Πολεις

Η μοναξιά είναι λέξη παρεξηγημένη στην εποχή μας

Θυμήθηκα τις συζητήσεις μας με τον Σταύρο το καλοκαίρι, στη Νέα Υόρκη, όταν κάναμε βόλτες αργά τη νύχτα στους 51 δρόμους

6971-132439.jpg
Ελένη Σταματούκου
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
dimitris-pantos-x9zfeumrrow-unsplash_1.jpg
© Dimitris Pantos on Unsplash

Η Ελένη Σταματούκου γράφει για τη ζωή στις μεγάλες πόλεις και όσα συμβαίνουν γύρω μας.

Διαβάζεται ακούγοντας αυτό: 

Moderat - Rusty Nails

Είναι βράδυ και πάω να βρω έναν φίλο σε ένα ξεχασμένο μπαρ, που μένει ξάγρυπνο όλη τη νύχτα σε μια από τις συνοικίες του κέντρου. Ο φίλος μοιάζει να είναι μόνος και κουρασμένος. Μου λέει ότι ζούμε μέσα στο δράμα και ότι αυτό τον έχει κουράσει. Σκέφτομαι ότι σαν λαός είμαστε επιρρεπείς στα δράματα και στις τραγωδίες. 10+ χρόνια κρίσης δεν είναι και λίγα, αποτυπώθηκαν στις ζωές μας. Αλλά από την άλλη είμαστε και έτσι από τη φτιαξιά μας, εκ γενετής παθιασμένοι, λατρεύουμε τις φωνές, τα κλάματα, αλλά και το γέλιο. Για αυτό μάλλον γελάμε στις κηδείες και κλαίμε στους γάμους. Όλα στα άκρα και με τέρμα τα γκάζια, έτσι ζούμε τις ζωές μας. Σιχαίνομαι τα στερεότυπα, είναι για μη εκ βαθέων συζητήσεις, απλά για να έχεις κάτι να πεις όταν από αμηχανία δεν έχεις και όμως να εδώ γράφω για τα δικά μας στερεότυπα.  

Οι λιγοστοί πελάτες του μαγαζιού έχουν μαζευτεί στην άκρη του μπαρ, εκεί που έχει τοποθετηθεί η ταμειακή μηχανή. Μια μεγάλη οθόνη είναι κρεμασμένη πίσω από τη μακριά μπάρα επίτηδες για τους μοναχικούς, που συχνάζουν εκεί τα βράδια και ψάχνουν λίγη παρέα. Από τα ηχεία ακούγεται η Πέγκυ Ζήνα, ενώ η τηλεόραση παραμιλάει ειδήσεις και ποδόσφαιρο. Η μοναξιά είναι λέξη παρεξηγημένη στην εποχή μας, ειδικά σήμερα που όλοι μοιάζουν άφθαρτοι, δυνατοί και επιτυχημένοι στον ψηφιακό μόνο κόσμο, γιατί στον πραγματικό παραμένουν απλά άνθρωποι. Τόσες οθόνες που μας έχουν κατακλίσει, οι άνθρωποι έχουν γίνει είδος προς εξαφάνιση, γεμίσαμε cyborgs. Μου λείπουν οι άνθρωποι. Θυμάμαι στη Νέα Υόρκη, στα μαγαζιά υπήρχαν θέσεις ειδικά για τους μόνους. Εκεί κάθεται ο ένας δίπλα στον άλλον και πιάνουν την κουβέντα, για τον καιρό, για το πόσο μισούν τον Τραμπ, για τα ταξίδια που θα κάνουν και ύστερα αποχωρίζονται και δεν συναντιούνται ποτέ ξανά. Μιλάς με τον άλλον για ώρες ολόκληρες και ύστερα απλά χανόσαστε, λες και δεν συναντηθήκατε ποτέ. Εκεί η μοναξιά είναι κοινωνικά αποδεκτή. Θυμάμαι όλες τις συζητήσεις που έκανα με τους «μόνους» της πόλης, κάποιες από αυτές τις σημείωσα στο μυαλό μου για να τις γράψω μετά.

Προχωράω πάνω στην Εγνατία. Η πόλη είναι άδεια. Τρεις αστυνομικοί έχουν σταματήσει έναν άνθρωπο για έλεγχο. Εκείνος τους δείχνει κάτι χαρτιά, αλλά εκείνοι συνεχίζουν να τον ψάχνουν. Του ανοίγουν την τσάντα και μετά τον «συλλαμβάνουν», δε μπορώ να καταλάβω τι συμβαίνει. Εκείνος χωρίς αντίσταση τους ακολουθεί. Θα τον πάνε στο Τμήμα και εκεί τι θα συμβεί; Κι αν έχει τα χαρτιά του θα τον ξεγυμνώσουν και θα τον εξευτελίσουν; Άνθρωποι έχουν μαζευτεί και παρατηρούν το σκηνικό. Αισθάνομαι άβολα, εκείνος πολύ περισσότερο.

Δευτέρα πρωί, δεν έχω όρεξη να πάω στη δουλειά. Το απόγευμα μιλάμε με τον Θωμά στο τηλέφωνο. Παραιτήθηκε από τη δουλειά του -δεν άντεξε άλλο, το πεδίο είναι «άγριο» για κάποιον που δουλεύει 4 χρόνια στο προσφυγικό- και τώρα είναι στην Κεφαλονιά και κάνει διακοπές διαρκείας. Σκέφτομαι το νησί και είναι πια σχεδόν χειμώνας. Παλιά λέγαμε πότε θα βγούμε στη σύνταξη. Τώρα πια τρέχουμε να προλάβουμε τον χρόνο, -χωρίς πιστώσεις πια- μήπως και δεν κάνουμε αυτά που πάντα θέλαμε. Ο μοναχικός φίλος μού είπε να παραιτηθώ και να πάω να δουλέψω ένα μήνα στο Μακεδονία Παλλάς, για να γράψω μετά αστείες ιστορίες, για αστείους μάλλον ανθρώπους. Θυμήθηκα τις συζητήσεις μας με τον Σταύρο το καλοκαίρι στη Νέα Υόρκη, όταν κάναμε βόλτες αργά τη νύχτα στους 51 δρόμους. Αναρωτιόμασταν πώς ζουν οι άνθρωποι τις ζωές τους πίσω από τα μικρά παράθυρα. Μήπως το νόημα της ζωής βρίσκεται τελικά σε ένα μικρό βιβλιοπωλείο σε ένα ελβετικό χωριό; Για τον Σταύρο σίγουρα ναι. Για εσάς δεν ξέρω.

Πάω στο σούπερ-μάρκετ. Ένας νεαρός πηγαινοέρχεται έξω από τις αυτόματες πόρτες, οι οποίες ανοιγοκλείνουν. Μιλάει στο τηλέφωνο, βασικά τσακώνεται με κάποιον. Θέλω να τον προσπεράσω, αλλά δε μπορώ. Υψώνει τη φωνή του, και φωνάζει στο ακουστικό λέγοντας «Εντάξει, μαμά, αντίο μαμά». Με πιάνουν τα γέλια. Πάντα μια μαμά φταίει για όλα, έτσι τουλάχιστον θέλουμε να πιστεύουμε. Φιλιά και αγάπη σε όλες τις μαμάδες του κόσμου.

Τα λέμε την επόμενη Κυριακή…

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ