Πολιτικη & Οικονομια

Στέκια με ουσία

Οι ίδιες πλατείες, πεζόδρομοι και εγκαταλελειμμένα νεοκλασικά του κέντρου θα γίνουν κάποια στιγμή «στέκι» για αγοραπωλησία ή χρήση ναρκωτικών ουσιών.

4168-35217.jpg
Λένα Χουρμούζη
ΤΕΥΧΟΣ 355
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Μένη Μαλλιώρη
Μένη Μαλλιώρη

Οι ίδιες πλατείες, πεζόδρομοι και εγκαταλελειμμένα νεοκλασικά του κέντρου θα γίνουν κάποια στιγμή «στέκι» για αγοραπωλησία ή χρήση ναρκωτικών ουσιών. Σήμερα η Τοσίτσα, αύριο η πλατεία Βάθης και μεθαύριο η Ιάσωνος. Ποιος αποφασίζει γι’ αυτήν την αυξομείωση δημοτικότητας στις «πιάτσες» των χρηστών; Η ATHENS VOICE μίλησε για το θέμα αυτό στην πρόεδρο του ΟΚΑΝΑ, Μένη Μαλλιώρη.

«… οι τοξικομανείς κατέληξαν στα παλιά τους στέκια, όπως είναι η οδός Τοσίτσα, τα στενά γύρω από το Πολυτεχνείο, η Μενάνδρου, η Σοφοκλέους, η Θεάτρου και οι δρόμοι πίσω από την πλατεία Κοτζιά». Απόσπασμα παλαιότερου δημοσιεύματος. Πώς δημιουργήθηκαν τα διάφορα στέκια στο κέντρο της Αθήνας; Γιατί ανά περιόδους βλέπουμε να αδειάζει το ένα στέκι και να γεμίζει ένα άλλο; Πώς παρακολουθεί ο ΟΚΑΝΑ όλη αυτή την κίνηση;

Η υψηλή συγκέντρωση των κοινωνικά αποκλεισμένων ομάδων, μεταξύ των οποίων και οι χρήστες ναρκωτικών, η αναφερόμενη ως «πιάτσα», δεν είναι ελληνικό φαινόμενο. Αφορά διεθνώς τα κεντρικά σημεία των πόλεων, λόγω της προσδοκώμενης «αφάνειας» που χαρακτηρίζει τις πολυπληθείς περιοχές και λόγω της εύκολης πρόσβασης. Επιπλέον η εμπορική ερήμωση και η οικιστική παρακμή περιοχών του κέντρου αμέσως μετά τη λήξη των Ολυμπιακών αγώνων, η συγκέντρωση αλλοδαπών χωρίς έγγραφα παραμονής και οι υποβαθμισμένες συνθήκες διαβίωσής τους συντελούν στη γενικότερη υποβάθμιση, η οποία διευκολύνει την προσέλκυση κοινωνικά αποκλεισμένων ομάδων. Οι αστυνομικοί έλεγχοι οδηγούν τους χρήστες σε μια συνεχή μετακίνηση, με αποτέλεσμα μερικές φορές ένα μέρος που γνωρίζουμε ως πολυσύχναστη πιάτσα να εμφανίζεται κάποια μέρα έρημο. Ο πληθυσμός της «πιάτσας» δεν είναι ο πληθυσμός που εξυπηρετείται από τις Μονάδες του ΟΚΑΝΑ, είναι ο πληθυσμός των μη ενταγμένων σε θεραπευτικά προγράμματα. Οι αυθαίρετες συνδέσεις του ΟΚΑΝΑ με την «πιάτσα» –που ενδεχομένως κάποιους εξυπηρετούν– αδικούν κατάφορα τους εργαζόμενους ενός Οργανισμού που επί 15 και πλέον έτη παρέχουν υπηρεσίες υγείας, λειτουργώντας με βάση τη σύγχρονη διεθνή επιστημονική εμπειρία και τεκμηρίωση. Το σοβαρότερο όμως είναι ότι οι συνδέσεις αυτές συντελούν –και επιτείνουν– στην παραπληροφόρηση του κοινού αλλά και στη δημιουργία του κοινωνικού στίγματος, που παρεμποδίζει τους θεραπευόμενους των υπηρεσιών μας από την ομαλή επανένταξή τους στον κοινωνικό ιστό.

 

«Ωστόσο, επισημαίνεται ότι το πρόβλημα συγκέντρωσης μεγάλου αριθμού χρηστών ναρκωτικών ουσιών στη συγκεκριμένη περιοχή και (ιδιαίτερα στη συμβολή των οδών Τοσίτσα & Πατησίων) εξακολουθεί να υφίσταται, κυρίως λόγω της αδυναμίας του ΟΚΑΝΑ και των λοιπών συμβουλευτικών-θεραπευτικών μονάδων αποκατάστασης να εντάξουν το σύνολο των εξαρτημένων ατόμων σε αντίστοιχα προγράμματα». Απάντηση του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη σε σχετικές ερωτήσεις που κατέθεσαν οι βουλευτές Ν. Αλευράς, Α. Πλεύρης, Σ.-Α. Γεωργιάδης και Ν. Νικολόπουλος στις 25/2/2011. Πώς απαντά ο ΟΚΑΝΑ σ’ αυτή την τοποθέτηση;

Δεν θα σας πω ότι φταίνε κάποιοι άλλοι, καθώς είναι πολύ εύκολο να μεταθέτουμε τις ευθύνες. Όλοι ευθυνόμαστε. Στο κομμάτι που αναλογεί στον ΟΚΑΝΑ η ευθύνη έγκειται στο γεγονός ότι δεν έχει καταφέρει να εντάξει στα θεραπευτικά του προγράμματα όσους το επιθυμούν. Αυτούς, δηλαδή, που είναι εγγεγραμμένοι στη λίστα και περιμένουν την ένταξή τους. Σε αυτό και μόνο το πλαίσιο έγκειται η όποια σύνδεσή μας με τους ανθρώπους της «πιάτσας». Στο ότι οφείλουμε να τους παρέχουμε θεραπεία, εφόσον μας το ζητούν. Και για να γίνει αυτό πρέπει να δημιουργηθούν νέες θέσεις θεραπείας, δηλαδή νέες Μονάδες. Η λύση δίνεται με την ένταξη των ανθρώπων αυτών σε θεραπευτικά προγράμματα και όχι με επιχειρήσεις «σκούπα». 

Υπηρεσία «Δουλειά στο δρόμο». Ποιο είναι το έργο αυτής της υπηρεσίας; Έχει αποδώσει καρπούς μέχρι στιγμής; Πού επικεντρώνει τις υπηρεσίες του στο ιστορικό κέντρο και ποια είναι τα πιο συνήθη προβλήματα που καλείται να αντιμετωπίσει;

Η δράση «Δουλειά στο δρόμο» υλοποιείται στο πλαίσιο του Σταθμού Φροντίδας Εξαρτημένων Ατόμων του ΟΚΑΝΑ και επικεντρώνει τις παρεμβάσεις της στο ιστορικό κέντρο και συγκεκριμένα στις περιοχές της Τοσίτσα, πλατείας Βάθη, πλατείας Κουμουνδούρου, πλατείας Αγίου Γεωργίου, Ξούθου, Ιάσωνος και στην οδό Πειραιώς έως την Αγίου Γεωργίου. Οι περισσότεροι εξαρτημένοι που συναντά η ομάδα «street work» δεν παρακολουθούν θεραπευτικά προγράμματα. Η κύρια δουλειά τους είναι να ενημερώνουν τους χρήστες για θέματα που σχετίζονται με τις μεταδοτικές ασθένειες, τους κινδύνους και τρόπους προστασίας από την υπερβολική δόση, τους τρόπους να κάνουν ασφαλέστερη χρήση παρέχοντας αποστειρωμένο ενέσιμο υλικό. Παράλληλα, τους πληροφορούν για υπηρεσίες θεραπείας αλλά και υπηρεσίες όπως ο Σταθμός Φροντίδας, στις οποίες μπορούν να απευθυνθούν προκειμένου να αποφορτιστούν για λίγες ώρες από την «πιάτσα» και να καλύψουν βασικές ανάγκες υγιεινής. Οι παρεμβάσεις στους χώρους συνάθροισης χρηστών δεν είναι εύκολες και η αποτελεσματικότητά τους μπορεί να φανεί μετά από κάποιο διάστημα, αφού σταθεροποιηθεί η παρουσία της ομάδας street work, ως προς τη συχνότητα και τη διάρκεια. Αυτό εμποδίζεται από τις συνεχείς μετακινήσεις της «πιάτσας». Επιπλέον, όταν οι χώροι συνάθροισης-«πιάτσες» είναι ή εξελίσσονται σε χώρους χρήσης ναρκωτικών ο αριθμός των χρηστών είναι πολύ μεγάλος και οι συμπεριφορές εύκολα παρεκτρέπονται, με αποτέλεσμα η προσέγγιση των εξαρτημένων να είναι πολύ δύσκολη.

Όλοι έχουν το δικαίωμα στη θεραπεία. Αλλά οι ασθενείς ανήκουν στους δρόμους ή σε θεραπευτικές μονάδες; Μήπως η παρουσία τους το μόνο που καταφέρνει είναι η υποβάθμιση μιας περιοχής;

Δεν τίθεται ζήτημα. Φυσικά και οι ασθενείς ανήκουν στις θεραπευτικές μονάδες, από τη στιγμή που θα το θελήσουν οι ίδιοι. Δεν «ανήκουν στους δρόμους». Στους δρόμους βρίσκονται αυτοί που δεν έχουν ακόμη κίνητρο να θεραπευτούν, αλλά και όσοι δεν τα έχουν καταφέρει μέχρι τώρα. Δυστυχώς, οι υποτροπές είναι συχνές. Δεν τα καταφέρνουν όλοι. Έπειτα από μία ή περισσότερες προσπάθειες σε «στεγνό» πρόγραμμα απευθύνονται σε εμάς. Αυτό αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την ένταξη στο πρόγραμμα υποκατάστασης ατόμων μέχρι 35 ετών. Όμως, με το να μην υπάρχουν θέσεις θεραπείας στα δικά μας προγράμματα, τους στερούμε τελικά το δικαίωμα της θεραπευτικής επιλογής.

«Σκουπίδια», «μιάσματα», «ζωντανοί νεκροί» και πολλοί άλλοι χαρακτηρισμοί που προσδίδονται στα εξαρτημένα από ναρκωτικές ουσίες άτομα. Ποιος φταίει γι’ αυτό τον κοινωνικό στιγματισμό; Το κράτος, οι πολίτες, οι αρμόδιοι φορείς, οι ίδιοι οι τοξικομανείς;

Πολλοί μύθοι και παρανοήσεις γύρω από τη χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών έχουν οδηγήσει στο στιγματισμό. Στους χρήστες εξαρτησιογόνων ουσιών αποδίδονται κοινωνικοί χαρακτηρισμοί ως πρωτογενή ατομικά χαρακτηριστικά, ενώ στην ουσία είναι δευτερογενή. Καταρχήν λανθασμένα θεωρείται ότι η παραμονή στη χρήση είναι δική τους επιλογή. Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της εξάρτησης είναι ότι η μακρόχρονη χρήση επιφέρει μεταβολές στη λειτουργία του εγκεφάλου, μία από τις οποίες είναι η έντονα πιεστική ανάγκη του ατόμου να χρησιμοποιεί το ναρκωτικό, παρόλο που γνωρίζει τις συνέπειές του. Το βιολογικό υπόστρωμα της εξάρτησης υφίσταται αρκετό καιρό μετά τη διακοπή της χρήσης. Είναι αυτό που δυσκολεύει τη θεραπεία και ευθύνεται για τις συχνές υποτροπές στα εξαρτημένα άτομα. Παρόλα αυτά η κοινωνία τούς καταδικάζει, γιατί τους θεωρεί αποκλειστικά υπεύθυνους για την κατάστασή τους. Επιπλέον τους θεωρεί παρείσακτους, δεν πιστεύει στην επανένταξή τους και δεν τους δίνει ευκαιρίες που θα μπορούσαν να τους κρατήσουν μακριά από τη χρήση. Όταν η εξάρτηση εγκατασταθεί καθιστά πλέον το άτομο μη λειτουργικό, με αποτέλεσμα να επηρεάζονται όλες οι κοινωνικές συμπεριφορές του – οι οικογενειακές, κοινωνικές και εργασιακές σχέσεις του. Με την έναρξη και μόνο της χρήσης ναρκωτικών ένα άτομο περνάει στην παρανομία, καθώς οι παράνομες ουσίες αυτονόητο είναι ότι κυκλοφορούν παράνομα και εξασφαλίζονται παράνομα από τον ενδιαφερόμενο. Αυτός ο φαύλος κύκλος παράνομων συναλλαγών επιδεινώνεται όταν προοδευτικά το άτομο αρχίσει να γίνεται μη λειτουργικό, εξαντλήσει τους υπάρχοντες οικονομικούς πόρους και δεν μπορεί να εργαστεί. Έτσι οδηγείται στη μικροπαραβατικότητα για να συντηρήσει την εξάρτησή του, την οποία –όπως προαναφέραμε– δεν μπορεί κατά κανόνα αυτοβούλως να διακόψει. Το ζήτημα είναι δυστυχώς ότι σε περιόδους οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, τα ασθενέστερα στρώματα της κοινωνίας και οι ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού πλήττονται περισσότερο, γίνονται εύκολοι στόχοι. Ο κοινωνικός αποκλεισμός και ο στιγματισμός μεγαλώνει όσο μεγαλώνει ο φόβος και πυκνώνουν οι «επιθέσεις» από τον «υγιή» προς τον πάσχοντα πληθυσμό. Για τη λύση τόσο σοβαρών θεμάτων χρειάζεται κοινωνική συναίνεση. Η κοινωνία, τοπική ή ευρύτερη, θα πρέπει να αντιμετωπίσει τους εξαρτημένους χρήστες ως πολίτες που υποφέρουν από ένα ή περισσότερα προβλήματα υγείας. Και όχι απλώς να το επιτρέψει, αλλά να συμβάλλει στο δικαίωμά τους για θεραπεία.

Πόσο μπορούν να επιδεινωθούν τα πράγματα σε περιόδους οικονομικής ύφεσης;

Η οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα και τις χώρες της Ευρώπης θα μπορούσε να οδηγήσει τόσο σε αύξηση της χρήσης ναρκωτικών όσο και σε μείωση των κονδυλίων για παροχή υπηρεσιών. Τα αποτελέσματα θα τα δούμε τα επόμενα χρόνια. Πάντως είναι σίγουρο ότι όταν υπάρχουν οικονομικές δυσκολίες αυξάνεται η χρήση, τόσο σε νόμιμες όσο και σε παράνομες ουσίες, και στο σημείο αυτό ίσως θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί και για τις λεγόμενες «νόμιμες» εξαρτήσεις. 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ