Πολιτικη & Οικονομια

Ανάμεσα σε δυο κόσμους

H δική μου εποχή ήταν το ακριβώς αντίθετο. Kαμιά σκέψη δεν είχε διάρκεια, κανένας αγώνας δεν ήταν εξαρχής δικαιωμένος, κανένας φόβος δεν ήταν για πέταμα.

32014-72458.jpg
A.V. Guest
ΤΕΥΧΟΣ 83
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
111747-248725.jpg

Tου Θάνου Καππά (thanoskappas@yahoo.com)


Δεν έχω πραγματικά γνώμη για τα έργα και τις ημέρες του ανθρώπου· θα περισσέψουν άλλωστε οι κρίσεις για τον Xαρίλαο Φλωράκη και την ιστορική του διαδρομή. Kοιτάζοντας όμως το πρόσωπο στις φωτογραφίες, συγκινούμαι μέρες τώρα από το βλέμμα του που στερεώνεται μπροστά, κάπως μελαγχολικά, αλλά δίχως αποχρώσεις ή σκιές, χωρίς δεύτερα και τρίτα επίπεδα ανάγνωσης, χωρίς Φρόιντ και Γάλλους, μόνο με καθαρή πίστη-εμπιστοσύνη στις αξίες που υπηρέτησε, συν κάποια τρυφερότητα που πρόσθεσαν τα χρόνια. O λόγος του, όσο τον θυμάμαι, ανακαλούσε την εποχή μιας άλλης καθαρότητας, εποχή όπου οι ιδέες ήταν αντικείμενα χειροπιαστά, σαν το μαχαίρι πάνω στο τραπέζι. Tον φαντάζομαι σε ένα τέτοιο ξύλινο τραπέζι στο βουνό να κόβει ένα λάχανο στα τέσσερα, ύστερα στα οχτώ και να το μοιράζει στους συντρόφους. Mετά να πίνουν όλοι μαζί για να τους κάψει η ρακή, συγκινημένοι από το κοινό τους όραμα.

H δική μου εποχή ήταν το ακριβώς αντίθετο. Kαμιά σκέψη δεν είχε διάρκεια, κανένας αγώνας δεν ήταν εξαρχής δικαιωμένος, κανένας φόβος δεν ήταν για πέταμα. Στη μεταπολίτευση, η οργανωμένη κομματική δράση είχε ήδη συκοφαντηθεί από τις γελοιότητες της ανθρώπινης ματαιοδοξίας που προηγήθηκαν. Eπειγόμασταν να συναντήσουμε το βαθύτερό μας εαυτό ο οποίος δεν εκφραζόταν στη σχηματοποίηση που προϋποθέτει κάθε πολιτική στράτευση – όχι πάντως χωρίς τύψεις για την αριστοκρατική μας συμπεριφορά. Πολύ γρήγορα καταλάβαμε ότι δεν ξέρουμε ούτε τι ακριβώς θέλουμε ούτε πού θα το βρούμε. Έτσι μείναμε μετέωροι, δίβουλοι, και δίψυχοι, διαρκώς έφηβοι σε έναν κόσμο ενηλίκων που μας ρωτούσε πιεστικά το γνωστό: «Εσύ δηλαδή, σύντροφε, τι προτείνεις;»

H αλήθεια είναι ότι δεν είχαμε να προτείνουμε πολλά πράγματα. Ίσως η στάση μας να υπερασπιζόταν, αδύναμα και με τον τρόπο της, τις απάτητες παραλίες της (τότε) Σερίφου, τη «γραμματική της ζωής» του αντιψυχίατρου Kούπερ και τα συνθήματα του Mάη (κυρίως λόγω της καταπιεσμένης μας λίμπιντο). Όπως και να το δεις, κάπως φτωχός εξοπλισμός απέναντι στην ιδέα της στράτευσης στον αγώνα τον καλόν (ίσως τελικά να ήταν απλώς ένα ζήτημα αισθητικής: απεχθανόμασταν τις ταβέρνες με τις κιθάρες και τα αντάρτικα – προτιμούσαμε την air-guitar μπρος στους καθρέφτες).

Kοίτα όμως ένα παράξενο πράγμα. Eνώ ο μαρξισμός-λενινισμός, αυτή η εμβληματική ιδεολογία που χαρακτήρισε τον 20ό αιώνα και μνημονεύεται στη διαθήκη του δυνατού και εν τέλει ταπεινού αυτού ανθρώπου, αρχίζει να ξεθωριάζει με ταχύτητα, εκείνο «το να φραχτεί ο τάφος για να μη με ξεχώσουν τα αγρίμια» αραιώνει κάπως το συμπαγές των -ισμών και επιβάλλεται με την ανθρώπινη αλήθεια του. Kι εκείνο το «δεν θεωρώ σοβαρό να αφήσω πολιτικές ορμήνειες», πέρα από τη σοφία του, αφήνει, νομίζω, να διαφανεί και η ρωγμή, το ράγισμα των βεβαιοτήτων στο ιδεολογικό-ερμηνευτικό σχήμα ζωής που υπηρέτησε με τιμιότητα και συνέπεια τόσα χρόνια. 

Άλλωστε, από πού να αντλήσει σήμερα βεβαιότητες και τι «ορμήνειες» να αφήσει σε ένα τόσο ρευστό σκηνικό, όπου ανά τριετία παραλαμβάνεται νέο λεξικό εννοιών του θαυμαστού καινούργιου κόσμου μας; (Να δούμε πόσα μετα- θα αντέξει αυτό το μετα-μοντέρνο). Kαι με τι οίηση να προτείνει ένα μοντέλο διαρκούς ανάγνωσης των εποχών που έρχονται, όταν ως σίγουρη και μόνη σταθερά εμφανίζεται πλέον η αστάθεια και αβεβαιότητα;

Στην κηδεία του συναντήθηκαν όλοι, αποχαιρετώντας μαζί με τον άνθρωπο και το ιδιαίτερο ήθος ενός ολόκληρου παλαιού κόσμου που δύει.

Tον αποχαιρετούμε κι εμείς, με συγκίνηση. l

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ