Health & Fitness

Ηπατίτιδα D (δέλτα): Μία σοβαρή αλλά ξεχασμένη πάθηση

Νεότερα θεραπευτικά δεδομένα για την αντιμετώπισή της

sofia-neta.jpg
Σοφία Νέτα
ΤΕΥΧΟΣ 787
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Γυναίκες μιλάνε σε ιατρείο
© Pexels/ Mart Production

Η Ειρήνη Ράπτη, MD, PhD, Παθολόγος-Ηπατολόγος, Συνεργάτης Ηπατολογικής Κλινικής Ιατρικού Αθηνών εξηγεί για την ηπατίτιδα D.

Ειρήνη Ράπτη, MD, PhD, Παθολόγος-Ηπατολόγος, Συνεργάτης Ηπατολογικής Κλινικής Ιατρικού Αθηνών
Ο ιός της ηπατίτιδας δ είναι από τους μικρότερους ιούς που είναι ικανοί να προκαλέσουν νόσο στον άνθρωπο. Προκαλεί τη χρόνια ηπατίτιδα δ (ΧΗD) η οποία αποτελεί τη σοβαρότερη ιογενή ηπατοπάθεια, καθώς οδηγεί πιο γρήγορα σε κίρρωση ήπατος και ηπατοκυτταρικό καρκίνο (ΗΚΚ) και έχει τη μεγαλύτερη θνητότητα από όλες τις ιογενείς ηπατοπάθειες, επισημαίνει η Ειρήνη Ράπτη, MD, PhD, Παθολόγος-Ηπατολόγος, Συνεργάτης Ηπατολογικής Κλινικής Ιατρικού Αθηνών.

Δυστυχώς, η ακριβής επίπτωση της νόσου δεν είναι ακόμη γνωστή, καθώς παρατηρείται μεγάλη ετερογένεια στην παγκόσμια κατανομή της ασθένειας, συχνά παραλείπεται η ανίχνευση του ιού στις ομάδες υψηλού κινδύνου, ενώ επιπλέον η ίδια η διάγνωση της νόσου, 40 χρόνια μετά την ανακάλυψή της από τον Ιταλό καθηγητή Mario Rizzeto το 1977, δεν είναι εύκολη και σε πολλά μέρη του κόσμου είναι και ανέφικτη. Και βεβαίως αυτή η δυσκολία αναγνώρισης της νόσου είναι αλληλένδετα συνδεδεμένη με τη θεραπευτική αντιμετώπισή της. 

Έγκριση νέας θεραπείας για την αντιμετώπιση της ηπατίτιδας δ

Μέχρι σήμερα η μόνη θεραπεία η οποία χορηγείται στους ασθενείς είναι η πεγκυλιωμένη ιντερφερόνη, μόνη ή σε συνδυασμό με νουκλεοσ/τιδικά ανάλογα. Οι θεραπείες όμως αυτές έχουν αρκετούς περιορισμούς στην εφαρμογή τους. Καθώς η θεραπεία είναι ενέσιμη, πολλοί ασθενείς δεν την ανέχονται, ειδικά αυτοί στα πιο προχωρημένα στάδια της νόσου (κιρρωτικοί) και έτσι αναγκάζονται να τη διακόψουν. Επιπλέον, η θεραπεία αυτή έχει αποδειχτεί αποτελεσματική σε 25-30% μόνο των ασθενών.

Ως εκ τούτου, η έγκριση του σκευάσματος bulevirtide, για τη θεραπεία της χρόνιας ηπατίτιδας δ, προκαλεί αισιοδοξία σε ιατρούς και ασθενείς. Πριν από λίγους μήνες εγκρίθηκε η υπό όρους χορήγηση στην ηπατίτιδα δ μίας νέας θεραπείας, του σκευάσματος bulevirtide, ως το πρώτο αντι-ιικό για τη θεραπεία της. Η έγκριση αυτή δημιουργεί αισιοδοξία για την αποτελεσματική αντιμετώπιση και αυτής της ιογενούς λοίμωξης, που 40 χρόνια μετά παραμένει σε μεγάλο βαθμό ένα αγκάθι για τους ηπατολόγους.

Διάγνωση

Η διάγνωση της ηπατίτιδας δ παραμένει δύσκολη αφού οι μέθοδοι για τη διάγνωσή της και τον καθορισμό της βαρύτητας της λοίμωξης –σε παγκόσμιο επίπεδο– δεν είναι προτυποποιημένες και εύκολες στην εφαρμογή. Ειδικά οι μοριακές μέθοδοι που χρειάζονται για την επιβεβαίωση της χρονιότητας της λοίμωξης από HDV (ανίχνευση του ιικού φορτίου του ιού: HDV-RNA) είναι μέθοδοι με υψηλό κόστος, σε πολλές ενδημικές περιοχές δεν διενεργούνται, ενώ συχνά οι κάτοικοι αυτών των περιοχών έχουν αδυναμία πρόσβασης σε οργανωμένες δομές υγείας.

Γεωγραφική κατανομή - Μετάδοση - Συμπτώματα

Με βάση πρόσφατες επιδημιολογικές μελέτες, το φορτίο της νόσου παγκοσμίως υπολογίζεται σε 20-72 εκατομμύρια ασθενείς.

Η απόκλιση αυτή οφείλεται στην ιδιαιτερότητα της λοίμωξης, αλλά και στη γεωγραφική της κατανομή. Σε χώρες της Αφρικής, της Ασίας, Νησιά του Ειρηνικού, Μέση Ανατολή, Ανατολική Ευρώπη, Τουρκία, Νότιο Αμερική παρατηρείται μεγάλος επιπολασμός της νόσου. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η ηπατίτιδα δ να έχει δυναμική μεταβαλλόμενη επιδημιολογία, καθώς επηρεάζεται από τα μεταναστευτικά κύματα. Και ενώ θεωρείται ότι ενδημεί σε χώρες με χαμηλό κοινωνικοοικονομικό επίπεδο, παρουσιάζει μεγάλη συχνότητα σε προηγμένες χώρες με μετανάστες από περιοχές με μεγάλη ενδημικότητα.

Στις χώρες αυτές, πολλοί από τους μετανάστες δεν έχουν πρόσβαση στη Δημόσια Υγεία, με αποτέλεσμα αδυναμία διάγνωσης και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. Αυτό επηρεάζει άμεσα αφενός την εκτίμηση για τον επιπολασμό της νόσου (υποεκτιμάται) όσο και τον κίνδυνο μετάδοσης της ηπατίτιδας δ (ανεπαρκής εμβολιασμός για HBV) αλλά και πρόσβασης στη θεραπεία. 

Στην Ελλάδα, σε παλαιότερη μελέτη είχε υπολογισθεί ότι μεταξύ 2.100 περίπου ασθενών με ΧΗΒ, θετικοί για ηπατίτιδα δ ήταν 2,8% των γηγενών αλλά 7,5% των μεταναστών. Επίσης, παρουσιάζει πολύ μεγαλύτερη συχνότητα σε χρήστες ενδοφλέβιων ναρκωτικών ουσιών, σε ομοφυλόφιλους άνδρες, επαγγελματίες του σεξ ή άτομα με επικίνδυνη σεξουαλική συμπεριφορά ή σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα, ασθενείς με ηπατίτιδα C ή AIDS (HIV), οι οποίοι έχουν ούτως ή άλλως μεγαλύτερη συχνότητα ηπατίτιδας Β, που όπως αναφέρθηκε είναι απαραίτητη προϋπόθεση ανάπτυξης της ηπατίτιδας δ. Αυτοί θωρούνται και ομάδες υψηλού κινδύνου για ηπατίτιδα δ, μαζί με τους HBsAg (+) μετανάστες από τις ενδημικές περιοχές. 

Η νόσος αναπτύσσεται (επιλοίμωξη) μόνο σε ασθενείς με χρόνια ηπατίτιδα Β (ΧΗΒ), όσους δηλαδή είναι HBsAg (+), ή ταυτόχρονα με αυτή (συλλοίμωξη), καθώς εξαρτάται απόλυτα από τον ιό της ηπατίτιδας Β για τον πολλαπλασιασμό του. Αυτό σημαίνει ότι προλαμβάνοντας τον ιό της ηπατίτιδας Β με τον καθολικό εμβολιασμό των βρεφών για ηπατίτιδα Β, προλαμβάνεται και η ηπατίτιδα δ, η οποία μεταδίδεται όπως και η ηπατίτιδα Β, δηλαδή αιματογενώς και σεξουαλικά.

Η ταυτόχρονη λοίμωξη (συλλοίμωξη) από τον ιό της ηπατίτιδας δ (Hepatitis D Virus, HDV) και Β (Hepatitis B Virus, HBV) εκδηλώνεται όπως κάθε οξεία ηπατίτιδα με κακουχία, δεκατική πυρετική κίνηση και ίκτερο (κίτρινη χροιά δέρματος και επιπεφυκότων). Ωστόσο, περισσότερες από το 90% των περιπτώσεων HBV-HDV συλλοιμώξεων οδηγούν σε αυτόματη ίαση/αποδρομή αμφοτέρων των λοιμώξεων. Αντίθετα, η επιλοίμωξη με ηπατίτιδα δ, των θετικών για ηπατίτιδα Β ασθενών (HBsAg(+)), οδηγεί σε ανάπτυξη χρόνιας HBV-HDV συλλοίμωξης με ταχεία επιδείνωση της ηπατικής λειτουργίας και ανάπτυξη κίρρωσης σε νεαρότερη ηλικία.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ