Πολιτικη & Οικονομια

Ζήτημα πολιτικής αξιοπρέπειας το «όχι» στα νέα μέτρα

Εντελώς απαράδεκτη η διαδικασία που ακολουθεί η κυβέρνηση

67987-174763.jpg
Γιώργος Κύρτσος
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
354483-734776.jpg

Διαβάζω με ενδιαφέρον τα επιχειρήματα υπέρ και κατά των νέων μέτρων που αποφάσισε η κυβέρνηση σε συνεργασία με τους ευρωπαίους εταίρους και τους πιστωτές. Σε οικονομικό επίπεδο τα μέτρα έχουν μια αρνητική διάσταση, με την έννοια ότι μπορούν να δημιουργήσουν περισσότερα προβλήματα από αυτά που θα λύσουν, ταυτόχρονα όμως εκφράζουν την αναγκαιότητα να κινηθούμε σε συγκεκριμένη κατεύθυνση.

Για παράδειγμα, εγώ θεωρώ αναγκαία τη μείωση του κόστους του ασφαλιστικού-συνταξιοδοτικού συστήματος για τον κρατικό προϋπολογισμό προκειμένου να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για δημοσιονομική σταθεροποίηση, εξυπηρέτηση του χρέους, κάλυψη των αναγκών της νέας γενιάς και οικονομική ανάπτυξη. Δυστυχώς όμως δεν υπάρχουν οι εγγυήσεις ότι η νέα μείωση στο κόστος του ασφαλιστικού-συνταξιοδοτικού συστήματος για τον κρατικό προϋπολογισμό θα οδηγήσει στην εξυγίανση του συστήματος. Κατά την άποψή μου, θα έπρεπε να κατοχυρώνονται πλήρως τα δικαιώματα όσων έχουν πάνω από 35 χρόνια πραγματικής ασφάλισης, να εξετάζεται σε ατομική βάση αν ο ασφαλισμένος έχει εξασφαλίσει την αυτοχρηματοδότηση της σύνταξής του, να περιορίζονται δραστικά τα επιδοτούμενα προνόμια των «ρετιρέ» και να μπαίνουν στη θέση τους όσοι παίρνουν συντάξεις χωρίς να έχουν εκπληρώσει βασικές ασφαλιστικές υποχρεώσεις για τουλάχιστον 20 χρόνια.

Επομένως η γενική κατεύθυνση των μέτρων μπορεί σε αρκετές περιπτώσεις να είναι σωστή ή αναγκαία, αλλά ο τρόπος εφαρμογής τους να μην οδηγεί στη λύση του προβλήματος.

Πέρα όμως από τους οικονομικούς υπολογισμούς υπάρχει και η πολιτική διαδικασία που ακολουθήθηκε από την κυβέρνηση. Πιστεύω ότι είναι εντελώς απαράδεκτη και κανένα κόμμα που σέβεται τον εαυτό του και θέλει να προστατεύσει −στο μέτρο του δυνατού− τη λειτουργία και την ποιότητα της Δημοκρατίας μας, δεν μπορεί να την προσυπογράψει.

Έξι βασικές αντιρρήσεις

Έχω έξι βασικές αντιρρήσεις στον τρόπο που μεθόδευσε την προώθηση των νέων μέτρων η κυβέρνηση Τσίπρα:

Πρώτον, η κυβερνητική ηγεσία άλλα έλεγε και άλλα κάνει με βάση το τελικό αποτέλεσμα της συνεννόησης για το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης του τρίτου προγράμματος-μνημονίου. Αυτή η ολοένα μεγαλύτερη απόσταση μεταξύ λόγων και έργων οδηγεί στην κλιμάκωση της κρίσης αξιοπιστίας του πολιτικού μας συστήματος. Πρέπει λοιπόν να αγωνιστούμε για τη στοιχειώδη συνέπεια και τον δραστικό περιορισμό της απόστασης μεταξύ λόγων και έργων των πρωταγωνιστών της πολιτικής ζωής, λέγοντας τα αναγκαία «όχι».

Δεύτερον, η κυβέρνηση Τσίπρα άλλα έχει υπογράψει για το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης και άλλα δηλώνει ότι έχει υπογράψει. Προκαλεί την κοινή γνώμη, σε μια περίοδο κατά την οποία πάρα πολλοί συμπολίτες μας δοκιμάζονται από μια δύσκολη οικονομική και κοινωνική καθημερινότητα, προσπαθώντας να δημιουργήσει την εντύπωση ότι η εφαρμογή των μέτρων δεν επηρεάζει τη ζωή τους ή ότι έχει μηδενικό δημοσιονομικό αποτέλεσμα ενώ πρόκειται για επιβολή πρόσθετων μέτρων ύψους 2% του ΑΕΠ.   

Τρίτον, με βάση το αποτέλεσμα της συνεννόησης αποδεικνύεται ότι η κυβέρνηση δεν έκανε διαπραγμάτευση στη βάση των «κόκκινων γραμμών» που περιέγραφε, απλώς έκανε μια καθυστέρηση για να εξυπηρετήσει τον πολιτικό της σχεδιασμό στέλνοντας τον λογαριασμό στην ελληνική οικονομία και την κοινωνία.

Ο κ. Τσίπρας μπόρεσε να κερδίσει πολιτικό χρόνο για να ενισχύσει τις δομές εξουσίας του ΣΥΡΙΖΑ, αδιαφορώντας για τις χαμένες ευκαιρίες της ελληνικής οικονομίας η οποία επέστρεψε το τέταρτο τρίμηνο του 2016 και το πρώτο τρίμηνο του 2017 στην ύφεση εξαιτίας της κυβερνητικής τακτικής.

Προκλητική αδιαφάνεια

Τέταρτον, οι συνεννοήσεις της κυβέρνησης με τους ευρωπαίους εταίρους και τους πιστωτές έγιναν σε συνθήκες απόλυτης και προκλητικής αδιαφάνειας. Στο τέλος πληροφορηθήκαμε το αποτέλεσμα μέσα από τον ιστότοπο γερμανικού ΜΜΕ χωρίς να έχουμε την ευκαιρία να συζητήσουμε τα συγκεκριμένα μέτρα και να τα διαμορφώσουμε σε όφελος της ελληνικής οικονομίας πριν την ανακοίνωσή τους.

Πέμπτον, ενώ είχε συμφωνηθεί ότι το τρίτο πρόγραμμα-μνημόνιο θα ίσχυε μέχρι τον Αύγουστο του 2018 και η εφαρμογή του θα ήταν εμπροσθοβαρής, η κυβέρνηση Τσίπρα ήταν προκλητικά ασυνεπής στις υποχρεώσεις της. Θα κλείσει τη δεύτερη αξιολόγηση τον Μάιο-Ιούνιο του 2017 ενώ ο αρχικός σχεδιασμός −που διαπραγματεύτηκε ο ίδιος ο κ. Τσίπρας− προέβλεπε το κλείσιμό της τον Φεβρουάριο του 2016. Σαν να μην έφτανε αυτό, η κυβέρνηση παρατείνει την εφαρμογή μνημονιακών μέτρων το 2019 και το 2020 χωρίς μάλιστα να έχει εξασφαλίσει τη μνημονιακή χρηματοδότηση του ελληνικού Δημοσίου με προνομιακούς όρους. Είναι επίσης πολιτικά απαράδεκτο το γεγονός ότι διευκολύνει, ως ένα βαθμό, τη διαχείριση της τρέχουσας τετραετίας επιβαρύνοντας την επόμενη.

Έκτον, την ώρα που η κυβέρνηση προωθεί νέα δύσκολα μέτρα αναπτύσσει τη μυθολογία των λεγόμενων αντίμετρων με τον ίδιο τρόπο που υποστήριζε την εφαρμογή του ανύπαρκτου προγράμματος της Θεσσαλονίκης και του επίσης ανύπαρκτου παράλληλου προγράμματος, που υποτίθεται ότι θα εξουδετέρωνε τις συνέπειες από την εφαρμογή του τρίτου προγράμματος-μνημονίου.

Το «όχι» στα νέα μέτρα που προωθεί μέσα από τη διαδικασία που περιγράψαμε η κυβέρνηση Τσίπρα, είναι, κατά την άποψή μου, βασική δημοκρατική υποχρέωση εφόσον δεν πρέπει να συμβάλλουμε στη γελοιοποίηση της πολιτικής διαδικασίας και την υποβάθμιση των δημοκρατικών θεσμών.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ