Πολιτικη & Οικονομια

Βλέπουμε το τρένο να έρχεται κατά πάνω μας

Το πρόβλημά μας είναι ποιος θα πληρώσει τι, όχι πώς θα επιστρέψουμε στην ανάπτυξη

81922-183211.jpg
Παντελής Καψής
ΤΕΥΧΟΣ 559
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
320847-630252.jpg

Πριν από λίγες ημέρες στεκόμουν σε μια διάβαση στην πλατεία Δαβάκη, στην Καλλιθέα. Πίσω μου στεκόταν μια συμπαθητική γριούλα, μικροκαμωμένη με άσπρα μαλλιά, την έκανα πάνω από 80. Η κλασική εικόνα της συμπαθητικής γιαγιάς, μέχρι τη στιγμή που ξαφνικά γύρισε σε μια φίλη της δίπλα δείχνοντας εμένα: να γιατί περνάμε όσα περνάμε, επειδή αυτά τα καθίκια παίρνουν τόσο πολλά λεφτά. Το μίσος που έβγαζε ο λόγος της με ξάφνιασε. Μόνο όμως επειδή ερχόταν σε τέτοια αντίθεση με το καλοκάγαθο παρουσιαστικό της. Γιατί, ομολογώ, τα τελευταία χρόνια πλάι στην πολιτική πόλωση τα σημάδια της κοινωνικής πόλωσης γίνονται όλο και πιο φανερά. Προφανώς η οικονομική κρίση παίζει ρόλο. Είναι όμως αποτέλεσμα και συνειδητής πολιτικής επιλογής.

Mία από τις ιδιαιτερότητες της κυβέρνησης και των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι τους αρέσει να μιλούν για ταξικό πόλεμο και να διατυμπανίζουν την «ταξική προκατάληψη» της πολιτικής τους. Υπέρ ποίας τάξεως δεν είναι σαφές, αλλά και δεν έχει σημασία. Ούτε έχει σημασία αν αυτή η «προκατάληψη» είναι αποτελεσματική. Το ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας η φτώχεια αυξήθηκε κατά 8% το 2015 σε αντίθεση με το 2014, που είχε μειωθεί κατά 7%, μαρτυρά το αντίθετο. Οι ίδιοι το πιστεύουν, ωστόσο, ή λένε ότι το πιστεύουν. Κι η πολιτική τους σε μεγάλο βαθμό προσδιορίζεται από αυτή τους την αντίληψη ή, αν προτιμάτε, την ιδεοληψία.

Μέχρι το 2015, για παράδειγμα, η δημοσιονομική προσαρμογή είχε γίνει περισσότερο μέσα από την περικοπή των δαπανών. Με άδικο και οριζόντιο τρόπο, διατηρώντας τις εστίες της σπατάλης, αλλά πάντως με μικρότερη αύξηση των φόρων. Σήμερα ισχύει το αντίθετο. Το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος της προσαρμογής προβλέπεται να έρθει από φόρους. Οι φόροι φυσικά πλήττουν και τα χαμηλότερα στρώματα, ιδίως η αύξηση του ΦΠΑ. Για την κυβέρνηση ωστόσο αυτό που έχει σημασία είναι να μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν έκανε περικοπές για τους φτωχούς και ότι έβαλε τους πλούσιους να πληρώσουν. Έχει καταφέρει μάλιστα ορισμένες κατηγορίες δαπανών που αφορούν τη στενή της πελατεία να τις αυξήσει.

Αυτή η ιδεολογική μονομέρεια βέβαια δεν είναι χωρίς συνέπειες. Το αντίθετο. Στο δημόσιο διάλογο το ζήτημα της ανάπτυξης έχει πάψει πια να μπαίνει. Εκεί που οι προηγούμενες κυβερνήσεις, αναποτελεσματικά έστω, έβαζαν σαν πρώτη προτεραιότητα την προσέλκυση επενδύσεων και τη βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος, τα ζητήματα αυτά για τους σημερινούς υπουργούς είναι σαν να μην υφίστανται. Γενικά και αφηρημένα μπορεί όλοι να λένε ότι τα προβλήματα της χώρας δεν λύνονται αν δεν επιστρέψει η οικονομία στην ανάπτυξη, αυτή όμως μοιάζει να πιστεύουν ότι θα προκύψει αυτόματα ως παράπλευρο όφελος. Στην πραγματικότητα τόσο η κυβέρνηση όσο και μεγάλο μέρος των πολιτών βλέπουν την οικονομία σαν ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος. Το κέρδος της μιας τάξης πρέπει αναγκαστικά να είμαι η χασούρα μιας άλλης. Το μείζον είναι ποιος θα πληρώσει τι. Ακόμα και αν η προσπάθεια για να μπει «ταξικό πρόσημο» μπορεί να αντιστρατεύεται την ανάπτυξη.

Η αντίληψη αυτή επηρεάζει καθοριστικά και τον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση κάνει τη διαπραγμάτευση. Από την πρώτη ημέρα της εκλογής της το 2015 βασική της επιδίωξη ήταν να προστατεύσει συγκεκριμένες κατηγορίες πολιτών. Όταν βέβαια οδηγήθηκε σε αδιέξοδο και βρέθηκε στο χείλος της αβύσσου έκανε πίσω. Μόνο και μόνο ωστόσο για να τραβήξει νέες κόκκινες γραμμές και σήμερα να είναι ξανά σε αδιέξοδο. Το ότι το κάνει υποκριτικά με ψηφοθηρική λογική –προστατεύει για παράδειγμα τους παλαιούς συνταξιούχους αλλά όχι τους νέους– έχει μικρή σημασία. Αυτό που μετράει είναι ότι για μία ακόμα φορά το ελληνικό ζήτημα εμφανίζεται σαν μια διελκυστίνδα ανάμεσα στο τι μας ζητάει η τρόικα και τι είμαστε διατεθειμένοι να δώσουμε. Το πρόβλημά μας με άλλα λόγια είναι ποιος θα πληρώσει τι, όχι πώς η οικονομία θα βγει πιο γρήγορα από το Μνημόνιο και θα επιστρέψει στην ανάπτυξη. Αυτό δηλαδή που πέτυχαν όλες οι άλλες χώρες που βρέθηκαν στην ίδια θέση.

Ως ένα βαθμό μια τέτοια τακτική είναι θεμιτή και αναγκαία. Όλοι γνωρίζουμε όμως τι πρέπει να γίνει αν μας τεθεί το τελικό δίλημμα. Ακόμα και η σκληρή λύση, μια οριζόντια μείωση π.χ. των συντάξεων κατά 6%, είναι προτιμότερη από τη χρεοκοπία που θα οδηγήσει σε μειώσεις της τάξεως του 50%. Δυστυχώς η τακτική της κωλυσιεργίας όλων των κυβερνήσεων αλλά πολύ περισσότερο οι επιλογές του ΣΥΡΙΖΑ κινδυνεύουν να οδηγήσουν στην επιλογή της καταστροφής. Εν μέρει λόγω κόπωσης. Όλο και περισσότερο όμως επειδή πολλοί πιστεύουν ότι αυτό επιτάσσει μια αριστερή ταξική πολιτική. Σε αυτό προφανώς έχει συμβάλει και η πόλωση που καλλιεργείται, όχι μόνο η πολιτική αλλά και η κοινωνική: η επίθεση στους μεγαλοαγρότες, τους μεγαλοδικηγόρους και εν γένει στους πλούσιους υπηρετεί μια τέτοια ακριβώς λογική.

Στη θεωρία των παιγνίων αυτό θα μπορούσε να ονομαστεί και η τραγωδία των κοινών αγαθών (tragedy of the commons). Η λύση της λογικής είναι ένας πολιτικός και κοινωνικός συμβιβασμός. Ο ανταγωνισμός χωρίς όρια ωστόσο, η πλήρης απουσία εμπιστοσύνης και η συνειδητή προσπάθεια ακραίων δυνάμεων να οδηγήσουν τη χώρα σε συνθήκες χάους ελπίζοντας να επωφεληθούν, δεν αφήνει περιθώρια συνεννόησης.

Όλοι βλέπουμε το τρένο να έρχεται καταπάνω και το παρακολουθούμε κοκαλωμένοι.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ