Πολιτικη & Οικονομια

Πώς θέλουμε τα σχολεία και τα πανεπιστήμια;

Ξεκαθαρίζοντας τι είναι προοδευτικό και τι συντηρητικό στο χώρο της παιδείας

106960-212121.JPG
Μιλένα Αποστολάκη
ΤΕΥΧΟΣ 585
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
326450-674156.jpg

Η προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση για την παιδεία στη Βουλή την προηγούμενη εβδομάδα κατέρριψε το ευχολόγιο σύμφωνα με το οποίο η παιδεία αποτελεί κατεξοχήν πεδίο για συναίνεση και συμφωνίες. Η αντίληψη αυτή εκκινεί προφανώς από τις απλουστευτικές παραδοχές ότι όλοι έχουμε παιδιά και θέλουμε το καλύτερο για τη μόρφωσή τους, καθώς και όλοι συνομολογούμε ότι η μόρφωση για κάθε κοινωνία αποτελεί παράγοντα προόδου και προκοπής. Συνεπώς, με αυτές τις κοινές παραδοχές θα ήταν εύκολο και αυτονόητο να συμφωνήσουμε στις πολιτικές εκπαίδευσης, στους εκπαιδευτικούς στόχους και στα εργαλεία για την υλοποίησή τους.

Τα πράγματα όμως δεν είναι τόσο ευθύγραμμα και τόσο αυτονόητα. Γύρω από την πρόσφατη διένεξη για την περιβόητη πλέον αριστεία οικοδομείται ο πυρήνας της συγκρουσιακής διαφοροποίησης των αντιλήψεων. Από τη μία οι αστοί, οι έχοντες και κατέχοντες, οι ελίτ που ασχολούνται με την αριστεία και την επίδοση. Εκείνοι που ασχολούνται με το σε ποιο ιδιωτικό σχολείο θα φοιτήσει το παιδί τους και σε ποιο πανεπιστήμιο του εξωτερικού θα συνεχίσει τις λαμπρές σπουδές του. Και από την άλλη τα «παιδιά του λαού». Τα παιδιά των μεροκαματιάρηδων που δεν έχουν τα μέσα, που αγωνίζονται με τις καταλήψεις και τις αποχές για καλύτερη παιδεία συνεχίζοντας την αγωνιστική παράδοση της γενιάς του Πολυτεχνείου! Κάπως έτσι οριοθετείται από τη σημερινή κυβέρνηση η διαχωριστική γραμμή στο χώρο της παιδείας, με την οποία επιχειρεί καθημερινά να διχάσει την ελληνική κοινωνία και η οποία συμπυκνώνεται στο «ή εμείς ή αυτοί» (τους οποίους και πρέπει να τελειώσουμε).

Σε αυτό το κλίμα διαρκούς απόπειρας διχασμού της κοινωνίας υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις που δεν επενδύουν στο διχασμό και είναι σταθερά προσηλωμένες στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση της Ελλάδας, η οποία προφανώς περιλαμβάνει την οργάνωση της χώρας με βάση τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Υπάρχουν κόμματα –παλαιότερα αλλά και νέα– που δεν θέλουν τα σχολεία ισοπεδωμένα και ομοιόμορφα, δεν θέλουν τα πανεπιστήμια στο έλεος των καταλήψεων, δεν επενδύουν στο φοιτητικό συνδικαλισμό, πιστεύουν στην εξωστρέφεια των πανεπιστημίων, δεν ξορκίζουν a priori κάθε μορφής συνεργασία του δημόσιου εκπαιδευτικού χώρου με τον ιδιωτικό τομέα. Για τις δυνάμεις αυτές η δυνατότητα αυτενέργειας των σχολικών μονάδων χωρίς την έγκριση των κομματικών αξιωματούχων του υπουργείου είναι προϋπόθεση για τη εμφάνιση νησίδων δημιουργίας μέσα στο δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα. Για τις δυνάμεις αυτές τα δημόσια σχολεία και η λειτουργία τους αποτελούν προτεραιότητα για την πολιτεία. Την ίδια στιγμή η ιδιωτική εκπαίδευση δεν αντιμετωπίζεται ως ταξικός αντίπαλος και υποδοχέας των ελίτ, που πρέπει για το λόγο αυτό να περιοριστεί ασφυκτικά και τιμωρητικά ώστε να μην τροφοδοτεί την κοινωνική ανισότητα. Για τις δυνάμεις αυτές η «προστασία» του αιώνιου φοιτητή υπό το πρόσχημα της στήριξης στα εργαζόμενα φοιτητικά νιάτα αλλά και της μηδενικής επιβάρυνσης στον προϋπολογισμό των ΑΕΙ συμπυκνώνει το οπισθοδρομικό δόγμα του ωχαδερφισμού και του «δε βαριέσαι». Για τις δυνάμεις αυτές το τι είναι προοδευτικό και τι είναι συντηρητικό απαντιέται με βάση τη ζωή και τις σύγχρονες ανάγκες των μαθητών και των φοιτητών και όχι με τσιτάτα από την εποχή του εμφύλιου.

Προοδευτικό λοιπόν είναι τα σχολεία και τα πανεπιστήμια να είναι καθημερινά εν λειτουργία χωρίς να διανοούμαστε ότι οποιοσδήποτε «αγωνιζόμενος διεθνιστής» μπορεί να εισβάλει, να κατασκηνώσει, να εμποδίσει τη λειτουργία τους κ.λπ. Προοδευτικό είναι να αναθέτεις θέσεις ευθύνης σε εκπαιδευτικούς που διαθέτουν παιδαγωγικά και εκπαιδευτικά προσόντα και όχι κομματικά ένσημα. Να οργανώνεις και να διασφαλίζεις τη διαρκή αξιολόγηση των εκπαιδευτικών σου μονάδων. Να εμποδίζεις τη διατήρηση της παθογένειας που γεννήθηκε από τη διαπλοκή των κομματικών παρατάξεων στην διοίκηση των πανεπιστημίων και στην εκλογή των πρυτανικών αρχών. Προοδευτικό, τέλος, είναι κάθε τι που δεν διχάζει, καθετί που δεν υπηρετεί εμμονές, φανατισμούς και ιδεοληψίες. Είναι προφανές ότι η εκπαιδευτική πολιτική της κυβέρνησης μόνο προοδευτική δεν είναι. Αντιθέτως είναι πολιτική οπισθοδρόμησης και υποβάθμισης της παιδείας με σοβαρότατες συνέπειες για το μέλλον.

Είναι επίσης προφανές ότι στη σημερινή συγκυρία ο χώρος της παιδείας είναι ο κατεξοχήν χώρος όπου δεν συντρέχει δυστυχώς η παραμικρή προϋπόθεση συναίνεσης.

Δύο κόσμοι τόσο διαφορετικοί και τόσο ασύμβατοι παρουσιάστηκαν στην προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση για την παιδεία. Ο λόγος τώρα ανήκει στους πολίτες, στους γονείς αλλά και στους φοιτητές. Πώς θέλουν τα σχολεία και τα πανεπιστήμιά τους; Πώς αντιλαμβάνονται τις προϋποθέσεις για την ατομική και συλλογική πρόοδο; Πώς αξιολογούν την αριστεία ως παράγοντα εξέλιξης μιας χώρας; Ποιες μορφές συμμετοχής και διεκδικήσεων θεωρούν συμβατές με τη δημοκρατία και τη σύγχρονη εκπαιδευτική πραγματικότητα και ποιας μορφής προστασία επιθυμούν για τη δημόσια περιουσία σχολείων και ΑΕΙ; Αυτά είναι μερικά από τα ερωτήματα στα οποία η καθεμία και ο καθένας από εμάς οφείλει να δώσει μια όχι αμφίσημη απάντηση, ξεκαθαρίζοντας τι είναι σήμερα προοδευτικό και τι συντηρητικό στο χώρο της παιδείας και όχι μόνο.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ