Πολιτικη & Οικονομια

Νέες φυλές: Γιατιρεαλέξηδες και Τσιπραγανακτισμένοι!

Δυο φαντάσματα πλανώνται πάνω από την Κουμουνδούρου

4754-202316.jpeg
Στέφανος Τσιτσόπουλος
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
320461-629723.jpg

Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από την Κουμουνδούρου. Ή μάλλον δύο, μιας και η απογοήτευση από την Πρώτη Φορά Αριστερά -που δεν μας έκανε ακόμα υπερήφανη Κουβανοβενεζουέλα ή που δεν κατάργησε τον ΕΝΦΙΑ, είναι νωρίς ακόμα για να αποκωδικοποιήσω- είναι κάτι παραπάνω από φανερή. Ποτάμι η λαϊκή οργή! (Πάντα είχα όνειρο να γράψω άρθρο χρησιμοποιώντας τηλεοπτικές κλισεδούρες). Απογοήτευση και πόνος για το πώς η πολιτική με «αριστερό πρόσημο» στο τσακαπίκο μπιρμπιλίκο (μετάφραση: στο φτερό, με το καλημέρα) παραλλάχτηκε σε στυγερό «αριστερό πρόστιμο». Γιατί, Αλέξη; Αναρωτιούνται ακόμα εκείνοι που πίστεψαν στον δίκαιο αγώνα και περίμεναν πως με τις λέξεις του Βάρναλη, τα συνθήματα υπέρ των ανθρώπων και ενάντια στους αριθμούς, τους μάρτυρες και ήρωες σκύλους Λουκάνικο και Κανέλλο, μια άλλη, λαϊκοδημοκρατική Ελλάδα ήταν εφικτή. Γιατί, Αλέξη;Warning, θα εκτοξεύσω και δεύτερη κλισεδούρα, που υπόσχομαι πως θα είναι και η τελευταία: τρίζουν τα κόκαλα των πεσόντων στην Καισαριανή, εκεί δηλαδή που μετά την ορκωμοσία του, θυμάσαι(;) πήγε ο Τσίπρας και κατέθεσε στεφάνι κι όλοι είπαν, ναι, ο αγώνας τώρα δικαιώνεται. Μικρή, στοχαστική παύση, και πάμε πάλι από την αρχή.

Γιατί, Αλέξη; Το λοιπόν, δυο αγανακτισμένα φαντάσματα πλανώνται πάνω από την Κουμουνδούρου, μετά την ψυχρολουσία - απότομη προσγείωση στην πραγματικότητα και τον ρεαλισμό. Τις λες και φυλές. Φυλές, το παιχνίδι που παίζαμε με τους hot και τους not, τους in και τους out, σκανάροντας ως ερασιτέχνες ανθρωπολόγοι και κοινωνιολόγοι τον περίγυρο των ημερών. Σήμερα είναι ακόμα πιο εύκολο να το κάνεις, μιας και πέρα από το οικείο περιβάλλον όπου ο καθένας μας παρατηρεί και εξάγει τα πρώτα δείγματα-συμπεράσματα, ώστε να προβεί μετέπειτα στην κατηγοριοποίηση και την ονοματολογία, υπάρχουν και τα σόσιαλ μίντια. Καθρέφτης επαρκής, για να ψυχανεμιστείς και να καταλάβεις προς τα πού φυσά σήμερα ο αλλοτινός «άνεμος αντίστασης», που σαν λίβας εβολουσιονάρης, σάρωνε τη γη την ελληνική, έτοιμος να πάρει και να σηκώσει «όλους εκείνους που σκοτώνουν τα όνειρά μας και ποδοπατούν την ελπίδα».

Και σε τι μεταλλάχθηκε ένα μεγάλο κομμάτι των κάποτε συμπαθούντων (εγώ αριστερός δεν είμαι, αλλά.) ψηφοφόρων; Το παίρνει το ποτάμι: Γιατιαλεξηστές ή και φυλή πρώτη. Γιατιαλεξηστές, γιατί σαν τον φίλαθλο που πάει στο ματς με προσδοκία νίκης και γλεντιού, τρώει τρία γκολ η ομαδάρα στο πρώτο δεκάλεπτο και μουδιασμένος ψυλλιάζεται πως το παιχνίδι τελείωσε και τίτλο πάλι φέτος δεν θα πάρει. Γιατιαλεξηστές, από το «γιατί, ρε Αλέξη». Η συνομοταξία τους διακρίνεται πανεύκολα: είτε στα μπαρ, είτε στο δίκτυο, με κόσμιο τρόπο αναρωτιούνται τι έγινε. Είναι πικραμένοι, αλλά όχι λάβροι, νιώθουν μαλάκες, αλλά δεν το διαλαλούν. Πίσω όμως απο τις αναρτήσεις τους με νεοκλασικά κτίρια ή εκλεκτά κρασιά και ποιοτική ambient ή dream indie μουσική, είναι εύκολο να νιώσεις τον καημό τους. Και παρηγορητικά να τους πεις ή να τους γράψεις «σ' τα έλεγα εγώ», ασχέτως αν δεν το κάνεις, γιατί χειρότερη βρισιά είναι να σε πουν «Σταλεγάκια» παρά ό,τι άλλο. Γιατιαλεξηστές, κοσμίως πενθούντες. Μουγκά. Αλλά είναι αδύνατον να κρυφτεί ο σχεδόν υπαρξιακός τους πόνος: πήγαν για Καμύ και τους βγήκε και Καμμένος και Καημένος. Είχαν στον νου τους τον Ντεμπόρ και τώρα παίρνουνε ταβόρ. Το κόβω εδώ, γιατί είναι ντροπή να χορεύεις καντρίλιες αντί να κερνάς παστίλιες για τον πόνο του άλλου.

Πάει η πρώτη φυλή, εσκαναρίσθη: Γιατιαλεξηστές χλωμοί και θρηνητικοί, σαν τη Μαρία Πολυδούρη οι γυναίκες και σαν τον Σοπέν τα αγόρια, ένεκα που διέθεταν και κουλτούρα αμφότεροι, που τώρα σιωπούν γιατί πονούν.  Και σας παρουσιάζω αμέσως τη φυλή δύο: Τσιπραγανακτισμένοι. Σε αντίθεση με τους μειλίχιους Γιατιαλεξηστές, που απλά θέτουν ερωτήματα, οι Τσιπραγανακτισμένοι, επιδεικτικά πλέον, τα κάνουν λαμπόγυαλο. Σαν τους αγρότες που γκρεμίζουν τις πινακίδες των γραφείων του ΣΥΡΙΖΑ, διαλύουν τις συνεδρίες των κομματικών οργανώσεων ή παίρνουν στο κυνήγι τους βουλευτές, πιο μανιασμένοι και από τα βρετανικά λαγωνικά, τα εξασκημένα να βρίσκουν την αλεπού όπου και να κρυφτεί και να την κομματιάζουν.

Τσιπραγανακτισμένοι, από τα ψέματα, τα τάματα και τα ρουχουχού (σε μετάφραση θα πει πίπες, αμπαλαέο, είναι γενικώς μια λέξη που νοηματοδοτεί πολλαπλά κάθε τι που κινείται γύρω από το «τάζω λαγούς με πετραχείλια, αλλά στο τέλος έχεις να παίρνεις τα πετραχείλια μου, κι αυτά άμα»). Τσιπραγανακτισμένοι πυρ και μανία, και μη μου λέτε γι' αυτήν, πού γυρνά και πού ζει, θέλω να ξεχαστεί. Η αριστερά, η Περιστέρα, είσαι το όνειρο που έγινε κομμάτια, Καζαντζίδης και ΛεΠα σε mass up, σε νοσταλγώ, σαν μια ανάμνηση παλιά σε νοσταλγώ, ντου ρε, ντου! Τσιπραγανακτισμένοι γιατί εδώ πλέον έχουν αγριέψει τα πράγματα, τέλειωσαν τα ψέματα, η πλατεία ήταν γεμάτη, από το νόημα που είχε κάτι, από τα αυγά του φιδιού, αλλά ποιος μας πίστευε τότε. Γιατί είπαμε, δεν τους το λέμε. Δεν θέλεις να σε πουν «Σταλεγάκια», αλλά έτσι δεν ήταν; Γεμάτο δεν ήταν το Σύνταγμα εκείνων των ημερών από χρήστες της καλής βίας; Λούσου τους τώρα, Τσιπραγανακτισμένε, και καλά ξεμπερδέματα!

Αυτά είχα να συνεισφέρω και στον διάλογο των ημερών, μα και στην κοινωνιολογία των ημερών. Τους Τσιπραγανακτισμένους και τους Γιατιρεαλεξηστές. Και οι δυο τους είναι οι κυρίαρχες φυλές. Και κανένας μας δεν ξέρει πού θα βγει. Ο τελευταίος στίχος είναι του Πορτοκάλογλου, που με τόση λύσσα, πρόσφατο είναι ακόμα, αμφότεροι, είχαν πέσει να τον φάνε. Ελπίζω οι Γιατιρεαλέξηδες τουλάχιστον, που είπαμε θρηνούμε ήπια, να έχουν μετανιώσει. Για τους Τσιπραγανακτισμένους δεν παίρνω όρκο. Δύσκολο να πεις στον άλλο «ψυχραιμία, αδέλφια», όταν τους έταξες της Παναγιάς το κοκομπλόκο και τώρα σου ανταπαντούν με των Τεμπών το μπλόκο. Καλά ξεμπερδέματα σε όλους, σας φιλώ, ο «Σταλεγάκιας». Όχι που δεν θα το έλεγα.

Εικονογράφηση: Γιώργος Μπάκας

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ