Life in Athens

Οι πέντε αισθήσεις μιας πόλης: Ακοή

Η επιλεκτική ακοή έχει γίνει μια από τις ασθένειες της «μικρής» μας μεγαλούπολης

eleni_helioti_1.jpg
Ελένη Χελιώτη
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
akoi_1.jpg

Τι θα σου λείψει περισσότερο εάν χάσεις την ακοή σου; Η μουσική. Αυτό θα σκεφτόμασταν όλοι. Όταν όμως ακόμα και η αναπνοή σου παράγει ήχο, πίστεψέ με, θα σου λείψουν πολλά περισσότερα. Η φωνή του αγαπημένου σου ανθρώπου, ο ήχος ενός αγωνιστικού αυτοκινήτου WRC που αντηχεί στα δάση της Ουνινπόγια στη Φινλανδία καθώς πλησιάζει, η πόρτα του σπιτιού σου όταν κλείνει πίσω σου μετά από μια κουραστική μέρα, το βογγητό απόλαυσης του συντρόφου σου, το θρόισμα των φύλλων και οι κραυγές των ζώων σε ένα δάσος, το γέλιο του παιδιού σου, ο ήχος της πόλης σου.

Η Άκερμαν μας λέει ότι υπάρχει μια γεωγραφική ποιότητα στην ακοή καθότι οι ήχοι πρέπει να «τοποθετηθούν» στο χώρο, και να προσδιοριστούν τόσο από τον τύπο όσο και από την ένταση. Το αυτί μας και ο μηχανισμός του είναι ένα μικρό θαύμα. Το αυτί δεν είναι υπεύθυνο όμως μόνο για τους ήχους που φτάνουν και επεξεργάζονται στον εγκέφαλό μας, αλλά και για την αίσθηση του προσανατολισμού και της ισορροπίας. 

Οι αισθήσεις, ως επί το πλείστον, δουλεύουν συνδυαστικά και βοηθούν η μία την άλλη να αντιληφθούμε και να αφομοιώσουμε τον κόσμο γύρω μας όσο πιο ρεαλιστικά και μεστά μπορούμε. Οι ήχοι μιας πόλης ξεκινάνε από τους πολίτες της: κόρνες, φωνές, κλάματα μωρού, γάβγισμα σκυλιών, ο μπάσος ήχος των υδραυλικών του σκουπιδιάρικου τα ξημερώματα, ο κινητήρας μόλις στρίψεις τη μίζα, η αναγγελία της επόμενης στάσης στο μετρό, οι φωνές των λαϊκατζίδων της γειτονιάς σου (δεν παίζει να μην έχεις λαϊκή κάπου κοντά σου), ακόμα και το μεγάφωνο του παλιατζή που σε ξυπνάει το πρωί στις εννιά Κυριακάτικα…

Οι πόλεις υποφέρουν από έλλειψη σιωπής όπως το διάστημα από έλλειψη ήχου. Κι όμως, πόσοι από εμάς έχουμε ξυπνήσει έντρομοι από έναν εφιάλτη όπου προσπαθούσαμε να φωνάξουμε και δεν έβγαινε άχνα; Πόση ανάγκη έχουμε να εισακουστούμε σε μια μεγαλόπολη, και πόσο αδύναμη είναι η φωνή μας; Πόσες φορές εκλαμβάνουμε τη σιωπή ως πιο ισχυρή από οποιαδήποτε λέξη, και πόσες την καταριόμαστε γιατί μας αφήνει στο σκοτάδι; 

Υπάρχει κάτι που λέγεται ανηχοϊκός θάλαμος: ένα δωμάτιο τόσο καλά μονομένο που όχι μόνο δεν επιτρέπει σε ήχους να μπαίνουν και να βγαίνουν μέσα από αυτό, αλλά ακόμα και οι ήχοι που θα παραχθούν μέσα του δεν μπορούν να ανακλαστούν, καθότι μόλις έρθουν σε επαφή με τον τοίχο αφομοιώνονται, και έτσι δεν έχεις καμία αντίληψη του χώρου, παρά μόνο με την όραση. Οι περισσότεροι άνθρωποι αντέχουν ελάχιστο χρόνο μέσα σε έναν τέτοιο θάλαμο διότι μετά από λίγα λεπτά αρχίζεις να ακούς τους χτύπους της καρδιάς σου, το αίμα που κυλάει στις φλέβες σου, τον θόρυβο που παράγουν τα αυτιά, ακόμα και τα όργανά σου. Εάν δε κλείσεις και τα μάτια σου, δεν μπορείς καν να υπολογίσεις που βρίσκεται ο πιο κοντινός τοίχος. Θα μπαίνατε; Και εάν ναι, γιατί; Εγώ για να ακούσω πως κυλάει το αίμα μου.

Πόσο εύκολα γίνεται ένας άγνωστος ήχος γνώριμος, και πόσο γρήγορα καταντάει κουραστικός, πεζός, βαρετός, ή ακόμα και ενοχλητικός; Όταν η λέξη παραμένει αναλλοίωτη αλλά αλλάζει η χροιά ή ο τόνος της φωνής μας, όταν η φιλοφρόνηση γίνεται ειρωνεία, όταν η έννοια αλλοιώνεται απ’ τη χρήση, όταν το γύρισμα της γλώσσας συνδιάζεται με το γύρισμα των ματιών. Κοιτάς αλλά δεν βλέπεις, λέμε. Κάνεις πως δεν ακούς. Η επιλεκτική ακοή έχει γίνει μια από τις ασθένειες της μικρής μας μεγαλούπολης. Ακούμε μόνο αυτά που εξυπηρετούν τη συνέχεια της συνθήκης που έχουμε επιβάλλει στον εαυτό μας, και έτσι βαδίζουμε ανενόχλητοι μέσα από ένα πλήθος ανθρώπων που μιλάνε ακατάπαυστα αλλά δεν ακούν. 

Αναφέρθηκα πιο πάνω σε ανηχοϊκούς θαλάμους. Στον αντίποδα, τοποθετώ τα αμφιθέατρα των πανεπιστημίων που σφύζουν από ζωή, τις κινηματογραφικές αίθουσες και πως αυτές μπορούν να γίνουν κοιτίδες αισιοδοξίας, όπως και τις λυρικές σκηνές: γεννήτορες ηχητικής πανδαισίας. Επιλέγω για ακουστικό επιδόρπιο το κρεσέντο ενός πιάνου και το στακάτο των πλήκτρων μιας παλιάς γραφομηχανής ενώ αυτή πλάθει από το τίποτα την επόμενή μας αστική περιπέτεια.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ