειες δημοφιλούς μπύρας που χρειάστηκε δεκαετίες για να καταφέρει μπει στην αγορά.

Κι όμως γι’ αυτά, για τα ολιγοπώλια, για τα οργανωμένα συμφέροντα που έχουν καταφέρει να αντισταθούν στις μεταρρυθμίσεις και πνίγουν την ανάπτυξη, δεν ακούμε τίποτα. Και κυρίως δεν ακούν οι εργαζόμενοι που υφίστανται και αυτοί τις συνέπειες. Έχει επικρατήσει ένας απλουστευτικός ιδεολογικός λόγος με σχεδόν μονοσήμαντη αναφορά στη μείωση της φορολογίας που δεν στέκει ούτε από οικονομική αλλά ούτε από πολιτική άποψη. Η αντίθεση στην καταστροφική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να μας οδηγεί σε έναν συντηρητικό μονόδρομο.

Πριν από λίγους μήνες ο Μπομπ Τράα, ένας από τους εκπροσώπους της τρόικας που τώρα είναι ανεξάρτητος οικονομολόγος, εξηγούσε πώς αντέδρασαν στην Ολλανδία την δεκαετία του 80 όταν η οικονομία  αντιμετώπιζε οξύ πρόβλημα ανταγωνιστικότητας και παρά λίγο να οδηγηθεί σε χρεοκοπία. Πώς και οι τρεις πλευρές, κράτος, εργαζόμενοι και επιχειρηματίες «ανέλαβαν» μια σειρά υποχρεώσεων που θα επέτρεπαν μια ισορροπημένη αντιμετώπιση της κρίσης. Το κράτος να μην αυξήσει τους φόρους στην εργασία, οι εργαζόμενοι να μην διεκδικήσουν αυξήσεις για όλα τα επαγγέλματα και οι επιχειρηματίες να προστατεύσουν την απασχόληση και να κάνουν επενδύσεις. Η ύπαρξη ενός τέτοιου «συμβολαίου» έχει ιδιαίτερη σημασία αν αναλογιστούμε ότι στην Ελλάδα δεν μιλάμε για την πολιτική της επόμενης χρονιάς αλλά για μια προσπάθεια δεκαετιών, ως ότου απαλλαγούμε δηλαδή από τον βραχνά του χρέους. Πολύ περισσότερο καθώς δεν υπάρχουν ουδέτερα μέτρα. Για παράδειγμα μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι υπάρχει θέμα υπερφορολόγησης, τι είναι προτιμότερο όμως, μια επιπλέον περικοπή στον ΦΠΑ ή μια οριζόντια μείωση κατά 30% στον ΕΝΦΙΑ; Στην πρώτη περίπτωση, για να θυμηθούμε και την αρχική ένσταση, έχουμε μια αναδιανομή υπέρ των φτωχότερων στρωμάτων, στην δεύτερη ευνοούνται κυρίως οι ιδιοκτήτες. Τα ζητήματα της αναδιανομής μάλιστα συμβαδίζουν με τις προτεραιότητες της ανάπτυξης. Μπορεί έτσι κάποιος να ισχυριστεί ότι μια αναδιανομή σε βάρος όσων απομυζούν κέρδη από την κατάχρηση της μονοπωλιακής τους θέσης και τις στρεβλώσεις της αγοράς  και υπέρ των μισθωτών και των υγιών επιχειρηματιών, αποτελεί προϋπόθεση της ανάπτυξης.

Φυσικά όλα αυτά είναι πολυτέλειες για τον δημόσιο διάλογο. Για την ώρα μοιράζουμε χρήματα και υποσχέσεις, γενικώς. Οπότε το πιθανότερο είναι ότι την επόμενη φορά δεν θα συζητάμε ποιοι θα ευνοηθούν αλλά ποιοι θα πληρώσουν τον λογαριασμό. Όχι ότι δεν ξέρουμε.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ