Πολιτικη & Οικονομια

Οι «χούλιγκαν» στην εξουσία

Τα ΜΑΤ, οι μακεδονομάχοι, οι Βούλγαροι, ο Μπαμπινιώτης και ο Πιερ Πάολο Παζολίνι

img_2485.jpg
Περικλής Δημητρολόπουλος
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
tumblr_ma03mqi6ta1qc77mio1_1280.jpg

Ενδεχομένως να έκανε μια μικρή επισήμανση. Να έλεγε ότι μπορεί το «μάτι του κυκλώνα» να το χρησιμοποιούμε όταν αναφερόμαστε σε κάποιον που βρίσκεται σε εξαιρετικά δυσχερή θέση, αλλά είναι ακριβώς το αντίθετο. Γιατί στην πραγματικότητα είναι εκείνη η μικρή έκταση στο κέντρο του κυκλώνα, όπως γράφει ο ίδιος στο λεξικό του, όπου επικρατεί νηνεμία.

Σε αυτό το λανθασμένα μεταφορικό «μάτι του κυκλώνα» βρέθηκε λοιπόν ο Μπαμπινιώτης το 1998, όταν στην πρώτη έκδοση του λεξικού του περιελάμβανε στο λήμμα «Βούλγαρος» και τον εξής ορισμό: (καταχρηστικά - υβριστικά) ο οπαδός ή παίκτης ομάδας της Θεσσαλονίκης (κυρίως του ΠΑΟΚ). Πολλοί στη Θεσσαλονίκη έγιναν έξαλλοι, κάποιοι προσέφυγαν στη Δικαιοσύνη η οποία αποφάσισε πως πρέπει να απαλειφθεί ο όρος, ο νομικός κόσμος ξεσηκώθηκε, η απόφαση έφτασε στον Άρειο Πάγο, ο Μπαμπινιώτης εκεί δικαιώθηκε. Αλλά στη δεύτερη έκδοση του λεξικού, αυτός ο δεύτερος, καταχρηστικός και υβριστικός ορισμός δεν υπήρχε. Ό,τι δεν επέβαλαν τα δικαστήρια, το επέβαλε η αυτολογοκρισία.

Ακριβώς τριάντα χρόνια αργότερα δόθηκε η εντολή από τον εισαγγελέα να συλληφθούν με τη διαδικασία του αυτόφωρου τρεις αστυνομικοί των ΜΑΤ και ο διοικητής τους. Ο ένας από αυτούς λέγεται πως φώναζε στους διαδηλωτές του συλλαλητηρίου για το Μακεδονικό  «Ωραία σας γ… ο Τσίπρας, κ…βούλγαροι». Ο καταχρηστικός και υβριστικός ορισμός είχε επαλειφθεί από τα λεξικά αλλά είχε εμφανιστεί στη ζωή, δεκαετίες ολόκληρες από τότε που μια αθλητική εφημερίδα κυκλοφορούσε με πρωτοσέλιδο τίτλο «10.000 ούρλιαζαν στο Στάδιο, έξω οι “Βούλγαροι”».

Μόνο που αυτή τη φορά δεν είχε εμφανιστεί σε κάποιο γήπεδο. Δεν είχε ακουστεί στις κερκίδες, δεν είχε εκτοξευθεί ως σύνθημα από την ανώνυμη οπαδική μάζα, εκεί όπου μπορείς να πεις τα πάντα, να βρίσεις μανάδες, πατεράδες και αδελφές, επειδή η δική σου φωνή είναι μία από τις πολλές του πλήθους. Το «Βούλγαροι» βγήκε από τα χείλη ενός και μόνο ανθρώπου. Ακόμη χειρότερα, από τα χείλη ενός «μπάτσου».

Ας πάμε άλλα τριάντα χρόνια πίσω – άλλα τριάντα από το 1998, δηλαδή στο 1968. Και στη Ρώμη. Όπου στη Βάλε Τζούλια τα ΜΑΤ συγκρούονται με τους επαναστατημένους φοιτητές της Αρχιτεκτονικής και την επομένη του χάους ο υπέροχα ανατρεπτικός Πιερ Πάολο Παζολίνι, αυτή η διάνοια της αμφισβήτησης των πάντων, δημοσιεύει ένα ποίημα με το οποίο υπερασπίζεται ακριβώς αυτούς, τους «μπάτσους».

«Έχετε τη φάτσα του βουτυρομπεμπέ. Σας σιχαίνομαι όπως σιχαίνομαι και τους πατεράδες σας. Έχετε το ίδιο μοχθηρό μάτι (…) Όταν χθες στη Βάλλε Τζούλια τα τσουγκρίσατε με τους αστυνόμους, εγώ ήμουν με το μέρος τους! Διότι οι αστυνόμοι είναι παιδιά φτωχών ανθρώπων (…) Είναι είκοσι χρόνων, όσο κι εσείς, αγαπητοί κι αγαπητές μου (…) Οι νεαροί αστυνόμοι που εσείς από κατανυκτικό χουλιγκανισμό (η ειδικά επιλεγμένη αναγεννησιακή μας παράδοση), τέτοιον που ταιριάζει σε βουτυρομπεμπέδες, χτυπήσατε, ανήκουν σε άλλη κοινωνική τάξη. Στη Βάλε Τζούλια, χθες, πήραμε μια γεύση ταξικής πάλης: κι εσείς, φιλαράκια μου (μολονότι από την πλευρά του δικαίου) ήσασταν οι πλούσιοι, ενώ οι αστυνόμοι (που ήταν στην πλευρά του άδικου): οι φτωχοί. Ωραία νίκη, λοιπόν, η νίκη σας!» (μεταφρ. Ελένη Κοσμά).

Θα μπορούσε να αλλάξει κανείς την Βάλε Τζούλια με το Σύνταγμα ή τα Εξάρχεια αλλά κατά τ’ άλλα να μην αλλάξει ούτε μισό κόμμα από το ποίημα του Παζολίνι; Ενδεχομένως. Αλλά δεν είναι αυτή η περίπτωση της διαδήλωσης στη Θεσσαλονίκη. Εκεί η σύγκρουση δεν ήταν ταξική. Ήταν μια σύγκρουση δύο λούμπεν κόσμων αλλά συγχρόνως ανεστραμμένων ρόλων. Τα «εθνίκια» ήταν οι διαδηλωτές, όχι οι αστυνομικοί. Τουλάχιστον, όχι εκείνος ο αστυνομικός. Εκείνος είναι «χουλιγκάνος», δεν έχει καμία σχέση με τους εθνικόφρονες: Ένα νέο παιδί που έχει ανεβεί από την Αθήνα στη Θεσσαλονίκη και δεν βλέπει απέναντί του ομογάλακτους ιδεολογικά που κρατούν τις ελληνικές σημαίες και υπερασπίζονται το όνομα της Μακεδονίας που «είναι ελληνική». Δεν τον ενδιαφέρει το «όνομα που είναι η ψυχή μας», ούτε ο Βουκεφάλας, δεν έχει εθνικές αναφορές.

Έχει τη ματιά του «χουλιγκάνου»: οι Βορειοελλαδίτες είναι όλοι «Βούλγαροι», μπορεί και να τραγουδούσε εκείνο το σύνθημα των κερκίδων που παραφράζει το «Όμορφη Θεσσαλονίκη» του Τσιτσάνη όχι για να «νοσταλγήσει τα μαγικά της βράδια», αλλά για να «γαμ… τον Πύργο τον Λευκό», πάντα γηπεδικά, πάντα χουλιγκάνικα. Μπορεί να έχει και νεύρα, αυτή είναι η ζωή του ματατζή, ή αυτού που υποχρεώθηκε να γίνει ματατζής, μια ζωή γεμάτη νεύρα, μια ζωή γεμάτη οργή που δεν υπολογίζει ούτε τα τόσο αγαπημένα στην αστυνομία εθνικά σύμβολα, ούτε την εθνικόφρονα παράδοση του «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια», αλλά παραδόξως είναι αφοσιωμένος στο καθεστώς, είναι ένας δημοκρατικός μπάτσος – «ωραία σας γ… ο Τσίπρας».

Εντάξει, δεν είναι η δουλειά του να έχει νεύρα, να αποκαλεί τους διαδηλωτές Βούλγαρους, ούτε καν να δέρνει ακόμη κι όταν η επιβολή της τάξης σημαίνει να γίνει το μακρύ χέρι της εξουσίας, να γίνεται το κράτος που μόνο αυτό νομιμοποιείται να ασκεί η βία. Αλλά ας μείνει από αυτήν την ιστορία αυτή η αλλαγή – μια αλλαγή για τον ορισμό του οποίου θα χρειαστεί κάτι παραπάνω από ένα λεξικό: η βία της αστυνομίας δεν είναι πια λούμπεν και εθνικά ορθή. Είναι λούμπεν και χουλιγκάνικη.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ