Πολιτικη & Οικονομια

Βασίλης Κασκαρέλης: Ο επικεφαλής Πρέσβης στη Μόνιμη Αντιπροσωπεία στο ΝΑΤΟ ήταν παρών στα γεγονότα που άλλαξαν τον κόσμο

Συνέντευξη με αφορμή το βιβλίο του «Η τέλεια καταιγίδα - Το ΝΑΤΟ μετά την 11η Σεπτεμβρίου»

4835-79724.jpg
Αγγελική Μπιρμπίλη
ΤΕΥΧΟΣ 611
9’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
351337-728896.jpg

Βασίλης Κασκαρέλης: Συνέντευξη με τον Πρέσβη στη Μόνιμη Αντιπροσωπεία στο ΝΑΤΟ με αφορμή το βιβλίο του «Η τέλεια καταιγίδα - Το ΝΑΤΟ μετά την 11η Σεπτεμβρίου» (Μεταίχμιο) 

Ο πρέσβης Βασίλης Κασκαρέλης έχει ζήσει ιστορικές στιγμές. Έχει διατελέσει μεταξύ άλλων επικεφαλής Πρέσβης στη Μόνιμη Αντιπροσωπεία στο ΝΑΤΟ (2000-2004), στη Μόνιμη Αντιπροσωπεία στην Ευρωπαϊκή Ένωση (2004-2009), στην Πρεσβεία μας στην Ουάσινγκτον (2009-2012), καθώς και Γεν. Γραμματέας του ΥΠΕΞ (2012-2013). Έζησε την τρομοκρατική επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου στην καρδιά των ΗΠΑ. Έχει συμμετάσχει ενεργά στη λήψη σημαντικών αποφάσεων με αντίκτυπο σε διεθνές επίπεδο. 

Το βιβλίο του «Η τέλεια καταιγίδα - Το ΝΑΤΟ μετά την 11η Σεπτεμβρίου» (εκδ. Μεταίχμιο), όπου καταγράφει την εμπειρία του, είναι συναρπαστικό. Σαν να διαβάζεις κατασκοπικό μυθιστόρημα. Ύστερα από δεκαετίες στο «διπλωματικό πεζοδρόμιο», χωρίς συναισθηματισμούς, ρεαλιστικά, περιγράφει γλαφυρά την (κυνική) διπλωματική πραγματικότητα στα γραφεία και στους διαδρόμους ή πίσω από τις κλειστές πόρτες της Αίθουσας 1 του NAC (Συμβούλιο Βορειοατλαντικής Συμμαχίας), φωτίζοντας άγνωστες πτυχές του Οργανισμού. 

Στο πρώτο μέρος «ταξιδεύεις» μαζί του μ’ ένα C-130 στις βαλκανικές πρωτεύουσες, αντιλαμβάνεσαι το ρόλο του αμερικάνικου παράγοντα στην περιοχή, βλέπεις την αδράνεια των Ευρωπαίων που επαναπαύονταν στις αμερικάνικες πρωτοβουλίες με αποτέλεσμα να χάνει η ευρωπαϊκή διπλωματία σε ειδικό βάρος συγκριτικά με τις ΗΠΑ. Ακόμα, το ρόλο της Τουρκίας αλλά και συνολικά τη σχέση ΕΕ-ΗΠΑ και των ΗΠΑ με τη Ρωσία. 

Συγκλονιστική είναι στο δεύτερο μέρος η περιγραφή της 11ης Σεπτεμβρίου και ακόμα περισσότερο ο τρόπος με τον οποίο η νέα Αdministration Μπους και η ομάδα των νέοσυντηρητικών γερακιών της Ουάσινγκτον σκλήρυνε τη στάση της έναντι των Ευρωπαίων («εμείς μαγειρεύουμε, εσείς πλένετε τα πιάτα»), περιθωριοποίησε τον ΟΗΕ, εισηγήθηκε την παράλληλη επίθεση σε Αφγανιστάν και Ιράκ, φέρνοντας κυριολεκτικά μέσα σε λίγες ώρες το ΝΑΤΟ στη νέα εποχή. 

Παράλληλα με αυτά διαβάζουμε τις αγωνιώδεις προσπάθειες της Μόνιμης Αντιπροσωπίας να αναβαθμίσει το κύρος της Ελλάδας αλλά και τις παθογένειες της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Και εδώ το βιβλίο είναι αποκαλυπτικό. Προσπάθεια του συγγραφέα είναι να κατανοήσει ο αναγνώστης το πώς και το γιατί των χαμένων ευκαιριών, τους λόγους για τους οποίους δεν έχουμε καταφέρει να διαμορφώσουμε μια σοβαρή εξωτερική πολιτική που να υπηρετεί τα εθνικά συμφέροντα. Δεν καταφέραμε ούτε το στοιχειώδες, να διαμορφώσουμε και να υλοποιήσουμε μια βαλκανική πολιτική ώστε να παίξει η Ελλάδα «ηγετικό» ρόλο στην περιοχή. Ο Κασκαρέλης είναι διπλωματικός αλλά σαφής, διαλύει εθνικούς μύθους όπως το «κακό Νάτο», τα «αδέλφια μας οι Σέρβοι», το «Ελλάς - Γαλλία - Συμμαχία». Oι αναφορές του σε χαρακτηριστικά περιστατικά με πρωταγωνιστές πολιτικά πρόσωπα που ήταν στα πράγματα εκείνη την περίοδο (Γ. Παπανδρέου, Κ. Σημίτης, Α. Τσοχαζόπουλος κ.ά.) είναι επίσης αποκαλυπτικές του τρόπου με τον όποιο σκέφτεται και δρα το ελληνικό πολιτικό σύστημα διαχρονικά. Η πολιτική της αδράνειας και της πεπατημένης, η έλλειψη γραμμής αλλά και στοιχειώδους προετοιμασίας στις Συνόδους, η επί δεκαετίες πλύση εγκεφάλου που οδηγεί σε κομματικές αλλά και εκκλησιαστικές πεζοδρομιακές αντιδράσεις, οι δήθεν «πατριωτικές» εξάρσεις με στόχο να συντηρούνται αιωνίως ανοιχτά τα «εθνικά θέματα» (Αιγαίο, ονομασία των Σκοπίων κ.λπ.) ώστε να ωφελούνται με ύποπτες συναλλαγές οι εξοπλιστικοί κύκλοι του Υπουργείου Άμυνας κρατούσαν και κρατούν επί δεκαετίες τη χώρα στο περιθώριο. Όπως γράφει χαρακτηριστικά, «ενώ διαθέτουμε μια οργανωμένη και αποδοτική Εξωτερική Υπηρεσία εφάμιλλη των άλλων ευρωπαϊκών χωρών, η Αθήνα, από αδράνεια, ερασιτεχνισμό και έλλειψη συγκεκριμένης πολιτικής αυτοεγκλωβίζεται μόνιμα στη στείρα τακτική του «φιλέλληνα ή ανθέλληνα» φοβούμενη το περίφημο πολιτικό κόστος». Βιβλία διαφωτιστικά, όπως αυτό, είναι βιβλία που αξίζουν να διαβαστούν.  

Σύνοδος κορυφής στην Πράγα (2002)


Αναμφισβήτητα τα γεγονότα που σας «έκοβαν την ανάσα», όπως λέτε στο βιβλίο σας, ήταν εκείνα της περιόδου των τρομοκρατικών επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου. Αποτέλεσαν και την αφορμή για τη συγγραφή του βιβλίου αυτού;

Ακριβώς. Η ιδέα ήταν να καταγραφούν τα γεγονότα που άλλαξαν τον κόσμο όπως τον ξέραμε, μεταφέροντας τις συνταρακτικές εξελίξεις βάσει των καθημερινών εμπειριών μου μέσα στο ΝΑΤΟ. Θεωρώ ότι η συγκεκριμένη περίοδος (2001-2003) όχι μόνο επηρέασε, αλλά άλλαξε στην κυριολεξία την καθημερινή ζωή μας, τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων με την είσοδο της τρομοκρατίας στα σπίτια μας και τη συνακόλουθη αλλαγή των παγκόσμιων ισορροπιών. 

Ο λόγος που επέλεξα τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο για την κυκλοφορία του βιβλίου είναι οι ουσιαστικές ανακατατάξεις στις ΗΠΑ που σημειώθηκαν μετά τις πρόσφατες προεδρικές εκλογές, και οι οποίες ξαναφέρνουν στην επιφάνεια τις πολιτικές, διπλωματικές και οικονομικές ιδέες που επικρατούσαν την περίοδο μετά την 11η Σεπτεμβρίου.

Κατά τη γνώμη σας, τι άλλαξε έκτοτε σε διεθνές και εθνικό επίπεδο; Τι ανέτρεψαν ανεπιστρεπτί οι τρομοκρατικές αυτές ενέργειες;

Άλλαξαν οι σχέσεις του μουσουλμανικού κόσμου με τον δυτικό. Άλλαξε ο συσχετισμός δυνάμεων Δύσης - Ρωσίας. Άλλαξε η πολιτική και στρατιωτική σκηνή στην ευρύτερη Μέση Ανατολή και την Κεντρική Ασία. Άλλαξε ο Αραβικός Κόσμος. Επηρεάσθηκε αρνητικά ο ρόλος και το ειδικό βάρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του ΝΑΤΟ, του ΟΗΕ. Και όλα αυτά, δεκαπέντε περίπου χρόνια αργότερα, δεν έχουν βρει ακόμη το βήμα τους. Εισαγόμενη τρομοκρατία, τοπικές συγκρούσεις, περιφερειακοί πόλεμοι, εκρηκτική αστάθεια σε σειρά κρατών είναι κάθε μέρα στο προσκήνιο. 

Από την άλλη πλευρά, πιστεύω ότι όλα αυτά τα γεγονότα θα έπρεπε να τα έχει εκμεταλλευθεί και η ελληνική πλευρά για να αλλάξει σύμφωνα με τα συμφέροντά της και τα δεδομένα στη γειτονιά της. Η κατάσταση, όμως, παραμένει στάσιμη.

Η αντιμετώπιση της τρομοκρατίας και του ισλαμικού φονταμενταλισμού είναι δυνατόν να αντιμετωπισθεί με τις πολιτικές που ακολουθούνται έως σήμερα ή θα πρέπει να επανεξετασθούν βασικές σταθερές των πολιτικών που εφαρμόζει η διεθνής κοινότητα, όπως εκείνες που έχουν σχέση με την εξασφάλιση των προϋποθέσεων ασφαλείας και της οικονομικής ανάπτυξης περιοχών του πλανήτη που έχουν μείνει στο περιθώριο;

Συμφωνώ με την παρατήρησή σας. Το θέμα το είχα εγείρει επανειλημμένα τότε στις συνεδριάσεις μας στο ΝΑΤΟ και το αναφέρω και μέσα στο βιβλίο. Π.χ. στην περίπτωση των Δυτικών Βαλκανίων, μετά τους πολέμους και τις ανακατατάξεις εκείνης της εποχής, οι ενέργειες της διεθνούς κοινότητας εστιάσθηκαν κυρίως στην εδραίωση της ασφάλειας, δημιουργώντας ταυτόχρονα καταστάσεις που θύμιζαν θέατρο του παραλόγου. Το αποτέλεσμα ήταν την περίοδο 2001-2004 όλη η οικονομία της περιοχής να βασίζεται αποκλειστικά στο οργανωμένο έγκλημα. Αντίστοιχες καταστάσεις επικράτησαν και στο μεταπολεμικό Αφγανιστάν και Ιράκ. Η κυρίως προσοχή επικεντρώθηκε στον στρατιωτικό τομέα και κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων και μετά. Αν είχε δοθεί και σοβαρή προτεραιότητα στην οικονομική ανάπτυξη, πιστεύω ότι η κατάσταση θα είχε διαμορφωθεί διαφορετικά. Πρέπει παράλληλα με τα στρατιωτικά μέτρα να δίνεται μια συγκροτημένη προοπτική για ένα θετικό αύριο στον πληθυσμό, γεγονός που, αν δεν αποτρέψει, θα περιορίσει την ακολουθία τρομοκρατικής, αναρχικής, και άλλης παρόμοιας προπαγάνδας με τα αποτελέσματα που βιώνουμε σήμερα.  

Πώς εκτιμάτε την κατάσταση που επικρατεί τελευταία στα Βαλκάνια (Αλβανία, πΓΔΜ) και ποιες οι πιθανές επιπτώσεις στη χώρα μας;

Η κατάσταση στις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων παραμένει δεκαπέντε χρόνια μετά τις τεκτονικές αλλαγές ιδιαίτερα ρευστή. Ο λόγος είναι ότι μετά τις στρατιωτικές επιχειρήσεις και τους πολέμους δημιουργήθηκαν καταστάσεις που αντιμετώπιζαν μεν τα καθημερινά προβλήματα ασφάλειας και σταθερότητας, αλλά δεν έβαζαν τις βάσεις για βιώσιμες λύσεις. Οι ΗΠΑ, που πρωτοστάτησαν στην εδραίωση της ασφάλειας, έστρεψαν την προσοχή τους στη Μέση Ανατολή και την Κεντρική Ασία. Και η Ευρωπαϊκή Ένωση λόγω της προσπάθειας αποφυγής ανάληψης ευθυνών έχασε πολύτιμα χρόνια. Στο πλαίσιο αυτό η Ελλάδα που βρισκόταν τότε σε ιδιαίτερα πλεονεκτική θέση, αντί να επωφεληθεί από την αστάθεια και τις μαύρες τρύπες που παρουσιάζονταν σε όλες τις γειτονικές χώρες και να «αγοράσει» τις οικονομίες τους, παίζοντας εμμέσως και καταλυτικό πολιτικό ρόλο στις γενικότερες εξελίξεις, προτίμησε για λόγους που εξηγώ στο βιβλίο να παρακολουθεί σαν θεατής, συντηρώντας όλα τα ανοικτά θέματα.    

Πώς εκτιμάτε τη βαθμιαία μετατροπή της Τουρκίας από τον Ερντογάν σε μια ανεξέλεγκτη, μη προβλέψιμη δύναμη στην ευρύτερη περιοχή (Αιγαίο, Μέση Ανατολή, Καύκασο και Κεντρική Ασία);

Δεν πρόκειται για καινούργιο φαινόμενο. Παρακολούθησα την πορεία του Ερντογάν από το 2002 μέσα από το ΝΑΤΟ, την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ουάσιγκτον. Από την αρχή αυτός ήταν ο στόχος του: να κάνει την Τουρκία μια περιφερειακή υπερδύναμη με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Χρησιμοποίησε το ρόλο της στο ΝΑΤΟ, τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις στην Ε.Ε. και τις σχέσεις με τις ΗΠΑ για να πάρει το πάνω χέρι στο εσωτερικό περιθωριοποιώντας όλους τους εσωτερικούς του αντιπάλους. Με αργούς ρυθμούς και συντονισμένες τακτικές έφθασε στο τελευταίο βήμα που είναι η αλλαγή του συντάγματος. Η συνέχεια είναι απρόβλεπτη. Ακόμη και οι Αμερικανοί, όταν υπηρετούσα στην Ουάσινγκτον, μου έλεγαν ότι η κατάσταση είναι τόσο ρευστή που δεν έχουν plan B και για το λόγο αυτό προτιμούν την τακτική business as usual για όσο αντέξει.

Ποια είναι εκείνα τα γεγονότα, πέραν της 11ης Σεπτεμβρίου, που έμειναν χαραγμένα στη μνήμη σας; Για παράδειγμα, αναφέρεστε στον πόλεμο στο Ιράκ. Τι άλλαξε σε διεθνές επίπεδο ο πόλεμος αυτός, και ειδικότερα σε σχέση με την οπτική των Ευρωπαίων και των νατοϊκών κύκλων έναντι της Ρωσίας;

Πρόκειται πραγματικά για χιονοστιβάδα γεγονότων που είναι αδύνατον και να απαριθμηθούν εδώ. Το Ιράκ άλλαξε τις ισορροπίες στα πολιτικά πράγματα της ευρύτερης Μέσης Ανατολής (Ισραήλ, Συρία, Ιράν, Αραβικός Κόσμος κ.ά.), στους πετρελαιαγωγούς, στην τρομοκρατία, για να αναφέρω μερικά. Οι σχέσεις με τη Ρωσία επίσης πέρασαν από τα σαράντα κύματα με κρίσεις φιλίας και ξανά αντιπαλότητας, μέχρι τη σημερινή κρίση ανταγωνιστικότητας σε διάφορους τομείς της διεθνούς ζωής. 

Εκτιμάτε ότι η Ρωσία, απολύτως απαραίτητος παράγοντας για την ευρωπαϊκή ασφάλεια όπως λέτε, έχει τελευταία αλλάξει ατζέντα; Επιδιώκει τον έλεγχο ή και τη διάλυση της Ε.Ε.;

Η Ρωσία έχει αλλάξει ατζέντα, γιατί η Ουάσινγκτον, την εποχή (2001-2003) που η Μόσχα παρακαλούσε στην κυριολεξία για ενδυνάμωση και ανάπτυξη των σχέσεών τους, την κράτησε, μετά την αλλαγή του υπουργού Εξωτερικών Colin Powell, με προσβλητικό τρόπο στο περιθώριο. Έκτοτε οι ανάγκες της και η οικονομική κατάστασή της άλλαξαν και πέτυχε να καταστεί υπολογίσιμος παίκτης σε σειρά θεμάτων. Οι σχέσεις με την Ε.Ε. είναι σε καλό επίπεδο και δεν πιστεύω ότι ο έλεγχος ή ακόμη περισσότερο η διάλυσή της είναι στην οθόνη της Μόσχας. 

Υποστηρίζετε στο βιβλίο σας ότι «κανείς δεν μπορεί να επιβιώσει μακροπρόθεσμα ως μονάδα» στο σύγχρονο κόσμο. Η Ελλάδα συμμετέχει πάνω από 35 έτη τόσο στο ΝΑΤΟ όσο και στην ΕΕ. Παρ’ όλα αυτά οι δομικές αδυναμίες της χώρας δεν της επέτρεψαν να επωφεληθεί, όπως θα άξιζε από τη συμμετοχή αυτή. Τι έφταιξε, κατά τη γνώμη σας, και τι πρέπει να γίνει ώστε η χώρα να βγει από την κρίση;

Κατά τη γνώμη μου χρειάζεται αλλαγή νοοτροπίας και τρόπου σκέψης και αντιμετώπισης των βασικών ανοικτών ζητημάτων.  

Η απομυθοποίηση του ρόλου του ΝΑΤΟ μετά τη μεταπολίτευση υστέρησε σε αντίθεση με εκείνη της Ε.Ε., και ενδεχομένως ακόμα και σήμερα να παραμένει ασαφής, αντικείμενο συνωμοσιολογίας για τμήματα του πληθυσμού. Πώς αποτιμάτε εσείς τη συμμετοχή της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ, ειδικότερα, σε σχέση με τα χρόνια εθνικά θέματα της χώρας π.χ. Σκοπιανό, Κυπριακό, τουρκική επιθετικότητα στο Αιγαίο;

Ο ρόλος του ΝΑΤΟ παραμένει ασαφής και κυρίως αρνητικός στην κοινή γνώμη, γιατί αυτό εξυπηρετεί διάφορες εσωτερικές καταστάσεις. Πρόκειται για μια στρατιωτική συμμαχία, στην οποία το κάθε κράτος συμμετέχει οικειοθελώς. Ο ρόλος του δεν είναι αυτός του μεσολαβητή για την επίλυση ενδοσυμμαχικών διμερών διαφορών. Εξάλλου κάτι τέτοιο αποκλείεται από το καταστατικό του, που προβλέπει ότι όλες οι αποφάσεις λαμβάνονται με τη σύμφωνη γνώμη όλων των συμμάχων. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί το ΝΑΤΟ ή ο Γενικός Γραμματέας να πάρει μια απόφαση που ενοχλεί κάποιον από τους συμμάχους, γιατί αυτός θα προβάλει βέτο.

Καθόσον αφορά την αποτίμηση της συμμετοχής της Ελλάδας στη Συμμαχία, θα ήθελα απλά να υπενθυμίσω ότι μετά την εισβολή στην Κύπρο η τότε ελληνική κυβέρνηση πήρε την απόφαση να αποχωρήσει από το στρατιωτικό σκέλος. Της πήρε σχεδόν δέκα χρόνια έντονων ενδοσυμμαχικών διαπραγματεύσεων για να επιστρέψει. Αυτό νομίζω ότι κάτι λέει.

Θεωρείτε επαρκή τη συνδρομή του ΝΑΤΟ στην προσπάθεια ελέγχου των μεταναστευτικών ροών στο Αιγαίο; Θα μπορούσε να κάνει περισσότερα;

Η συνδρομή του ΝΑΤΟ δεν είναι επαρκής για την αντιμετώπιση του προβλήματος, αλλά δεν μπορεί να κάνει περισσότερα λόγω της δομής του. Το πρόβλημα είναι κυρίως ευρωπαϊκό και θα έπρεπε η Ε.Ε. να παίξει πιο ενεργό ρόλο.

Στο βιβλίο σας υποστηρίζετε ότι η χώρα μας, παρόλο που διαθέτει μια οργανωμένη και αποδοτική υπηρεσία στο εξωτερικό, ενδεχομένως εφάμιλλη άλλων ευρωπαϊκών κρατών, τελικά δεν έχει συγκροτημένη εξωτερική πολιτική η οποία να προτρέχει των εξελίξεων. Τι είναι αυτό που εμποδίζει και δεν επιτρέπει την αξιοποίηση των μηνυμάτων, απόψεων και εκτιμήσεων που φθάνουν από το εξωτερικό στην Κεντρική Υπηρεσία και κατ’ επέκταση στην εκάστοτε πολιτική ηγεσία; Αισθανθήκατε συχνά «μόνος», παρά τις εισηγήσεις σας, χωρίς δυνατότητα να επηρεάσετε κρίσιμες πολιτικές αποφάσεις της χώρας; Και αν ναι, ποιες;

 Αν απαντήσω και σ’ αυτή την ερώτηση, φοβάμαι ότι μετά δεν θα χρειαστεί κάποιος να διαβάσει το βιβλίο, θα έχει εδώ όλες τις απαντήσεις!

Ποιες ήταν οι δυσκολότερες στιγμές της καριέρας σας;

Πέρασα από πολλές δύσκολες και απαιτητικές φάσεις. Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς: το «βυθίσατε το ΧΟΡΑ» στην Άγκυρα, το «Unilateral Declaration of Independence» στη Λευκωσία, τις βαλκανικές συρράξεις και επεμβάσεις στον ΟΗΕ, την τρομοκρατία, το Αφγανιστάν και το Ιράκ στο ΝΑΤΟ, τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας στην ΕΕ ή την ελληνική οικονομική κρίση στην Ουάσινγκτον.

Ποιες ήταν οι πλέον ευχάριστες στιγμές που αισθανθήκατε ικανοποίηση και επιβράβευση των προσπαθειών και των κόπων σας;

Η μετά από μήνες καθημερινής έντασης απρόσκοπτη συμμετοχή της Κύπρου στα ευρωπαϊκά πράγματα, η ουσιαστική αναβάθμιση του ειδικού βάρους της Αθήνας στο ΝΑΤΟ, η πτώση του «Τείχους» όταν ήμουν στο Δυτικό Βερολίνο.   

Στο αποχαιρετιστήριο του γενικού γραμματέα λόρδου Robertson of Port Ellen (2003)

Τώρα είστε σύμβουλος του Διοικητικού Συμβουλίου και Μέλος της Εκτελεστικής Διοίκησης του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος. Σας λείπει η ένταση «κινηματογραφικής ταινίας δράσης», όπως γράφετε;

 Στην αρχή ομολογώ ότι μου έλειπε. Όμως εδώ και τέσσερα χρόνια άλλαξε άρδην η ζωή μου. Αντί να ασχολούμαι με πολέμους, με σκληρές διαπραγματεύσεις και τη λήψη κυνικών αποφάσεων, που πολλές φορές επηρέαζαν αρνητικά τους απλούς πολίτες σε διάφορες χώρες, μου δόθηκε η ευκαιρία να ασχολούμαι με το ευρύτατο και καταλυτικής σημασίας για τους συνανθρώπους μας φιλανθρωπικό έργο με θετικές επιπτώσεις στην καθημερινή ζωή χιλιάδων πολιτών και πάλι σε διάφορες χώρες. Αν δεν το ζήσεις, δεν το καταλαβαίνεις. Δεν μπορείς να το συνειδητοποιήσεις σε όλη του την έκταση. Και γι’ αυτό «ευθύνεται» το Δ.Σ. του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος που με εμπιστεύθηκε και άνοιξε νέες προοπτικές στη ζωή μου. 

Απόσπασμα από το βιβλίο του Έλληνα κορυφαίου διπλωμάτη - Η οργή του Σημίτη

Γυρίζοντας σπίτι μου ύστερα από εννέα ώρες συνεδρίαση του NAC μια Τετάρτη βράδυ, μου τηλεφωνεί ο Πρωθυπουργός ιδιαίτερα εκνευρισμένος. Του είχε εγείρει λίγο πριν το θέμα του ESDP κάποιος ξένος συνομιλητής του, ρωτώντας τι ξέρω για το θέμα και γιατί δεν έχει ενημερωθεί. Του έδωσα την εικόνα, εκνευρίστηκε περισσότερο και μου είπε ότι θα ζητήσει ευθύνες από το Υπουργείο Εξωτερικών. Την επομένη το πρωί μού έρχεται ένα τηλεγράφημα από την Κεντρική Υπηρεσία ζητώντας μου να εξηγήσω τι ενέργειες έχουν γίνει για το ESDP και αν έχουν γίνει όσα θα έπρεπε. Για να μην τα τινάξω όλα στον αέρα, έστειλα ως απάντηση αντί για κείμενο μια λίστα με 13 βασικά από τα δεκάδες σχετικά τηλεγραφήματά μου. Προφανώς κανείς δεν είχε κρίνει σκόπιμο να ασχοληθεί. Απλή αδιαφορία, σκόπιμη για κάποιο λόγο που μου διέφευγε, ευθυνοφοβία λόγω της σοβαρότητας του θέματος: Πάντως κανείς δεν τόλμησε να δώσει συνέχεια στην αναζήτηση ευθυνών στη Μόνιμη Αντιπροσωπεία. Η παρέμβαση όμως του Πρωθυπουργού ανάγκασε τουλάχιστον το σύστημα στα Υπουργεία Εξωτερικών και Άμυνας να ασχοληθεί πλέον σοβαρά με το θέμα. 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ