Πολιτικη & Οικονομια

Ας νομιμοποιήσουμε κι εμείς την κάνναβη

Θα ήταν απολύτως λογικό να κάνει η Ελλάδα ό,τι έκανε και ο Καναδάς

img_2485.jpg
Περικλής Δημητρολόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 676
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
cannabis athens voice
© Louis Hansel on Unsplash

Την επομένη της νομιμοποίησης της ψυχαγωγικής κάνναβης στον Καναδά, οι εφημερίδες φιλοξένησαν την είδηση μαζί με τις σχετικές οδηγίες χρήσης – πώς στρίβεις σωστά ένα τρίφυλλο; Όχι πως υπήρχε ιδιαίτερος λόγος: η καλύτερη φοιτήτρια που θυμόμουν στο πανεπιστήμιο, ας πούμε το «σπασικλάκι» της σχολής, ήταν εξίσου καλή και σε αυτή τη δουλειά.

Στην Ελλάδα τα «χαρτάκια» είχαν νομιμοποιηθεί λίγα χρόνια νωρίτερα. Στην Ιταλία, όπου σπούδασα, δεν ξέρω εάν η απαγορευμένη κάνναβη είχε τραβήξει στην παρανομία και τα αθώα τσιγαρόχαρτα. Η Κάτια πάντως είχε πάντα στην τσάντα της ένα πακετάκι για να κάνει ό,τι ήξεραν να κάνουν όλοι. Και όπως πολλοί άλλοι, σε κοιτούσε έκπληκτη εάν της έλεγες ότι είχες πιει μερικά ποτήρια παραπάνω ουίσκι. Η ιταλίδα Κάτια πίστευε ακράδαντα ότι το βαρύ αλκοόλ που δεν έπινε ήταν πολύ πιο επιζήμιο για την υγεία από την κάνναβη που κάπνιζε. Και για το τσιγάρο, το οποίο απέφευγε, δεν είχε λιγότερες αμφιβολίες.

Πάντα σκεπτόμουν ότι είναι τρελό να είναι παράνομοι αυτοί οι ήσυχοι φίλοι μου όταν άλλοι, φίλοι και γνωστοί που έχει σίγουρα ο καθένας από εμάς, κατεβάζουν τόνους αλκοόλ σκοτώνοντας τον εαυτό τους ή σκοτώνοντας άλλους οδηγώντας μεθυσμένοι

Οι ειδικοί σήμερα θα συμφωνούσαν μαζί της. Η ίδια, και πολλοί ακόμη, θα έλεγε ότι η κάνναβη δεν την οδήγησε στα σκληρά ναρκωτικά, ότι δεν χάζεψε, θα ορκιζόταν πως δεν κάηκε ο εγκέφαλός της, πως ποτέ δεν σκέφτηκε να πηδήξει από το παράθυρο πιστεύοντας πως μπορεί να πετάξει. Δεν της συνέβη τίποτε απ’ όλα αυτά που ορκίζονται οι μη ειδικοί ότι συμβαίνουν παριστάνοντας τους ειδικούς. Καμία νεολαία που κάπνιζε παράνομα δεν καταστράφηκε. Αντίθετα, απόλαυσε την αίσθηση του απαγορευμένου σε μια ηλικία που τίποτε δεν σε ηδονίζει περισσότερο από το απαγορευμένο. Και αναζήτησε μια ευφορία που τουλάχιστον δεν καταστρέφει συκώτια ούτε μαυρίζει πνευμόνια.

Οι νεαροί Καναδοί θα καπνίζουν κάνναβη στο εξής χωρίς να δοκιμάζουν αυτή την αίσθηση της γλυκιάς παρανομίας. Δεν έχει και πολλή σημασία. Η κάνναβη εξάλλου έχει χάσει τον ισχυρό συμβολισμό που απέκτησε αμέσως με την εμφάνισή της στα τέλη της δεκαετίας του ’60 ως πράξη αμφισβήτησης στο σύστημα. Η Κάτια την εποχή που σπούδαζε, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, δεν αμφισβητούσε κανένα σύστημα πίνοντας τον μπάφο της. Δεν φαντασιωνόταν την αντιστασιακή απέναντι στον κόσμο των ενηλίκων, δεν ήθελε να αλλάξει κανέναν κόσμο, μπορεί να προσευχόταν και το βράδυ σαν πιστή καθολική που ενδεχομένως ήταν. Ο κόσμος εξάλλου είχε αλλάξει από μόνος του και όπως πάντα άλλαζε με ορμή – ασφαλώς και με τη βοήθεια της Κάτιας που μπορεί να μην ήταν επαναστάτρια, να μην κατήγγειλε τον κομφορμισμό της μεγαλύτερης γενιάς ή τη μαλλιαρή υποκρισία της ακατάσχετης ηθικολογίας, αλλά απολάμβανε και την κάνναβη και το σεξ και τον χορό στις ντισκοτέκ χωρίς τα συμπλέγματα που βασάνιζαν τους συντηρητικούς της γενιάς του πατέρα της.

Σήμερα δεν ξέρω αν η Κάτια πίνει πού και πού κανέναν μπάφο. Κι εγώ έχω να πιω χρόνια, από τότε που ανακάλυψα ότι η κάνναβη δεν μου πηγαίνει, δεν μου είναι απαραίτητη η ευφορία της, ενώ αυτό το είδος ζαλάδας που προκαλεί μου είναι μάλλον δυσάρεστο. Αν πάντως η προσωπική μου μαρτυρία έχει κάποια αξία είναι γι’ αυτό: Είχα περάσει πολλά βράδια λιώμα στα φοιτητικά μου χρόνια, θυμάμαι να στρίβουμε τρίφυλλα για να κάνουν τον γύρο από στόμα σε στόμα πριν πάμε ακόμη και για να παίξουμε μπάλα. Αλλά δεν δυσκολεύτηκα καθόλου να σταματήσω να στρίβω και να καπνίζω την παράνομη κάνναβη, αντίθετα με το νόμιμο τσιγάρο που κάπνιζα από σακουλάκια καπνού και βασανίστηκα απίστευτα για να κόψω.

Έχω φίλους, πάντως, που εξακολουθούν να καπνίζουν κάνναβη. Το κάνουν όταν γυρίζουν στο σπίτι έπειτα από μια εξαντλητική ημέρα στη δουλειά και αφού βάλουν τα παιδιά για ύπνο, τα φιλήσουν τρυφερά και τα σκεπάσουν για να μην τους κρυώσουν. Είναι οι φίλοι που σαν την Κάτια δεν επαναστάτησαν ποτέ ή άφησαν τις επαναστάσεις τους και όλες τους τις ψευδαισθήσεις και τις μεγάλες τους επιθυμίες στα νεανικά τους χρόνια. Δεν έπαψαν ποτέ όμως να φροντίζουν τις μικρές τους επιθυμίες και να απολαμβάνουν αυτή την επικούρεια πλευρά της ζωής, την απόλαυση μιας βαθιάς τζούρας στο μπαλκόνι, το κράτημα του καπνού στα πνευμόνια, τη χαλαρωτική επίδραση στο σώμα και το νου, αυτή τη στιγμή της μοναχικής ευφορίας πριν εμφανιστεί ξανά το άγχος της επόμενης μέρας.

Πάντα σκεπτόμουν ότι είναι τρελό να είναι παράνομοι αυτοί οι ήσυχοι φίλοι μου όταν άλλοι, φίλοι και γνωστοί που έχει σίγουρα ο καθένας από εμάς, κατεβάζουν τόνους αλκοόλ σκοτώνοντας τον εαυτό τους ή σκοτώνοντας άλλους οδηγώντας μεθυσμένοι. Μου φαίνεται εξίσου τρελό να σκίζουν τα ρούχα τους οι μη ειδικοί που κάνουν τους ειδικούς για τη σχεδόν ανύπαρκτη εξάρτηση από την κάνναβη, όταν δεν υπάρχει χειρότερη εξάρτηση από τη νικοτίνη. Αντίθετα, θα μου φαινόταν απολύτως λογικό να κάνει και η Ελλάδα ό,τι έκανε και ο Καναδάς: να νομιμοποιήσει επιτέλους την κάνναβη. Γιατί έχω και φίλους που πάσχιζαν επί χρόνια να αποδείξουν στα δικαστήρια ότι τα προϊόντα από κάνναβη που πουλούσαν στο μαγαζί τους δεν σε μαστουρώνουν, ότι η κάνναβη δεν είναι μόνο το «άγιο χασισάκι» του Πετρόπουλου που καπνίζαμε με την Κάτια, αλλά ότι έχει χιλιάδες χρήσεις και στη βιομηχανία και την ιατρική.

Δεν ξέρω αν καπνίζει σήμερα η Κάτια. Ξέρω όμως ότι το μυαλό της δεν κόλλησε ποτέ από τους μπάφους. Και ξέρω και τι θα έλεγε εάν είχε μπροστά της έστω και έναν μη ειδικό που παριστάνει τον ειδικό: «Έλα, ξεκόλλα». 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ