Πολιτικη & Οικονομια

Ο Ίψεν γεννήθηκε νωρίς

27006-59247.jpg
Δημήτρης Ψυχογιός
15’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

–Λειτουργεί σήμερα το μηχάνημα των πιστωτικών καρτών; ρώτησα τον ταμία της ΙΘ΄ Εφορίας πριν πάω στο απέναντι γκισέ να πάρω το «διπλότυπο είσπραξης» με το οποίο θα πλήρωνα τη δόση του φόρου μου, «δόση ρύθμισης ληξιπρόθεσμης οφειλής». Για πρώτη φορά στη ζωή μας πέρυσι η Άννα και εγώ δεν ήμασταν σε θέση να πληρώσουμε τον φόρο εισοδήματος και ούτε βόλευαν οι δόσεις των τραπεζών, ήσαν λίγες. Αφήσαμε λοιπόν να περάσει ο Αύγουστος, να γίνει «ληξιπρόθεσμη» η οφειλή, και έκανα «ρύθμιση» τον Σεπτέμβριο να τα πληρώσουμε σε 17 δόσεις – με πρόστιμο φυσικά, τόκους και επιτόκια.

Η μισή Ελλάδα έχει κάνει το ίδιο αλλά το υπουργείο Οικονομικών δεν της επιτρέπει να πληρώσει σε τράπεζα όταν πρόκειται για ρύθμιση, πρέπει οπωσδήποτε να περάσει από την εφορία να υποβάλλει τα σέβη της, να καθίσει στην πρώτη ουρά για το διπλότυπο, μετά στη δεύτερη για την πληρωμή. Τα δέκα τουλάχιστον τελευταία χρόνια πλήρωνα τον φόρο εισοδήματος με μερικά κλικ στην οθόνη του υπολογιστή. Φέτος που θα δίναμε περισσότερα από κάθε άλλη φορά, ακόμη και από τις χρονιές που είχαμε διπλάσιες αποδοχές, έπρεπε να υφίσταμαι και την ταλαιπωρία των ουρών για τιμωρία μου.

– Δεν δουλεύει, δεν βλέπετε τις πινακίδες;

Κοίταξα πλάι μου και πράγματι στο μεταλλικό χώρισμα που χώριζε το δικό του γκισέ από το διπλανό υπήρχε χειρόγραφη ανακοίνωση σε χαρτόνι «τα μηχανήματα για πιστωτικές κάρτες δεν δουλεύουν (τεχνική βλάβη)». Τις προηγούμενες φορές που είχα έρθει να πληρώσω τη δόση πάλι το μηχάνημα δεν δούλευε αλλά ανακοίνωση δεν υπήρχε – που ήταν και το σωστό, θα ήταν παράλογο να υπάρχουν: σε καμία εφορία, και έχω δυστυχώς επισκεφθεί πολλές, δεν υπάρχει η πληροφορία ότι μπορείς να πληρώσεις και με πιστωτική ή χρεωστική κάρτα· άρα γιατί να υπάρχει ανακοίνωση ότι δεν μπορείς να κάνεις κάτι λόγω βλάβης, αφού δεν έχει ανακοινωθεί ότι μπορείς να το κάνεις;

Σε όλες τις εφορίες υπάρχει η επιγραφή «ποσά μεγαλύτερα των 500 ευρώ εξοφλούνται με τραπεζική επιταγή» – τίποτα άλλο, καμιά αναφορά στις κάρτες, είναι καλά κρυμμένο μυστικό των εφοριακών, υποθέτω. Μας στέλνουν στις τράπεζες, να περιμενουμε και εκεί σε ουρά για την επιταγή, να μη νομίζουμε ότι ουρές υπάρχουν μόνο στην εφορία. Κάποια ημέρα, προ ετών, που είχα φθάσει με την επιταγή μου για πληρωμή που δεν μπορούσε να γίνει μέσω τραπέζης, είδα έκθαμβος τον προηγούμενό μου να πληρώνει με κάρτα – κάποιος προδότης εφοριακός του είχε αποκαλύψει το μυστικό, το έμαθα και εγώ και το αξιοποιούσα.

Τον Σεπτέμβριο πλήρωσα κανονικά, το μηχάνημα ήταν γρασαρισμένο και δούλευε. Τον Οκτώβριο που έπρεπε να πληρώσω την δεύτερη δόση έλειπα από την Αθήνα, γύρισα 25 του μηνός για τη γιορτή μου – ανήμερα 26 Οκτωβρίου λοιπόν, του Αγίου Δημητρίου, Παρασκευή, πήγα κατευθείαν για το διπλότυπο πληρωμής, κάθισα υπομονετικά στη σειρά μισή ώρα, έφθασα στο γκισέ, είπα ΑΦΜ και παρασύνθημα, μου το ετοίμασε η κυρία, είδε το ποσό, «έχετε επιταγή;» με ρώτησε «θα το πληρώσω με κάρτα» της είπα ψιθυριστά γιατί εγώ ξέρω να κρατάω μυστικά, μου χαμογέλασε συνωμοτικά, πήγα στο ταμείο, αλλά: «λόγω της ενοποίησης των εφοριών υπάρχει πρόβλημα δεν δουλεύει το μηχάνημα, σε δεκαπέντε ημέρες θα είναι εντάξει».

Είχαν μεταφερθεί στα γραφεία της ΙΘ΄ η ΙΓ΄ και ΚΓ΄ εφορίες τις προηγούμενες ημέρες, κάθε μία με τα δικά της γκισέ και τα δικά της μηχανήματα – η «ενοποίηση» που σχεδιαζόταν επί δύο χρόνια και επιτέλους έγινε, ήταν απλώς συνύπαρξη στον ίδιο χώρο. Αλλά ήταν ήδη 26 Οκτωβρίου, η δόση έπρεπε να πληρωθεί εντός του μηνός, αλλιώς με περίμεναν πρόστιμα και άλλες σχετικές ποινές.

Είχε άλλωστε κοπεί και το διπλότυπο, το αφήνω στο ταμείο, πάω στην Εθνική της οδού Κερκύρας για επιταγή, περίμενε κόσμος έξω, παίρνω αριθμό αναμονής (στις εφορίες δεν υπάρχουν τέτοιες πολυτέλειες), βλέπω ότι έπρεπε να εξυπηρετηθούν κάπου 150 άτομα πριν από εμένα, με έπιασε απελπισία, – για τον επιπλέον λόγο ότι θυμήθηκα πως δεν είχα αρκετά χρήματα για την επιταγή στον λογαριασμό. Η πιστωτική κάρτα θα πληρωνόταν τον επόμενο μήνα, θα είχαν μπει ως τότε χρήματα, έπρεπε οπωσδήποτε να πληρώσω με αυτή.

Είχα δουλειά να κατέβω στην Κεντρική Αγορά, μου έρχεται η φαεινή ιδέα να πάω στην Α΄ Εφορία, πίσω από το δημαρχείο, γιατί να μη λειτουργούν τα μηχανήματα της; Φθάνω, χαμός, είχε γίνει ενοποίηση και εκεί, δεν δουλεύουν τα μηχανήματα, λέω τον πόνο μου στον ταμία «να πάτε στη ΣΤ΄» με συμβουλεύει, «ενοποιήθηκε με τη ΙΣΤ΄, αλλά εκεί λειτουργούν, το ξέρω». Η ΣΤ΄ δεν είναι μακριά, στου Ψυρή βρίσκεται, δυο βήματα πιο κάτω. Φθάνω, χαλασμός από κόσμο στο ένα ταμείο, άδειο το άλλο.

Επιβεβαιώνω ότι μπορώ να πληρώσω με την κάρτα μου, πάω στο γραφείο που δίνει τα διπλότυπα για φορολογούμενους που υπάγονται σε άλλες εφορίες (κάθε εφορία κρατά κρυφούς τους πελάτες της από τις άλλες, μην της τους πάρει) όπου δεν υπάρχει ουρά, ευτυχώς. Λέω το ΑΦΜ και το παρασύνθημα (το παρασύνθημα είναι η λέξη «ρύθμιση»· αν δεν το πεις ο/η εφοριακός δεν βρίσκει τι χρωστάς και σε μαλλώνει ή σε βρίζει), αρνείται να εκδοθεί το διπλότυπο, δεν επιτρέπει ο υπολογιστής. Μα τι συμβαίνει; Της εξηγώ την ιστορία μου «ά, αν δεν ακυρώσει το διπλότυπο ο ταμίας της ΙΘ΄ δεν βγαίνει άλλο. Θα το κάνει όταν κλείσει ταμείο. Ελάτε τη Δεύτερα νωρίς, που δεν θα έχει κόσμο».

Πού να έτρεχα Τσαγκαροδευτέρα πρωινιάτικα, πάω την Τρίτη, τελευταία ημέρα, 31 Οκτωβρίου. Μπροστά μου περιμένει κάποιος άλλος· «ποια έφορία;», ρωτά η κοπελιά. Δεν ακούω τι απαντά αυτός, μου έχει γυρισμένη την πλάτη, ακούω την εφοριακό όμως «λυπάμαι αλλά δεν γίνεται. Μας έχουν τελειώσει τα διπλότυπα, έχω εντολή να εξυπηρετώ μόνο όσους ανήκουν σε εφορίες της επαρχίας». Με πιάνει πανικός που είναι τελευταία ημέρα, απελπισία που δεν έμεινα στην πατρίδα μου τα Λεχαινά να είμαι επαρχιώτης και ενοχές για την τεμπελιά που δεν ήρθα τη Δευτέρα, όταν είχαν ακόμη διπλότυπα.

Φεύγει ο κύριος, «ΙΘ΄ Αθηνών» απαντώ στην ερώτηση, προσποιούμενος ότι δεν είχα ακούσει τι είπε στον προηγούμενο· «λυπάμαι αλλά δεν γίνεται. Μας έχουν τελειώσει τα διπλότυπα, έχω εντολή να εξυπηρετώ μόνο όσους ανήκουν σε εφορίες της επαρχίας». Δεν το βάζω κάτω «μα είχα έρθει χθες, υπήρχε πρόβλημα με το διπλότυπο, εσείς μου είπατε να έρθω σήμερα», λέω το ψεματάκι μου. Θυμάται την περίπτωση, δεν θυμάται ότι αυτό είχε γίνει Παρασκευή, είμαι και όμορφος, «καλά αφού σας είπα να έρθετε, θα σας το κόψω».

Ευτυχής, παίρνω το πολύτιμο χαρτί – δυστυχώς πρέπει πληρώσω στο ταμείο με τον πολύ κόσμο, της ΣΤ΄ Εφορίας. Το δίπλα της ΙΣΤ΄ άδειο και σήμερα· «προνομιούχοι που για λίγους έχουν φτιάξει ολόκληρη εφορία ή φτωχοί που δεν έχουν να πληρώσουν και δεν εμφανίζονται;», αναρωτιέμαι. Μάλλον το δεύτερο, γιατί η ΙΣΤ΄ εξυπηρετεί τη φτωχογειτονιά του Κεραμεικού και τα πέριξ της Κουμουνδούρου, όπου εκεί ίσως μόνο τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που μπαινοβγαίνουν στα γραφεία δεν είναι μετανάστες.

Και ξαφνικά μου έρχεται έκλαμψη γιατί «τελείωσαν τα διπλότυπα» ενώ υπήρχαν – από όλη την Αθήνα, όσοι θέλουν να πληρώσουν με κάρτα έρχονται εδώ, πουθενά αλλού δεν λειτουργούν τα μηχανήματα. Για να προστατεύσει τους υπαλλήλους του προφανώς, ο διευθυντής έδωσε εντολή να μην εξυπηρετούν Αθηναίους, ας κόψουν τον λαιμό τους. Κάθισα μια ώρα στην ουρά αλλά έφυγα περήφανος που είχα πληρώσει τους φόρους μου παρά την προσπάθεια της εφορίας να με εμποδίσει – τους είχα νικήσει. Τηλεφώνησα χαρούμενος να το ανακοινώσω στην Άννα που αγωνιούσε για την εξέλιξη, κέρασα και τον Σταμάτη ούζο όταν έφθασα στη Στοά Αθανάτων· άξιζε να το γιορτάσουμε το γεγονός.

Τον Νοέμβριο πήγα κατευθείαν στη ΣΤ΄ Εφορία, πλήρωσα χωρίς προβλήματα. Τον Δεκέμβριο ήμουν πάλι εκτός Αθηνών, τηλεφωνώ στην Άννα να εκτελέσει αυτή τα οικογενειακά φορολογικά μας καθήκοντα απέναντι στην πατρίδα και στους δανειστές μας. Φυσικά, της εξήγησα ότι πρέπει να ρωτήσει πρώτα τον ταμία αν δέχεται κάρτες. Με παίρνει τηλέφωνο «μου είπε ότι λειτουργεί, κάθισα στην ουρά και πήρα το διπλότυπο αλλά όταν έφθασα εκεί είχε χαλάσει· μου είπε να κόψω επιταγή, τι να κάνω;». Αν έκοβε επιταγή, θα ήταν σαν να πληρώναμε δύο δόσεις μέσα στον Δεκέμβριο, τη δόση του προηγούμενου μήνα που είχε χρεωθεί στην κάρτα και αυτή της επιταγής, θα έπεφτε ο χριστουγεννιάτικος προϋπολογισμός έξω.

«Άφησέ το για αύριο» της λέω· «μα μου έχει κόψει διπλότυπο, τι θα το κάνω;». «Άφησέ το του, θα το ακυρώσει εκείνος το μεσημέρι που θα κλείσει ταμείο» – έχω μάθει όλα τα μυστικά της λειτουργίας των εφοριών. «Είσαι σίγουρος, μήπως μας κυνηγάνε μετά;». Δεν μου έχει ποτέ εμπιστοσύνη σε ό,τι λέω, την έπεισα όμως τελικά. Τηλεφώνησα και έπεισα τον Ντίνο να πάει αυτός την άλλη ημέρα να πληρώσει με την κάρτα του τους φόρους των γονέων, μου τηλεφωνεί την άλλη ημέρα: «ο ταμίας μου είπε ότι σε άλλους λειτουργεί και σε άλλους όχι, τι να κάνω;».

«Κάθισε στην ουρά για το διπλότυπο, μπορεί να είμαστε τυχεροί». Δεν είμασταν – ξαναπήγε την επομένη, τουλάχιστον δεν περίμενε για διπλότυπο, ο ταμίας του ανακοίνωσε τη μη λειτουργία ευθύς εξ αρχής. Πού να τους εξηγώ πού είναι η ΣΤ΄ Εφορία και τι να κάνουν, του είπα να τα παρατήσει – όταν γύρισα, πήγα πάλι στου Ψυρρή και τακτοποίησα το θέμα. Ήταν 17 Δεκεμβρίου, γιόρταζε η Διονυσία, για αυτό θυμάμαι την ημερομηνία.

Και τώρα, Δευτέρα 14 Ιανουαρίου, παραμονή των γενεθλίων μου, είμαι μπροστά στο ταμείο και το περίφημο μηχάνημα των καρτών δεν λειτουργεί πάλι.

– Μα είναι δυνατόν; Είναι δυνατόν επί τρεις μήνες να μη λειτουργεί το μηχάνημα; Τον Οκτώβριο δεν λειτουργούσε, τον Δεκέμβριο ήρθαν τρεις φορές η γυναίκα μου και ο γιος μου και πάλι δεν λειτουργούσε; Σηκώνει τους ώμους.

– Τι να σας κάνω κύριέ μου, κανένα από τα τρία μηχανήματα των τριών εφοριών δεν λειτουργεί. Φταίει ο ΟΤΕ; Φταίει ο ΔΙΑΣ; Δεν ξέρω.

– Μα τους ειδοποιήσατε; Τους είπατε ότι δεν λειτουργεί και επί τρεις μήνες τώρα δεν το έχουν επισκευάσει; Σε οποιοδήποτε μπακάλικο θα το είχαν φτιάξει την επόμενη ημέρα.

– Φυσικά και ειδοποίησα. Και εμείς δεν είμαστε μπακάλικο, είμαστε εφορία.

– Θέλω να μιλήσω με τον Διευθυντή, πού είναι το γραφείο του;

– Δεν έχει σχέση ο Διευθυντής με αυτά.

– Τότε τι Διευθυντής είναι; Πείτε μου πού είναι το γραφείο του.

– Στον πέμπτο όροφο.

Ανεβαίνω με τα πόδια στον πέμπτο, βρίσκω το γραφείο.

– Καλημέρα σας, Ψυχογιός ονομάζομαι, φορολογούμενος που θέλει να πληρώσει αλλά δεν μπορεί: είναι δυνατόν να μη λειτουργούν επί τρεις μήνες τα μηχανήματα για τις πιστωτικές κάρτες;

– Ποια μηχανήματα;

– Αυτά που πληρώνουμε με πιστωτικές κάρτες.

Μοιάζει να απορεί, μπορεί να μην γνωρίζει ούτε αυτός το μυστικό.

– Δεν ξέρω τι να σας πω, είμαι καινούργιος, προχθές ανέλαβα, πηγαίνετε στην κυρία υποδιευθύντρια, στη διπλανή πόρτα.

Αναρωτήθηκα αν είναι από την Καλαμάτα, όπως συμβαίνει με πολλούς νέους προϊσταμένους υπηρεσιών, οπότε θα του έλεγα ότι είμαι από τα Λέχαινα και τότε μπορεί να αναλάμβανε να λύσει το πρόβλημά του συμπατριώτη του Μωραΐτη. Αλλά τον πήραν τηλέφωνο εκείνη τη στιγμή, άρχισε να μιλά, κατάλαβα πως έπρεπε να φύγω. Πηγαίνω στη διπλανή πόρτα, περιμένω να φύγουν δύο κυρίες που ήσαν μέσα. Εισβάλλω.

– Καλημέρα σας, Ψυχογιός ονομάζομαι, φορολογούμενος που θέλει να πληρώσει αλλά δεν μπορεί: είναι δυνατόν να μη λειτουργούν επί τρεις μήνες τα μηχανήματα για τις πιστωτικές κάρτες;

– Δεν λειτουργούν;

– Όχι, δεν λειτουργούν, έχουμε ταλαιπωρηθεί ημέρες και ημέρες με αυτή την ιστορία.

– Ελάτε μαζί μου.

Σηκώνεται αμέσως από την καρέκλα της η λεπτή και κομψή κυρία και αρχίζει να προχωρά βιαστικά «θα με πάει σε κάποιο αρμόδιο που θα μου πει να κόψω επιταγή», συλλογίζομαι.

Αλλά αυτή βαδίζει ακάθεκτη προς τη σκάλα, κατεβαίνει, ακολουθώ, φθάνουμε στον τρίτο όροφο, προχωρεί δρομαία προς τα ταμεία «περιμένετε εδώ» μου λέει· αυτή περνά μέσα. Τότε παρατηρώ ότι υπάρχουν τουλάχιστον σε 5 σημεία κρεμασμένες οι πινακίδες «τα μηχανήματα για πιστωτικές κάρτες δεν δουλεύουν (τεχνική βλάβη)». Με μεγάλα κεφαλαία γράμματα – και τότε κατάλαβα το σχέδιο: κάποιος φιλεύσπλαχνος εφοριακός ήθελε να διαρρεύσει το καλά κρυμμένο μυστικό και βρήκε αυτόν τον έμμεσο τρόπο, ώστε να μην κατηγορηθεί για προδοσία. Για τούτο και δεν ήταν πλήρης η ανακοίνωση, που θα έπρεπε να λέει: «τα μηχανήματα για πιστωτικές κάρτες δεν δουλεύουν (τεχνική βλάβη που διαρκεί τρεις μήνες)», για να μην αποθαρρύνει το κοινό από τη χρήση τους.

Η Υποδιευθύντρια πίσω από τα γκισέ συζητά με τους ταμίες, τον δικό μου της ΙΘ΄ και τον διπλανό, της ΚΓ΄ νομίζω, ο τρίτος της ΙΓ΄ είναι παραδίπλα, τους χωρίζει διάφραγμα. Δεν ακούω τι λένε, βλέπω να της δείχνουν τα μηχανήματα και να κάνουν κινήσεις που σημαίνουν «πάπαλα». Πλησιάζει στο μηχάνημα της ΚΓ΄, βλέπω τα χείλη της να σχηματίζουν τη λέξη «ειδοποιήσατε;» και τον ταμία να σηκώνει τους ώμους του και να ρίχνει ματιά προς τον δικό μου, που είναι πολύ απασχολημένος για να απαντήσει.

Η κυρία υποδιευθύντρια πιάνει τα μηχανήματα, αρχίζει να τα κουνά, προσπαθεί να βάλει καλύτερα τα καλώδια στη θέση τους, πιάνει το ένα αφήνει το άλλο, τα ξαναπιάνει, αποσυνδέει τα καλώδια, τα ξανασυνδέει, χτυπά στο διάφραγμα του ταμία της ΙΓ΄ που δεν απαντά, δεν ακούει, ξαναγυρίζει στα μηχανήματα, πάλι τα ίδια. Οι δύο ταμίες την κοιτούν με δέος να τραντάζει τις διαβολικές συσκευές, σαν να φοβούνται ότι θα πάθει ηλεκτροπληξία, ότι ίσως κάποιον κεραυνό θα ρίξει ο ΔΙΑΣ και θα την κάψει.

Δεν φαίνεται ικανοποιημένη από τα αποτελέσματα των ενεργειών της, τους δείχνει ξαφνικά κάτι που εγώ δεν βλέπω, κάτι απαντούν αυτοί, σκύβει πάνω από αυτό που εγώ δεν βλέπω, το σηκώνει και προσπαθεί να το φέρει κοντά στο τζάμι του γκισέ αλλά αυτό δεν φτάνει, έχει κοντά καλώδια· ξανασυζητά με τους ταμίες, στρέφεται σε μένα και κάτι μου λέει, της κάνω σήμα πως δεν ακούω. Βγαίνει έξω.

– Δεν μου λέτε, θέλει να γράψετε το πιν η κάρτα σας στη συσκευή για να χρεώσει το ποσό;

– Δεν ξέρω, απαντώ. Μου φαίνεται άλλες φορές ζητά πιν και άλλες πρέπει να υπογράψω χαρτί, εξαρτάται από το μηχάνημα, νομίζω, όχι από την κάρτα.

Αλλά δεν είμαι και πολύ σίγουρος, γιατί έχω 2-3 κάρτες, δεν θυμάμαι αν αυτά ισχύουν για της Eurobank ή της Alpha ή της Εμπορικής. Κάποια από όλες θα δούλευε, τέλος πάντων.

– Ξέρετε, σας ρωτώ γιατί μέσα υπάρχει ένα μηχάνημα που λειτουργεί, αλλά μπορεί να ζητήσει πιν, πώς θα το γράψετε, δεν επιτρέπεται να περάσετε μέσα στο ταμείο.

– Μα αυτό δεν είναι πρόβλημα! Θα το πω στον ταμία να το περάσει στο μηχάνημα! Το θέμα είναι να καταφέρω να πληρώσω.

– Όχι, καλύτερα να το γράψετε σε χαρτί, να μην ακουστεί το πιν, επεμβαίνει ο ταμίας που έχει αφήσει τη θέση έχει βγει έξω να συμμετάσχει στις διαπραγματεύσεις.

– Όπως θέλετε, δεν έχω πρόβλημα, να σας το γράψω, έχω στυλό μαζί μου.

– Εντάξει, ρωτά η Υποδιευθύντρια τον ταμία.

– Εντάξει, απαντά ο ταμίας.

Φεύγει δρομαία πάλι η κομψή λεπτή κυρία πριν προλάβω καν να της πω «ευχαριστώ», ο ταμίας επανέρχεται πίσω από το γκισέ, παραδίνω διπλότυπο και κάρτα, αρχίζει αυτός τη διαδικασία πληρωμής, νιώθω ευγνωμοσύνη και ευτυχία.

Εκείνη τη στιγμή καταφθάνει λαχανιασμένη μεσήλικη κυρία που πλησιάζει το γκισέ αδιαφορώντας για μένα. Πρέπει να έτρεχε, έχει ιδρώσει, έχει και αρκετά παραπάνω κιλά από όσα αρμόζουν στο ύψος της, που δεν είναι μεγάλο.

– Τα ρέστα μου δεν πήρα τα ρέστα μου!, λέει με αγωνία

Ο ταμίας δεν της απαντά, δεν την κοιτά καν, ασχολείται με τα χαρτιά μου.

– Τα ρέστα μου, σας έδωσα 200 ευρώ και νομίζω ότι δεν πήρα τα ρέστα μου φεύγοντας επαναλαμβάνει η κυρία, ψάχνοντας ταυτόχρονα το πορτοφολάκι της, αφού είχε ψάξει και στις τσέπες.

– Ήταν 7 ευρώ ρέστα, συμπληρώνει βγάζοντας να σκουπίσει τα γυαλιά της που είχαν θολώσει από την υγρασία του ιδρώτα, μάλλον.

Ο ταμίας γυρίζει και την κοιτά με απλανές βλέμμα.

– Ήρθα πριν λίγο και πλήρωσα…

– … και δεν πήρατε τα ρέστα σας! Της λέει θριαμβευτικά. Ορίστε, 6,73 ευρώ, το έχω γράψει πίσω από το διπλότυπό σας, νομίσατε ότι θα σας έκλεβα;

Και της δείχνει το διπλότυπο όπου πραγματικά έχει σημειώσει «ρέστα 6,73 ευρώ».

– Όχι, για όνομα του Θεού, να μου πάρετε τα ρέστα; Τόσα είναι 6,73, και είπα στρογγυλά 7. Άλλη εποχή δεν θα ξαναγύριζα για 7 ευρώ. Αλλά είχα όλα κι όλα 200 ευρώ, είπα να έρθω να πληρώσω να ξεμπερδεύω. Πήγα στον φούρνο να πάρω ψωμί και ντροπιάστηκα, δεν είχα δεκάρα.

Αποκλείεται να ντροπιάστηκε, μπορεί να είχε λαχανιάσει και να αγωνιούσε αλλά είχε αξιοπρεπέστατη φυσιογνωμία. Και το ντύσιμό της έδειχνε μεσοαστή, χήρα μάλλον. Ο ταμίας μέτρησε τα 6,73 ευρώ, η κυρία ευχαρίστησε και έφυγε ανακουφισμένη, θα ξεντροπιαζόταν στη φουρνάρισσα. Ο ταμίας με κοίταξε χαμογελαστός.

– Ευτυχώς που είπε «δεν τα πήρα». Αν μου έλεγε «δεν μου τα δώσατε» θα ήταν άλλη η συμπεριφορά μου. Αλλά αναγνώρισε το λάθος της – αλλιώς θα ήταν σαν να μου έλεγε ότι πήγα να την κλέψω.

Του χαμογέλασα και εγώ– δεν είχα καμιά αμφιβολία για την εντιμότητά του. Δεν ήταν καν κάποιο κέρατο να θυμώσεις μαζί του. Αντίθετα, ήταν γελαστός και καλοπροαίρετος, πρόσχαρος άνθρωπος συμπαθητικότατος, μάλλον περιζήτητος για παρέα – με παχιά κωνική σεβαστή γκρίζα γενειάδα 30-40 πόντους, έμοιαζε με άγιο ή προφήτη της Παλαιάς Διαθήκης, «μπορεί να είναι και κληρικός εκτός υπηρεσίας», είχα σκεφθεί όταν τον πρωτοείδα και ξεκίνησε η επικίνδυνη και για τούτο αλησμόνητη τριγωνική σχέση μας, εγώ-αυτός-η κάρτα.

Ο Ίψεν γεννήθηκε νωρίς, δεν γνώριζε τίποτα για τα τρίγωνα του 21ου αιώνα. Μπορεί και να προσευχόταν να λειτουργήσει το μηχάνημα τα βράδια, να περίμενε θεϊκό σημάδι «όλα είναι εντάξει» – αλλά το σημάδι δεν ερχόταν. Έπιασε πάλι το διπλότυπό μου, άρχισε να συμπληρώνει στοιχεία σε δικά του χαρτιά. Αλλά ένιωθα ότι δεν μου επιτρεπόταν να αφήσω έτσι την υπόθεση, έπρεπε κάτι να πω για την ταλαιπωρία μου. Μπορεί να είχα πάρει ¼ λεξοτανίλ πριν ξεκινήσω όπως με είχε συμβουλέψει ο Κλεάνθης ώστε να είμαι ψύχραιμος και να μην τσακωθώ αλλά δεν είχα κάνει και λοβοτομή, κάτι έπρεπε να πω:

– Είδατε, άμα υπάρχει καλή θέληση και διάθεση εξυπηρέτησης, όλα γίνονται. Να που μόλις ανακατεύτηκε η υποδιευθύντρια λύθηκε το πρόβλημα, μπορώ να πληρώσω με κάρτα.

– Τι σχέση έχει η υποδιευθύντρια; Υπάρχει και καλή θέληση και διάθεση, τα μηχανήματα δεν λειτουργούν, απαντά ο ταμίας – βάζοντας ταυτόχρονα την κάρτα στην υποδοχή του μηχανήματος που δεν έβλεπα εγώ και ήταν πλάι του ακριβώς.

– Μα αυτό εκεί λειτουργεί, γιατί δεν βγάζετε αυτό έξω.

Αυτό είχε προσπαθήσει να κάνει η Υποδιευθύντρια, αλλά το καλώδιο ήταν κοντό. Και μακρύ να ήταν δεν θα τα κατάφερνε, το άνοιγμα του γκισέ ήταν στενό, ίσα-ίσα να περνούν έγγραφα και χρήματα. Μαραγκός ή τζαμάς για να ανοίξουν θυρίδες να περνούν καλώδια δεν είχε περάσει ποτέ, πρόχειρα κρέμονταν αυτά που οδηγούσαν στα άχρηστα μηχανήματα που δεν λειτουργούσαν παρά τις προσευχές.

– Αυτό είναι το κεντρικό, σε αυτό πρέπει να γράφω εγώ τα στοιχεία, δεν λειτουργούν αυτά που είναι μπροστά στο γκισέ, πώς θα γράψει ο φορολογούμενος το πιν εδώ πέρα;

– Μα μπορεί και να μη χρειάζεται πιν.

– Και που να ξέρω εγώ για κάθε κάρτα αν χρειάζεται πιν ή όχι;

– Και αντί να δοκιμάσετε μας στέλνετε στις τράπεζες να κόβουμε επιταγές; Άλλωστε, αφού λειτουργεί το κεντρικό, σημαίνει ότι κάποιο πρόβλημα με τα καλώδια σύνδεσης υπάρχει, δεν φταίει ούτε ο ΟΤΕ ούτε ο ΔΙΑΣ, αρκεί να μπουν σωστά τα καλώδια, λίγο κούνημα θέλουν.

– Κύριε μου δεν είναι έτσι απλά τα πράγματα. Για να γίνει αυτό που λέτε πρέπει να έρθει ο Τεχνικός Προϊστάμενος από την κεντρική υπηρεσία. Άντε να τον βρεις… Δεν είναι δική μου δουλειά να φτιάχνω μηχανήματα· εγώ ενημέρωσα και αυτοί ό,τι θέλουν ας κάνουν,

– Συν Αθηνά και χείρα κίνει, είπα εγώ – και κατάλαβα αμέσως πως ήταν εντελώς λάθος. Οι προφήτες πιστεύουν στη θεϊκή βούληση, όχι στα χέρια των ανθρώπων: τα μηχανήματα τα διορθώνει ο Θεός, όπως γιατρεύει και τους ασθενείς, όπως βοηθά και την Ελλάδα αν της το ζητήσει ο πρωθυπουργός της. Και αν ταλαιπωρούνται οι άνθρωποι να τρέχουν για επιταγές ή σε άλλες εφορίες, θέλημα Θεού είναι και αυτό, για να τους δοκιμάσει. Όπως έγινε και με τον Ιώβ – και μήπως είχαμε πάθει κάτι το σοβαρό, αν σκεφθούμε τι είχε τραβήξει ο Ιώβ για να αποδείξει την πίστη του;

Αν νόμιζα πως με όλα αυτά είχα αποδείξει την πίστη μου στο μνημόνιο και στην ανάγκη να πληρώνουμε φόρους για να μην μας πετάξουν από το ευρώ, τότε μάλλον ήμουν ολιγόπιστος, δεν είχα δοκιμαστεί αρκετά. «Πρέπει κανείς να είναι βαθιά μερκελικός για να σκέπτεται έτσι», άκουσα να μου λέει η φωνή του μικρού Τσίπρα που κρύβω μέσα μου – «αλλά είναι ο μόνος τρόπος για να ακούσει κάποια ημέρα τον Σόιμπλε να λέει ‘η πίστις σου σεσωκέ σε’», της απάντησα θυμωμένος.

– Μα τι κάνετε κύριε, προσπαθείτε να διορθώσετε την εφορία, τελειώνετε καμιά φορά να φύγουμε, ακούω εκνευρισμένο πίσω μου αυτόν που περίμενε.

Γύρισα και τον κοίταξα επιτιμητικά και δεν του απάντησα. Ήταν και μεγαλύτερός μου, γέρος άνθρωπος με γυαλιά, τι να του πεις, κρατούσε στα χέρια του μερικά πενηντάευρα για να πληρώσει. Ευχήθηκα μέσα μου να του ανακοινώσει ο ταμίας όταν ερχόταν η σειρά του «το ποσό είναι πάνω από 500 ευρώ, δεν παίρνω χαρτονομίσματα, πρέπει να φέρετε επιταγή». Φυσικά, δεν θα του έλεγα το μυστικό με τις κάρτες. Τελικά η κάρτα μου δεν χρειαζόταν πιν. Μου έδωσε το χαρτάκι, υπέγραψα, πήρα το μέρος του διπλότυπου που μου ανήκε, μπορούσα να φύγω.

– Είδατε; Δεν χρειαζόταν πιν, άδικα με ταλαιπωρήσατε.

– Μην κάνετε έτσι κύριέ μου! Από τον Ιούνιο θα τα πληρώνετε όλα στις τράπεζες, οι πληρωμές στην εφορία καταργούνται. Κάντε υπομονή ως τότε.

«Θα αντέξω ως τότε;», αναρωτήθηκα. Για την ώρα πάντως ένιωθα ξανά βαθιά ευτυχής που είχα καταφέρει να πληρώσω την εφορία. «Είσαι μαζοχιστής, στην πραγματικότητα πρέπει να παραδεχθείς πόσο δίκιο έχει το κίνημα ‘Δεν πληρώνω’», βρήκε την ευκαιρία να μου κάνει προπαγάνδα ο μικρός Τσίπρας μέσα μου. «Σκάσε! Δεν συζητάω με τζαμπατζήδες», τον αποπήρα και έκλεισα τη συζήτηση. Ευτυχώς δεν συνέχισε να μου πει «ανόητε, σε κοροϊδεύουν οι μερκελιστές. Ο Σταϊκούρας ανακοίνωσε από τον Δεκέμβριο ότι σύντομα θα εξοφλούνται και οι δόσεις για τις ρυθμίσεις μέσω τραπεζών. Να που το ‘σύντομα’ είναι για αυτόν έξι μήνες». Δεν ασχολείται με τέτοιες λεπτομέρειες ο μικρός εντός μου Τσίπρας, τα μεγάλα ιδεολογικά θέματα τον απασχολούν.

Αφού χάρη στην Υποδιευθύντρια το θέμα μου είχε λυθεί, είπα να τακτοποιήσω και άλλες εκκρεμότητές μου με την Εφορία, να πάω και στο Δικαστικό: είχα κάνει λάθος στη φορολογική δήλωση, είχα ξεχάσει να βάλω στα έξοδα χρήματα που είχα πληρώσει αναδρομικά για ασφαλιστικές εισφορές. Είχα υποβάλλει συμπληρωματική, στη οποία έπρεπε να καταθέσω όλα ανεξαιρέτως τα δικαιολογητικά μου και όχι μόνο αυτό από το οποίο προέκυπτε η διαφορά, μου είχε έρθει νέο εκκαθαριστικό, με όλες τις δέουσες σφραγίδες και υπογραφές, που μου μείωνε τον φόρο σχεδόν 1.000 ευρώ και έγραφε πάνω με κεφαλαία γράμματα για μη μου διαφύγουν «Παρακαλούμε να απευθυνθείτε στη ΔΟΥ σας για την τακτοποίηση των ποσών εκκαθάρισης μετά την 28-12-12». Επιπλέον, ήταν ευκαιρία να ζητήσω να αυξηθεί και ο αριθμός των δόσεων. Με όλη την πίστη και την αγάπη προς το μνημόνιο, με τις νέες μειώσεις στις συντάξεις θα είναι αδύνατον να πληρώνω τις δόσεις,

Παρέλαβε ο αρμόδιος του Δικαστικού το χαρτί, άνοιξε τον υπολογιστή του, κοίταξε από εδώ, κοίταξε από εκεί,

– Όλα εντάξει, τα χίλια ευρώ αφαιρέθηκε, το πόσο των δόσεων ήδη μειώθηκε, δεν χρειάζεται να κάνουμε κάτι.

– Μα εδώ γράφει να παρουσιαστώ στη ΔΟΥ μου μετά τις 28 Δεκεμβρίου…

– Είναι για άλλες περιπτώσεις αυτό, όταν γίνεται με το χέρι η διόρθωση, σε σας έγινε με υπολογιστή, δεν χρειαζόταν να έρθετε.

– Εντάξει, δεν πειράζει που ήρθα, είχα και άλλες δουλειές να κάνω. Αλλά θέλω να μου αυξήσετε τον αριθμό των δόσεων, διάβασα ότι θα είναι ως 48, να δούμε πόσες μπορούν γίνουν οι δικές μου;

– Δεν μπορεί να αλλάξει ο αριθμός των δόσεων, δεν έχει ψηφιστεί ακόμη ο σχετικός νόμος, πρέπει να περιμένετε.

– Μα ανακοίνωσαν από το υπουργείο Οικονομικών την αύξηση των δόσεων, ο ίδιος ο Σταϊκούρας αυτοπροσώπως μου φαίνεται, τον Δεκέμβριο, το θυμάμαι πολύ καλά.

– Ανακοίνωσε ότι ΘΑ γίνει αυτό, να πληρώνονται σε περισσότερες δόσεις οι ληξιπρόθεσμες οφειλές, δεν ισχύει ακόμη. Πρέπει να ετοιμαστεί το νομοσχέδιο, να πάει στη Βουλή, να ψηφιστεί, να έρθουν υπουργικές αποφάσεις, ερμηνευτικές εγκύκλιοι – σε μερικούς μήνες, και βλέπουμε.

– Μα ανακοινώθηκε. Είστε σίγουρος ότι χρειάζεται ολόκληρος νόμος για τις δόσεις; Δεν φθάνει υπουργική απόφαση;

– Όχι, νόμος χρειάζεται. Και δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι θα ψηφιστεί τελικά τέτοιος νόμος...

«Αν ήταν η Υποδιευθύντρια υπουργός Οικονομικών, θα είχε ήδη ψηφιστεί», σκέφθηκα και σηκώθηκα να φύγω.

Πρέπει να μάθω πότε είναι η γιορτή της, να στείλω λουλούδια σε αυτή την κυρία.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ