Πολιτικη & Οικονομια

Edito 346

Είμαι χαρούμενος. Καθώς σιγά-σιγά κατεδαφίζεται σιωπηλά ο περσινός ασφαλιστικός νόμος με...

14241-108382.jpg
Φώτης Γεωργελές
ΤΕΥΧΟΣ 346
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
14195-31749.jpg

Είμαι χαρούμενος. Καθώς σιγά-σιγά κατεδαφίζεται σιωπηλά ο περσινός ασφαλιστικός νόμος με εγκυκλίους που εξαιρούν κατηγορίες ασφαλισμένων, διάβασα ότι για το επάγγελμά μου αναγνωρίζονται άλλα 3 πλασματικά έτη ασφάλισης. Αν τα υπολογίζω καλά, από αυτόν τον περιβόητο νόμο που μας «γυρνούσε στον μεσαίωνα», εγώ μάλλον κερδισμένος βγαίνω.

Πάσχει κάπου ο χαρούμενος συλλογισμός μου; Ναι, δεν λέει ποιος είναι ο χαμένος. Αυτό όμως είναι το ερώτημα που απαγορεύεται σ’ αυτή τη χώρα. Όμως, την ίδια στιγμή, οι νέοι εργαζόμενοι, αυτοί που πληρώνουν υπέρογκες ασφαλιστικές κρατήσεις, δεν ξέρουν καν αν θα υπάρχουν ταμεία για να τους δώσουν σύνταξη. Χαμένοι όμως δεν είναι μόνο οι νεότερες γενιές που τους παραδώσαμε χρεοκοπημένα ταμεία. Κερδισμένοι και χαμένοι υπήρχαν ήδη, πριν χρεοκοπήσει το σύστημα. Δηλαδή θέλει μεγάλη κοινωνική ευαισθησία για να καταλάβεις ότι δεν είναι σωστό κάποιοι να βγαίνουν στη σύνταξη στα 65 και κάποιοι άλλοι στα 45 και τα 50; Κάποιοι να δουλεύουν 35 χρόνια και άλλοι 22; Κάποιοι να παίρνουν σύνταξη μεγαλύτερη από το μισθό τους και πλούσιο εφάπαξ των 300 χιλιάδων και κάποιοι 600 ευρώ;

Επειδή αυτή η συζήτηση είναι αποκαλυπτική, έχει εξοριστεί από το δημόσιο διάλογο. Δεν υπάρχουν κερδισμένοι και χαμένοι, προνομιούχα και ασθενέστερα στρώματα, υπάρχουν μόνο «κεκτημένα». Όλοι είμαστε «καλοί» που υπερασπιζόμαστε τα κεκτημένα μας και «κακοί» είναι οι ξένοι, τα μονοπώλια, οι κερδοσκόποι, οι Νεφελίμ και οι Ελοχίμ, που θέλουν να μας τα αφαιρέσουν.

Ένα παράπλευρο όφελος από την εκλογή του Καμίνη και του Μπουτάρη είναι πως, επειδή δεν προέρχονται από τον κομματικό σωλήνα, μιλάνε την απλή γλώσσα της κοινής λογικής. Λέει ο ένας, δεν μπορώ να πληρώνω 17,5 εκατομμύρια το χρόνο για ένα ραδιοφωνικό σταθμό όταν δεν μπορώ να μαζέψω τα σκουπίδια. Λέει ο άλλος, δεν μπορώ να πληρώνω 8 εκατομμύρια το χρόνο για να ’χω μια δημοτική τηλεόραση να με λιβανίζει όταν δεν έχω λεφτά για βρεφονηπιακούς σταθμούς. Κάνουν, δηλαδή, επιλογές. Λένε ότι τα κέρδη του ενός είναι απώλειες για κάποιον άλλο και αυτό πρέπει να το αποφασίσουμε. Και κυρίως δεν πρέπει να το αποσιωπούμε, να το κρύβουμε.

Αυτή δεν είναι η πραγματικότητα; Αν κάποιος ζητάει η σύμβασή του με το δημόσιο να μετατραπεί σε μονιμοποίηση, δεν σημαίνει ότι κάποιος άλλος που ξέρει ότι στο δημόσιο προσλαμβάνεσαι με εξετάσεις και ΑΣΕΠ θα μείνει απ’ έξω; Το «κλειστό» επάγγελμα του ενός δεν σημαίνει ανεργία για κάποιον άλλον; Το κρατικά οριζόμενο υψηλό κέρδος στη δουλειά του ενός δεν σημαίνει ακρίβεια για τον άλλον; Αν πληρώνω εγώ χαμηλότερες ασφαλιστικές εισφορές, δεν σημαίνει ότι η κοινωνία πληρώνει την ασφάλισή μου με φόρους υπέρ τρίτων; Αν κάποιοι στο δημόσιο τομέα κερδίζουν επιδόματα «έγκαιρης προσέλευσης» και «αγαμίας», δεν συνεπάγεται ότι οι υπηρεσίες του κράτους γίνονται ακριβότερες, άρα η κοινωνία πληρώνει περισσότερους φόρους; Αν προσλαμβάνονται μιάμιση φορά περισσότεροι καθηγητές απ’ ό,τι ο μέσος όρος του ΟΑΣΑ, δεν συνεπάγεται ότι τα σχολεία θα στάζουν και δεν θα ’χουν υπολογιστές; Αν οι γιατροί είναι διπλάσιοι από το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, δεν είναι επακόλουθο ότι θα αμείβονται χαμηλότερα απ’ όσο πρέπει και θα δέχονται φακελάκια για να συμπληρώσουν; Οι καθηγητές θα κάνουν φροντιστήρια; Αν κάποιοι έχουν επιτύχει θαυμάσιους κανονισμούς εργασίας, δουλεύουν 197 μέρες το χρόνο, 16 ώρες την εβδομάδα, παίρνουν 16 και 18 μισθούς, άδειες στη γιορτή τους, δεν συνεπάγεται ότι οι υπηρεσίες του κράτους γίνονται ακριβές και χαμηλής ποιότητας κι αυτό το πληρώνουμε όλοι; Αν το κράτος έχει καταλήξει απλός εργοδότης και πληρώνει πάνω από το 70% του προϋπολογισμού του σε μισθούς και συντάξεις, δεν είναι φυσικό επακόλουθο ότι δεν θα ’χει λεφτά για κοινωνικές δαπάνες, για δημόσια έργα; Μπορούσαμε όλοι να έχουμε κέρδη, «κεκτημένα», «κατακτήσεις»; Αφού με τους μισούς και χρεοκοπήσαμε. Κάποιοι δεν έπρεπε να είναι οι χαμένοι;

Αυτές τις πικρές αλήθειες τις ξέραμε, δεν τις ανακαλύψαμε τώρα. Το σύστημα είχε χρεοκοπήσει πολιτικά, ηθικά, κοινωνικά, πολύ πριν το Μνημόνιο. Γι’ αυτό σε όλες τις δημοσκοπήσεις οι πολίτες δήλωναν τη συνολική απογοήτευση και απόρριψή τους. Γιατί το σύστημα ήταν τόσο ανορθολογικό και αντιπαραγωγικό που οι απώλειες δεν ήταν πια μόνο για τα ασθενέστερα στρώματα, αλλά για όλους. Υπερτιμολογούσαμε ο ένας στον άλλον, κλέβαμε ο ένας τον άλλον και όλοι μαζί το κράτος, δηλαδή τον εαυτό μας. Στράφηκαν όλοι στο δημόσιο μέχρι που έγιναν «αδιόριστοι» καθηγητές, γιατροί να περιμένουν 10 χρόνια για να κάνουν ειδικότητα. Ό,τι παίρναμε το επιστρέφαμε σε αυξήσεις φόρων και ασφαλιστικών κρατήσεων. Διοριζόταν κάποιος στο δημόσιο, αλλά ήθελε άλλη μια δουλειά για τα σχολεία και τα φροντιστήρια του παιδιού του αφού η δήθεν δωρεάν παιδεία είχε καταρρεύσει. Έπαιρνε σύνταξη στα 50 και την ξόδευε για να συντηρήσει τον άνεργο γιο του. Δεν είχαμε συγκοινωνίες, μετρό, τρένα, δρόμους, πλατείες, πάρκα. Μόνο διόδια.

Ο Ηλίας Ευθυμιόπουλος στο τελευταίο βιβλίο του θυμάται την ιστορία των Νήσων του Πάσχα. Έκοβαν δέντρα και έφτιαχναν αγάλματα μέχρι που έκοψαν όλα τα δέντρα, τη φύση που τους συντηρούσε. Άραγε τι σκέφτονταν όταν έκοβαν το τελευταίο δέντρο; Έτσι κι εμείς, φτάσαμε το σύστημα στα όριά του χωρίς να μας νοιάζει το αύριο, μέχρι που καταλήξαμε από ένα κλασικό σχήμα κερδισμένων και χαμένων σ’ ένα σχήμα χαμένων/χαμένων.

Λέμε καμιά φορά ότι τα προνομιούχα στρώματα υπονομεύουν τις μεταρρυθμίσεις. Δεν είναι σωστή διατύπωση. Για τη μεγάλη πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας, το σύστημα είχε χρεοκοπήσει πολύ πριν την επίσημη χρεοκοπία. Είχε μόνο χαμένους. Αυτοί που αντιστέκονται τώρα και κατηγορούν τους «ξένους» που ήρθαν να μας χαλάσουν την όμορφη ζωή μας, είναι μόνο οι κομματικές και γραφειοκρατικές ελίτ, οι εκπρόσωποι των πρώην ευνοημένων στρωμάτων, αυτοί που είχαν τα περισσότερα κέρδη και φοβούνται τώρα ότι θα τα χάσουν. Το σύστημα που με τόσο πάθος υπερασπίζονται, για όλους τους υπόλοιπους είναι όχι μόνο οριστικά χρεοκοπημένο αλλά και άδικο, αδιέξοδο, αυτοκαταστροφικό.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ