Πολεις

Οι «Ψυχούλες» της Ξάνθης

Συγκινήθηκα σφόδρα όταν ανακάλυψα το μπλογκ «Παλιές φωτογραφίες της Ξάνθης», που επιμελείται ο ντόπιος Τάσος Τεφρωνίδης

4754-202316.jpeg
Στέφανος Τσιτσόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 522
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
94116-211188.jpg

Κάθε φορά που λέω πως θα πάω στην Ξάνθη για το Σαββατοκύριακο, μια λίστα από δοξαστικά επιφωνήματα και σχόλια συνοδεύουν την ανακοίνωσή μου!

Αχ η Παλιά Πόλη με τα υπέροχα καλντερίμια και τα αρχοντικά, ω, το πολύχρωμο παζάρι, τυφλά να έχουν η αγορά του Κάμντεν και το floating market της Μπανκόνγκ, μμμ, αυτές οι αξεπέραστες γεύσεις της καριόκας του Παπαπαρασκευά και των σιροπιαστών σερμπέτικων γλυκών του ζαχαροπλαστείου «Νέα Ελλάς»! Σε αυτό το ιδιότυπο top 10, μέσω του οποίου η γενέτειρά μου υπάρχει υπό το «βλέμμα των άλλων», περίοπτη θέση καταλαμβάνουν επίσης το ψηλό ρολόι της κεντρικής πλατείας, οι έθνικ εξότικ μαντίλες και οι παραδοσιακές στολές του θηλυκού μουσουλμανικού πληθυσμού, το «πόσο καταπληκτικά, θυμάμαι, περάσαμε σε εκείνο το καρναβάλι!», όπως επίσης το παραδοσιακό φαγητό του ζυθεστιατορίου «Η Κληματαριά», οι επιδόσεις της ποδοσφαιρικής Skoda με το πρόσφατο διπλό επί του Ηρακλή στο Καυταντζόγλειο και, φυσικά, ο Μάνος Χατζιδάκις, που το αναπαλαιωμένο πατρικό του σπίτι δεσπόζει επί της οδού Βενιζέλου, αλλά και οι περίφημοι μπασμάδες Κιρέτσιλερ, που για τους μερακλήδες καπνιστές είναι το απόλυτο φετίχ.

Χαμογελώ συγκαταβατικά με το παραλήρημα των φίλων μου και καμαρώνω που μερικά από τα κάλλη της γενέτειράς μου κατέχουν τόσο περίοπτη θέση στο συλλογικό εθνικό φαντασιακό, και μάλιστα καθόλου άδικα, ασχέτως εάν για την προσωπική μου μυθολογία όλα τα παραπάνω δεν είναι παρά στερεοτυπικές μορφές αφήγησης. Φολκλόρ φυγείν αδύνατον. Πες με vintage, πες με αρρωστάκι της νοσταλγίας, πες με παλιοκαιρίσιο φανατικό, αλλά, όπως το Village της Νέας Υόρκης του σήμερα δεν έχει καμιά σχέση με το Village του ’60, έτσι συμβαίνει και με το «χωριό» μου: η δική μου Ξάνθη, η ορίτζιναλ, θα βρίσκεται εκεί κάπου στα βάθη, τέλη του ’70 με μέσα του ’80, πίνει μπίρες στην παμπ «Γκουέρνικα» ακούγοντας Romeo Void, βλέπει τις «Άγριες Χήνες» με Ρίτσαρντ Μπάρτον στο σινέ Άλφα και στα τσακίρ κέφια σκαρφαλώνει στην κορυφή του «Αβγού», όπως λένε ακόμα το βουνό που σκέπει την πόλη, άθλος μέγας και ανηφόρα μεγάλη, τύφλα να έχει η ανάβαση του όρους Έβερεστ, τι να λέμε τώρα!

image

Έτσι συγκινήθηκα σφόδρα όταν ανακάλυψα το μπλογκ «Παλιές φωτογραφίες της Ξάνθης», που επιμελείται ο ντόπιος Τάσος Τεφρωνίδης. Μεθοδικά, με έρευνα και απίστευτη σπουδή, ο Τάσος κατάφερε να περισυλλέξει αλλά και να κωδικοποιήσει σε χρονοκατηγορίες έναν πλούτο από εικόνες που άνετα θα μπορούσαν να συστήσουν ένα φωτογραφικό μουσείο. Κατοχές, καπνέμποροι, ωρολογάδες, κυνηγοί, γαμπροί και νύφες, ήθη, έθιμα και χοροεσπερίδες, τάξεις γυμνασίων και παλιά κτίρια, γέφυρες, στρατοί και αξέχαστοι άνθρωποι, που έζησαν, δημιούργησαν και έφτιαξαν την πόλη και το μύθο της. Η real Xanthi rockanrolla βρίσκεται εδώ, έγγραφα, έντυπα, ποτάμια και κουκίδες ιστορίας σε ένα ψηφιακό αρχείο που, κάθε που μπαίνω, με ζώνουν ρίγος και συγκίνηση.

Έπαθα έναν «ζαπλαμά», όπως λέμε στην ντοπιολαλιά μας το σοκ. Ο Τάσος ανέβασε όλες τις φωτογραφίες που μπόρεσε να μαζέψει από τυπάρες της Ξάνθης, που ο βίος και η πολιτεία τους ακόμα αποτελεί σημείο αναφοράς και διήγησης στις παρέες. Ο Γιάννος, που στις παρελάσεις φορούσε άσπρα γάντια και ρύθμιζε την κυκλοφορία καλύτερα και από τροχονόμο, ο Τάκης, που σε όλες τις κηδείες κουβαλούσε τα στεφάνια και στις μεγάλες χαρές πανηγύριζε σαν μωρό, και φυσικά ο μέγας Γκουσγκούνης, μασκότ της ποδοσφαιρικής ομάδας ΑΟΞ, όπως τότε έλεγαν τη σημερινή Skoda, ασύλληπτος τερματοφύλακας σε αυτοσχέδια ματσάκια στην κεντρική πλατεία και λάτρης της σοκοφρέτας, με αποτέλεσμα όλη η πόλη να του φωνάζει «σόκο» και εκείνος να της απαντά «φρεεετααα!». Ο πρώην μαθηματικός Γαλόπουλος, που έχασε τα μυαλά του από το πολύ διάβασμα και το χειμώνα παρά το πολικό κρύο τριγύριζε στους δρόμους γυμνόστηθος. Ο Άνθιμος που ολημερίς και ολονυχτίς ούρλιαζε «ρρριιιγγγααανννηηη», η κυρία που κάθε απόγευμα στις 5, στημένη μπροστά από την πρώην Εμπορική Τράπεζα και ντυμένη στην τρίχα με κρινολίνα και ομπρέλα περίμενε τον Κωσταντίνο Καραμανλή, αφού ο θρύλος λέει πως της είχε τάξει ραντεβού κατά την επίσκεψή του το ’56, είναι μερικές από τις «Ψυχούλες» που έζησαν εδώ.

image

Ο αείμνηστος Γκουσγκούνης. Ακόμα και σήμερα παραμένει ένας τυπάρας, που τα έργα και οι ημέρες του συζητούνται από τους βέρους Ξανθιώτες. Υπήρξε τερματοφύλακας, επίσημη μασκότ της πόλης, party animal και μέγας ζεν πρεμιέ.

Τι συγκινητική λέξη το «Ψυχούλες»! Ούτε «τρελοί», ούτε «ζαβοί», ούτε «πειραγμένοι», ούτε άλλα σκληρά και περιπαικτικά με τα οποία στις τοπικές κοινωνίες ντύνουν κάποιους ιδιαίτερου ψυχισμού ανθρώπους. Μα «Ψυχούλες»! Πάντα το είχε αυτό η Ξάνθη, με γλύκα δηλαδή και στοργή μεγάλη περιέθαλπε τους ιδιαίτερους. Τους κερνούσε φαγητό και ποτό στα καφενεία, τους είχε ισότιμους συνομιλητές στην «αγορά του Δήμου», όπως λέγαμε τις υπαίθριες συζητήσεις κάτω από το ρολόι. Στην τοπική εφημερίδα Xanthi Press ο δημοσιογράφος Γιάννης Σιδηρόπουλος γράφει: «Οι περισσότεροι από αυτούς ήταν άτυχοι στη ζωή, όπως άτυχοι και στο θάνατο. Άφησαν όμως μια γλυκιά ανάμνηση στην πόλη, μια ευχάριστη νότα από ένα παρελθόν που μέσω της διάσωσης αυτών των φωτογραφιών συγκίνησε τους Ξανθιώτες».

Κάθε φορά που λέω πως θα πάω στην Ξάνθη, μια λίστα από δοξαστικά επιφωνήματα και σχόλια συνοδεύει την ανακοίνωσή μου. Χαμογελάω συγκαταβατικά με τους φίλους μου και το πόσο στερεοτυπικά, φολκλορικά και τουριστικά βλέπουν την πόλη. Εντάξει, δίκιο έχουν, όμως ένα από τα καλύτερα πράγματα που συνέβησαν κάποτε εδώ, πέρα από μπάλες, καριόκες, καρναβάλι και λοιπά, είναι ο μεγαλόψυχος τρόπος με τον οποίο συμβίωσαν οι άνθρωποι, οι συμβατικοί με τους ιδιαίτερους, οι «λογικοί» και οι «άλλοι». Και αυτό το τελευταίο είναι για μένα αυτό που πάντα θα ξεχωρίζει την πόλη μου από τις υπόλοιπες του ελληνικού χάρτη. Respect.

image

Παλιοί Ξανθιώτες ενώπιον τυπικού, παραδοσιακού αρχοντικού.

image

Γιάννος. Στις παρελάσεις ντυνόταν τροχονόμος και ρύθμιζε την κυκλοφορία. 

image

Δεκαετία ’70, παραλία Αβδήρων. Δροσιές στη θάλασσα υπό τη σκιά των αρχαίων. Για τους Ξανθιώτες ήταν η Κόπα Καμπάνα της εποχής.

image

Παρέλαση του Βουλγαρικού στρατού κατοχής

image

Τάκης, μια από τις θρυλικές μορφές των «ιδιαίτερων» της Ξάνθης. Παρών σε όλες τις κηδείες, πάντα στην πρώτη γραμμή με στεφάνι αλλά και τις μεγάλες χαρές-όπου πανηγύριζε περισσότερο από όλους.


Στην κεντρική φωτό: Η δεκαετία του ’70 είναι μια άλλη χώρα. Κίτρινα ταξί, επιχρωματισμένες καρτ-ποστάλ και στο φόντο το πλατύφυλλο πλατάνι-σήμα κατατεθέν της κεντρικής πλατείας.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ