Πολιτικη & Οικονομια

Μεταρρυθμίσεις και Κεντροαριστερά: Από την ρητορεία στην πρακτική εφαρμογή

48307-107498.jpg
Νίκος Χριστοδουλάκης
11’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
23111-54922.JPG

Α’ Μέρος: “Τέλος παιγνιδιού”

Η Ελλάδα βρίσκεται σε μία μέγγενη πιέσεων για όλο και περισσότερα μέτρα συμπίεσης του εισοδήματος, επαναλαμβανόμενων απειλών έξωσης από την Ευρωζώνη και διαρκούς απαξίωσης ως αξιόπιστου μέλους της, την οποία δυστυχώς τροφοδότησε και η ίδια με την απερίσκεπτη απόφαση για Δημοψήφισμα τον Νοέμβριο και την μικροκομματική εκβίαση για εκλογές τον Μάϊο και Ιούνιο. Οι συνεχιζόμενες δημοσιονομικές αστοχίες σε συνδυασμό με την κατάρρευση της πραγματικής οικονομίας και την ρευστοποίηση του πολιτικού σκηνικού δημιουργούν ένα τοπίο δυσοίωνων προοπτικών.

Ο φόβος ότι αργά ή γρήγορα η Ελλάδα θα υποχρεωθεί από τις χρηματοδοτικές ανάγκες και τα καταρρέοντα έσοδα να εγκαταλείψει το Ευρώ ριζώνει όλο και περισσότερο στην ευρωπαϊκή και εσωτερική κοινή γνώμη και δίνει την ευκαιρία σε πολυποίκιλα συμφέροντα να προωθούν τα σχέδια τους για ανατροπή της ευρωπαϊκής πορείας της χώρας και όσων μέχρι σήμερα έχει κατοχυρώσει. Τυχόν τέτοια εξέλιξη θα είναι βαρύ κοινωνικό και πολιτικό πλήγμα για την Ελλάδα με απρόβλεπτες καταστροφές όχι μόνο οικονομικά, αλλά πλέον γεωπολιτικά και στην συνολική παρουσία της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση για τους εξής πολύ απλούς λόγους:

Πρώτον διότι μία τέτοια εξέλιξη δεν θα συναντήσει τελικά ούτε τις ικεσίες των σκληροπυρηνικών κυβερνήσεων του Βορρά όπως αυταπατώνται ορισμένοι για να δικαιολογήσουν την «στρατηγική του τσαμπουκά», ούτε όμως θα προκαλέσει και κανενός είδους αλληλεγγύη και στήριξη από τις άλλες πληττόμενες οικονομίες της Ευρωζώνης όπως οραματίζονται. Αντίθετα η Ελλάδα θα υποστεί απροσμέτρητο κόστος και από τις δύο πλευρές. Παρά τις επιπλοκές που θα προκαλέσει στον τραπεζικό τους τομέα, η έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη θα γίνει δεκτή με μεγάλη ανακούφιση από όλες τις παραμένουσες χώρες, οι οποίες θα την αξιοποιήσουν πολιτικά ως εξιλέωση στην διαρκώς διαμαρτυρόμενη κοινή γνώμη τους για τα κονδύλια που διαθέτουν χωρίς να γνωρίζουν αν ποτέ θα τους επιστραφούν.

Οικονομικά, θα χρησιμοποιηθεί ως κορυφαίο επιχείρημα για την εμπέδωση του κυοφορούμενου Γερμανικού μοντέλου διακυβέρνησης με διαχωρισμό των κρατών σε ένα εσώτερο πυρήνα αξιοπιστίας και μια διαρκώς απειλούμενη περιφέρεια στις χώρες της οποίας θα χρειάζεται να αυξηθεί η ένταση των υφεσιακών πολιτικών προσαρμογής, και όχι να χαλαρώσει. Δεν πρέπει να υπάρχει καμιά αμφιβολία για το πού θα στραφεί το νέο κύμα δυσαρέσκειας των χωρών της περιφέρειας, καθώς η Ελλάδα θα φιλοτεχνηθεί και πάλι ως ο κατεξοχήν υπαίτιος παράγων για την δική τους περιπέτεια.

Στο εσωτερικό της χώρας η έξοδος από το Ευρώ θα επενδυθεί μεν πολιτικά από αγέρωχες ιστορικές μνήμες, ίσως και μερικές παρελάσεις, αλλά σύντομα η κοινωνία θα βρεθεί περιδεής και ανίσχυρη μπροστά στον καταιγισμό οικονομικού δράματος που θα πυροδοτήσει αυτή η κίνηση. Καθώς ολόκληρο το ελληνικό χρέος είναι σε Ευρώ, η ραγδαία υποτίμηση του νέου εθνικού νομίσματος θα κάνει την εξυπηρέτηση του ιδιαίτερα βεβαρημένη και η αναπόδραστη επόμενη κίνηση θα είναι η μαζική στάση πληρωμών, όπως ήδη αφελώς διαφημίζεται. Η αποκοπή της Ελλάδας από τις διεθνείς αγορές που θα προκαλέσει αυτή η κίνηση θα κάνει εχθρικούς τους – ούτως ή άλλους σπανίζοντες και απρόθυμους – επενδυτές σε οτιδήποτε ελληνικό, ενώ ο χρηματοπιστωτικός πανικός στο εσωτερικό θα οδηγήσει σε παρατεταμένη έλλειψη ρευστότητας.

Η πίεση που θα δέχεται η Ελλάδα από τις χώρες στήριξης για την αποπληρωμή των δανείων τους, θα μπλοκάρει αυτομάτως τα κεφάλαια των διαρθρωτικών Ταμείων, θα ανοίξει νέα μέτωπα συγκρούσεων με τις κοινοτικές αρχές και θα τροφοδοτήσει την δυναμική ολοκληρωτικής αποκοπής, όχι πλέον από το Μνημόνιο, αλλά από την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η εξέλιξη αυτή αρκεί από μόνη της για να επιβάλει μια στροφή στρατηγικής αδυνατίζοντας τις σχέσεις της Ελλάδας όχι μόνο εντός Ευρώπης, αλλά και σε σχέση με τις υπάρχουσες εξω-ευρωπαϊκές επιλογές. Αυτό θα συμβεί γιατί και οι τελευταίες διαμορφώθηκαν επί δεκαετίες μέσα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο ευρωπαϊκής επιρροής από το οποίο η Ελλάδα θα έχει τότε αποξενωθεί.

Κατά συνέπεια, η μόνη επιλογή που έχει σήμερα η χώρα μας είναι να επιδιώξει μια ανατροπή της φθίνουσας πορείας με επανενσωμάτωση στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, κλείσιμο του μετώπου εθνικής απαξίωσης και εμπέδωση ενός πλαισίου εμπιστοσύνης στους πολίτες για την ανέκκλητη και απαρασάλευτη παραμονή μας στο κοινό νόμισμα.

Δεν πρέπει να αμφιβάλλει κανείς ότι αυτή η διαδικασία θα είναι όχι μόνο επίπονη οικονομικά αλλά και ψυχολογικά εξουθενωτική, καθώς θα επιχειρείται υπό την μνήμη της πρόσφατης απαξίωσης που υπέστη η χώρα και των ανελέητων εντυπώσεων που διαμορφώθηκαν εις βάρος της. Για να υπερνικηθούν οι βεβαρημένες συνθήκες και να μην εξελιχθούν σε ανήκεστες, χρειάζονται συγκεκριμένες ενέργειες με ορατό αποτέλεσμα σε προκαθορισμένο χρόνο.

Για να βγει από το αδιέξοδο η Ελλάδα πρέπει επειγόντως να αλλάξει ειδικά τούτη την εντύπωση, επιτυγχάνοντας κάποιους βασικούς δημοσιονομικούς στόχους και ανακτώντας έτσι τα περιθώρια δικής της πρωτοβουλίας στην άσκηση και εφαρμογή της οικονομικής πολιτικής. Μερικές προτάσεις πολιτικής προς αυτή την κατεύθυνση είναι οι εξής:

Α1.Δημοσιονομική Διαχείριση Έκτακτης Ανάγκης

Το πιο κρίσιμο στοιχείο δημοσιονομικής σταθερότητας είναι η ικανότητα δημιουργίας πρωτογενών πλεονασμάτων.

Τα πρωτογενή πλεονάσματα σε συνδυασμό με τα έσοδα αποκρατικοποιήσεων διαμορφώνουν τα αφαιρετικά στοιχεία του δημόσιου χρέους και μόνο με την ενίσχυση τους μπορεί να επανέλθει βαθμιαία μια εικόνα δημοσιονομικής αξιοπιστίας στην χώρα. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 μέχρι το 2005 το άθροισμα πρωτογενών πλεονασμάτων και εσόδων αποκρατικοποίησης σε συνδυασμό με την πραγματική ανάπτυξη της οικονομίας ήταν επαρκές για να διασφαλίσει την σταθεροποίηση και σταδιακή μείωση του δημόσιου χρέους από το 123% του ΑΕΠ το 1993 στο 98% του ΑΕΠ το 2004, μια μείωση κατά 25 μονάδες του εθνικού προϊόντος.

Όμως από το 2006 και μετά εμφανίζονται ισχυρά πρωτογενή ελλείμματα με αποτέλεσμα το χρέος να αρχίσει και πάλι να συσσωρεύεται απειλητικά. Από το 2009 εγκαταλείπονται πλήρως οι αποκρατικοποιήσεις και επιπλέον η οικονομία εισέρχεται σε βαθιά ύφεση πράγμα που επιτείνει ακόμα περισσότερο την διόγκωση του φτάνοντας την περασμένη χρονιά το 140% του ΑΕΠ.

Οι προσπάθειες αύξησης των φορολογικών εσόδων κατέρρευσαν μέχρι σήμερα παταγωδώς επειδή βασίστηκαν στην υπερ-φορολόγηση διαρκώς των ιδίων φορολογουμένων, απέτυχαν να επεκτείνουν την φοροδοτική υποχρέωση σε άλλα στρώματα διακεκριμένης φορο-αποφυγής, και επιπλέον παραμέλησαν ασύγγνωστα την ανασύνταξη των μηχανισμών είσπραξης.

Την ίδια στιγμή οι προσπάθειες περιστολής των κρατικών δαπανών αποδεικνύονται ατελέσφορες, παρά τις εκτεταμένες ισοπεδωτικές περικοπές σε μισθούς και συντάξεις και την δραματική συρρίκνωση του προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων εν καιρώ ύφεσης. Πολλές κατηγορίες δαπανών συνεχίζουν να αυξάνονται, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι ο στόχος επίτευξης πρωτογενών πλεονασμάτων θα αργήσει να πραγματοποιηθεί. Δύο επείγοντα μέτρα ελέγχου των δαπανών και διασφάλισης διαφόρων κατηγοριών εσόδων είναι τα εξής:

(α) Ενιαία Αρχή Πληρωμών και ενοποίηση εισπρακτικών μηχανισμών

Να υπαχθούν όλες οι δαπάνες όλων των υπηρεσιών και οργανισμών σε μια και αποκλειστική Ενιαία Αρχή Πληρωμών. Με την ίδια λογική, μπορεί να γίνει ένα Ενιαίο Κέντρο Εσόδων όπου θα συγχωνευθούν οι Εφορίες, τα Ασφαλιστικά Ταμεία και οι κάθε λογής κρατικές εισπράξεις. Η ταύτιση ασφαλιστικής και φορολογικής ενημερότητας θα ανάγκαζε πολλές επιχειρήσεις να καταβάλουν τις εισφορές που τώρα υπεξαιρούν και επιπλέον θα διέσωζε πολλά ασφαλιστικά ταμεία από τον κίνδυνο κατάρρευσης.

(β) Ισοσκελισμένη Δημοσιονομική Διαχείριση

Εάν η δημοσιονομική αστοχία συνεχιστεί και τους επόμενους μήνες μετά τις εκλογές, η μόνη απομένουσα επιλογή θα είναι η επιβολή κατάστασης εκτάκτου δημοσιονομικής ανάγκης και η διαχείριση των δαπανών σε αυστηρά ισοσκελισμένη βάση ανά δεδομένα χρονικά διαστήματα (ενός ή δύο μηνών). Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι καμία δαπάνη δεν θα πραγματοποιείται αν δεν καλύπτεται από ήδη εισπραχθέντα έσοδα της ίδιας χρονικής περιόδου. Προτεραιότητες πληρωμής θα έχουν οι βασικοί μισθοί έναντι των επιδομάτων, οι πληρωμές πρόνοιας έναντι των δαπανών για ταξίδια και συνέδρια, οι κύριες συντάξεις έναντι των επικουρικών, κ.ο.κ. Η ισοσκελισμένη διαχείριση θα επιφέρει τα εξής αποτελέσματα:

• Εξαλείφει αυτομάτως το πρωτογενές έλλειμμα και αποσείει τον κίνδυνο πτώχευσης λόγω άρνησης ή καθυστέρησης της δανειακής βοήθειας.

• Δημιουργεί άμεσα κίνητρα ενεργοποίησης του κρατικού μηχανισμού για την επιτάχυνση των διαδικασιών είσπραξης κάθε λογής εσόδων και πραγματικής περικοπής των καταναλωτικών του δημοσίου, γιατί αλλιώς θα καταρρεύσουν και οι δικές τους απολαβές.

• Δημιουργεί ένα πιεστικό πλαίσιο για τον ανασχεδιασμό του δημόσιου τομέα αντί για τις αναποτελεσματικές και επαναλαμβανόμενες ρητορείες δήθεν εξορθολογισμού του, οι οποίες χρησιμοποιούνται απλώς για να αναβάλλουν κάθε ουσιαστική απόφαση.

Α2.Διαπραγμάτευση και απεμπλοκή από το Μνημόνιο

Εάν κάποια ή όλα από τα παραπάνω δουλέψουν σε σύντομο χρονικό διάστημα, τότε θα μπορούσε η Ελλάδα να διαπραγματευτεί μια ριζική αλλαγή του Μνημονίου μετατρέποντας το σε μία δεσμευτική Εσωτερική Συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση χωρίς όμως το ΔΝΤ και τις αλλοπρόσαλλες θεωρίες του για καταβαράθρωση των χαμηλών εισοδημάτων ως μέσο επίτευξης ανταγωνιστικότητας.

Μια τέτοια στρατηγική είναι δύσκολη για το 2012 , πρώτον επειδή ο χρόνος είναι λίγος, τα ποσά της δανειακής βοήθειας πολύ μεγάλα και η επιθετικότητα της Τρόϊκας απέναντι στην Ελλάδα βρίσκεται σε έξαρση για να αποφύγουν να παραδεχθούν την αποτυχία τους. Τα δύο επόμενα χρόνια 2013 και 2014 υπάρχουν όμως μερικά αξιοποιήσιμα στοιχεία, με την προϋπόθεση της ανάκαμψης και της επίτευξης ισοσκελισμένου Τακτικού Προϋπολογισμού που λέγαμε πριν.

Τα ποσά της δανειακής βοήθειας για την διετία 2013-2014 θα φτάνουν τα 55 δις. Ευρώ και κατά σύμπτωση τόσα περίπου θα είναι και τα ποσά που χρειάζονται την περίοδο 2013-2015 για την εξόφληση των δανείων μετά το PSI. Θα μπορούσε έτσι η δανειακή βοήθεια να χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά και απευθείας για την εξόφληση των λήξεων ομολόγων της τριετίας, πράγμα που θα οδηγήσει σε δύο νέα δεδομένα:

Πρώτον, θα είναι στην ουσία μια μορφή «ελεγχόμενου επαναδανεισμού» επειδή οι διεθνείς αγορές δεν είναι ακόμα προσβάσιμες για την χώρα. Δεύτερον, ότι η δανειακή βοήθεια δεν θα υπεισέρχεται πλέον στο πρόγραμμα εσωτερικής χρηματοδότησης της οικονομίας και κατά συνέπεια δεν θα υπάρχει επιχείρημα για να υπαγορεύονται έξωθεν νέοι όροι και μέτρα.

Φυσικά μια τέτοια διαδικασία απαιτεί πολλές και σκληρές διαπραγματεύσεις, δεν είναι όμως ανέφικτη αν στηρίζεται σε μια αξιόπιστη εσωτερική στρατηγική. Ας θυμηθούμε ότι μέχρι σήμερα η Ιρλανδία πέτυχε αναπροσαρμογή των φορολογικών μέτρων του δικού της Μνημονίου, η Ισπανία την υιοθέτηση πιο ελαστικών δημοσιονομικών στόχων από τις αρχικές απαιτήσεις και η Πορτογαλία αποκρούει σθεναρά μέχρι στιγμής την επιβολή δεύτερου Μνημονίου.

Β’ Μέρος: Από την «δημοσιοκρατία» στην ισονομία των πολιτών

Τα θέματα μεταρρυθμίσεων είναι πολλά, άλλα εύκολα, άλλα δύσκολα. Αντί για ένα μακρύ ευχολόγιο προτείνω να εστιάσουμε σε ορισμένους μόνο τομείς με τα εξής κριτήρια:

(α) Να έχουν πολλαπλασιαστικό χαρακτήρα. Αν δηλαδή προχωρήσει μια αλλαγή στον συγκεκριμένο τομέα, να δημιουργεί τέτοια δυναμική που να προκαλεί κινητοποίηση και αλλαγές σε άλλους τομείς, επηρεάζοντας παγιωμένες αντιλήψεις, συμπεριφορές και συσχετισμούς.

(β) Να αφορούν τομείς όπου τα προβλήματα και οι σημερινές αγκυλώσεις προήλθαν επειδή στο παρελθόν τις ανέχθηκαν ή και τις καλλιέργησαν οι ίδιες οι δυνάμεις της κεντρο-αριστεράς. Θα είναι έτσι η μεταρρύθμιση και μια διαδικασία αυτογνωσίας και αυτοδιόρθωσης.

(γ) Οι αλλαγές να έχουν άμεση και μακροπρόθεσμη επίδραση στην ισονομία, την καλυτέρευση των πιο ευάλωτων και την οικονομική ανάπτυξη. Έτσι δεν θα χρειάζονται οι βάναυσες πολιτικές προσαρμογής οι οποίες επιπίπτουν επί των πιο αδύναμων χωρίς να προκαλούν σχεδόν καμία αλλαγή στα πιο οργανωμένα συμφέροντα.

Με βάση αυτά τα κριτήρια μερικές προτάσεις είναι οι εξής:

Β1.Οικοδόμηση ενός Ενιαίου Εθνικού Ασφαλιστικού Συστήματος.

Το ασφαλιστικό σύστημα αποτελεί ένα εντυπωσιακό παράδειγμα, όπου οι μεταρρυθμίσεις στην κατεύθυνση να έχουν όλοι οι πολίτες ισότιμα δικαιώματα και υποχρεώσεις θα έχουν ευρύτατες κοινωνικές συνέπειες ισονομίας και ισοπολιτείας. Μπορεί να αποκτήσουν τέτοια δυναμική που θα σπρώξουν ή θα επιβάλουν ντε-φάκτο μεταρρυθμίσεις και σε άλλους τομείς της οικονομίας και γενικότερες αλλαγές σε κοινωνικές συμπεριφορές και αξίες. Το ενιαίο σύστημα θα μπορεί να είναι οργανωμένο σε δύο μεγάλα εθνικά ταμεία:

Εθνικό Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτής Εργασίας

Σε αυτό υπάγονται όλοι ανεξαιρέτως οι μισθωτοί ασχέτως εάν κάποιος είναι λεμβούχος στο Καστελόριζο, πρέσβης στο Παρίσι, στρατηγός στο Αφγανιστάν ή διανομέας σε delivery. Στο ίδιο ταμείο υπάγεται όλο το πολιτικό προσωπικό από κοινοτάρχες έως υπουργούς και κάθε είδους μισθωτός από νοσοκόμες έως διευθυντές επιχειρήσεων. Οι συντάξεις και οι ασφαλιστικές παροχές θα καθορίζονται με τα ίδια κριτήρια με βάση μόνο τον μισθό και τα χρόνια και όχι την φύση της εργασίας. Έτσι θα σταματήσει ο προνομιακός διαχωρισμός του συνταξιοδοτικού συστήματος για το πολιτικό προσωπικό κα θα εμπεδωθεί μια ισχυρή αίσθηση ισονομίας.

Εθνικό Ταμείο Ασφάλισης Επιχειρηματικής Δραστηριότητας

Σε αυτό υπάγονται όλοι όσοι έχουν στην ιδιοκτησία τους ή/και ασκούν ιδιωτική επιχειρηματική δραστηριότητα, έμποροι, ελεύθεροι επαγγελματίες, αγρότες, αυτοκινητιστές, κάτοχοι φορτηγών κλπ.

Τρίτο ταμείο δεν υπάρχει. Επειδή όμως τα δύο ως άνω ταμεία θα καλύπτουν μόνο το «κλειστό κόστος» ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης των μελών τους, υπάρχει κίνδυνος να μείνουν εκτός κάλυψης όσοι είναι πλήρως ανασφάλιστοι. Για αυτή την κατηγορία μπορεί να συσταθεί ένας τρίτος φορέας που παρέχει περίθαλψη και επιδόματα γήρατος με καθαρά κοινωνικά και όχι ανταποδοτικά κριτήρια.

Η καθολική ενοποίηση θα βασίζεται σε ένα προσεκτικό σχέδιο μετάβασης από τα σημερινά δεδομένα και ένα χάρτη σύγκλισης προς τους ενιαίους κανόνες χωρίς απώλεια των μέχρι τώρα κεκτημένων. Ως «κλασματικό κεκτημένο» νοείται το δεδουλευμένο μέρος των υφιστάμενων προνομιακών ρυθμίσεων και υπολογίζεται εύκολα ως η αναλογία του μέχρι τούδε χρόνου εργασίας προς τον συνολικό απαιτούμενο χρόνο για την ισχύ της ευνοϊκής ρύθμισης.

Β2.Περιορισμός του κράτους, όχι όμως ισοπεδωτικά.

Η αναγκαία προσαρμογή του Δημοσίου δεν πρέπει να γίνει με οριζόντια συνταγή και ισοπεδωτικές διαδικασίες. Στο δημόσιο δεν είναι ούτε όλοι άχρηστοι όπως φαντασιώνονται οι ζηλωτές του μηδενικού κράτους, ούτε όλοι χρήσιμοι όπως διαλαλούν οι συνδικαλιστές. Ο περιορισμός του δημοσίου να γίνει με κριτήρια που ελαχιστοποιούν τον κίνδυνο μεγάλης ανεργίας σε περίοδο ύφεσης, αλλά επίσης αναβαθμίζουν την λειτουργία του και την αποτελεσματικότητα του που είναι κρίσιμοι παράγοντες για την στρατηγική εξόδου από την κρίση.

Είναι καθοριστικής σημασίας το πώς διορίστηκαν οι διάφορες κατηγορίες. Όσοι επελέγησαν μέσω ανοιχτών και αυστηρών διαγωνισμών πρέπει με κάθε τρόπο να παραμείνουν για να ενισχυθεί μια αντίληψη αξιοκρατίας. Υπάρχουν όμως έκδηλες περιπτώσεις διορισμών σε ΔΕΚΟ, στη Βουλή και σε Δήμους με βάση την συγγένεια, διασύνδεση με πολιτικούς παράγοντες και κομματικούς μηχανισμούς.

Η αυστηρή αξιολόγηση τους και η απομάκρυνση όσων δεν προσφέρουν τίποτα θα είναι μια έμπρακτη αποθάρρυνση για το πελατειακό σύστημα που τόσο εξόφθαλμα τους ευνόησε και μπορεί να αποφύγει να το επαναλάβει. Οι πολλοί και άξιοι υπάλληλοι που θα παραμείνουν θα έχουν περισσότερα κίνητρα να δουλέψουν και η διοίκηση μπορεί έτσι να γίνει πιο χρήσιμη στην κοινωνία.

Β3.Επανασχεδιασμός της περιφερειακής αποκέντρωσης

Η περιφερειακή αποκέντρωση αποτέλεσε για πολλές δεκαετίες ένα καθαγιασμένο όραμα με την προσδοκία ότι από μόνη της θα επέλυε προβλήματα αποτελεσματικότητας, διαφάνειας, συμμετοχής και ανάπτυξης.

Σήμερα ξέρουμε ότι σε πολλούς από τους στόχους αυτούς έχει αποτύχει δραματικά. Με τις αιρετές περιφέρειες η κατάσταση έχει επιδεινωθεί ακόμα περισσότερο. Το πολιτικό προσωπικό έχει πολλαπλασιαστεί με τα μεγάλα περιφερειακά συμβούλια και επικρατεί πλήρης σύγχυση αρμοδιοτήτων δεδομένου ότι εξακολουθεί να λειτουργεί και ο διορισμένος Γραμματέας περιφέρειας ο οποίος έχει και τις περισσότερες. Το προηγούμενο σχήμα των Νομαρχιών «ντε φάκτο» διατηρείται το ίδιο με τους αντι-περιφερειάρχες στο ρόλο των νομαρχών. Το σύστημα είναι θεσμικά αλλόκοτο, οικονομικά σπάταλο και αναπτυξιακά αποτυχημένο. Ένας λόγος της καθυστέρησης των έργων ΕΣΠΑ είναι το καθεστώς σύγχυσης που επικρατεί.

Χρειάζεται ένας συνολικός επανασχεδιασμός του συστήματος αποκέντρωσης με τους εξής άξονες:

(α) Σαφώς λιγότερες περιφέρειες

(β) Σαφώς λιγότερο πολιτικό προσωπικό. Για παράδειγμα, το Περιφερειακό Συμβούλιο μπορεί να συντίθεται από τους εκλεγμένους Δημάρχους και να μην αποτελεί επιπλέον όργανο. Επίσης να καταργηθεί ο παράδοξος θεσμός του αντι-περιφερειάρχη και για κάθε Νομό να επιλαμβάνεται μία γενική Διεύθυνση της Περιφέρειας.

(γ) Εκλογίκευση αρμοδιοτήτων μεταξύ κεντρικού κράτους και περιφέρειας. Τις ελεγκτικές αρμοδιότητες πρέπει να τις διατηρήσει η κεντρική Διοίκηση. Παράλληλα η περιφέρεια πρέπει να έχει την υποχρέωση επιβολής και συλλογής εσόδων και τελών για να φύγει από την αντίληψη ότι μονίμως απαιτεί πόρους χωρίς να συμμετέχει στην δημιουργία τους.

Β4. Νομιμότητα και βία

Το τελευταίο διάστημα η ελληνική κοινωνία δοκιμάζεται από δύο φαινόμενα που αναπτύσσονται με ασυνήθιστη ορμή. Την πολιτική βία και την οργανωμένη άρνηση εφαρμογής των νόμων της Πολιτείας. Πανεπιστήμια, διόδια, δικαιώματα έκφρασης γνώμης, εκλογικές διαδικασίες, δικαιώματα μετακίνησης καταργούνται όχι με νέες αποφάσεις της Πολιτείας, αλλά με την επιβολή μερικών ομάδων. Και τα δύο υπονομεύουν βαθιά τόσο την δημοκρατική οργάνωση της διαμαρτυρίας, όσο και την ίδια την ευρωπαϊκή υφή του θεσμικού συστήματος που έχουμε.

Είναι άλλο πράγμα η εναντίωση σε πολιτικές και καταστάσεις με τις θεμιτές διαδικασίες που ισχύουν σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα και άλλο η κατά βούληση εφαρμογή ή ακύρωση του νόμου.

Η επιλεκτική νομιμότητα είναι ο πιο σίγουρος δρόμος για την επώαση και εμπέδωση αυταρχικών καθεστώτων. Τα τελικά θύματα τότε θα είναι και πάλι οι πιο ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού και κανείς δεν θα βρίσκεται κοντά τους για να τους υπερασπιστεί.

Γ’ Μέρος: Νέες πολιτικές για την Ευρωζώνη

Τέλος η κεντροαριστερά πρέπει να εμπλακεί ενεργά στις συζητήσεις μετεξέλιξης της Ευρωζώνης και στην ανάγκη διατύπωσης νέων πολιτικών. Φυσικά το σημείο αιχμής θα είναι η έξοδος από της τωρινή κρίση και σταδιακά η ταχύτερη διαδικασία ολοκλήρωσης. Η κρίση της Ευρωζώνης έχει βαθύτερες αιτίες, μπροστά στις οποίες τα χρέη και τα δημοσιονομικά ελλείμματα θα έπρεπε να είναι οι μικρότερες ανησυχίες. Οι άλλες είναι πιο σημαντικές, έχουν διαρθρωτικό χαρακτήρα και θέλουν μεγάλες αποφάσεις και προσαρμογές για να αντιμετωπιστούν.

Η εσωτερική ανισορροπία ανάμεσα στις βόρειες χώρες της Ευρωζώνης που παράγουν, εξάγουν και συσσωρεύουν επενδύσεις και εμπορικά πλεονάσματα από την μια μεριά, και τις νότιες από την άλλη με τα μεγάλα εμπορικά ελλείμματα, τις επενδύσεις κυρίως τουριστικού χαρακτήρα, και την αδυναμία τους να παράγουν ανταγωνιστικά προϊόντα για τις διεθνείς αγορές.

Για να αντιμετωπιστεί αυτό το πρόβλημα, χρειάζονται νέα ευρωπαϊκά κεφάλαια που θα χρηματοδοτήσουν επενδύσεις και ανάπτυξη στον Νότο. Η έκδοση κάποιου είδους ευρω-ομολόγου ανάπτυξης μπορεί να είναι το πρώτο μεγάλο βήμα σε αυτή την κατεύθυνση. Επιπλέον η παραγωγική αναβάθμιση του «τεμπέλικου» Νότου θα βελτιώσει και τις πιο αγέρωχες οικονομίες του Βορρά και έτσι συνολικά η Ευρωζώνη θα μπορέσει να ξεκολλήσει από τα αναιμικά επίπεδα ανάπτυξης που παρουσιάζει τα τελευταία χρόνια.


*Ομιλία του καθηγητή του Οικονομικού Πανεπιστημίου και πρώην υπουργού Νίκου Χριστοδουλάκη στην εκδήλωση με θέμα «Ευρώπη - Βιώσιμη Ανάπτυξη - Μεταρρυθμίσεις. Η πολιτική παρακαταθήκη του Μιχάλη επίκαιρη παρά ποτέ» που οργάνωσε το Κέντρο Πολιτικού Προβληματισμού Μιχάλης Παπαγιαννάκης, με αφορμή τη συμπλήρωση τριών χρόνων από το θάνατό του, για να τιμήσει τη μνήμη του την Τρίτη 5/6.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ