Ταξιδια

H Λέσβος του Γιώργου Παυριανού

Το μόνον της ζωής μου ταξίδιον

4831-35211.jpg
Γιώργος Παυριανός
ΤΕΥΧΟΣ Summer Guide 2009
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
H Λέσβος του Γιώργου Παυριανού

Λέσβος: Ο δημοσιογράφος και στιχουργός Γιώργος Παυριανός γράφει για το αγαπημένο του νησί στην Athens Voice

Λέσβος: «Είδες που δεν ήθελες να έρθεις; Δεν περνάμε υπέροχα;» με ρωτάει ο Νίκος Μουρατίδης. Έχω ξεχαστεί, είναι ένα ζεστό πρωινό του Αυγούστου 1991 και για πρώτη φορά στη ζωή μου απολαμβάνω διακοπές στην Πέτρα, στο σπίτι της αγαπημένης φίλης Φρόσως Ράλλη.

Σιχαίνομαι τις διακοπές για τρεις λόγους: Πρώτον, γιατί δεν έχω να διακόψω τίποτα, ό,τι κάνω όλο το χρόνο το κάνω και το καλοκαίρι. Γράφω. Δεύτερον, γιατί δεν μπαίνω ποτέ στη θάλασσα. Όποτε το έχω επιχειρήσει, βγαίνω έξω, αρχίζω να τρέμω σα γύφτος, μελανιάζω και μου κόβεται η αναπνοή. Τρίτον, γιατί δεν αντέχω την πίκρα της επιστροφής. Πάνω που έχεις γαληνέψει, πρέπει να ξαναμπείς στη χαβούζα της πόλης.

Έτσι δεν είχα κάνει ποτέ διακοπές. Με τέτοια παρέα όμως θα πήγαινα ακόμα και στην Κόλαση. Είναι εδώ ο Νίκος Μουρατίδης, που βάζει τα ακουστικά του walkman, κλείνει τα μάτια και χαμογελά ευτυχισμένος. Η Φρόσω και η Μανουέλα Παυλίδου έχουν πάει στο φούρνο του χωριού. Η Ρένια Λουιζίδου στύβει χυμούς πορτοκάλι και μιλάει ασταμάτητα για γκόμενους με την Πέπη Ραγκούση, η οποία κάνει χαλάουα στα πόδια της. Ο Άρης Δαβαράκης λέει: «Πάω μια βόλτα» και όλοι ξέρουμε ότι θα πάει να αγοράσει μικρά μπουκαλάκια ούζο ΜΙΝΙ τα οποία αργότερα θα θάψει στην ακρογιαλιά για να είναι δροσερά. Η Δήμητρα Παπαδοπούλου τσακώνεται σε μια γωνιά της αυλής με τον γκόμενό της τον Γιώργο. Είμαι κι εγώ που έχω μόλις «ανακαλύψει» τον Σάκη Ρουβά και του γράφω στίχους για τον πρώτο δίσκο του.

Μπαίνουν η Φρόσω και η Μανουέλα, κουβαλώντας μικρές, ατομικές λαγάνες. Τις ανοίγουμε στη μέση, βάζουμε δεξιά κι αριστερά κασέρι και στη μέση ένα χοντρό κομμάτι παριζάκι. Μερικοί προσθέτουν και φέτες ντομάτας. Όλα αυτά τα μικρά φεστιβάλ χοληστερίνης τυλίγονται με αλουμινόχαρτο. Θα τοποθετηθούν επάνω στις καυτές κροκάλες της παραλίας της Εφταλούς και θα μείνουν εκεί για αρκετή ώρα μέχρι το κασέρι να λιώσει και το παριζάκι να ψηθεί από την πολλή ζέστη. Κάποια στιγμή κάποιος θα πει «μωρέ πείνασα, λέω να φάω το σαντουιτσάκι μου!» και όλοι θα ορμήσουμε στα τυλιγμένα αλουμινόχαρτα.

Έχουμε γίνει σα φάλαινες από το πολύ φαΐ. Αφού, όταν κάποιος βγαίνει από τη θάλασσα, οι υπόλοιποι γυρνάμε το κεφάλι, τον παρατηρούμε και φωνάζουμε εν χορώ: «Τέρατα εξέβρασε η θάλασσα!».

Στην παραλία της Εφταλούς ο Μουρατίδης ακούει μουσική, ο Δαβαράκης ψάχνει να βρει πού έχει θάψει τα ουζάκια, ο Γιώργος τσακώνεται με τη Δήμητρα κι εγώ με ένα μπλοκάκι κι ένα στιλό στο χέρι το παίζω ότι γράφω στίχους. Τα κορίτσια πάλι κάνουν περιποίηση σώματος (!). Χιλιάδες αντιρυτιδικές κρέμες, κρέμες σύσφιξης, τόνωσης, ενυδατικές, για τα μάτια, το πρόσωπο, τους αγκώνες, τα χέρια, τις ραγάδες βγαίνουν από τις τεράστιες τσάντες και απλώνονται με προσοχή σε όλα τα σημεία του κορμιού.

Μετά σκουπίζουν προσεχτικά τα χέρια στις πετσέτες και βγάζουν από τις τσάντες το ίδιο βιβλίο: Ζυράννα Ζατέλη! Αν τη διαβάζουν; Για μισή ώρα ανάσκελα. Μετά από αυτό το διάστημα γυρίζουν μπρούμυτα, ανοίγουν το βιβλίο στη μέση, το βάζουν σαν αντίσκηνο πάνω στο κεφάλι και μέσα από την τσάντα βγάζουν αυτά τα ωραία αισθηματικά μυθιστορήματα που μιλάνε για άντρες με θεληματικό πηγούνι κ.λπ. Έτσι, με τις Ζυράννες Ζατέλες στο κεφάλι και τις Αναΐς-Αναΐς στα χέρια, μας παίρνει ένας γλυκός ύπνος.

Το απόγευμα πηγαίνουμε για ψάρι στην ταβέρνα της Εφταλούς ή για κόκορα κρασάτο πάνω στο Πετρί. Η Φρόσω έχει ένα στρατιωτικό τζιπάκι κι έτσι όλη αυτή η τρελή παρέα μπορεί να μετακινηθεί. Η Καλλονή δεν είναι καθόλου καλλονή εκτός από τις υπέροχες σαρδέλες της. Στην πρωτεύουσα, τη Μυτιλήνη, περάσαμε υπέροχα γιατί συναντήσαμε έναν τύπο που μας ανέβασε πολύ. Περάσαμε από τον υπέροχο Μόλυβο και υποβάλαμε τα σέβη μας στον Λευτέρη Παπαδόπουλο, που παραθερίζει κάθε χρόνο εκεί. Στο Σίγρι, το απολιθωμένο δάσος ήταν cool. Στην Ερεσσό δεν πήγαμε, γιατί γινόταν το ετήσιο συνέδριο των λεσβιών κι από λεσβία είχε πήξει το μάτι μας. Πάντως, όπου και να πήγαμε το τοπίο ήταν μαγευτικό. Παραλία μας παρέμεινε η Εφταλού. «Εφταλού, Εφταλού, δεν πάω πουθενά αλλού!».

Προς το βραδάκι επιστρέφουμε σπίτι και κάνουμε ντους για να φύγουν τα αλάτια. Νέα σειρά καλλυντικών βγαίνει από τις τσάντες και απλώνεται στα ξεροψημένα χοντρά κορμιά. Μετά αρχίζουν τα τηλεφωνήματα: Η Φρόσω για τις τηλεθεάσεις, η Μανουέλα και ο Μουρατίδης για τις πωλήσεις στο ελληνικό και ξένο ρεπερτόριο της Polygram, η Ρένια και η Δήμητρα για προτάσεις στο θέατρο και την τηλεόραση. Η Πέπη για να μάθει τα καλλιτεχνικά κουτσομπολιά, ο Άρης για να μάθει τι κάνει ο Τάσος, μόνο εγώ και ο Γιώργος δεν τηλεφωνάμε… Και καλά ο Γιώργος, είναι υδραυλικός, τι να πάρει να πει; «Μήπως σας βούλωσε ο νεροχύτης;». Όμως εγώ; Εγώ, λοιπόν, περιμένω μέχρι αργά το βράδυ και όταν έχουν πάει όλοι για ύπνο, κατεβαίνω στο σαλόνι, παίρνω τον αριθμό, «Έλα Σάκη, ο Παύρης είμαι» λέω και μιλάμε με τις ώρες! «30.000 ήρθε ο λογαριασμός του ΟΤΕ» έλεγε απελπισμένη η Φρόσω.

Μετά από μια βδομάδα διακοπών έχω αρχίσει να τρελαίνομαι. Με πιάνουν παρακρούσεις ότι έχουν μπει κλέφτες στο σπίτι, ότι έχω ξεχάσει το θερμοσίφωνα ανοιχτό, ότι έχει σπάσει ο σωλήνας του νερού. Μα η χειρότερη παράκρουση είναι πως ο Σάκης ετοιμάζει το δίσκο με άλλο στιχουργό και πως ο Νίκος και η Μανουέλα το ξέρουν και μου το κρύβουν. Η παρέα αντιλαμβάνεται ότι τα έχω παίξει και με ενημερώνει ότι την επομένη φεύγει το αεροπλάνο, μου έχουν κλείσει θέση, η Φρόσω μπορεί να με πάει μέχρι το αεροδρόμιο, δεν χρειάζεται να ανησυχώ για τίποτα, τα έχουν φροντίσει όλα.

Δέχομαι την πρότασή τους με ανακούφιση. Γυρίζω πίσω στην αγαπημένη μου Αθήνα, βλέπω πως όλα είναι στη θέση τους (εκτός από τον Σάκη φυσικά!) και από τότε, δόξα τω Θεώ, σχεδόν 20 χρόνια, δεν έχω φύγει απ’ τη μικρή μας πόλη για διακοπές…

Γιώργος Παυριανός είναι δημοσιογράφος και στιχουργός

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ