Πολιτικη & Οικονομια

Τι έχουν πάθει οι λέξεις;

Οι αντοχές της γλώσσας εξαντλούνται. Παράλληλα με τις κοινωνικές μας αντοχές...

85193-191084.jpg
Μαρία Μπουτζέτη
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
128259-289263.jpg

Πριν λίγες μέρες ρωτήθηκα από κάποιο φίλο ποιες δύο λέξεις θα μπορούσαν να συνοδεύσουν, να τιτλοφορήσουν, την έναρξη μιας νέας πολιτικής πρωτοβουλίας. Αν και είχα την ευκαιρία –και τύχη αισθάνομαι– να εργαστώ στο γεμάτο προκλήσεις περιβάλλον της πολιτικής επικοινωνίας και να έχουμε μαζί βρεθεί σε στιγμές αναζήτησης ονομάτων, εμπνευστικών, διαφορετικών, συμμετοχικών, αυτή τη φορά δεν είχα άμεση ιδέα να συνεισφέρω. Πόσο μάλλον να δώσω βέβαιη απάντηση. Ζήτησα χρόνο να σκεφτώ…


Οπωσδήποτε το όνομα είναι μέρος της «συσκευασίας» του πραγματικού περιεχομένου της πολιτικής, που είναι η ανάλυση, η εκτίμηση, η στάθμιση αναγκών και η πρόκριση λύσεων. Αν όμως το όνομα επιδιώκει να συμπυκνώσει όλα αυτά –να τα «εξηγήσει», μεταφέρει κατά κάποιο τρόπο στιγμιαία– δεν είναι διόλου ασήμαντο. Μπροστά λοιπόν σε αυτό το quiz αναρωτήθηκα:

Τι έχουν πάθει οι λέξεις; Γιατί μοιάζουν άψυχες; Φτωχές και αδύναμες;

Οι λέξεις χρειάζονται σεβασμό. Δεν τις σεβαστήκαμε επαρκώς και έτσι σήμερα φαίνονται κενές. Τι εννοώ. Στην κουλτούρα της υπόσχεσης και της ματαίωσης που υπέθαλψε η πολιτική πραγματικότητα της χώρας, λέξεις όπως «αύριο», ή το συνώνυμό του «μέλλον», «νέος-α» ή η συγγενής νοηματικά «ελπίδα», «πορεία, γραμμή, δρόμος» ή λέξεις που εκφράζουν αξίες, όπως «εμπιστοσύνη», ακόμη και λέξεις προσδιοριστικές πολιτικού προσήμου «αριστερά», «δεξιά» μοιάζουν όγκοι δίχως μάζα. Φανταχτερά μπαλόνια, γεμάτα αέρα, που ένα τόσο δα τρύπημα τα διαπερνά και τα σκοτώνει. Χρησιμοποιήθηκαν και διαψεύσθηκαν πολλαπλά, ώστε να είναι πλέον ανίκανες να σηκώσουν το φορτίο που τους αναλογεί. Η αναξιοπιστία των πολιτικών εκφραστών, κατέστησε και τις λέξεις αναξιόπιστες. Οι λέξεις έπαθαν ότι και ο βοσκός στο μύθο του Αισώπου. 


Σήμερα, τέτοιες λέξεις και οτιδήποτε μοιάζει να περιγράφει ένα όραμα «μεγαλεπήβολο» είναι σχεδόν απαγορευμένες∙ η εποχή επιτάσσει μία περισσότερο γήινη γραφή. Την ίδια στιγμή και περισσότερο αφηρημένη, ώστε να είναι ασφαλής. Για παράδειγμα, επιλέγουμε τη λέξη «άλλη» αντί της λέξης «νέα». Αναζητούμε έναν «άλλο τρόπο» και όχι ένα «νέο τρόπο». Η ασάφεια είναι περισσότερο ειλικρινής, διότι δεν περικλείει κανένα –ούτε καν φανταστικό– σχέδιο.


Παράλληλα, οι λέξεις περιγράφουν ένα περιβάλλον. Και η εικόνα για το πολιτικό περιβάλλον στο οποίο θέλουμε να μεταβούμε, αφού αφήσουμε πίσω μας αυτό που βιώνουμε, είναι εικόνα που ήδη φέρει έντονα σημάδια κόπωσης. Αν επιχειρήσει κανείς να διατυπώσει τις αλλαγές που θέλει να συμβούν, θα δει ότι μνημονεύει παλιά αιτήματα μεν, ανεκπλήρωτα δε. Τα παλιά αιτήματα πάλιωσαν και δεν φταίνε οι λέξεις που δεν μπορούν να τα ξαναπαρουσιάσουν. 


Σκέφτομαι ότι ίσως η ανεπαρκής γλώσσα της πολιτικής μάς εντείνει τη σκέψη ότι η ζοφερή ατμόσφαιρα είναι κατάσταση παγιωμένη και ότι ταυτόχρονα δηλητηριάζει ακόμη και την καθημερινή μας γλώσσα καθηλώνοντάς μας στη συναισθηματική μετριοπάθεια. 


Πάντα θα πιστεύω στις ατελείωτες διεξόδους της γλώσσας, πόσο μάλλον της δικής μας πλούσιας γλώσσας. Βλέπω όμως ότι στη σχέση της με την πολιτική, οι αντοχές της γλώσσας εξαντλούνται. Παράλληλα με τις κοινωνικές μας αντοχές.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ