Πολιτικη & Οικονομια

H δεύτερη ζωή του λαϊκισμού

Η προκλητική ομοιότητα του «όχι» στο δημοψήφισμα με το «όχι» στη συμφωνία των Πρεσπών

81922-183211.jpg
Παντελής Καψής
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
has-populism-in-politics-peaked.jpg

Τι σχέση έχει το 62% που ψήφισε «όχι» στην Ευρώπη με το 62% που στη δημοσκόπηση του Σκάι φαίνεται να λέει «όχι» στη συμφωνία των Πρεσπών; Η ομοιότητα των ποσοστών είναι πολύ προκλητική για να αγνοηθεί.

Εκ πρώτης όψεως μοιάζει να μιλάμε για ανόμοια πράγματα.  Στο όχι του δημοψηφίσματος ένας συμπαγής όγκος ήταν οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ. Αντίθετα στο όχι των Πρεσπών τον ρόλο αυτό επιτελούν οι ψηφοφόροι της ΝΔ. Φυσικά υπάρχουν εσωτερικές μετακινήσεις. Ένα σημαντικό ποσοστό των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, 40% σύμφωνα με τη δημοσκόπηση, είναι εναντίον των Πρεσπών. Αυτό εξηγεί ίσως πώς το μειοψηφικό «ναι» στο δημοψήφισμα έγινε πλειοψηφικό «όχι» στις Πρέσπες. Και σίγουρα υπάρχουν ιδιαιτερότητες. Για παράδειγμα, ένα μέρος του «όχι» στις Πρέσπες είναι συγκυριακό, είναι περισσότερο όχι στην κυβέρνηση παρά στη συμφωνία. Πώς αθροίσθηκαν οι  μετακινήσεις ώστε να καταλήξουμε στα ίδια ποσοστά δεν είναι εύκολο να υπολογιστεί. Ίσως δεν έχει και σημασία όμως, γιατί το πολιτικό συμπέρασμα κι από τις δύο επιλογές έχει απελπιστικές ομοιότητες.

Δέκα χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης, ο λαϊκισμός στην Ελλάδα όχι μόνο δεν έχει υποχωρήσει αλλά αντιθέτως έχει αναζωογονηθεί, έχει βρει νέο και πολύ ισχυρότερο περιεχόμενο

Τον Ιούλιο του 2015 οι περισσότεροι Έλληνες είπαν όχι στη λύση που πρότεινε η Ευρώπη, ρισκάροντας την πολιτική μας απομόνωση. Σήμερα και πάλι λένε όχι στη λύση που προτείνει η Ευρώπη, αδιαφορώντας ξανά για τις ενδεχόμενες διπλωματικές παρενέργειες. Κάποιοι θα αντιτείνουν ότι το 2015 είπαμε όχι από αριστερά, ενώ τώρα λέμε όχι από δεξιά. Μόνο που βέβαια αυτοί οι διαχωρισμοί έχουν γίνει πια απολύτως σχετικοί. Ίσως πιο παραγωγικό θα ήταν να πούμε ότι το 2015 το κύμα του λαϊκισμού το καβάλησε η αριστερά, σήμερα το έχει καβαλήσει η δεξιά.

Για το τελευταίο ας μην υπάρχει καμιά αμφιβολία. Δεν χρειάζεται να δούμε ποιοι πρωτοστατούν στα επεισόδια όπου χρυσαυγίτες και παρατρεχάμενοι έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο. Δεν χρειάζεται ούτε να παραθέσουμε τα συνθήματα στα συλλαλητήρια που ξεχείλιζαν από εθνικιστικό εξτρεμισμό. Αρκούν ορισμένες ομιλίες νεοδημοκρατών στη Βουλή. Του Αντώνη Σαμαρά, για παράδειγμα, που δήλωσε υπερήφανος εθνικιστής και υποστήριξε ότι η Μακεδονία είναι μία και ελληνική, την ώρα που το κόμμα του είναι υπέρ της σύνθετης ονομασίας. Ή του Μάκη Βορίδη, ο οποίος μίλησε για κυβέρνηση εθνικής μειοδοσίας. Κι αυτά είναι τα πιο ενδεικτικά. Γιατί οι νηφάλιες φωνές ήταν ελάχιστες στη Βουλή, τόσο από τους νεοδημοκράτες όσο και από τους κιναλίτες.

Δέκα χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης, ο λαϊκισμός στην Ελλάδα όχι μόνο δεν έχει υποχωρήσει αλλά αντιθέτως έχει αναζωογονηθεί, έχει βρει νέο και πολύ ισχυρότερο περιεχόμενο. Γιατί βέβαια δεν έχουμε τελειώσει. Δεν είναι μόνο οι συνεχείς τριβές για τα τεχνικά ζητήματα της συμφωνίας που θα προσφέρουν ανεξάντλητες ευκαιρίες αντιπαράθεσης. Είναι το πολιτικό αίτημα για ακύρωση της συμφωνίας που θα αποτελέσει τον πολιορκητικό κριό των ακροδεξιών σχηματισμών.

Ο κ. Μητσοτάκης κατανοεί πως ένα τέτοιο αίτημα θα ήταν αυτοκαταστροφικό για τη χώρα και θα έδινε το ελεύθερο στα Σκόπια να κατοχυρώσουν το σκέτο «Μακεδονία» παντού. Σε μια κοινή γνώμη όμως γαλουχημένη με κραυγές για προδοσία αυτά είναι λεπτομέρειες. Έχουμε αποκτήσει τη δική μας «πισώπλατη μαχαιριά», όπως φάνηκε πολύ καθαρά από τα συνθήματα στην υποδοχή που έγινε στον πρόεδρο της Δημοκρατίας στη Θεσσαλονίκη. Το ότι θα μιλούσε για το Ολοκαύτωμα ενδεχομένως δεν ήταν συμπτωματικό. Και βέβαια το μόνο που χρειάζεται για να γίνει το μείγμα εκρηκτικό είναι μια νέα επιδείνωση της οικονομίας. Τότε σίγουρα θα καταλάβουμε πόσο επικίνδυνο είναι το φλερτ με τον εθνικισμό. Φυσικά θα είναι αργά.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ