Πολιτικη & Οικονομια

101 μέλη του Κινήματος Αλλαγής ζητούν διαχωρισμό Κράτους - Εκκλησίας

Με επιστολή στο Πολιτικό Συμβούλιο

62224-137655.jpg
Newsroom
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
kinima-allagis-synedrio.jpg
ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΠΟΝΗΣ / EUROKINISSI

Επιστολή προς το Πολιτικό Συμβούλιο του Κινήματος Αλλαγής έστειλαν 101 στελέχη του ζητώντας να τεθεί προς επεξεργασία η πρόταση για διαχωρισμό Εκκλησίας- Κράτους, που δεν τέθηκε ποτέ προς ψήφιση στο Συνέδριο.

Η επιστολή:

Η θέση του Κινήματος Αλλαγής για τις σχέσεις Εκκλησίας - Κράτους όπως (δεν) προέκυψε από το ιδρυτικό συνέδριο

Η διαδικασία που άρχισε με τη μεγαλειώδη συμμετοχή διακοσίων δώδεκα χιλιάδων ανθρώπων της Δημοκρατικής Παράταξης ολοκληρώθηκε σε πρώτη φάση με την λήξη των εργασιών του ιδρυτικού συνεδρίου, όπου παρουσιάστηκαν συνοπτικά τα πρώτα βασικά κείμενα του Κινήματος Αλλαγής.

Σύμφωνα με την ιδρυτική διακήρυξή του, το Κίνημα Αλλαγής είναι το κόμμα της μεγάλης Δημοκρατικής Προοδευτικής Παράταξης, που ιδρύθηκε για την Ανασυγκρότηση και την Πρόοδο της πατρίδας μας. 

Το πρόγραμμα του Κινήματος, αναγνωρίζει ότι «είναι ανάγκη για μια γενναία συνταγματική αναθεώρηση, που θα σηματοδοτεί τη νέα εποχή στην οποία πρέπει να προχωρήσει η χώρα». Υπογραμμίζει ότι «χρειαζόμαστε ένα Σύνταγμα λιτό, απλό, λειτουργικό, βασισμένο στις αρχές της ελευθερίας και του κράτους δικαίου. Προσαρμοσμένου στις σύγχρονες ανάγκες της χώρας, χωρίς φλύαρες, ξεπερασμένες και περιττές διατάξεις, που θα εκφράζει και θα συμπυκνώνει ένα συνολικό αίτημα Ανόρθωσης». Και καταλήγει, ότι στο ζήτημα των σχέσεων Εκκλησίας – Kράτους, το Σύνταγμα αυτό οφείλει «να αποτυπώνει με σαφήνεια ότι η Ελλάδα είναι ένα σύγχρονο κοσμικό ευρωπαϊκό κράτος», δηλαδή ένα κράτος χωρίς επικρατούσα θρησκεία που θα χαρακτηρίζεται από θρησκευτική ουδετερότητα.

Ωστόσο, στην επιμέρους ανάλυση των κεντρικών δεσμεύσεων του προγράμματος, η αρμόδια για το θέμα Επιτροπή, αδυνατώντας να καταλήξει στην αυτονόητη εξειδίκευση των παραπάνω διακηρύξεων, κατέληξε να παρουσιάσει στο ιδρυτικό συνέδριο δύο προτάσεις, μία που δεν απαντά στην ήδη κατατεθειμένη πρόταση της σχετικής κυβερνητικής επιτροπής για αναθεώρηση του άρθρου 3, και κάνει λόγο απλώς για «θεσμοθέτηση διακριτών ρόλων Κράτους – Εκκλησίας» και μία δεύτερη που αναφέρεται σε πλήρη διαχωρισμό κράτους εκκλησίας που θα καθιστά το κράτος θρησκευτικά ουδέτερο, μέσω της αναθεώρησης της αντίθετης συνταγματικής διάταξης. 

Οι προτάσεις αυτές παρουσιάστηκαν στην ομάδα εργασίας, συμπεριλήφθηκαν και στο τελικό προς έγκριση κείμενο, και ως εκ τούτου έπρεπε να τεθούν σε ψηφοφορία όπως επιτάσσει η στοιχειώδης εφαρμογή δημοκρατικών αρχών στις διαδικασίες του ιδρυτικού συνεδρίου.

Κατά τον ίδιο τρόπο, η αρμόδια Επιτροπή κατέληξε σε δύο εκδοχές για την διακήρυξη του Κινήματος, μία με αναφορά σε διαχωρισμό Εκκλησίας και κράτους (ή «χωρισμό» όπως ρητά αναφέρεται στην αρχική εισήγηση που είχε αναρτηθεί πριν το Συνέδριο) και μία με αναφορά σε «διακριτούς ρόλους». Οι δύο προτάσεις παρουσιάστηκαν στην Ολομέλεια και δηλώθηκε ότι το Συνέδριο θα κληθεί να αποφασίσει.

Δυστυχώς όμως, οι ψηφοφορίες αυτές δεν πραγματοποιήθηκαν ποτέ, αφού κατά τη διαδικασία της έγκρισης των κειμένων, κληθήκαμε σε κάθε περίπτωση να επικυρώσουμε ως μια και μοναδική την πρόταση περί διακριτών ρόλων, γεγονός που δεν συνάδει με τις αξίες και την δημοκρατική παράδοση του πολιτικού μας χώρου.

Στη δικαιολογημένη αντίδραση συνέδρου, ότι μας στερείται η δυνατότητα να ψηφίσουμε επί των διατυπωμένων προτάσεων και ότι παραβιάζεται η διαδικασία, η απάντηση του Προεδρείου ήταν «δεν έχεις το λόγο», ενώ στη συνέχεια υπό την πίεση των αντιδράσεων το Προεδρείο διαβεβαίωσε το συνέδριο ότι όλες οι προτάσεις θα τύχουν περαιτέρω επεξεργασίας μέσα στο επόμενο διάστημα.

Επειδή στις επόμενες εκλογές θα ψηφίσουμε εκπροσώπους σε μια αναθεωρητική βουλή, για την οποία ήδη έχει τεθεί το ζήτημα της αναθεώρησης του άρθρου 3 από την κυβερνητική πλειοψηφία.

Επειδή ο διαχωρισμός κράτους εκκλησίας είναι πάγιο αίτημα του προοδευτικού κόσμου.

Επειδή οι Επιτροπές Προγράμματος και Διακήρυξης στο κομβικό αυτό ζήτημα δεν κατέληξαν σε μία αλλά σε δύο διαζευκτικές προτάσεις και δεσμεύτηκαν να θέσουν το ζήτημα σε ψηφοφορία.

Επειδή η εσωτερική λειτουργία ενός κόμματος κρίνει όχι μόνο το βαθμό εκδημοκρατισμού του, αλλά και την αξιοπιστία του.

Ζητάμε από τα όργανα του Κινήματος Αλλαγής να πραγματοποιήσουν την δέσμευση του Προεδρείου και να ορίσουν άμεσα, μετά τη σύστασή τους, τη διαδικασία επεξεργασίας της πρότασης που απορρίφθηκε χωρίς να παρουσιαστεί στο συνέδριο, ώστε να τεθεί στην κρίση των μελών του Κινήματος, ή κατ’ εφαρμογή του άρθρου 21 του Καταστατικού, να θέσουν σε δημοψήφισμα το ερώτημα, ποια είναι η επίσημη θέση του Κινήματος Αλλαγής στο ζήτημα της αναθεώρησης του άρθρου 3 του Συντάγματος.

Οι πολίτες περιμένουν από εμάς σαφήνεια, συνέπεια και καθαρές θέσεις ενόψει της αναθεώρησης του συντάγματος και των μεγάλων διακυβευμάτων που θα τεθούν κατά την διάρκεια αυτής της κορυφαίας συνταγματικής διαδικασίας.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ