Πολιτικη & Οικονομια

Πώς γίνεται και μειώνεται η ανεργία;

...ενώ έχουμε μείωση του ΑΕΠ;

53205-171176.jpg
Βασίλης Καραγιάννης
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
135093-308426.jpg

Είναι ευρέως παραδεκτό ότι κατά της διάρκεια της ελληνικής κρίσης η υπερφορολόγηση έχει προκαλέσει εσωτερική υποτίμηση, έχει φορτώσει πολίτες και επιχειρήσεις με σημαντικά χρέη προς την εφορία κι έχει επιταχύνει το κλείσιμο μεγάλου αριθμού επιχειρήσεων που κινούνταν στα όρια λόγω υπερχρέωσης. Παρόλα αυτά, παρατηρώντας τη μεγάλη εικόνα της ανεργίας, βλέπουμε ότι από το 2013 (όταν η ανεργία είχε φτάσει στο ιστορικό υψηλό του 27,92%) και μετά, καταγράφεται συνεχή μείωση της ανεργίας (Μάιος 2016 - 23,5%).

Το περίεργο είναι ότι δεν καταγράφεται μείωση της ανεργίας κατά την περίοδο 2013-4 μόνο, όταν κατά κοινή ομολογία είχε βελτιωθεί το γενικό επενδυτικό κλίμα, η Ελλάδα είχε κατορθώσει να βγει στις αγορές και είχαμε την πρώτη αύξηση του ΑΕΠ. Καταγράφεται και κατά το 2015 ή το πρώτο μισό του 2016, μία περίοδο κατά την οποία είχαμε μείωση του ΑΕΠ. Κι αυτή η εξέλιξη έρχεται σε αντίθεση με τη θεωρητική, ανάλογη σχέση μεταξύ της αύξησης της οικονομικής δραστηριότητας και της μείωσης της ανεργίας.

Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με το Εργάνη κατά το 1ο εξάμηνο του 2016, η ελληνική οικονομία παρήγαγε 234.664 νέες θέσεις εργασίας, ενώ το ΑΕΠ του 1ου τριμήνου μειώθηκε κατά -1,3% (σε ετήσια βάση). Και τα στοιχεία αυτά θεωρούνται τα καλύτερα από το 2001 (σημ. το Εργάνη ξεκίνησε μετά το 2012). Άρα δεν θα ήταν παρακινδυνευμένο να πούμε ότι η τάση θα συνεχιστεί και μάλλον θα ενταθεί μέχρι το τέλος του καλοκαιριού. Κι αυτό γιατί ιστορικά καταγράφεται μείωση της ανεργίας κατά τους καλοκαιρινούς μήνες.

Τι συμβαίνει λοιπόν και ενώ έχουμε μείωση του ΑΕΠ, καταγράφεται και μείωση της ανεργίας;

1. Καταρχήν θα πρέπει να επισημάνουμε ότι το ποσοστό της ανεργίας καταγράφεται ως το % κλάσμα του αριθμού των ανέργων, προς το σύνολο του ενεργού πληθυσμού (άνεργοι συν απασχολούμενοι). Στην περίπτωση της Ελλάδας της κρίσης, η αύξηση του ποσοστού της ανεργίας των προηγούμενων ετών, ήταν εν μέρει αποτέλεσμα της αύξησης του αριθμού των ανέργων. Εν μέρει ήταν κι αποτέλεσμα της μείωσης του ενεργού πληθυσμού. Για παράδειγμα, εάν το 2015 είχαμε ως ενεργό πληθυσμό αυτόν του 2011, το ποσοστό της ανεργίας του 2015 δεν θα ήταν 25,3% που ανακοινώθηκε, αλλά 24,4%.Τέλος, στα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το 2016 καταγράφεται για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια κάποια αύξηση του ενεργού πληθυσμού (ταυτόχρονα με μείωση του αριθμού των ανέργων). Με αυτό τον τρόπο το ποσοστό της ανεργίας δείχνει μειώνεται ακόμα περισσότερο, επειδή ταυτόχρονα με τη μείωση του αριθμού των ανέργων έχουμε και αύξηση του ενεργού πληθυσμού της χώρας.

2. Έχουμε διαρθρωτική μείωση της ανεργίας λόγω της αύξησης της ελαστικότητας στην ελληνική αγορά εργασίας. Πιο συγκεκριμένα, λόγω των νομικών παρεμβάσεων των προηγούμενων χρόνων, σταδιακά έχουμε όλο και πιο ευρεία χρήση ελαστικών μορφών εργασίας, οι οποίες μειώνουν το γενικό κόστος μισθοδοσίας και αυξάνουν την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων.

Από τα σχετικά στοιχεία του Υπουργείου Εργασίας προκύπτει ότι κατά το πρώτο πεντάμηνο του 2016 οι προσλήψεις για «μερική» και «εκ περιτροπής» απασχόληση ξεπέρασαν τις προσλήψεις πλήρους απασχόλησης. Ειδικότερα το ποσοστό των προσλήψεων «μερικής» και «εκ περιτροπής» απασχόλησης ανήλθε σε 63,9% έναντι 36,1% των προσλήψεων για «πλήρη απασχόληση». Τον Μάιο του 2016, από τις 230.965 προσλήψεις, οι 113.046 αφορούσαν «μερική» και «εκ περιτροπής» απασχόληση. Με αυτό τον τρόπο, δημιουργείται το περιθώριο για επιπλέον προσλήψεις εργαζομένων, κι αυτό συμβάλει στη μείωση της ανεργίας.

3. Καταγράφεται αντικατάσταση του υψηλά αμειβόμενου, με χαμηλά αμειβόμενο προσωπικό κι αυτό διευκολύνεται από τις νομικές παρεμβάσεις των τελευταίων ετών. Επίσης, παρόμοιας μορφής αντικατάσταση γίνεται εμμέσως, μέσω του κλεισίματος των επιχειρήσεων που κινούνταν οριακά λόγω υψηλού δανεισμού και έλλειψης ανταγωνιστικότητας. Με αυτό τον τρόπο, οι ανταγωνίστριες εταιρίες που συνεχίζουν κι αυξάνουν το μερίδιο αγοράς τους, προσλαμβάνουν τους απολυμένους των χρεοκοπημένων εταιριών με μικρότερο μισθολογικό κόστος. Στο πλαίσιο αυτό, δημιουργείται το περιθώριο για την πρόσληψη επιπλέον εργαζομένων χαμηλού μισθολογικού κόστους πέραν της αντικατάστασης κι αυτό συμβάλει στη μείωση της ανεργίας.

4. Τελευταίο αλλά εξίσου σημαντικό στοιχείο αποτελεί η μείωση των συναλλαγών σε μετρητά ως αποτέλεσμα της εφαρμογής των Capital controls. Η επέκταση της χρήσης του πλαστικού χρήματος έχει δημιουργήσει «προβλήματα» σε σημαντικό τμήμα της οικονομίας που συνήθιζε να κάνει συναλλαγές με μετρητά (κυρίως μικρομεσαίοι). Το ίδιο τμήμα της αγοράς απασχολεί αδήλωτους εργαζομένους, τους οποίους πληρώνει με τα λεγόμενα «μαύρα» και δεν καταβάλλει ασφαλιστικές εισφορές.Όλο και πιο πολλές επιχειρήσεις, κυρίως του λιανεμπορίου, των κατασκευών και του τουρισμού που διαχρονικά κατέφευγαν στην αδήλωτη εργασία, μετατρέπουν τους υφιστάμενους αδήλωτους εργαζόμενους σε νόμιμους μετά την εφαρμογή των Capital Controls.

Εάν οι δημόσιες εκτιμήσεις στελεχών της κυβέρνησης, που αναφέρουν ότι η αδήλωτη εργασία ανέρχεται σε 500.000 άτομα ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, τότε γίνεται αντιληπτό ότι α) το σημερινό επίπεδο της ανεργίας είναι υψηλότερο από το πραγματικό και β) μόνο από την εφαρμογή των Capital Controls θα έχουμε μία μείωση της επίσημης ανεργίας. Αυτό όμως που έχουμε στην πραγματικότητα, είναι η μετατροπή της αδήλωτης σε επίσημη απασχόληση.

5. Η ελληνική οικονομία διέρχεται μια διαδικασία αλλαγής του παραγωγικού μοντέλου. Αυτό σημαίνει ότι παραδοσιακοί τομείς της οικονομίας οι οποίοι διαχρονικά απασχολούσαν υψηλά αμειβόμενους εργαζόμενους έχουν αρχίσει να φθίνουν και οι νέοι τομείς της οικονομίας με διεθνή προσανατολισμό έχουν αρχίσει να αναδύονται.

Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι έχουμε μείωση των υψηλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας σε παραδοσιακούς τομείς αλλά ταυτόχρονη παραγωγή περισσότερων νέων θέσεων εργασίας στους νέους τομείς της οικονομίας με διεθνή προσανατολισμό (θέσεις εργασίας που στην πλειοψηφία τους είναι ακόμα χαμηλά αμειβόμενες).

Παρόλα αυτά, οι παραδοσιακοί τομείς εξακολουθούν να επηρεάζουν περισσότερο στο ΑΕΠ, σε σχέση με τους νέους, διεθνοποιημένους τομείς της οικονομίας. Αυτό ερμηνεύει το γεγονός ότι ενώ έχουμε συρρίκνωση του ΑΕΠ, παράγονται περισσότερες θέσεις εργασίας.

Σε κάθε περίπτωση, η υπερφορολόγηση και η αβεβαιότητα εμποδίζουν τη δημιουργία μεγάλων Ξένων Άμεσων Επενδύσεων, οι οποίες είναι αυτές που θα κάνουν τη διαφορά στην απασχόληση και θα αυξήσουν τον αριθμό των καλά αμειβόμενων, ανταγωνιστικών θέσεων εργασίας, τις οποίες έχει ανάγκη η οικονομία, τα κρατικά έσοδα και τα ασφαλιστικά ταμεία.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ