Πολιτικη & Οικονομια

Focus στην ανθρώπινη βλακεία

Ενώ κάθομαι να γράψω αυτό το άρθρο, διαπιστώνω για μια ακόμα φορά ότι επί 27 χρόνια –όσα εργάζομαι ως δημοσιογράφος– ασχολούμαι με την ανθρώπινη βλακεία.

Σώτη Τριανταφύλλου
Σώτη Τριανταφύλλου
ΤΕΥΧΟΣ 292
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
3972-10877.jpg

Ενώ κάθομαι να γράψω αυτό το άρθρο, διαπιστώνω για μια ακόμα φορά ότι επί 27 χρόνια –όσα εργάζομαι ως δημοσιογράφος– ασχολούμαι με την ανθρώπινη βλακεία. Στην πραγματικότητα, ασχολούμαι από πολύ νωρίτερα, μιας και όπως τα περισσότερα παιδιά της δεκαετίας του ’70 πέρασα από τις λεγόμενες «πολιτικές νεολαίες»: για κάμποσο καιρό πάσχιζα να επιβιώσω σ’ έναν πόλεμο κατά της γενικευμένης βλακείας· δεν ήμουν η μόνη, ήμουν όμως πάρα πολύ μόνη. Η υπόθεση του γερμανικού περιοδικού Focus είναι, νομίζω, μια ακόμη ένδειξη της περιβάλλουσας βλακείας: της «περιβάλλουσας», της περιρρέουσας, εκείνης που ενώνει όλες τις συγκρουόμενες πλευρές σ’ ένα θέατρο γελοιότητας.

Κατ’ αρχάς, οι συντάκτες του Focus παρέβησαν ένα είδος πρωτοκόλλου: πρόκειται σίγουρα για κίτρινη δημοσιογραφία από εκείνη που γνωρίζουμε καλά στην Ελλάδα. Οι υπερβολές, τα ψέματα, η έλλειψη δεοντολογίας χαρακτηρίζουν την εγχώρια δημοσιογραφία: σε βαθμό άραγε που να προκαλούνται διπλωματικά επεισόδια; Ναι: για παράδειγμα, ο αντιαμερικανισμός, ο αντιευρωπαϊσμός, ο αντι-δυτισμός έχουν συχνά εκφραστεί με τρόπους που μοιάζουν με το τελευταίο φάουλ του Focus· οι εκάστοτε ξένες κυβερνήσεις αντιδρούν, αν και όχι τόσο θεαματικά όσο αντιδρούμε εμείς. Στα ελληνικά μέσα ενημέρωσης, όπως και στα συνθήματα του δρόμου, οι ΗΠΑ και η ΕΕ παρομοιάζονται συχνά με τους Ναζί: η αμετροέπεια των ΜΜΕ (για να μην επεκταθώ στα blogs και στον ασυμμάζευτο «διάλογο» στο Ίντερνετ), οι εκφράσεις εθνικισμού και μίσους εναντίον των «μεγάλων δυνάμεων» αποτελούν τη συνέχεια της συμπεριφοράς του ταλανισμένου ραγιά που σκάει από το κακό του. Διότι, όπως ο Ιζνογκούντ, θέλει να γίνει χαλίφης στη θέση του χαλίφη. Οποιοσδήποτε από μας μπορεί να θυμηθεί πληθώρα άρθρων και εξωφύλλων περιοδικών όπου, λόγου χάρη, η αμερικανική σημαία καίγεται ή μεταμορφώνεται σε σβάστικα. Διότι, οι ΗΠΑ είναι ένοχες, ενώ εμείς είμαστε «αθώοι» και δεν επιτρέπουμε σε κανέναν να μας επιτίθεται. Τι έχει προκαλέσει αυτός ο έξαλλος αντι-δυτισμός; Τον έξαλλο ανθελληνισμό. Ο οποίος οφείλεται και σε μερικά ακόμα πραγματάκια.

Το άρθρο του Focus, εκτός της ασεβούς και «πιασάρικης» εικονογράφησης, αναφέρει ορισμένες δυσάρεστες αλήθειες· θα πρόσθετα μάλιστα ότι δείχνει μερική άγνοια και κάποια επιείκεια: δεν καταφέραμε να γίνουμε ένα τεράστιο σκυλάδικο όπου ημι-αναλφάβητοι απατεώνες με βίλες, πισίνες, χρυσά Rolex και 4X4 των 4.000 κυβικών, χλαπακιάζουν και τα σπάνε επί τριάντα χρόνια στις εθνικές οδούς («από δω η γυναίκα μου κι από δω το αίσθημά μου»), τροδοφοτούμενοι από την παραοικονομία και τη φοροδιαφυγή; Δεν καταφέραμε να γίνουμε ο παράδεισος των ηλιθίων, απ’ όπου λείπει ο νόμος –δηλαδή η δικαιοσύνη– και όπου οργιάζουν οι αεριτζήδες, οι μαφιόζοι, οι ψευτοεπαναστάτες, οι γραφειοκράτες και οι φοροφυγάδες; Όλοι έχουν αγανακτήσει μαζί μας· μας παρατηρούν όταν έρχονται για διακοπές: γραφικοί ψεύτες, κλεφτρόνια, λουφαδόροι, αρχαιολάτρες (πλην όμως σε στιλ oriental)· ένα έθνος καφετζήδων που ζει με το ένα χέρι απλωμένο και το άλλο απασχολημένο στο κομπολόι. (Εξαιρέσεις υπάρχουν...)

Τρίτον: το μεσογειακό θυμικό μας επιδεινώνει τις δύσκολες καταστάσεις. «Δε θα μου πει εμένα τι να κάνω ο κουτόφραγκος! Δε θα μου πει εμένα ο Γερμαναράς! Ξέρεις ρε ποιος είμ’ εγώ;;» Θα απαντήσω: είσαι κάποιος που δεν παράγει αγαθά, που δεν διαθέτει υπερήφανη και αξιοπρεπή διπλωματία και που ψηφίζει, κατά κανόνα, τα λαμόγια που τον καθρεφτίζουν. Αυτός είσαι. Όμως, για να σε σέβονται οι άλλοι είναι απαραίτητο να δείχνεις ευγένεια (όχι το αλλοπρόσαλλο σύμπλεγμα ανωτερότητας-κατωτερότητας) και αυτοσεβασμό. Τώρα, ποιοι είναι «οι άλλοι»: μια λέσχη που, στην πραγματικότητα, για ιστορικούς και πολιτισμικούς λόγους, δεν μας θέλει για μέλος της. Όμως, ο ρατσισμός είναι πάντοτε –ανεξαιρέτως– αμφίδρομος: απλώς, μετράει και βαραίνει από την πλευρά του ισχυρότερου. Ποτέ δεν ήμασταν ισχυροί: θα μπορούσαμε όμως να έχουμε κατακτήσει καλύτερη θέση μέσα στον κόσμο χωρίς να αδικήσουμε κανέναν· αντιθέτως, με το να είμαστε δικαιότεροι μεταξύ μας. Για παράδειγμα, αντί να πουλάμε ο ένας στον άλλον εισαγόμενα, ίσως θα μπορούσαμε να παράγουμε ανταγωνιστικά προϊόντα· αντί να μαντρώνουμε τους μετανάστες σε στρατόπεδα θα μπορούσαμε να τους προσφέρουμε δουλειά στη γη... Και πάει λέγοντας.

Επανέρχομαι στο άρθρο του Focus: οι συντάκτες του είναι ατζαμήδες δημοσιογράφοι, όχι διότι προσέβαλαν την Ελλάδα αλλά διότι δεν περιγράφουν με ακριβή στοιχεία το πώς δημιουργήθηκε αυτό το ελληνικό τέρας. Και διότι δεν εκφράζουν, έστω υπαινικτικά, τη γερμανική ενοχή για την καταστροφή όχι μόνον της Ευρώπης αλλά ολόκληρου του κόσμου. Οι Γερμανοί (γενικότερα οι Ευρωπαίοι: οι Βρετανοί επειδή χειρίστηκαν τον πόλεμο σαν σφαγείο, οι Γάλλοι επειδή συνθηκολόγησαν, οι Ιταλοί επειδή για πάνω από είκοσι χρόνια εξέθρεφαν τον φασισμό, οι Ρώσοι επειδή υποστήριξαν εγκληματικά καθεστώτα...) θα έπρεπε να ενσωματώνουν στα σχόλιά τους την ιστορία: η ιστορία δεν αρχίζει από τη γέννηση του καθενός από μας, αρχίζει από πολύ παλιότερα. Επιπροσθέτως, ο Γερμανός πρέσβης έδειξε να διέπεται από απαράδεκτη συγκαταβατικότητα: αντί να δηλώσει ότι, όπως παντού, στη Γερμανία υπάρχουν πολλοί ηλίθιοι και προκατειλημμένοι δημοσιογράφοι, αλλά ότι, παρά την ηλιθιότητα και τις προκαταλήψεις τους, θα όφειλαν να σέβονται περισσότερο τις ευαισθησίες των λαών που περιγράφουν, προσπάθησε (με βαριεστημένο ύφος, νομίζω) να μας πει ότι είμαστε υστερικοί. Είμαστε υστερικοί; Είμαστε... Όμως η δουλειά του κ. Σούλτχαϊς δεν είναι να καταπραΰνει τα βαρβαρικά ελληνικά ήθη· η δουλειά του είναι να καταπραΰνει τα γερμανικά έναντι της χώρας που τον φιλοξενεί.

Τέλος, οι περισσότεροι πολίτες που αντέδρασαν με δυσανάλογη ένταση και με προγονολατρικά κριτήρια δεν διάβασαν ολόκληρο το άρθρο του γερμανικού περιοδικού. Μεγάλο μέρος του κοινού «τα πήρε στο κρανίο» επειδή υποβόσκει ο προαναφερθείς αντιδυτισμός κι επειδή οι Νεοέλληνες νιώθουν άσχημα που δεν βρίσκονται στο επίπεδο του χρυσού αιώνα. Επίσης, τα πήρε στο κρανίο και ανακίνησε το ζήτημα των πολεμικών αποζημιώσεων η αριστερά (που υπέφερε από τον πόλεμο κι από τις «μεγάλες δυνάμεις»), καθώς και η δεξιά, οι παππούδες της οποίας, αν δεν κάνω λάθος, συνεργάστηκαν σε υπολογίσιμο βαθμό με τους Ναζί. Κι εδώ υπάρχουν εξαιρέσεις. Όμως, μήπως σήμερα, τα παιδιά και τα εγγόνια της ναζιστικής γενιάς επιτίθενται –μέσω της δημοσιογραφίας και της γενικότερης ρητορικής– στα παιδιά και τα εγγόνια των δοσιλόγων; Μια σκέψη κάνω...

Όσο για την Ελλάδα, ως ανεξάρτητο κράτος, πρέπει να πάψει να επιρρίπτει ευθύνες στους άλλους και να κοιτάξει πώς θα βάλει τάξη στις υποθέσεις της. Η ανακίνηση του ζητήματος των πολεμικών αποζημιώσεων υπογραμμίζει ότι για δεκαετίες οι μόνοι που δεν τις είχαν ξεχάσει είναι εκείνη η ταλαίπωρη επιτροπή των αντιστασιακών: γιατί άραγε δεν διεκδικήσαμε ό,τι μας αναλογεί; Η δε αναγωγή στην Αφροδίτη της Μήλου μπορεί να χρησιμεύσει σαν μια σύνοψη της ιστορίας μας: Γάλλοι αρχαιολόγοι έδωσαν στον αγρότη που βρήκε το άγαλμα στο χωράφι του 400 γρόσια... ύστερα εξέθεσαν την Αφροδίτη στο Λούβρο... Μήπως πρέπει να τη ζητήσουμε πίσω; Επίσης, επειδή φρονώ ότι δεν είναι τοποθετημένη σε περίοπτη θέση του μουσείου αλλά, λίγο-πολύ, κάτω από μια σκάλα, μήπως να κάνουμε λίγη φασαρία και γι’ αυτό; Μιας και όλα τα υπόλοιπα προβλήματά μας είναι λυμένα. 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ