Πολιτικη & Οικονομια

Ο Βενιζέλος χαρακτηρίζει «ευρωπαϊκή ξεφτίλα» μια ενδεχόμενη συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ – Ευρωσοσιαλιστών

Σε εκδήλωση του ΚΕΦιΜ «Πώς Ψηφίζουν τα Κόμματα; Κοινοβουλευτική ψήφος: Ιούνιος 2012 – Ιούλιος 2018»

62224-137655.jpg
Newsroom
9’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
venizelos.jpg
EUROKINISSI/ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ

«Ευρωπαϊκή ξεφτίλα» χαρακτήρισε ο Ευάγγελος Βενιζέλος το ενδεχόμενο μιας απόφασης του ΣΥΡΙΖΑ να επιδιώξει την μεταπήδηση από την Ευρωπαϊκή Αριστερά στους Δημοκράτες Σοσιαλιστές ενόψει ευρωεκλογών, τονίζοντας ότι μια τέτοια εξέλιξη θα αποτελούσε εξαγωγή του κυνισμού και του ευτελισμού των αξιών που τα τελευταία χρόνια βιώνουμε στην Ελλάδα.   

Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο της εκδήλωσης του ΚΕΦιΜ «Πώς Ψηφίζουν τα Κόμματα; Κοινοβουλευτική ψήφος: Ιούνιος 2012 – Ιούλιος 2018», ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ είπε τα εξής:

Πρώτη τοποθέτηση 

Ευχαριστώ πολύ το ΚΕΦίΜ που μου έδωσε την ευκαιρία να βρίσκομαι σήμερα εδώ και να πω κι εγώ τις σκέψεις μου, απευθυνόμενος στους εκπροσώπους του Τύπου, τους οποίους υποδέχομαι κι εγώ με πολύ μεγάλη χαρά.  Είδα την έρευνα με προσοχή και πολύ μεγάλο ενδιαφέρον.  Θα μου επιτρέψετε να ξεκινήσω με δύο-τρεις μεθοδολογικού χαρακτήρα παρατηρήσεις, που θα με βοηθήσουν να κάνω και δύο-τρεις πιο ουσιαστικές παρατηρήσεις.

Η πρώτη μου παρατήρηση, αμιγώς τεχνική, είναι ότι όταν υπολογίζουμε τη ψήφο επί της αρχής, δεν μπορούμε να λάβουμε υπόψη μας ένα πάρα πολύ συχνό φαινόμενο, αποδοχή επί της αρχής και καταψήφιση όλων των κρίσιμων άρθρων ή απόρριψη επί της αρχής για να δηλωθεί η δεδηλωμένη κοινοβουλευτικά στάση κάθε κόμματος, ενώ το κρίσιμο άρθρο, που μπορεί να είναι μία παροχή ή μπορεί να είναι μία θεσμική αλλαγή, το ψηφίζει το κόμμα.  Άρα, εάν μπορούσαμε να κάνουμε έρευνα που να φτάνει μέχρι το επίπεδο της κατά άρθρο συζήτησης και ψήφισης, μπορεί να έχουμε  μία διαφοροποίηση στα αποτελέσματα, με βάση μία διαφορετική ταξινόμηση που θα σας προτείνω στο τέλος.

Η δεύτερη παρατήρηση, ειπώθηκε ήδη από τον κ. Σαραβάκο, και άρα την έχει λάβει υπόψη, είναι ότι στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής έχουμε την κύρωση συνθηκών ή και την μεταφορά πράξεων του Ενωσιακού Δικαίου στην ελληνική έννομη τάξη, άρα δεν υπάρχουν πεδία διαφωνίας, πολύ συχνά έρχονται προς κύρωση τώρα, συνθήκες που έχουν υπογραφεί από τις προηγούμενες κυβερνήσεις.  Εν πάση περιπτώσει, πρόκειται για διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας. 

Η τρίτη παρατήρηση αφορά τον υπολογισμό, τον στατιστικό, της στάσης της ΔΗΜΑΡ την περίοδο 2012-2015.  Η ΔΗΜΑΡ ήταν κατά το πρώτο στάδιο κυβερνητικό κόμμα, το οποίο καταψήφισε σημαντικά κυβερνητικά μέτρα, όπως είναι για παράδειγμα όλο το πακέτο των μέτρων του δευτέρου μνημονίου, το Νοέμβριο-Δεκέμβριο του 2012.  Και στη συνέχεια, όταν απεχώρησε, τον Ιούνιο του 2013, βεβαίως εξακολούθησε να έχει μία στάση η οποία δεν μπορούσε να είναι ανακόλουθη προς αυτά που είχε υποστηρίξει ως κυβερνητικό κόμμα, άρα πρόκειται για μία συγκυριακή ιδιορρυθμία που τελικά οδήγησε και στην εκλογική εξαφάνιση της ΔΗΜΑΡ. 

Η τέταρτη παρατήρησή μου αφορά τη σχέση συμπολίτευση-αντιπολίτευση που νομίζω ότι πρέπει, από μία σχέση διπολική να γίνει μία σχέση τριγωνική.  Δεν μπορούμε να βλέπουμε μόνο τη σχέση συμπολίτευσης και αντιπολίτευσης, αλλά πρέπει να βλέπουμε τη σχέση συμπολίτευσης-αντιπολίτευσης και δομικά αντισυστημικής αντιπολίτευσης.  Η δομικά αντισυστημική αντιπολίτευση είναι το αντίστοιχο με τον αντιδημοκρατικό αυταρχικό λαϊκισμό, είναι το ΚΚΕ, και όπως προκύπτει κοινοβουλευτικά και η Χρυσή Αυγή, δύο διαφορετικά μεταξύ τους  κόμματα που δεν ενδιαφέρονται για τη συγκυρία, δεν αλλάζουν τη στάση τους με βάση τη διακύμανση της συγκυρίας, είναι διαρθρωτικά και παγίως αντισυστημικά, άρα έχει σημασία να βλέπουμε πώς τα κόμματα της συμβατικής αντιπολίτευσης που διεκδικεί την άσκηση της εξουσίας, τοποθετούνται απέναντι σε αυτό το φαινόμενο.  Άρα, χρειαζόμαστε μία τριγωνική σχέση.

Η επόμενη παρατήρησή μου αφορά τη στάση των ΑΝΕΛ. Οι ΑΝΕΛ θα έπρεπε κανονικά  να προφυλάξουν τον εαυτό τους, κάτι που δεν το έχουν καταφέρει, διαφοροποιούμενοι σε ορισμένα θέματα εξαρχής, πριν από αυτές τις κραυγαλέες πια  δήθεν διαφωνίες, σε σχέση με τη Συνθήκη των Πρεσπών που επέτρεψαν να υπογραφεί. Αυτό έγινε μόνο  σε σχέση με θέματα κοινωνικού φιλελευθερισμού,  όπως το σύμφωνο συμβίωσης μεταξύ ομοφύλων.

Αυτό με οδηγεί στη σκέψη ότι θα ήταν προτιμότερο να κάνουμε μία τριμερή διάκριση, όχι με ομάδες Υπουργείων, όπως έχει γίνει εδώ, αλλά με τελείως διαφορετικά πολιτικά κριτήρια που δείχνουν το πραγματικό διακύβευμα των δύο περιόδων.  Η πρώτη ομάδα είναι μνημόνιο και μέτρα λιτότητας.  Η δεύτερη ομάδα είναι εγγυήσεις και θεσμοί του κράτους δικαίου και κυρίως μέτρα κοινωνικού φιλελευθερισμού, από ζητήματα ιθαγένειας, ζητήματα, ας το πούμε έτσι, λόγου μίσους μέχρι σύμφωνο συμβίωσης.  Η τρίτη ομάδα είναι όλα τα άλλα.  Τα δύο πρώτα είναι ταυτοτικά, είναι ζητήματα πολιτικής ταυτότητας, τα οποία έχουν πάρα πολύ μεγάλη σημασία. 

Επίσης, τελευταία μεθοδολογική παρατήρησή μου είναι ότι, εάν αφαιρέσουμε το πρώτο εξάμηνο του 2015, επειδή είχε λίγα νομοσχέδια, δεν υπολογίζουμε το καθοριστικό νομοσχέδιο που είναι το τρίτο μνημόνιο καθεαυτό.  Νομοσχέδιο με νομοσχέδιο διαφέρει, μπορεί ένα νομοσχέδιο να είναι κύρωση μίας αδιάφορης συμφωνίας και ένα νομοσχέδιο να είναι το τρίτο μνημόνιο.  Να είναι, δηλαδή, η ψήφος που έδωσε η αντιπολίτευση με εθνική υπευθυνότητα τον Αύγουστο του 2015, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ είχε χάσει το 1/3 της κοινοβουλευτικής του ομάδας. Και αυτό οδήγησε μετά στις εκλογές, οδήγησε από το θολωμένο μυαλό στο καθαρό μυαλό, οδήγησε στην αυτοακύρωση του δημοψηφίσματος, άλλαξε τα θεσμικά δεδομένα της χώρας, παρόλα αυτά ο ελληνικός λαός επέμενε να δώσει ξανά την εντολή στον πολιτικό συνεταιρισμό Τσίπρα-Καμμένου. 

Όμως η αντιπολίτευση επέδειξε τη μείζονα εθνική ευθύνη.  Αυτή η ψήφος της αντιπολίτευσης, τον Αύγουστο του 2015, δεν μπορεί να εξισορροπηθεί στατιστικά με μία έρευνα επί όλων των νομοσχεδίων, εδώ πρόκειται για μία καταλυτική ψήφο, αυτό είναι το γεγονός.  Το γεγονός το πολιτικό, που στην πραγματικότητα καθόρισε την παραμονή της χώρας στο Ευρώ και έδωσε την ευκαιρία στον κύριο Τσίπρα, αζημίως, να κάνει την πιο κυνική και ριζική μεταστροφή, αυτή για την οποία επαίρεται τώρα, εμφανιζόμενος στο SPD για να παραδώσει, προφανώς, την εντολή που είχε στις προηγούμενες Ευρωεκλογές ως επικεφαλής και διεκδικητής της Προεδρίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής εκ μέρους της Ενωμένης Αριστεράς.  Δηλαδή ξεφτιλίζοντας τα πάντα, δείχνοντας ότι δεν υπάρχει κανένας αξιακός φραγμός, κανένα ηθικό σύστημα, δεν υπάρχει κανένα πλαίσιο αναφοράς.  Υπάρχει απλώς ένα παιχνίδι ωμής εξουσίας, το οποίο παίζεται μπροστά στα μάτια μας, με πλήρη αίσθηση ελευθερίας να το παίζουν όσοι το παίζουν. 

Τώρα έρχομαι, στις λίγες πια, πιο ουσιαστικές παρατηρήσεις μου.  Αυτό δείχνει ότι συγκρούονται δύο αντιλήψεις, οι δύο κλασικές αντιλήψεις περί  πολιτικής ηθικής κατά   τον  Max Weber.  Η αντιπολίτευση η σημερινή, λίγο ή πολύ ακολουθεί μία ηθική της ευθύνης, η οποία έχει σχέση με τη διάσωση της χώρας, με την έξοδο από τα μνημόνια, με την επάνοδο στην κανονικότητα, με τη διάσωση του κεκτημένου των θυσιών του ελληνικού λαού.  Και η άλλη «ηθική», είναι η «ηθική» της μεταλλασσόμενης αυθαιρέτως πεποίθησης του κυρίου Τσίπρα και από δίπλα του κυρίου Καμμένου, ο οποίος μπορεί με την ίδια άνεση που είναι ριζοσπαστικά και λυσσαλέα αντισυστημικός και αντιμνημονιακός, να δηλώνει τώρα οπαδός της κυρίας Merkel, συνεταίρος του κατερχόμενου εκλογικά  SPD και ανανεωτής της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας. 

Αυτή είναι η σύγκρουση την οποία παρακολουθούμε όλα αυτά τα χρόνια.  Στην πραγματικότητα, τι έρχεται και μας λέει τώρα ο Τσίπρας;  Έρχεται και μας λέει ότι «είχαν δίκιο οι προηγούμενοι».  Ότι «όλα όσα λέγαμε από το 2010 έως το 2015 ήταν επικίνδυνα, ότι θα οδηγούσαμε τη χώρα στην απόλυτη καταστροφή, ότι εξευτελίσαμε το εκλογικό σώμα, καλώντας το να ψηφίσει σε ένα δημοψήφισμα, το αποτέλεσμα του οποίου, με συντριπτική πλειοψηφία 62%, δεν μπορούσαμε να διαχειριστούμε παρά μόνο αγνοώντας το».  Δηλαδή ένα πρωτάκουστο κήρυγμα αντιδημοκρατικής επιπολαιότητας και ανευθυνότητας, και «τώρα έχω καθαρό μυαλό», και τώρα είμαι, όπως έχω πει κατ’ επανάληψη, το delivery boy, και τώρα «είμαι έτοιμος να είμαι ο πρώτος μνημονιακός, ο πρώτος φιλοαμερικανός και ο πρώτος φιλογερμανός οποιουδήποτε Καγκελαρίου, διότι θέλω να διατηρήσω αυτή τη γοητεία της σχέσης με την Καγκελάριο Merkel ακόμη και μετά την αποχώρησή της». 

Η χώρα ζει μέσω του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ ένα συλλογικό σύνδρομο της Στοκχόλμης.  Εμφανίζεται ερωτευμένη με τον υποτιθέμενο απαγωγέα της που είναι οι κακοί Ευρωπαίοι, οι λεγόμενοι νεοφιλελεύθεροι, οι οποίοι επέβαλαν τα μέτρα λιτότητας, ενώ αποδεικνύεται ότι δεν υπήρχε καμία εναλλακτική λύση ούτε για το χρέος ούτε για την αντιμετώπιση της δημοσιονομικής κρίσης, ούτε για την ανάπτυξη, ούτε για την εξωτερική πολιτική, τίποτα απολύτως.  Αυτό είναι το μεγάλο γεγονός, αυτό βγαίνει μέσα και από την έρευνα των επιμέρους θεμάτων. 

Δεύτερη τοποθέτηση  

«Ο ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ μπορεί να συμπληρώσει μία μακρά κυβερνητική θητεία, ενδεχομένως να εξαντλήσει την τετραετία, για δύο τελείως διαφορετικούς λόγους.  Ο πρώτος λόγος είναι γιατί δεν είχε θεσμικό εμπόδιο, του τύπου της εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας με αυξημένη πλειοψηφία, όπως είχε η κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας-ΠΑΣΟΚ, Νέας Δημοκρατίας-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ στην αρχή.  Δεύτερο, γιατί είχε μία εντυπωσιακή συμπαγή κοινοβουλευτική ομάδα μετά τον Αύγουστο του 2015.  Όσοι ήταν να φύγουν, έφυγαν, έγινε μία εσωτερική εκκαθάριση, ξεχάστηκαν αυτοί που έφυγαν, στη συνέχεια δεν υπήρχαν διαφοροποιήσεις.  Δύο διαφοροποιήσεις μόνο, σας θυμίζω του κ. Σακελλαρίδη και της κ. Κατριβάνου, οι οποίοι παρέδωσαν τις έδρες τους.  Δεν κουνήθηκε φύλλο στην κοινοβουλευτική ομάδα. 

Το φαινόμενο ενός κοινοβουλευτικού κόμματος, μίας κοινοβουλευτικής δημοκρατίας με διαφοροποιήσεις και εντάσεις στη Βουλή, που το βλέπουμε πρωτίστως στην ιστορική καρδιά, στην ιστορική μήτρα της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας που είναι το βρετανικό κοινοβούλιο, αυτό δεν υπήρχε αυτή την περίοδο.  Είναι η τετραετία σχεδόν της απόλυτης άπνοιας, πλην της μεγάλης σύγκρουσης που ήταν μία σύγκρουση φυσιογνωμίας για τον ΣΥΡΙΖΑ, ήταν το κόστος της μεταλλαγής του από ένα μικρό ριζοσπαστικό κόμμα της ανανεωτικής αριστεράς σε ένα κυβερνητικό κόμμα χωρίς καμία αξιακή αναφορά, χωρίς κανένα δισταγμό, κόμμα  της ωμής εξουσίας, κόμμα της ωμής εξουσίας, αυτό έγινε. 

Τώρα, από εκεί και πέρα, η λογική αυτή που λέτε της μεταβλητής κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, η οποία μπορεί να στηρίξει μία κυβέρνηση μειοψηφίας, έως τώρα έχει εμφανιστεί μόνο στο σύμφωνο συμβίωσης των ομοφύλων.  Αυτό είναι που επεδίωξε να κάνει ο κ. Τσίπρας με τη συμφωνία των Πρεσπών, προσπάθησε να διαμορφώσει μία μεταβλητή πλειοψηφία, υποκαθιστούσα την ψήφο των ΑΝΕΛ, κάτι που το έλυσε τελικά με πολύ απλό και ωμό τρόπο, προσπαθώντας να βρει βουλευτές των ΑΝΕΛ ανεξαρτήτους και κάποιους από το Ποτάμι.  Προς το παρόν δεν το έχουμε δει αυτό και κατά τη γνώμη μου δεν θα το δούμε κιόλας.  Εάν αντέχει τις συνθήκες, τις συγκυρίες της οικονομίας, μπορεί να διαμορφώσει μία πλειοψηφία, η οποία δεν είναι μεταβλητή κατά περίπτωση, όπως συμβαίνει σε πολιτικά συστήματα με κυβερνήσεις μειοψηφίας ή ασθενούς συνεργασίας, το έχουμε δει στην Ολλανδία για παράδειγμα επί πολύ καιρό την προηγούμενη περίοδο. Πρόκειται για ένα υβρίδιο ελληνικό, το οποίο είναι αυτό το οποίο έχουμε μπροστά μας, μία υβριδική κατάσταση που κοστίζει όπως είπε ο κ. Στούπας στη δημοκρατία. Αυτά είναι φαινόμενα στην πραγματικότητα αλλοιωτικά της δημοκρατίας και του κοινοβουλευτισμού, είναι η ροπή προς μία αυταρχική μη φιλελεύθερη, illiberal, δημοκρατία στο όνομα ενός διπλού εθνικολαϊστικού ριζοσπαστισμού, τάχα δήθεν αριστερής καταγωγής και δεξιάς καταγωγής.  Αυτή είναι η κατάσταση την οποία έχουμε μπροστά μας. 

Τώρα, για να μη ξαναπάρω το λόγο, θα δούμε πώς θα λειτουργήσει το πολίτευμα με απλή αναλογική εάν πάμε στην εφαρμογή του ψηφισμένου νόμου στις μεθεπόμενες εκλογές.  Θα δούμε εάν στη Βουλή που θα μεσολαβήσει διαμορφωθούν συνθήκες που να το αλλάξουν αυτό, θα το αντιμετωπίσουμε εν πάση περιπτώσει.  Απλώς σας θυμίζω ότι με σύστημα απλής αναλογικής συγκεντρώθηκε το 1990 πλειοψηφία 47% στο εκλογικό σώμα.  Το εκλογικό σώμα έχει ανακλαστικά, αντιδρά στα θέματα αυτά όταν αναζητά κυβερνητικές πλειοψηφίες. 

Όμως υπάρχει κάτι άλλο πιο επίκαιρο, αυτή η στάση της μονομερούς συναίνεσης, δηλαδή έχουμε μία σημερινή αντιπολίτευση υπεύθυνη, ευρωπαϊκή, εκσυγχρονιστική, δημοκρατική που είναι κυρίως το ΚΙΝΑΛ, η Νέα Δημοκρατία και έχουμε μία συγκυβέρνηση, η οποία είναι, όπως σας είπα προηγουμένως, εθνικολαϊστική.  Αυτή η κατάσταση της ετεροβαρούς και μονομερούς συναίνεσης και της σύγκρουσης μεταξύ δύο «ηθικών» αντιλήψεων, της ευθύνης και της μεταβαλλόμενης αυθαίρετα πεποίθησης, ψευδοπεποίθησης, μπορεί να οδηγήσει σε αναθεώρηση του Συντάγματος;  Είναι αυτό ένα πολιτικό περιβάλλον συναίνεσης και συνταγματικού πολιτισμού με το οποίο μπορούμε να πάμε να αναζητήσουμε αυξημένες πλειοψηφίες και μακροχρόνιες συμφωνίες στην παρούσα Βουλή και ιδίως στην επόμενη Βουλή που πρέπει να ψηφιστούν οι διατάξεις με 180, προς Θεού μη χαθεί το 180 της δεύτερης Βουλής και να σώσουμε το Σύνταγμα της χώρας, να μην το ευτελίσουμε και αυτό;  Αυτό είναι το θέμα.  

Τρίτη τοποθέτηση

Στις ευρωπαϊκές εκλογές, με μόνη μεταβολή τη σχεδόν σίγουρη τώρα, όπως έχουν διαμορφωθεί τα πράγματα, συνεργασία του κόμματος του κυρίου Macron, του France En Marche, με τους φιλελευθέρους, με το ALDE  Το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα κατεβαίνει με υποψήφιο τον κύριο Weber.  Οι ευρωπαίοι Σοσιαλιστές και Δημοκράτες κατεβαίνουν με υποψήφιο τον κύριο Timmermans.  Το ALDE θα διαλέξει έναν υποψήφιο, εκεί υπάρχει μία σύγκρουση την οποία παρακολουθούμε δημοσιογραφικά, εάν θα είναι ο κύριος Verhofstadt ή εάν θα είναι κάποιος άλλος.  Η Ευρωπαϊκή Αριστερά προφανώς κλαίει στα συντρίμμια του ειδώλου Τσίπρα που κατασκεύασε το 2014 και τον έβαλε υποψήφιο Πρόεδρο της Commission. 

Τώρα, εάν θα διαμορφωθούν συσχετισμοί διαφορετικοί από αυτούς του 2014, και δεν φτάνει η καθιερωμένη συνεργασία Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος και Σοσιαλιστών και Δημοκρατών, για να μοιράσουν την Προεδρία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και να λύσουν στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θέματα κατανομής αξιωμάτων, εκεί θα μετέχουν και άλλοι στην κατανομή.  Θα μετέχει δηλαδή και το ALDE μαζί με τον Πρόεδρο Macron.  Αυτό θα γίνει, άρα μπορεί να δούμε, αντί για δύο Προέδρους εναλλασσόμενους στο Κοινοβούλιο, τρεις Προέδρους, και μπορούμε να δούμε σε κάποιο αξίωμα, αν όχι του Προέδρου της Επιτροπής, του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ή του Ύπατου Εκπροσώπου για την εξωτερική πολιτική, κάποιον φιλελεύθερο. 

Αυτό είναι όλο το θέμα, δεν βλέπω σε αυτό το θέμα να έχει θέση ο ΣΥΡΙΖΑ, εκτός κι αν πει ότι ζητώ την ένταξή μου στους Σοσιαλιστές και Δημοκράτες, φεύγω από την κοινοβουλευτική ομάδα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς και γενικώς γίνομαι ένα είδος, ας πούμε, ξεφτίλας ευρωπαϊκής για να το πω πολύ απλά.  Γιατί βεβαίως περί αυτού θα πρόκειται.  Δηλαδή θα γίνει μία πάρα πολύ εντυπωσιακή εξαγωγή αυτού που εμείς βιώνουμε εδώ, διότι οι Ευρωπαίοι το βλέπουν αυτό λίγο εξωραϊσμένο, διότι είναι συνηθισμένοι να βλέπουν κυβερνήσεις και αντιπολιτεύσεις. Οι κυβερνήσεις συνεργάζονται με κυβερνήσεις, οι αντιπολιτεύσεις έχουν πάντα μία περίοδο χάριτος ως αντιπολιτεύσεις, δεν εξετάζει κανείς περαιτέρω ιδεολογικούς προσανατολισμούς και βαθμούς συνέπειας ή ασυνέπειας.  Αν όμως το κάνει, επιχειρήσει να το κάνει αυτό σε επίπεδο ευρωπαϊκών εκλογών, θα γίνει μία εξαγωγή του κυνισμού και του ευτελισμού των πολιτικών αξιών και θα δείτε τότε ότι η Ευρώπη θα αντιδράσει και θα βάλει τον κάθε έναν στη θέση του, τον κάθε ιδεολογικό και πολιτικό κατεργάρη στη θέση του.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ