Πολιτικη & Οικονομια

Η επιστροφή ή το «πηγαινέλα» της πολιτικής;

Αν είναι να επιστρέψει, ας το κάνει με το βλέμμα στραμμένο σε μια δημιουργική προοπτική

59189009_2154225567959075_3788618135297327104_n.jpg
Κώστας Κυριακόπουλος
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
347998-722241.jpg

Αν είσαι άνθρωπος που σου αρέσει να παρατηρείς με όλες σου τις αισθήσεις τους άλλους ανθρώπους σίγουρα θα έχεις διαπιστώσει ότι πλέον οι πολιτικές συζητήσεις είναι παντού. Σε όλα τα πιθανά και απίθανα μέρη οι άνθρωποι έχουν μπει συνειδητά και ασυνείδητα σε μια περίπλοκη διαδικασία να επιστρατεύουν κάθε δυνατή πληροφορία και γνώση και να δημιουργούν ή και να συμμετέχουν σε πολιτικές συζητήσεις. Όπου σταθούν και όπου βρεθούν. Τσίπρας, Μητσοτάκης, Καμμένος, αξιολόγηση, δανειστές, συντάξεις, δημοσκοπήσεις, η ανάπτυξη που έρχεται ή δεν έρχεται, τα ΜΜΕ και ο ρόλος τους, η Ευρώπη και το μέλλον της, οι ΗΠΑ και ο Τραμπ. Βαριά θέματα που έχουν μπει στην καθημερινή ατζέντα υπό την εκδοχή της αγωνιώδους μάχης αναζήτησης επιχειρημάτων.

Όλα αυτά δημιουργούν, άραγε, τη μαζική αίσθηση ότι έχει επιστρέψει η πολιτική στις ζωές μας; Μάλλον ναι. Αλλά πώς; Ένας πρώην επαγγελματικός συνεργάτης μου, προερχόμενος από την παλιά, ανανεωτική αριστερά και ζυμωμένος στην κακή μετεξέλιξή της με την ίντριγκα, τον ακατάπαυστο τακτικισμό και την ασυλία στο πολιτικό survivor λόγω παρελθόντος, συνήθιζε να λέει «όλα είναι πολιτικά». Είναι;

Την ώρα που η καθημερινότητα του μέσου όρου των Ελλήνων μοιάζει πλέον με επίσκεψη σε στοκατζίδικο με μεταχειρισμένα έπιπλα, ρούχα και ιδέες, το αίτημα για την επιστροφή της πολιτικής υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που υποψιάζεται κάποιος που θέλει να βλέπει μπροστά είναι ολίγον τρομακτικό. Την ώρα που οι όροι «αριστερά» και «δεξιά» διατηρούν την ίδια κι απαράλλακτη οπτική που είχαν τα καθίσματα στην ιστορική «Συνέλευση» του γαλλικού λαού το 1789 (στα αριστερά οι τίμιοι, δίκαιοι κ.λπ. και στα δεξιά οι σκληροί, άδικοι, διεφθαρμένοι κ.λπ.), η «επιστροφή της πολιτικής» καλά θα κάνει να αργήσει περισσότερο από τη μάταια ολοκλήρωση της «αξιολόγησης».

Το έδειξε και όλη αυτή η ιστορία με το μουσείο «Μπελογιάννη». Οι μετεμφυλιακές διδαχές και αφετηρίες παραμένουν άσβεστες σε σημαντικά κομμάτια της ελληνικής κοινωνίας. Αν εξήντα χρόνια μετά αυτή η κοινωνία δεν έχει κατορθώσει να συμφωνήσει σε μια κοινή οπτική για την Ιστορία, καθημερινά θα γεννιούνται ολοένα και περισσότερες «μειοψηφίες, τάγματα ξυπόλυτα». Απομονωμένες και κουρασμένες φωνές, γεμάτες απογοήτευση να κυκλοφορούν στους άδειους δρόμους σαν ζόμπι ορθολογισμού.  

Οι θεωρίες συνωμοσίας με την καθημερινή ανακάλυψη όλο και περισσότερων εχθρών μαζί με τη βολική τύφλωση απέναντι στην αμείλικτη πραγματικότητα δεν κάνει τίποτα περισσότερο από το να ενισχύει καταστροφικά τη μυστηριώδη σχέση μας με τον χρόνο. Ο οποίος, όπως και η Ιστορία, δεν είναι ΙΧ. Να τα κλειδώνουμε και να τα ξεκλειδώνουμε, να τα χρησιμοποιούμε όπως θέλει ο καθένας μας. Έχουν τους δικούς τους νόμους και ο άνθρωπος προσαρμόζεται σε αυτούς. Το αντίθετο δεν μπορεί να ισχύει. Ενδεικτική του αδιεξόδου είναι η μετατροπή του αρχικού λογικού ερωτήματος «γιατί οι άλλοι καλύτεροι ήταν;» στο επίσης λογικό «γιατί οι άλλοι καλύτεροι θα είναι;».

Αν, λοιπόν, είναι να επιστρέψει η πολιτική, ας το κάνει όπως πρέπει. Να επιστρέψει με το βλέμμα στραμμένο σε μια δημιουργική προοπτική κάνοντας τα πρώτα βήματα προς την προσγείωση όλων στην πραγματικότητα. Όχι προσφέροντας καύσιμα στην ανακύκλωση του γενικευμένου τέλματος. Διαφορετικά η επιστροφή της πολιτικής θα μοιάζει με βαρύ σκονισμένο σακάκι που θα ξεπροβάλλει από ντουλάπα σε κλειστό δωμάτιο πεθαμένου. Ένα δυστοπικό «πηγαινέλα» και τίποτα περισσότερο...

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ