Πολιτικη & Οικονομια

Η υπεράσπιση της Ευρώπης

Είναι λοιπόν δυνατό να σωθεί το ευρωπαϊκό εγχείρημα; Η απάντηση σε ένα βιβλίο βαθύτατα πολιτικό, που κερδίζει το σεβασμό συμφωνούντων και διαφωνούντων

4628-666073.jpg
Προκόπης Δούκας
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
358608-743137.jpg
Jun-Pierre Shiozava

Όταν ο Λουκάς Τσούκαλης έγραφε την «Υπεράσπιση της Ευρώπης», το 2016, η επιθυμία των Βρετανών για Brexit διαφαινόταν, αλλά δεν είχε ακόμα επικυρωθεί με δημοψήφισμα. Μερικούς μήνες μετά, σε συνδυασμό με την εκλογή Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ και την απειλή της εκλογής Λεπέν στη Γαλλία, το τσουνάμι του λαϊκισμού έμοιαζε να σπρώχνει την Ευρώπη στο χείλος του γκρεμού και τον πλανήτη σε νέες περιπέτειες ανισορροπίας. 

Όμως, το 2017 έδωσε, μέχρι τώρα τουλάχιστον, μια ανάσα. Οι δύο λαοί που είχαν συμβάλει τα μέγιστα στους κλυδωνισμούς του ευρωπαϊκού εγχειρήματος με τα απορριπτικά του Ευρωπαϊκού Συντάγματος δημοψηφίσματα, οι Ολλανδοί πρώτα και οι Γάλλοι στη συνέχεια, έδειξαν να είναι και οι πρώτοι που έριξαν σωσίβιο στη θάλασσα για την Ευρώπη, που πάλευε με τα κύματα. Η απόρριψη του ακροδεξιού Βίλντερς στην Ολλανδία και η πέρα από κάθε προσδοκία επικράτηση του (χωρίς συστολές) ευρωπαϊστή Μακρόν έδειξαν ότι τα εκλογικά σώματα, συναισθανόμενα τον κίνδυνο, επέδειξαν ωριμότητα. Και οι τελευταίες εξελίξεις στη Βρετανία, που δείχνουν να μην επιτρέπουν την επιλογή του «hard Brexit», δεν είναι ακριβώς αυτό που περίμεναν οι πολέμιοι της Ενωμένης Ευρώπης. 

Είναι λοιπόν δυνατό να σωθεί το ευρωπαϊκό εγχείρημα; Ναι, θα απαντούσε ενδεχομένως, κάνοντας την προσδοκία του πρόβλεψη, ο αισιόδοξος ευρωπαϊστής. Όμως ο καθηγητής και πρόεδρος του ΕΛΙΑΜΕΠ Λουκάς Τσούκαλης ξέρει ότι ο ρόλος του δεν είναι αυτός. Υπέρμαχος της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και βαθύς γνώστης των ευρωπαϊκών θεσμών, αναλύει με απλότητα, πραγματική επιστημονική επάρκεια και πολιτική διορατικότητα το πόσο σημαντικό είναι να ασκηθεί σκληρή κριτική στον τρόπο με τον οποίο οικοδομήθηκε και κυβερνήθηκε το ευρωπαϊκό αρχιτεκτόνημα – κυρίως την τελευταία δεκαετία της κρίσης, που ξέσπασε το 2008, πρώτα στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, με την κατάρρευση της Lehman Brothers. 

«Η Ευρώπη πορεύθηκε αμέριμνη για πολύ καιρό»

Οι πρώτες διαπιστώσεις έχουν να κάνουν με την ιστορική συνέχεια και τα εγγενή προβλήματα αυτού του, μοναδικού κατά τα άλλα, ειρηνικού εγχειρήματος: «Αλήθεια είναι ότι, ακόμα και στις καλές εποχές, η περιφερειακή ολοκλήρωση δεν επαρκούσε για να μετατρέψει τους περήφανους πολίτες των παλαιών εθνικών κρατών σε Ευρωπαίους, συνέβαλε όμως στο να δημιουργηθεί μια μεγάλη πλειονότητα φιλοευρωπαίων, οι οποίοι ήταν προφανώς ευχαριστημένοι με ένα σχέδιο ολοκλήρωσης που φαινόταν να αποδίδει».

Όταν το σκάφος άρχισε να μπάζει νερά, ένα τεράστιο κομμάτι του ευρωπαϊκού εκλογικού σώματος άρχισε να μεταστρέφεται. Κι αν αυτό καταδεικνύει πόσο σημαντική είναι στην ουσία η τσέπη, ως κινητήριος δύναμη της ψήφου, όσο κι καλύπτεται από ιδεολογικά προσωπεία, η ανάγκη για κοινή ταυτότητα εμφανίζεται αδήριτη: «Σε αντίθεση με τα εθνικά κράτη, η Ευρώπη έχει ελάχιστους κοινούς μύθους και σύμβολα, και ακόμα πιο περιορισμένη κοινή ταυτότητα, για να αντλήσει από αυτά».

Η Ευρώπη όμως πορεύθηκε αμέριμνη για πολύ καιρό: «Τα σημάδια της ανησυχίας και της δυσαρέσκειας του κόσμου προϋπήρχαν για αρκετό χρονικό διάστημα, αλλά οι Ευρωπαιοι πολιτικοί ηγέτες πρoτιμούσαν να μην τους δίνουν σημασία. Έτσι, τα αρνητικά αποτελέσματα του γαλλικού και του ολλανδικού δημοψηφίσματος έπεσαν σαν κεραυνός εν αιθρία».

Το βιβλίο σκιαγραφεί τη μεγάλη εικόνα, με μια ενδελεχή οικονομική και γεωπολιτική ανάλυση. Ο Λουκάς Τσούκαλης επικρίνει τόσο την ελλιπή και υπεραισιόδοξη οικοδόμηση της Ευρωζώνης, όσο και την αβελτηρία των ευρωπαίων κυβερνώντων, που προτίμησαν να μη δουν τον εφιάλτη να έρχεται: «Όλα ξεκίνησαν το 2007-2008, με τη μεγαλύτερη χρηματοπιστωτική φούσκα από το κραχ του 1929, αλλά χρειάστηκαν πολύ χρόνο για να αντιληφθούν τι σημαίνει για το ευρώ και την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση»... «Η Ευρώπη πλήρωσε τεράστιο τίμημα: Υφεση, ανεργία, ανισότητες που εντείνονται, δημοκρατία υπό πιέση, άνοδος αντισυστημικών κομμάτων, χαμηλά ποσοστά στήριξης ευρωπαικού εγχειρήματος»... «Πώς μια κρίση του παγκοσμιοποιημένου χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού μετατράπηκε σε υπαρξιακή κρίση του ευρώ και της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης;» 

Δεν χαρίζεται όμως και στην υποκρισία όσων ρίχνουν τις ευθύνες πάντα στις Βρυξέλλες: «Ο πυρήνας του προβλήματος μπορεί πράγματι να βρίσκεται εντός των δικών μας χωρών και στον τρόπο που αλληλεπιδρούν με τις παγκόσμιες αγορές και τον κόσμο γενικότερα. Αλλά αυτό είναι δύσκολο να αναγνωριστεί πολιτικά, οπότε οι Βρυξέλλες συχνά χρησιμοποιούνται ως βολικός αποδιοπομπαίος τράγος».

«Δεν μπορείς να διατηρήσεις ένα κοινό νόμισμα χωρίς πολιτική ένωση» 

Κάτω από τις γραμμές (και πολύ συχνά ανοιχτά), ο Λουκάς Τσούκαλης υπενθυμίζει συνεχώς τον τελικό στόχο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης: «Δεν μπορείς να διατηρήσεις ένα κοινό νόμισμα χωρίς πολιτική ένωση και κανείς δεν είναι προετοιμασμένος, στην πράξη όχι στα λόγια, να λάβει τα αναγκαία μέτρα προς αυτή την κατεύθυνση».

Το βιβλίο είναι επικριτικό απέναντι στον καπιταλισμό-καζίνο, στην αρχιτεκτονική του ευρώ, στις αποσχιστικές τάσεις, στην αλόγιστη διεύρυνση: «Όποιος άρθρωνε αντίλογο στη νέα ορθοδοξία αντιμετωπιζόταν τουλάχιστον ως αδαής ή οπισθοδρομικός»... «Οι υποστηρικτές της ελευθέρωσης και της απορρύθμισης αισθάνονταν μεγάλη σιγουριά για τις απόψεις τους, μέχρι που ξέσπασε η κρίση. Τότε ανακάλυψαν με κατάπληξη και τρόμο, ότι οι τράπεζες είναι διεθνείς στη ζωή, αλλά εθνικές στον θάνατο».

Καταδικάζει «τις υπεραπλουστευτικές λύσεις του λαϊκισμού, που εδράζονται σε κάποιες αλήθεις, αλλά με εντελώς μεροληπτική ανάλυση». Αρνείται ως καταστροφικά τα στερεότυπα («απατεώνες Έλληνες, κακόψυχοι Γερμανοί»). Επισημαίνει πόσο σημαντικές είναι οι ελλείψεις, καθώς επικρίνει την ανυπαρξία κοινής εξωτερικής ή αμυντικής πολιτικής, που έκαναν τις διευρύνσεις να είναι το πιο σημαντικό κοινό επίτευγμα τους. Ωστόσο, δεν παραλείπει να επισημάνει ότι ακόμα και με αυτές τις ανεπάρκειες, η Ενωμένη Ευρώπη πέτυχε αξιοσημείωτες επιδόσεις, όπως για παράδειγμα το 16% των παγκόσμιων εξαγωγών.

Περιγράφει πόσο άτυχη ήταν η Ευρωζώνη, καθώς «η πρώτη δοκιμασία για το ευρώ συνέπεσε με τη μεγαλύτερη οικονομική κρίση στο δυτικό κόσμο μέσα σε σχεδόν ογδόντα χρόνια». Αναλύει την οικονομική συμπεριφορά της Γερμανίας, που «ήταν εγκρατής στο εσωτερικό, αλλά δάνειζε (μέσω τραπεζών) αφειδώς, ταΐζοντας τις φούσκες σε άλλες χώρες» και το πώς η Ελλάδα ήταν η χειρότερη περίπτωση, αλλά όχι η μόνη, καθώς «η Ιταλία ήταν πολύ μεγάλη για να χρεοκοπήσει, αλλά και πολύ μεγάλη για να σωθεί», ενώ ο μεγαλύτερος φόβος ήταν πάντα η Γαλλία. Καταγράφει πώς η Ευρώπη, με αρκετή αναποφασιστικότητα και καθυστέρηση, τελικά αποδέχτηκε μέτρα, που μέχρι πρότινος ήταν αδιανόητα.

Ο συγγραφέας όμως είναι ανυποχώρητα ρεαλιστής, κρούωντας συνεχώς τον κώδωνα του κινδύνου, εάν δεν γίνουν επώδυνες αναδιαρθρώσεις και μεταρρυθμίσεις στο ευρωπαϊκό μοντέλο: «Η Ευρωζώνη και η Ευρώπη κρατιέται από το φόβο του κόστους του διαζυγίου, αλλά πόσο ακόμη, εάν δεν υπάρξουν προτάσεις με όραμα και λύσεις;»

Τρεις χώρες μπαίνουν ειδικότερα στο μικροσκόπιό του, καθώς προσφέρονται, ως εντελώς διαφορετικές περιπτώσεις, για την εξαγωγή συμπερασμάτων: η Γερμανία, η Ελλάδα και η Βρετανία. Για την τελευταία επισημαίνει πόσο οι ευρωσκεπτικιστές υπερεκτιμούν τις δυνατότητες της χώρας, θεωρώντας ότι θα ενδυναμωθούν, απαλλασσόμενοι από τους περιορισμούς της ευρωπαϊκής ένταξης, ενώ σίγουρα δεν θα μπορέσουν να απαλλαγούν από τις παρόμοιες και ισχυρότερες επιπτώσεις της διεθνούς αλληλεξάρτησης. 

«Η μετατροπή της Ελλάδας σε ένα μεγάλο στρατόπεδο προσφύγων θα ήταν η χαριστική βολή»

Με αφορμή την Ελλάδα, αναλύει και το προσφυγικό που φάνηκε ότι «απειλεί να διαλύσει την Ευρώπη». Στηλιτεύει την επιθυμία κάποιων να περιορίσουν το πρόβλημα στις χώρες εισόδου, καθώς «η μετατροπή της Ελλάδας σε ένα μεγάλο στρατόπεδο προσφύγων θα ήταν η χαριστική βολή». Και δεν παραλείπει να χαρακτηρίσει ορισμένες χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ ως «λαθρεπιβάτες της Ευρώπης», με την απαράδεκτη άρνησή τους να συμμετάσχουν στην επίλυση ή έστω την ανακούφιση του προσφυγικού προβλήματος, επιζητώντας μόνο τα οφέλη της ευρωπαϊκής συμμετοχής και όχι τις υποχρεώσεις της. 

Αυτό το μοτίβο όμως, που μπορεί να συνοψισθεί στη φράση «και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο», δεν απαντάται μόνο σε κάποια νέα μέλη. Και δεν φταίει μόνο ο κακός σχεδιασμός της ΟΝΕ. Εδώ ο συγγραφέας δανείζεται τη φράση μια ευρωπαίας πολιτικού, για πολλούς από τους συναδέλφους της: «Κακομαθημένα παιδιά που ζητούν αντιφατικά πράγματα: Τα οφέλη της ολοκλήρωσης χωρίς τους περιορισμούς στην εθνική κυριαρχία, την ανταγωνιστικότητα χωρίς επώδυνες μεταρρυθμίσεις, μια ισχυρή ΕΕ με ασθενείς θεσμούς»…

Η ανάλυση του Λουκά Τσούκαλη ακτινογραφεί και το πολιτικό σκηνικό που διαμόρφωσε η συνεχιζόμενη ευρωπαϊκή περιπέτεια, ειδικά στο χώρο που τον αφορά: «Η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία ήταν αυτή που επηρεάστηκε πιο άμεσα από τη μείωση της στήριξης των πολιτών στο ευρωπαϊκό εγχείρημα. Τα κεντροαριστερά κόμματα δυσκολεύονταν όλο και περισσότερο να συμβιβάσουν τη φιλεοευρωπαϊκή πολιτική τους με ένα σχέδιο ολοκλήρωσης που όλο και περισσότερο ταυτιζόταν με τον οικονομικό φιλελευθερισμό και την παγκοσμιοποίηση, ενώ οι περισσότεροι από τους χαμένους και τους εν δυνάμει χαμένους της οικονομική αλλαγής προέρχονταν από τις τάξεις τους. Στην πορεία, οι αρχηγοί των κομμάτων διαπίστωναν με κατάπληξη και τρόμο ότι σημαντικός αριθμός πρώην ψηφοφόρων τους δεν δίσταζε καθόλου να μετακινηθεί ακόμα και προς την ακροδεξιά. Μέχρι σήμερα δεν γνωρίζουν πώς θα καταφέρουν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα».

«Η κρίση θα μπορούσε να είχε ξεπεραστεί από το 2013, αν οι ευρωπαίοι ηγέτες δεν επέρριπταν τις ευθύνες ο ένας στον άλλον», επισημαίνει καυστικά ο συγγραφέας. Στις προτάσεις του, στο τελευταίο κεφάλαιο, ξέρει ότι πολλά είναι στα χέρια των οικονομικά ισχυρών, δηλαδή των Γερμανών  - και δεν τους χαρίζεται σε κανένα σημείο του βιβλίου: «Είναι αλήθεια ότι οι Γερμανοί πολιτικοί επαναλάμβαναν τακτικά την πίστη τους στον τελικό στόχο της ευρωπαϊκής πολιτικής ένωσης, φροντίζοντας ωστόσο, καλού κακού να τον τοποθετούν χρονικά κάπου στο μακρινό μέλλον»

Ο Λουκάς Τσούκαλης ξέρει να ισορροπεί με τις λέξεις, να αποδίδει το μέγεθος της ευθύνης. Και βεβαίως δεν διστάζει να ρίξει τα βέλη του σαρκασμού στους συναδέλφους του οικονομολόγους: «Ήταν πασιφανές ότι στον θαυμαστό καινούργιο κόσμο της Ευρωζώνης ο Κέινς είχε προ πολλού πεθάνει και είχε λησμονηθεί». 

«Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση πάσχει από υπερέκταση (σε απλά ελληνικά ξεχείλωμα)». Ο συγγραφέας «μιλάει» στον αναγνώστη του με απλή γλώσσα, χωρίς ακαδημαϊκό ύφος, μη διστάζοντας πολλές φορές να υιοθετήσει εκφράσεις της καθημερινότητας, που εκπλήσσουν ευχάριστα. Ξαναγραμμένο από τον ίδιον, καθώς η πρωτότυπη έκδοση ήταν αγγλική, δεν δίνει καθόλου την εντύπωση ενός μεταφρασμένου στατικού κειμένου, αλλά ενός συνεχούς, ζωντανού διαλόγου, που αναζητά απαντήσεις.

Η υπεράσπιση της Ευρώπης είναι μια πολύ σοβαρή υπόθεση. Και το ομότιτλο πόνημα του Λουκά Τσούκαλη είναι ένα στιβαρό βιβλίο, που δεν διαβάζεται «διαγώνια». Κλείνοντας την τελευταία σελίδα, σε αφήνει προβληματισμένο, γιατί οι λύσεις δεν είναι ούτε εύκολες ούτε μονοδιάστατες, αλλά και με τη βαθιά πεποίθηση ότι η ολοκλήρωση του ευρωπαϊκού εγχειρήματος ίσως αξίζει να είναι το μεγαλύτερο πολιτικό διακύβευμα στην πορεία του σύγχρονου ανθρώπου, μαζί με την αντιστροφή της κλιματικής αλλαγής (και καθόλου άσχετο με αυτήν, όπως έδειξε και το πρόσφατο ανάστημα που σήκωσαν οι Ευρωπαίοι απέναντι στις παλινωδίες Τραμπ). 

Πάνω από όλα όμως, η «Υπεράσπιση της Ευρώπης» είναι ένα βιβλίο βαθύτατα πολιτικό, που κερδίζει το σεβασμό συμφωνούντων και διαφωνούντων – και μια σημαντική προσθήκη στο οπλοστάσιο του δημόσιου διαλόγου, που η Ευρώπη οφείλει εκτεταμένα να κάνει, για το μέλλον όλων μας…

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ