Ταξιδια

Νάξος

Γράφει η Νάσια Κονιτοπούλου

62222-137653.jpg
A.V. Team
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
46298-96223.jpg

Δεν το επιδιώκω ιδιαίτερα, αλλά κάθε καλοκαίρι το μυαλό μου γυρνάει πίσω, στα χρόνια της εφηβείας. Στις διακοπές με την οικογένειά μου, στο σπίτι της γιαγιάς Σουλιώς.

(Κλείνω τα μάτια). Είμαι στο καράβι, με το πρόσωπο κόντρα στον αέρα· ο ήλιος με τυφλώνει και μια φωνή μού ψιθυρίζει στ’ αυτί. «Κοντεύουμε, κάνε λίγη υπομονή ακόμα». «Δεν μπορώ, βρε μπαμπά, αυτή η δραμαμίνη μ’ έκανε χειρότερα!». Σήμερα τη ζαλάδα που ένιωθα τη θυμάμαι με ευχαρίστηση!

(Ξανακλείνω τα μάτια). Στο αυτοκίνητο με τους γονείς και τον αδελφό μου, χαζεύω από το παράθυρο. Δεν έρχονται εικόνες αυτή τη φορά, αλλά μυρωδιές· ασπαρθιές, θυμάρι… Περνάμε ένα-ένα τα χωριά μέχρι να φτάσουμε στο δικό μας, τον Κυνίδαρο! Είναι στο κέντρο του νησιού, ορεινό. Έχουμε περάσει στροφές, γκρεμούς και... επιτέλους, να, το σχολείο! Είναι το πρώτο κτίριο που βλέπει κανείς, αφού είναι χτισμένο στο ψηλότερο σημείο. Αριστερά μας, μπαίνοντας στο χωριό, είναι η εκκλησία και το νεκροταφείο. Μπιιιιιιπ! Μπιιιιπ! Πάντα κόρναρε ο πατέρας μου – ήταν ο δικός του χαιρετισμός στον πατέρα του. Κάθε φορά ήξερα πώς θα τον «χαιρετήσει» και κάθε φορά ανατρίχιαζα, ένιωθα δέος με την κίνηση. Επιτέλους, φτάσαμε. Παρ’ όλη την κούραση ανεβαίνω τρέχοντας τα σκαλιά. «Γιαγιάαααααα! Παππού!». «Αχού, καλέ ήρθανε!». Αγκαλιές, φιλιά, συγκίνηση. «Έχετε φάει; Τι να σας φτιάξω;» Το αιώνιο άγχος της γιαγιάς, της μητέρας της μαμάς μου.

Πρώτες κουβέντες και κατευθείαν για τις Ντριάδες – ένα δασάκι όπου έπαιζα από παιδί. Πάντα ακολουθώ ένα ρυάκι με νερό. Μέσα στο δάσος από δρύες κάθομαι σ’ ένα βράχο και χαζεύω τα ψηλά δέντρα. Εκεί με βρίσκουν οι φίλες μου. Τα νέα της άφιξής μας κυκλοφόρησαν, βλέπεις. Λέμε περιληπτικά τα νέα και δίνουμε ραντεβού στις 7.00 το απόγευμα.

Έχω επιστρέψει στο σπίτι. Ώρα για ξεκούραση, μ’ ένα βιβλίο στο χέρι. Η γιαγιά είναι μανιώδης αναγνώστρια, κυρίως ρομάντζων. Βρίσκω ένα Άρλεκιν. Μια χαρά!

Το απόγευμα για μπάνιο στη Γρότα – είναι ένας κόλπος κάτω από την Πορτάρα. Μια λωρίδα γης τον χωρίζει στη μέση. Από τη μια είναι άμμος και απανεμιά και απ’ την άλλη βράχια και άγρια θάλασσα. Προτιμάμε την ήσυχη πλευρά. Οι πιο θαρραλέοι, κυρίως αγόρια, πάνε και βουτάνε απ’ την άλλη μεριά. Μ’ αυτόν τον τρόπο έχουν μια ελπίδα να προκαλέσουν την προσοχή των κοριτσιών.

Έρχονται οι γονείς μου. «Θα σε πάρουμε μαζί μας. Ήρθαν φίλοι με τα παιδιά τους και θα τους ξεναγήσουμε!». Πρώτος σταθμός ο Άγιος Προκόπιος – μεγάλη παραλία με χοντρή άμμο και καταγάλανα νερά. Στη συνέχεια παραδίπλα, η Αγία Άννα. Κι αυτή τεράστια, με ένα μικρό άσπρο βοτσαλάκι σαν ρύζι ατμού. Τέλεια! Ακολουθεί το Καστράκι και το Πυργάκι. Εδώ το τοπίο σε κάνει ν’ αναρωτιέσαι αν παραμένεις στο ίδιο νησί. Αμμόλοφοι... και στην κορυφή κέδροι. Και κάτι φυτά σαν σπαθιά, άλλα σαν κάκτοι.

…………..

«Μαμάαααααααα!». Προσγείωση.

Ο γιος μου με επαναφέρει στο παρόν.

«Πού θα πάμε φέτος για διακοπές;».

«Λέω να πάμε Νάξο!».

Πρέπει να ανανεώσω τις αναμνήσεις μου ή τέλος πάντων να προσθέσω κι άλλες. Με πονάει κάθε φορά η επιστροφή μου στο νησί. Ίσως, επιχειρώντας την, να πολεμήσω τον πόνο της απώλειας! Αλλά το μυαλό μου συνεχίζουν να τριβελίζουν οι στίχοι ενός τραγουδιού του πατέρα μου «Ας ήταν να γυρίζανε τα χρόνια πάλι πίσω/ το γέρο μου και τη γριά να τους ξαναντικρίσω...».

Καλό καλοκαίρι!

* Η Νάσια Κονιτοπούλου είναι τραγουδίστρια. Το τελευταίο της CD «Νάσια Κονιτοπούλου, Live» κυκλοφορεί από τη Legend.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ