Πολιτικη & Οικονομια

Total black

Η σιωπή μεγάλου μέρους της ευρύτερης αριστεράς τσακίζει

27207-103923.jpg
Λεωνίδας Καστανάς
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
4516221.jpg
© EUROKINISSI / ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ

Είδες την αθέατη αριστερή πλευρά του φεγγαριού και σκιάχτηκες. Είδες την οίηση των αμετανόητων, βγαλμένη από σταλινικά σενάρια παρωδίας, αυτοί δεν έφταιξαν σε τίποτα, τα έκαναν όλα σωστά κι αν χρειαζόταν ξανά θα έκαναν τα ίδια. Γιατί ήρθαν εδώ για να σε σώσουν και είναι αδύνατον ιστορικά να σε χαλάσουν. Απλά ηττήθηκαν από υπέρτερες ασύμμετρες δυνάμεις. Ακούνε τι λένε ή τους εμποδίζουν τα ουρλιαχτά;

Δεν σε κοίταξαν στα μάτια, δεν σου ζήτησαν συγγνώμη. Πήραν αργότερα, αφού το καλοσκέφτηκαν, την «πολιτική ευθύνη». Στη γλώσσα τους σημαίνει ότι δεν φταίει κανένας τους ατομικά. Αν κάτι έγινε λάθος το χρεώνονται, πρόσεξε, όχι όλοι, αλλά το σύνολο. Δηλαδή ο κανένας. Γι’ αυτό και κανείς δεν επιτρέπεται να παραιτηθεί, να πάρει την ουσιαστική ατομική ευθύνη. Aν φύγει ένας πόντος, θα ξηλωθεί όλο το ύφασμα που ύφαιναν για χρόνια. Το ηθικό πλεονέκτημα.

Γι’ αυτό φταίνε οι εμπρηστές, η κλιματική αλλαγή, οι καιρικές συνθήκες και η αυθαίρετη δόμηση. Οι αθέατοι εμπρηστές είναι οι δεξιοί πράκτορες που θέλουν να τους ρίξουν, πίσω από την κλιματική αλλαγή υπάρχει βέβαια ο καπιταλισμός, για την αυθαίρετη δόμηση ευθύνονται οι προηγούμενοι και οι πολίτες. Τα θύματα, οι απανθρακωμένοι. Όλοι εμείς. Πάντοτε φταίνε κάποιοι άλλοι. Και όλα αυτά γιατί οι υπεύθυνοι για την ασφάλειά σου δεν εκτίμησαν σωστά την φορά και την ταχύτητα του ανέμου, τη μορφολογία τους εδάφους, τη συγκεκριμένη κατάσταση, τη δύναμη του κακού. Και όταν το είδαν να ξεδιπλώνεται κάτι ψέλλισαν για εκκένωση αλλά δεν τη φώναξαν, δεν έτρεξαν να ειδοποιήσουν, να χτυπήσουν τις καμπάνες, να βγάλουν το χωνί. Φύγετε προς τη θάλασσα μπας και σωθείτε. Απλά κοιτούσαν. Πού να τρέχουμε τώρα, άστο. Θα δούμε….

Η φωτιά τέλειωσε τη δουλειά της στα γρήγορα. Όσοι κατάφεραν να σωθούν πού να πήγαν άραγε; Πού αλλού μπορούσαν να πάνε εκτός από ένα δυο προσβάσιμα αμμουδερά λιμανάκια που έχει η περιοχή; Το λιμάνι έχει εκατοντάδες αλιευτικά και σκάφη αναψυχής ένα τηλέφωνο, ένας συναγερμός, τραβάτε να τους σώσετε κινδυνεύουν είναι γέροι και παιδιά, θα ’χουν πέσει στη θάλασσα, δεν θα μπορούν να αναπνεύσουν. Ένα ελικόπτερο να φωτίσει, κάτι. Τίποτα. Όσοι έφτασαν από δική τους πρωτοβουλία, έφτασαν αργά, άνθρωποι ήδη είχαν σκάσει ή είχαν πνιγεί αβοήθητοι, είχαν χαθεί στο βάθος. Το λιμενικό ήρθε τελευταίο. Δεν υπήρχε πολιτική απόφαση για τη δική μας Δουνκέρκη. Δεν υπήρχε το ανάστημα. Το ήθος.

Μια αγωνία υπήρχε μόνο πώς θα το κρύψουν, πώς θα το καθυστερήσουν, πώς θα διαχειριστούν τους νεκρούς. Η ανοικτή σύσκεψη αργά το βράδυ της Δευτέρας μπροστά στις κάμερες χωρίς να αναφέρεται, ο αριθμός των θυμάτων,  το ολοκαύτωμα. Μονάχα μισόλογα και βλέμματα αμήχανα, κουβέντες για τον καιρό, τι ώρα ξημερώνει και η  φωτιά ελέγχεται. Ενώ είχε σβήσει μαζί με τις ψυχές. Το θέατρο της ένοχης δήθεν περισυλλογής.

Και οι μέρες περνούν και ακούγονται ακόμα οι άκυρες δικαιολογίες για τα αυθαίρετα που αν ήταν νόμιμα, θα ήταν ο αριθμός των νεκρών μικρότερος; Μη και δεν θα φρακάριζαν οι δρόμοι αφού κάποιοι είχαν τη φαεινή ιδέα, να αφήσουν τα καράβια της γραμμής να ξεφορτώνουν στο λιμάνι και να στέλνουν τα αυτοκίνητα και από τις δύο κατευθύνσεις στον μικρό παραλιακό δρόμο, για να συναντήσουν οι επιβάτες εκεί μποτιλαρισμένοι και ανήμποροι το θάνατο; Και όλα αυτά τα γελοία λέγονται ενώ αποκαλύπτονται φρικτές ιστορίες για παιδιά που χάθηκαν για μανάδες που τα νανούριζαν στην κόλαση νεκρά.

Την επόμενη μέρα έστειλαν στους χαροκαμένους, ποιον; Τον χειρότερο να τους κουνήσει το παχουλό του δάχτυλο, να τους επιτιμήσει γιατί κατοικούσαν εκεί 60 χρόνια και δεν κάηκαν ποτέ κι από ευθύνη αυτής της δικής του πολιτείας καταστράφηκαν. Σχεδόν να τους πει «τα θέλατε και τα πάθατε». Όταν η συναισθηματική νοημοσύνη είναι άγνωστη λέξη, όταν η φρίκη ξεχειλίζει.

Αν κάτι όμως με ανατριχιάζει και με φοβίζει είναι η σιωπή. Η σιωπή είναι καμιά φορά μαχαίρι. Η σιωπή λαλίστατων ενεργών πολιτικά ανθρώπων. Είναι φίλοι, γείτονες, γνωστοί, άγνωστοι που αρνούνται να κοιτάξουν την αλήθεια κατάματα έστω κι αν τη γνωρίζουν. Κάτι θέλουν να πουν, κάτι για τα αίτια και τις ευθύνες, αλλά δεν βγαίνουν καθαρά ή δεν βγαίνουν καθόλου. Κοιτάζουν τα παιδιά ή τα εγγόνια τους, τα σφίγγουν με ασφάλεια μέσα στην αγκαλιά τους; Αλλά δεν μιλάνε για νεκρούς, ούτε για καμένους, ούτε για πνιγμένους. Κανονικοί αριστεροί άνθρωποι που σε άλλες συνθήκες δεν θα δίσταζαν να βγουν μπροστά σε κάθε αδικία, κάτι να πουν ή να υπερασπιστούν. Μια σιωπή σκληρή σα μέταλλο που λιώνει όμως μέσα στη φωτιά. Η σιωπή μεγάλου μέρους της ευρύτερης αριστεράς τσακίζει.

Απωθούν το θάνατο, για να μην τον χρεωθούν, όχι αυτοί, αλλά το κόμμα τους, η παράταξη, η αριστερά, η ιδεολογία τους. Τους φαίνεται αδιανόητο να είναι συνυπεύθυνη γι’ αυτό το ολοκαύτωμα. Αδύνατον να φορτωθούν την ιστορία τους, τα λάθη, πάντα λάθη, μόνο λάθη. Και είμαστε στο 2018, δεν είμαστε στον εμφύλιο πόλεμο. Δεν μιλώ μόνο για τους υπάλληλους, δεν μιλώ μόνο για τα μέλη συγκεκριμένου κόμματος. Μιλώ κυρίως για τους πέριξ. Ακόμα κι αν πρέπει να υπερασπιστούν πασοκική μούργα που όμως δήλωσε αριστερή, θα το κάνουν με βαριά καρδιά, αλλά θα το κάνουν με τη μεταλλική σιωπή τους. Η σχέση δεν είναι απλά ιδεολογική είναι ιερή, βαθιά θρησκευτική ακόμα. Και οι περισσότεροι είναι άνθρωποι αγαθοί, χωρίς κανένα διάφορο. Άνθρωποι που καταλαβαίνουν, που ενημερώνονται, που πολιτικολογούν. Τους βλέπω μπροστά στις οθόνες τους να μακαρίζουν την τύχη που τους βοήθησε να μη ζήσουν την επίγεια κόλαση του Δάντη. Να κλαίνε βουβά για τους χαμένους. Με φοβίζουν.

Είμαι και γω αρχαίο παιδί της αριστεράς και είμαι συνυπεύθυνος. Για αυτήν την στάση, γι’ αυτή τη σιωπή. Και ας φωνάζω από την πρώτη στιγμή.   

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ